Further tags

Η διασημότερη όπως λένε λέξη του ελληνικού λεξιλόγιου (και μάλλον είναι, βγάζοντας τουλάχιστον τα παλαιοελληνικά απ' την εξίσωση). Και τι σημαίνει;... έ, το λέει και η λέξη.

Αχέμ.

Χρήσεις

Μαλάκες βγαίνουν σε πολλά χρώματα, αλλά θα προσπαθήσω να πιάσω εδώ τη βασική παλέτα.

α. Φιλική, οικεία προσφώνηση, στην κλητική

Αυτή είναι ίσως η πιο συνηθισμένη χρήση της λέξης, που δηλώνει οικειότητα, ή τουλάχιστον διάθεση οικειότητας.

- Ρε μαλάκα πού το παρκάραμε τ' αμάξι χθές, θυμάσαι;
- Μμμ... στον κώλο σου;...
- Λέγε ρε και βιάζομαι!
- Κάτσε ρε μαλάκα να θυμηθώ... ακόμα δε ξύπνησα... ά... στο περίπτερο.
- Όκέι, τα λέμε σε διωράκι-τριωράκι.
- Έγινε, ψήνω φραπέ.

Εξαιρετικά διαδεδομένη χρήση στην καθομιλουμένη και την αργκό, κάνει τρελή παρέα με το μόριο ρε, και μετριάζεται μόνο από τον κίνδυνο παρεξήγησης λόγω των υπόλοιπων κακόσημων χρήσεων (βλέπε παρακάτω).

Συνώνυμα: συ/εσύ, φίλε. Φράσεις: μαλάκα/μαλάκα μου! (επιφώνημα έκπληξης και θαυμασμού). Σε άλλες γλώσσες: man (αμερικάνικα), mate (βρετανικά, αυστραλέζικα), Du/Alter (γερμανικά).

β. βλάκας, ηλίθιος, χαζός

Αυτός που δεν αντιλαμβάνεται, ο αργόστροφος, βραδύνους, ξέχνα τον, δεν το πιάνει, δε νιώθει ρε παιδί μου, άσ' το να πάει άσ' το, πες τον ζώον, βλίτο, σμπόκο, ούγκα-ούγκα -από πού ν' αρχίσεις και πού να τελειώνεις, κάθε συνώνυμο και μια 'ποτυχημένη, οικτρή προσπάθεια να τον νικήσεις...

αμα ειναι μαλακας ο αλλος και δεν καταλαβαινει...προβλημα του!!!!!αστον να ναι!!!!!

απ' το φέισμπουκ

άντε να εξηγήσεις στο μαλάκα Ελληνάρα, τον Μπάμπη από το Μπουρνάζι με το Punto, ότι το αλκοόλ θολώνει αντανακλαστικά. Άντε να του βγάλεις από τον εγκέφαλο ότι εκτός από οδηγός της πλάκας, είναι και επικίνδυνος αν ανοίξει το γκάζι πάνω από τα 80.

από ιστολόι

Μικρή πίπα: Παρόμοια με κάθε τέτοιον χαρακτηρισμό, είναι και δώ σαφές ότι όταν καλείς κάποιον μαλάκα με αυτήν την έννοια, δέν υποδηλώνεις ότι δεν αντιλαμβάνεται ενγένει (δεν πρόκειται δηλαδή ακριβώς για ρατσιστικού τύπου χαρακτηρισμό όπως να τον έλεγες «καθυστερημένο»), αλλά οτι δεν αντιλαμβάνεται με τον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι εσύ· άμεσα προκύπτει το θεμελιακό, ότι για το μαλάκα είσαι μαλάκας. Σκληρό, αλλά για ν' αποφύγεις το αυτοψυχοψάξιμο, η λύση είν' απλή: παράμεινε μαλάκας για το μαλάκα, σιγά μην κάθεσαι να κατανοείς νοοτροπίες μαλάκων τώρα, ορίστε μας...

να σε ενημερωσω πως οτι βρισια και να γραψεις , ουτε με αγγιζει , ουτε και θα με κανει να κατεβω στο παιδικο επιπεδο του "εισαι μαλακας , οχι , εσυ εισαι μαλακας" .. αυτα ειναι για σενα και τους ομοιους σου.

από το φόρουμ τζι αρ

Η λούπα του παραδείγματος παρατηρείται τόσο συχνά σε εμβριθέστατες και βαθιές συζητήσεις εντός γενέτειρας της φιλοσοφίας, που είναι ν' αναρωτιέται κανείς πώς και μας πρόλαβαν οι μοχθηροί φρίτσηδες στη ντρέτη διαπραγμάτευση του απείρου, ή οι τεχνοκράτες άγγλουρες στη ντρέτη διαπραγμάτευση της αποτελεσματικότητας... Μικρή πίπα τέλος.

Φράσεις: άμα ο άλλος είναι μαλάκας, είναι μαλάκας, είσαι μαλάκας ή γιωτάς;, κάνω το μαλάκα. Σε άλλες γλώσσες: jackass, dickhead / shithead (αγγλικά), connard (γαλλικά), Depp (γερμανικά).

γ. αφελής, εύπιστος, θύμα, κορόιδο

Πολύ κοντινή χρήση στην προηγούμενη, συνοδεύεται συχνά από οριστικό άρθρο, ο μαλάκας, και αναφέρεται σε κάποιον που περιέρχεται σε μειονεκτική θέση ή και γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης ή αποδιοπομπαίος τράγος, λόγω αφέλειας, καλοπιστίας.

Αποκαλυπτικοί είναι οι διάλογοι του Χάρη Τομπούλογλου, που συνελήφθη για χρηματισμό, με τον μεσάζοντα της ιδιωτικής εταιρείας, ο οποίος του έδωσε και τα προσημειωμένα χαρτονομίσματα. «Δεν είμαι εγώ ο μαλάκας να κονομάνε όλοι από δουλειές και εγώ να μην παίρνω μία», φέρεται να αναφέρει ο πρόεδρος του νοσοκομείου Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού», ο οποίος συνελήφθη την Τρίτη επ’ αυτοφώρω να λαμβάνει 25.000 ευρώ.

απ' τον διαδικτυακό τύπο

Φράσεις: βγαίνω ο μαλάκας, για μαλάκες ψάχνεις;, o μαλάκας της παρέας, ο μαλάκας της υπόθεσης, στην υγειά του μαλάκα, πιάνω κάποιον μαλάκα.

δ. Αυτός που αυνανίζεται, που μαλακίζεται

Η σημασία αυτή φέρεται να είναι η κυριολεξία.

μαλακας ειναι αυτος που παιζει με το πουλακι του...

απ' το φέισμπουκ

Η εντύπωσή μου είναι ότι τόσο συχνότερα χρησιμοποιείται στην κυριολεξία, όσο περισσότερο κατεβαίνουμε σε ηλικίες, ενώ στο βαθμό που το να τραβάς μαλακία είναι ποταπή, ανήθικη, τσσ-τσκ-τσκ πράξη, χρησιμοποιείται ήδη η λέξη ευρύτατα ως βρισιά.

ΑΝΤΕ ΤΡΑΒΑ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΝΕΝΑ ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΜΩΡΗ ΠΑΛΙΟΛΙΝΑΤΣΑ ΤΟΥ ΚΕΡΑΤΑ ΚΑΙ ΠΑΨΕ ΝΑ ΤΡΩΣ, ΠΑΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ πουλάκι ΣΟΥ, ΧΟΝΤΡΟ-ΜΑΛΑΚΑ, Ε ΧΟΝΤΡΟ-ΜΑΛΑΚΑ, ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΕ!!

από ιστολόι

Η δαιμονοποίηση της «αποκλίνουσας» σεξουαλικότητας είναι εξάλλου βασικότατο μοτίβο στις βρισιές (που πρέπει να τις πιάσουμε κάποτε καλά στο σάιτ!), βλέπε γαμιόλα, πούστης, και πόσα άλλα.

Κάποια συνώνυμα, που ως τέτοια όμως λαμβάνουνε συχνά και τις άλλες σημασίες του μαλάκας: αυνάνας, πεοκρούστης, πεομπαίχτης, τρόμπας, χειρογάμης, ψωλοβρόντης. Φράσεις: τη μαλακία πολλοί αγάπησαν, το μαλάκα ουδείς, το πολύ το τίκι τάκα κάνει το παιδί μαλάκα, καλή η μαλακία, αλλα με το γαμήσι γνωρίζεις κόσμο. Σε άλλες γλώσσες: jerk, wanker (αγγλικά), Wichser (γερμανικά)

ε. Λέξη-πασπαρτού για κακόσημους χαρακτηρισμούς και βρισιά

Το μαλάκας είναι απ' τις επεκτατικότερες του ελληνικού λεξιλογίου, καθώς υποκαθιστά δυνητικά οποιονδήποτε κακόσημο χαρακτηρισμό. Άν κάποιος δεν είναι σίγουρος για το πώς να χαρακτηρίσει κάποιον απ' τον οποίο έχει ενοχληθεί (πες το «λεξιπενία», πες το «θόλωσ' ο Μπροκά 'π' τα νεύρα», πές το «αχαρτογράφητη άβυσσος η ψυχή του αθρώπου, ούτ' ο Ντοστογέφσκι θα μπορούσε να σ' τον περιγράψει αυτόνανε» -ή πες το απλά σπαρίλα να τελειώνουμε), τον λέει απλά «μαλάκα» και τελειώνει η υπόθεση.

Ιδού μια τυπική, τυπικότατη περίπτωση.

- Ο Λέλος θά 'ρθει;
- Δέν του είπα.
- Δέν τού 'πες;!...
- Δέν τού 'πα, δέ γούσταρα.
- Γιατί;
- Δέ ξέρω... μαλάκας είναι, γι' αυτό.
- Τί «μαλάκας» δηλαδή;
- Ε μαλάκας, ρε παιδί μου, ξέρω γώ, μαλάκας, πώς το λένε;...
- Δηλαδή τί ρε παιδί μου;!...
- Ε ρε τί θες τώρα, αναλύσεις να πούμε;... Κάνει μαλακίες... Αλλα θα μου πείς, μαλάκας είναι, μαλακίες θα κάνει!... hά...
- Δέ σε πιάνω.
- Ε 'φού 'σαι και σύ μαλάκας, τί να σ' εξηγώ τώρα, ώωω...

Ιδού και άλλη μία.

Αν πιστεύεις ότι κάποιος είναι μαλάκας όπως λες, θα πρέπει να έχεις ξεκαθαρίσει πρώτα τι εννοείς "μαλάκας" και αν το έχεις, τότε μπορείς να εκφέρεις επιχειρήματα για αυτό.

εδώ

Ως κακόσημη λέξη-πασπαρτού είναι βέβαια και μία από τις πιο συχνές βρισιές. Μάλιστα, από τις αποτελεσματικότερες: αν σε πεί ο άλλος «μαλάκα» και το εννοεί, είτε το βουλώνεις και την κάνεις, είτε το λόγο τον παίρνει ο Ταβερνιέ, αφού συχνά σημαίνει οτι έχει τόσα νεύρα, που δέ μπορούσε να σκεφτεί καμία άλλη λέξη φαντεζί.

στιγμιότυπο από την τηλεοπτική σειρά «Οι τρεις Χάριτες»
ΜΑΡΙΑ: Κάποια στιγμή όμως εκνευρίζομαι πάρα πολύ, γυρνάω και του λέω «τί θές ρε μαλάκα; αφου βλέπεις δέ σου απαντάω!»
ΟΛΓΑ: Μπράβο Μαρία! πολύ σωστά του μίλησες...
ΕΙΡΗΝΗ: Και εγώ στη θέση σου το ίδιο θά 'κανα!...
Μ: Να δείς αυτός στη θέση του τι έκανε όμως...
Ε: Τί;...
Μ: Γυρνάει μου τραβάει ενα φούσκο και μου λέει «ποιόν είπες μωρη "μαλάκα";»... κι' εξαφανίστηκε.
Ε: Ά το μαλάακααα!...

Μαλάκας λοιπόν, σε ήπιο ή μή ύφος, μπορεί να σημαίνει «άξεστος» και «ακοινώνητος», οτι «δεν ξέρει να φερθεί» που λέμε (σύγκρινε με σημασία β), «φταίχτης» και «υπαίτιος» (σύγκρινε με σημασία γ), μπορεί να σημαίνει απλά «κουραστικός» και «φορτικός», μπορεί να σημαίνει «υπερόπτης», «ακατάδεχτος» και «επηρμένος», μπορεί να σημαίνει και «αναξιόπιστος», «ανέντιμος», «ανήθικος», «υστερόβουλος», «ύπουλος», «μηχανορράφος», «υποκριτής», «διπρόσωπος», «μικρόψυχος», «εκδικητικός», «μνησίκακος», και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά.

Φράσεις: βγάζω κάποιον μαλάκα, για έναν μαλάκα, μαζί μου ασχολείσαι, πόσο μαλάκας είσαι;, φάε ένα μαλάκα. Σε άλλες γλώσσες: asshole (αγγλικά), Arschloch (γερμανικά).

Ετυμολογία

Η λέξη βγαίνει από τη λέξη μαλάκα (θηλυκό) στα μεσαιωνικά ελληνικά, η οποία με τη σειρά της βαστάει από το ακόμη πιο παλαιοελληνικό επίθετο μαλακός. Ο Τριαντάφυλλος το θέτει ως εξής:

μαλάκ(α) η 'μαλάκυνση' -ας < ελνστ. μαλακ(ός) 'παθητικός ομοφυλόφιλος' (αναδρ. σχημ.), με αλλ. της σημ. κατά το μαλακία· μαλάκ(ας) -ούλης

ΛΚΝ

και ο Μπάμπης πάνω-κάτω τα ίδια, με ένα τσικ επιπλέον πληροφορία:

< μεσν. θηλ. μαλάκα «μαλακία» (πβ. μάγκας - μάγκα, η), ουσιαστικοπ. τ. του αρχ. επιθ. μαλακός [...], το οποίο ήδη στον Ηρόδοτο δήλωσε τον ανήθικο, διεφθαρμένο άνθρωπο (όπως τον παθητικό ομοφυλόφιλο. 3ος αι. π.Χ.)

ΛΝΕΓ (τρίτη έκδοση)

Χρονολόγηση

Η υβριστική, κακόσημη χρήση υπάρχει τουλάχιστον απ' την αρχή-αρχή του εικοστού αιώνα, όπως μας μαθαίνει ο δαιμόνιος χαρτοπόντιξ κυρ-σαράντ -τα σέβη μου- τον οποίο και παραθέτω με συνοπτικές.

[...] βρήκα, με έκπληξη ομολογώ, να γράφεται, σε εφημερίδα του 1906, η συχνότερη ελληνική τρισύλλαβη λέξη. Λέει ο Άννινος ότι “Περί τα τέλη του βίου του [Παράσχου], κάποιος εκ των λογίων, δυσαρεστηθείς διά δυσμενή κρίσιν του Αχιλλέως περί τινος θεατρικού του έργου, τον απεκάλεσεν εν τη οργή του μαλάκαν. – Εγώ μαλάκας! απήντησεν εξαφθείς ο ποιητής. Και μου το λέγεις συ, ο Παδισάχ της μαλάκας!…” Παναπεί, και τότε έβριζαν οι ποιητές αλλά δεν είχαν Φέισμπουκ να διαδίδει τα ξεκατινιάσματά τους στο πανελλήνιο.

απ' το ιστολόι του κυρ-σαράντ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που έχει να κάνει με τη γεωμετρία και τις γωνίες, αλλά που έχει μεταφερθεί, λόγω του αστείου ακούσματός της, στην καθομιλουμένη ως συνώνυμη των «γενικώς», «μια απ' τα ίδια», ξανά μανά, και τα ρέστα παγωτά, «σού 'πα μού 'πες», «λίγο απ' όλα», ό,τι νά 'ναι, κλπκλπ. Κολλάει παντού, ακόμα και εκεί όπου δεν κολλάει, είναι πασπαρτού.

Έγινε μέχρι και λαϊκόν άσμα (Δούκισσα, βλ. μήδι) και τίτλοςθεατρικού έργου.

  1. Ως εκ τούτου η Κυβέρνηση πρέπει να ολοκληρώσει το έργο της, ανεξάρτητα από τον χρόνο που θα απαιτηθεί. Τα κόμματα που τη στηρίζουν αναλαμβάνουν τεράστια ευθύνη απέναντι στο μέλλον της πατρίδας, προκρίνοντας πολιτικές «εντός, εκτός και επί τ’ αυτά», όταν χρειάζονται ριζοσπαστικές απαντήσεις.

  2. Εντός, εκτός και επί τα αυτά... η λύση για την κρίση χρέους.

  3. Ένα μικρό κλικ και ήρθατε στην μεγάλη παρέα του ΚΛΙΚ FM. Τώρα χρειάζεστε μια ευχάριστη καλημέρα και μια πρώτη ενημέρωση για τα πάντα, ή σχεδόν τα πάντα. Τα εντός, εκτός και επι τα αυτά, που σας έλεγε και ο μαθηματικός στο σχολείο!

από το δίχτυ

(από ironick, 09/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Cult φράση, με ρίζα στο μακρινό 1968 και την ταινία Κορίτσια στον Ήλιο. Η χρήση της είναι ευρεία, κυρίως λόγω του κωμικού της στοιχείου που πηγάζει απευθείας από την σκηνή στην οποία ειπώθηκε. Σε αυτήν, ο αγαθός βοσκός κυνηγάει την τουρίστρια Άνναμπελ, θέλοντας να της προσφέρει αμύγδαλα. Η τουρίστρια, μην γνωρίζοντας ελληνικά, τρέχει τρομαγμένη από την εμφάνιση και τους «χωριάτικους» τρόπους του φοβούμενη τα χειρότερα.

Η φράση χρησιμοποιείται σε μεγάλο αριθμό περιστάσεων, ωστόσο αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πέρα από το κωμικό στοιχείο (χωρίς η ταινία να είναι κωμωδία), η χρήση κατά κύριο λόγο αποπνέει την κοινωνική αγνότητα εκείνης της εποχής της Ελλάδας, που αποτυπώνεται τόσο πετυχημένα στο φιλμ.

Η συνήθης χρήση γίνεται σε περιπτώσεις όπου κάποιος βιάζεται (λόγω ή έργω) και κάποιος άλλος προσπαθεί να τον κάνει να κατεβάσει στροφές. Επίσης χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου διέρχεται μια όμορφη γυναίκα οπότε η φράση έχει την έννοια του «κάτσε να σε τρατάρω». Τέλος, το «μύγδαλα», μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συμπληρωματικό κάθε φορά που κάποιος λέει «στάσου».

Η επιτυχία της ταινίας και το γεγονός ότι αποτελεί μέρος της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου, έχουν εξασφαλίσει τις συχνές προβολές της στην τηλεόραση, διατηρώντας όπως είναι λογικό τη διαχρονικότητα της ίδιας αλλά και της φράσης. Αυτό δεν είναι τυχαίο, καθώς οι συντελεστές της ταινίας αποτελούν ένα Who’s-Who του ελληνικού κινηματογράφου:

Σενάριο: Ιάκωβος Καμπανέλλης
Σκηνοθεσία: Βασίλης Γεωργιάδης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Νίκος Κουτελιδάκης
Μοντάζ: Αριστείδης Καρύδης-Fuchs
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος Ηθοποιοί: Γιάννης Βόγλης, Ann Lonnberg, Κώστας Μπάκας, Βαγγέλης Καζάν, Μιράντα Μυράτ.

3 βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1968 και υποψήφια για χρυσή σφαίρα ξένης ταινίας 1969

  1. - Ρε συ ο Μάκης δεν είναι αυτός που τρέχει;!
    - Ναι...
    - Μάκη, Μάκη, Μάααααακη! Στάσου, Μύγδαλα!

  2. - Πρέπει να προλάβω την Τράπεζα!
    - Περίμενε να τελειώσω εδώ γιατί θέλω και γω.
    - Φεύγω σου λέω!
    - Στάσου! - Μύγδαλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακολουθεί κατάλογος με περισσότερες - επί το πλείστον 'εύοσμες', -ίλες, συμπλήρωμα στις vikάριες τοιούτες.

-Αφεντικό έχουμε ίλες;;;
-Τι ίλες;;
-Ψ@λες για γορίλες!

Τουίτης, εδώ


2much-ίλα

Λέγε με και τουματσίλα. Από το too much και την διαβόητη κατάληξη.


  1. - παρ όλη την τουματσίλα σας, θα περιμένω απάντηση από πιο επίσημα χείλια
    - δε γνωρίζω τι είναι τουματσίλα αλλά θα περιμένεις πολύ that I know well
    - 2much-ίλα (εδώ)

tech-ίλα

  1. tech-ίλα! Για να ευθυμήσωμεν!

  2. Χθες έκατσα ξύπνιος όλη νύχτα προγραμματίζοντας και πίνοντας μαργαρίτες. Tech-ίλα. (εδώ)

Σανταμ-ίλα

- Oil dipped below $102 http://on.mktw.net/1kdAiQu
- Βοηθά που το Ιράκ βουλιάζει βαθύτερα στη Σανταμ-ίλα. #not (εδώ)

digit-ίλα

Back to the 80's λέμε αν και digit-ίλα! :D Κρίμα που δεν πετάγεται κανένας Τσάκωνας με τον βοηθό του

Cult-ίλα

Πάρτε λίγο ελληνική Cult-ίλα από κάτι φιλαράκια μου, και δώστε κανένα like ρεμάλια. Για να μάθετε να είσαστε...

hardcore-ίλα, χαρντκορίλα

  1. τα τατουάζ στο πρόσωπο είναι hardcore-ίλα http://bit.ly/1grTU5r

    1. Πότε χαρτκορίλα και πότε ραπκορίλα μικρέ εμσι καήλα δέξου την ξεφτίλα (εδώ)

    2. Χαρντκορίλα και λαϊκισμός στο @radiobubble -> http://www.radiobubble.gr/2014/02/22.html?spref=tw … Επιμένουμε στην μεταρρυθμιστική τζαζ και τον ευρωπαϊκό δρόμο #K58

    3. Αντίθετα για μένα δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανωμαλία κ χαρντκορίλα από την κοινή λογική. (εδώ)

μωρουδίλα

Μετά τη "μωρουδίλα" η 2η λέξη σε "-ίλα" που μυρίζει ωραία: Εητίλα http://www.youtube.com/watch?v=fDxzQJaA228

sludg-ίλα

ια όποιον έχει όρεξη για μεσημεριανή sludg-ίλα... αργή, βαριά και "σκισμένη"... απο τα σπλάχνα των Breach http://www.youtube.com/watch?v=dWj8kHhdY-k

vintage-ίλα

vintage-ίλα @ Tony Bonanno http://instagr.am/p/JFySSQxeCZ/

mood-ίλα

Για όσους θέλουν να ξεπεράσουν τη mood-ίλα!!

ΕΡΤ-ίλα

Μ'αρέσει η Χούκλη στον #Ant1 αλλά ακόμα δεν κατάφερε να βγάλει από πάνω της αυτήν την ΕΡΤ-ίλα που την ταλαιπωρεί σαν νεανική ακμή!!

underground-ίλα

Μπορεί απλά να είμαι hipster και να μην άντεξε τόσο underground-ίλα και alternativε-ιά

dark-ίλα

Εγώ πάλι γουστάρω σκοτεινούς καιρούς, dark-ίλα και κατακλυσμό!

gore-ίλα

Μου συνέστησαν να μη τρώω ενώ βλέπω το καινούριο spartacus. Ετοιμάζομαι ψυχολογικά για μεγάλη gore-ίλα.

phish-ίλα

Τώρα αυτό το mail "deviantART has changed terms of service" γιατί μου βρωμάει phish-ίλα;;;;;

mainstream-ίλα

-ωραίο μαλί ρε φιλενάδα!Τώρα είδα ότι παίζεις σε γκρούπ.Τι παίζετε;
-ντανκεσεν! mainstream-ίλες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλισεδιάρικη επίκληση ελέωρος, όχι φανατικά (το “κάπου” λειτουργεί υπονομευτικά γιατί), αλλά σε φάση: "τι φάση;", *"τιντούτο πχια"*, "ελαπαναΐαμ". Χρησιμοποιείται για να κλείσει μια φράση στην οποία σχολιάστηκε μεγαλειώδης μπαρούφα.

  1. Η Καλογεροπουλου πιστεύει ότι θα κάτσει η Μερκελ να γραμμωσει μαζί με τον Σοιμπλε τον Βαγγελα Μειμαρακη: Ελεος καπου..#enikos. ΕΔΩ

  2. -Είναι δηλαδή ο Νίκος Φίλης ο καλύτερος που μπορεί να βρει στη χώρα ο πρωθυπουργός για να αναλάβει τον κρίσιμο τομέα της Παιδείας;
    -Δεν έχει καλύτερο, Θες και συ αστακό από γαβάθα με τα σαφριδια... έλεος κάπου. ΕΔΩ

  3. "Εχω ενα πύραυλο μεσα" λεει. κι εκει που χαμογελάω πονηρά, παει και φερνει το παγωτο, ΕΛΕΟΣ δηλαδη καπου. ΕΔΩ

  4. "Δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο που να επιτρέπει τη χρήση κάμερας από αστυνομικούς" ειναι τώρα το επιχέιρημα. ΕΛΕΟC ΚΑΠΟΥ. (εδώ)

και σε γκρίκλις του κώλου:

-δεν βαράμε στο πρόσωπο όσους φοράνε γυαλιά! Eleow kapou!
-eleow kapoy γράφεται μου θες και να τουιτάρεις με τόσα ορθογραφικά... ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μακεδονίτικος και χωριάτικος τρόπος για το μωρή των πελοποννησίων. Νομίζω οτι διαδόθηκε ευρύτερα με τους παλιούς Μήτσους του Λαζό και σήμερα γίνεται χρήση μέχρι τρασίλας.

Μια όχι και τόσο εύηχη λέξη είναι «Μαρή» που σήμερα αντικαθίσταται απ’ τη λέξη «καλέ». Η λέξη «Μαρή» προέρχεται από το μωρή (μωρός = ανόητος). Δυο εύχρηστες προτάσεις με το μαρή που τις χρησιμοποιούσαν και τις χρησιμοποιούν στο καθημερινό τους λεξιλόγιο είναι οι εξής: «Τι κάνς, Μαρή;» και «Για πού το ’βαλες Μαρή;».

ΑΛΙΣΤΡΑΤΙΝΩΝ ΛΟΓΟΣ

  1. -Μαρή Χρυσούλα! Ο γιο'σ είνι γκέι!
    -Δε βαριέσαι, πούστς να μην είν' κι όόόλα τ'αλλα...

  2. -Άγκελα τον Αλέξη θα τον καλέσουμε;
    -Τι λες μαρή Κριστίν; Άσε να μιλήσουμε και μια φορά σοβαρά.

  3. Κ-Λ-Α-Ι-Ω! RT: "Βίσκα μαρή Μπάρτσα, Βίσκα μαρή Καταλούνια"

  4. Θέλαμε ένα διεθνές όνομα για το μωρό είπε η Βίκυ Καγιά. Τι είναι μαρή το μωρό; Αεροδρόμιο;

  5. ποσο ξεφτιλισμενη εισαι μαρη που εχεις ψηφισεις γαπ, δημαρ, νδ κ τωρα πας διακοπες αιγινα με γαπικους μπας κ πεσετε πανω στον τσιπρα?!

  6. - Είσαι ελεύθερη μαρή?
    - Ετσι οπως εισαι, για σένα έχω Αids και είμαι πουτανα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα του Ντίνου Ηλιόπουλου από την ταινία του Γιάννη Δαλιανίδη Ο Ατσίδας (1962).

Προφανώς πρόκειται για ευφημισμό. Περιγράφει καταστάσεις όπου υποφώσκει μίσος και βαθιές αντιθέσεις, οι οποίες μόλις καλύπτονται από την θέληση ενός ομιλητή να διασκεδάσει το άσχημο σκηνικό με τον προσχηματικό ευφημισμό. Επίσης, υπάρχει πολλή αμηχανία να μην κάνει κάποιος την αρχή και αποκαλυφθούν στην ολοκληρία τους όλα όσα χωρίζουν τους συμμετέχοντες. Εξ ου και η επανάληψη «είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα, είμαστε», σημάδι μεγάλης αμηχανίας, την οποία άφησα στον τίτλο γιατί πολλές φορές η έκφραση λέγεται έτσι για να φανεί και το γελοίο της αμηχανίας αυτής. Αγγλικό συνώνυμο σε παρόμοιες καταστάσεις: Love is in the air.

O γούγλης δίνει κάμποσα χτυπήματα, απ' τα οποία τα περισσότερα αφορούν σε πολιτικές συνόδους κυρίως κομμάτων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και σε παρουσιαστές-τριες εκπομπών, που θέλουν πολύ λίγο για να αρχίσουν γενικευμένο ξεκατινάζ. Επίσης, έχει χρησιμοποιηθεί αρκετά και στο σάη μας, μην τα θυμόμαστε τώρα...

Στο Δ.Π. υπό Jonas.

  1. Δεν ξέρω αν το έχετε συνειδητοποιήσει, αλλά στην ΕΕ είμαστε μια ωραία …ατμόσφαιρα! Από κάτω βράζει το καζάνι, αλλά στις Συνόδους Κορυφής βασιλεύει η παραπολιτική και κυριαρχεί η υποκρισία. Για όλα αυτά είναι υπεύθυνο το κεντρικό ιδεολόγημα της ΕΕ, η περίφημη «conditionality». (Εδώ).

  2. Είμαστε μία ωραία ατμόσφαιρα! Κάτι οι… «προικισμένοι πιανίστες», κάτι τα νεύρα της «Μπουμπούκας», κάτι οι καυγάδες της με τον Ηλία Ψινάκη, φαίνεται ότι ιντριγκάρουν το τηλεοπτικό κοινό που και αυτήν την Παρασκευή προτίμησε να δει το «Ελλάδα έχεις ταλέντο»! (Εδώ).

  3. Είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα. Σε αρνητικό κλίμα διεξάγεται και σήμερα η συνεδρίαση του Χρηματιστηρίου καθώς το επενδυτικό κοινό, στην πλειοψηφία προχωρεί σε πωλήσεις μετοχών. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατ' επέκτασιν της έννοιας που παρουσιάζεται στον ήδη υπάρχοντα ορισμό και στο σχόλιο που τον ακολουθεί, μαρκούτσι είναι οποιοδήποτε αντικείμενο το οποίο δεν γνωρίζουμε ή δεν θέλουμε να κατονομάσουμε και το οποίο είναι απαραίτητα μακρόστενο.

Είναι άξιο μελέτης ότι ενώ η νεοελληνική είναι εξαιρετικά ασαφής γλώσσα σε σύγκριση, πχ, με τα γαλλικά, οι λέξεις τέτοιου τύπου αφθονούν, σε αντίθεση με τη γλώσσα αυτή, και εκφράζουν πιο συστηματοποιημένα τις διάφορες περιπτώσεις ακατονόμαστου αντικειμένου. Μάλλον έχει να κάνει με το ότι ξέρουμε να είμαστε σαφείς για τα πράγματα τα οποία δε γνωρίζουμε, αλλά βαριόμαστε να είμαστε σαφείς γι αυτά που (έχουμε την εντύπωση ότι) ο άλλος καταλαβαίνει χωρίς να καταβάλουμε προσπάθεια.

Έχω την εντύπωση ότι ένας εξαντλητικός κατάλογος των αντίστοιχων λέξεων στη γαλλική είναι chose, truc, bidule και machin, τα οποία χρησιμοποιούνται σχεδόν αδιακρίτως. Αντιθέτως, στα ελληνικά οι λέξεις μαρκούτσι, κέρατο, μαραφέτι, γκαρίτσαφλος, ματζαφλάρι, μαρτζαφλάρι, ή μαρτζαφλέρι, μαλακία, μπούμπιστρο, παπάρι, παπαράκι, παπάριτζερ, γκαβλιτσέκι, αρχίδι, αρχιδιά, πούτσα, πουπήγιο, μπλιμπλίκι, μπλιμπλίκιτρον, μπιχλιμπίδι, ματζούνι, μακρυνάρι, μπιρμπιτσόλι, κλαπατσίμπαλο, τα περιεκτικά ουσιαστικά τσουμπλέκια, τζάτζαλα-μάτζαλα, σέα-μέα, τσαμασίρια και μάλλον ακόμα πολλές άλλες, ταυτοποιούν πολύ καλύτερα το άγνωστο αντικείμενο και δίνουν ποικιλία στο λόγο.

Είναι εμφανές ότι πλειοψηφούν οι λέξεις με μια ασαφή υποτιμητική χροιά, οι οποίες τυγχάνει να είναι και οι κυρίως λέξεις πασπαρτού, που δεν αποδίδουν ιδιαίτερη ιδιότητα στο εν λόγω αντικείμενο.

Έχεις κάνα μαρκούτσι να σώσω το κέρατο που έπεσε στη χαραμάδα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι μαλακίες.

Μαλακίστηκα.

Σε άλλες γλώσσες: puttanate (ιταλικά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοροϊδία πασπαρτού, που αναδεικνύει κατά περίπτωση, το χούμορ και την φαντασία του αστειάτορος.
Άμα κάτι είναι για γέλια, εκτός απ' τις κατσαρίδες, πλακώνουν ασμένως, κότες, τάρανδοι, σαρδέλες, καρμπονάρες, μέχρι ... αποκωδικοποιητές και ηχολήπτες.

Αντώνυμο: "We are to be mourned by herrings".

  1. - Πόσοι ψεκασμένοι χρειάζονται για να γράψουν 1 τουί;
    - Αν σε λένε ΠόρταΠόρτα, 15 ΓΕΛΑΝΕ ΟΙ ΚΟΤΕΣ
  2. τι λες μαρη!!!!! γελασανε και οι ταρανδοι στην Αλασκα!!!
  3. Απείλησε ο Σκάι ότι θα κάνει μηνύσεις σε blog κ social επειδή οι ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΈΣ ΤΟΥ έκαναν παρανομία; ΘΑ ΓΕΛΆΣΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΟΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΤΕΣ
  4. ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΗΣ ΝΔ, ΚΟΥΛΗΣ ΚΑΙ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟΣ (ΚΑΝΤΕ ΜΑΣ ΤΗ ΧΑΡΗ) ΑΔΟΝΙΣ & ΒΟΡΙΔΗΣ. ΘΑ ΓΕΛΑΣΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΙΚΙΛΟΧΡΟΥΣ ΑΙΓΑΓΡΟΙ...
    Γεια σου ρε Βαγγελη ... Καμαρι της παραταξης ... Γελανε μεχρι και οι σαρδελες στα καφενεια!εδώ
  5. Γελάνε όλες οι ρέγγες ατλαντικού και ειρηνικού με τη ζωντανή συνομιλία του Αλέξη με τον Κλίντον....
  6. Πάλι καλά που δεν πέταξε κανένα "Go Back Mister Clinton!" να γελάσουν και οι ηχολήπτες...
  7. Αυτοδημιούργητος δηλώνει ο άλλος κ γελάνε οι καταθέσεις των γονιών του στο εξωτερικό, η οικονόμος, το πουλ μπόι κ η κατάντια που τον δέρνει.
  8. Γελανε κι οι κροκοδειλοι με τη σχιζοφρενη. 35.000 τυπωμενα αντιτυπα του πορισματος της Επιτροπης παρηγγειλε.
  9. «Είμαστε το κίνημα που πήρε αποστάσεις από συμφέροντα.» Γελάνε κι οι νεροχύτες με το ανδρείκελο του Μπόμπολα.
  10. γελάνε μέχρι κι οι πέστροφες της Λίμνης Ταγκανίκα
  11. -Ο Π. Ινγκράο υπήρξε εμβληματική μορφή της ριζοσπαστικής ευρωπαϊκής αριστεράς. Ας κρατήσουμε ζωντανή την μνήμη του.
    -σαν κι εσένα Αλέξη!!!!! Γελάνε κι οι ιταλικές καρμπονάρες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified