Selected tags

Further tags

Γεωργίου ράιτινγκ. Κατά πάσα πιθανότητα, δεν έχει ακουστεί ποτέ on air αλλά έχει γραφεί παμπόλλως στην πάλαι ποτέ κραταιά στήλη του Καφενείου των Φιλάθλων (στον πάλαι ποτέ κραταιό Φίλαθλο).

Η στήλη είχε ως αντικείμενο τα σχόλια αναγνωστών που μιλούσαν στο τηλέφωνο με τον αναλυτή (ξάδερφο της Κάκιας - όπως ισχυρίζεται ο ίδιος) ποδοσφαίρου Γιώργο Γεωργίου.

Το λήμμα έρχεται ως επιδοκιμαστική απάντηση σε εξυπνακίστικη ατάκα αναγνώστη.

- Ρε Γεωργίου, τώρα που ο Μπαζίνας άφησε μουστάκι, δεν αφήνεις και συ δόντια για αλλαγή;
- Τα νεφρά μου παλιόπουστα...

Η Νεφρετρίτη (από HODJAS, 05/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τερατώδης ψευτιά. Απαντάται συχνότερα στον πληθυντικό: φίδια. Πρόκειται συνήθως για ψευτιά που λέει κάποιος όταν θέλει να παινευτεί, να κομπάσει, να το παίξει ιστορία. Υπερθετικός: ανακόντα.

Αν φίδι είναι το ίδιο το ψέμα, η πράξη του ψευδολογείν είναι ακριβέστερα η φιδιά (η λέξη υπάρχει με άλλη σημασία εδώ). Στην πράξη οι δύο όροι χρησιμοποιούνται συχνά αδιακρίτως.

Συνώνυμα:

- δράκος / δρακιά
- αρκούδες / αρκουδιές (μόνο πληθ.)
- μούσι (συνήθως πληθ., μούσια)

Αυτός που αμολάει φίδια είναι ο φιδέμπορας ή φιδίας.

  1. Το πέος και ειδικότερα το μεγάλο πέος. Οι λόγοι της παρομοίωσης πολλοί.

α. Το επίμηκες σχήμα και των δύο (ο πλέον προφανής λόγος)

β. Το φιδοκέφαλο είναι πλατύτερο και παχύτερο από το σώμα του φιδιού, όπως ακριβώς και ο πουτσοκέφαλος σε σχέση με το υπόλοιπο πουλί.

γ. Το δέρμα στην περιοχή του πέους και του οσχέου είναι εκπληκτικά λεπτό, σαν τσιγαρόχαρτο. Δεν υπάρχει λίπος ούτε για δείγμα, εξού και τα πολλά φλεβίδια που διαγράφονται επί του πέοντα. Το ίδιο λεπτό σαν τσιγαρόχαρτο είναι και το δέρμα του φιδιού, το «κουστουμάκι» του όπως λέγεται, που, ανά τακτά διαστήματα, το πετάει και βγάζει καινούριο.

δ. Η μεταξένια αίσθηση που αφήνει στο χέρι το φίδι όταν το χαϊδεύεις και η εξίσου μεταξένια αίσθηση που αφήνει - σύμφωνα με μαρτυρίες - στο στόμα ο πούτσος όταν τον γλείφεις.

ε. Το φίδι τυλίγεται, κουλουριάζεται. Όπως ακριβώς γίνεται με το μεγάλο πέος, και καλά. Οι προσοντούχοι αρέσκονται σε τέτοιου είδους κωμικές υπερβολές, π.χ. «την έχω τόσο μακριά που αναγκάζομαι να την τυλίγω για να βγω έξω» ή «την χρησιμοποιώ και για ζωνάρι άμα λάχει». Οι ίδιες υπερβολές χρησιμοποιούνται και προς χλευασμό των μονίμως κομπορρημονούντων προσοντούχων: «άμα την έχεις τόσο μακριά όσο λες, για δες αν φτάνει και στον κώλο σου!»

στ. Το φίδι, όπως και ο πέοντας, είναι ευλύγιστο και χώνεται σε τρύπες.

  1. Ως μπιλντεράδικη έκφραση, φίδι είναι ο φοβερά γραμμωμένος, ο σφαγμένος ή φέτας, ο οποίος όμως διαθέτει και έναν αξιοπρεπή όγκο (μυική μάζα). Κοινώς, τούμπανο, χάρμα οφθαλμών. Oι λόγοι της παρομοίωσης δύο:

α. Οι σωστοί σφίχτηδες έχουν καταφέρει να λεπτύνουν υπερβολικά τη μέση τους και να ογκώσουν το άνω μέρος του κορμού (στήθος, πλάτη, χέρια). Δες μήδι #1. Στα δε φίδια, ιδίως τις κόμπρες, εκπτύσσεται με εντυπωσιακό όσο και κομψό τρόπο το άνω άκρο του κορμού, που καταλήγει στο κεφάλι. Δες μήδι #2.

β. Στους γραμμωμένους / φετιασμένους τύπους, τα τετραγωνάκια που σχηματίζουν οι κοιλιακοί (πρωτίστως) αλλά και οι υπόλοιποι μύες, θυμίζουν έντονα το φολιδωτό δέρμα του φιδιού. Τα φίδια μοιάζουν να έχουν εξαπάκετο και βάλε... Δες μήδι #3.

1α. - Μαλάκα τι φίδι πέταξε πάλι ο γκιόζης ο Λάμπρος! Είπε πως είχε τη Δήμητρα σπίτι του και της έπαιζε κιθάρα, αυτή καύλωσε και μετά τη γάμησε. Έλεορ!

1β. - Τι αμετανόητος φιδέμπορας είν' αυτός ο Λάμπρος! Χτες καθόταν και μου έλεγε πως έχει πάει με περίπου 300 γυναίκες στη ζωή του. Και να μου περιγράφει και σκηνικά απ' τα γαμήσια. Αυτά πλέον δεν είναι φίδια, είναι ανακόντες αγόρι μου του είπα.

1γ. - Έπρεπε να ήσουν χτες βράδυ που προσπαθούσε ο Λάμπρος να ψήσει τη Χρυσούλα. Την άρχισε πάλι στις γνωστές φιδιές για τον πατέρα του που έχει εκατομμύρια σε καταθέσεις στην Ελβετία...

  1. - Μωρό μου ουάου! Τι φίδι είν' αυτό που έχεις; Και θα μπει μέσα μου τώρα όλο αυτό;

2β. - Πρόσεχε μη λες μαλακίες γιατί θα βγάλω έξω το φίδι και θα σε πουτσίσω...

  1. - Όσο και να κωλοχτυπιέσαι αγορίνα μου στα δικέφαλα και στα κοιλιακά, έτσι φίδι σαν τον Αλεξάκη δε γίνεσαι. Αυτός τραβιέται με τα σίδερα από 15 χρονώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικά, τύπος άξεστος και βωμολόχος - η σημασία αυτή έχει καλυφθεί στον ορισμό του krepsinis.

Ειδικότερα, οπαδός του ΠΑΟΚ. Ιστορικά, απαξιωτικός χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούν οπαδοί άλλων ομάδων - κυρίως της Θεσσαλονίκης - για να δείξουν ότι θεωρούν τους Παοκτζήδες άτομα κατώτερης κοινωνικής στάθμης. (Παρ. 1 & 2). Πιο πρόσφατα, αυτοχαρακτηρισμός που έχουν υιοθετήσει κάποιοι χαρκόρ Παοκτζήδες ως τίτλο τιμής, σε ένα κλίμα νοσταλγίας για τα χρόνια 1972 - 1986, για τον καλύτερο ΠΑΟΚ όλων των εποχών και, κυρίως, για την έξαλλη κερκίδα που τον στήριζε.

Παλιότερα, η λαχαναγορά στη Θεσσαλονίκη βρισκόταν σε σχετικά κεντρικό σημείο - στην Αγίου Δημητρίου, δέκα λεπτά με τα πόδια από το Διοικητήριο/Υπουργείο Βορείου Ελλάδος και είκοσι λεπτά από την Τσιμισκή. Οι θόρυβοι, οι μυρωδιές, οι εικόνες της λαχαναγοράς ήταν οικεία για την πόλη. Και οι άνθρωποι της λαχαναγοράς επίσης - και είναι αλήθεια ότι οι Παοκτζήδες μεταξύ τους ήταν πολλοί.

Η χρήση της λέξης λαχαναγορίτης ως βρισιά με στόχο τους οπαδούς του ΠΑΟΚ άρχισε, νομίζω, να ατονεί στις αρχές της δεκαετίας του '80, όταν πια η αγορά είχε μεταφερθεί στην Δυτική Είσοδο της πόλης και οι άνθρωποι της ήταν πλέον αθέατοι. Η επαναφορά του χαρακτηρισμού, αυτή τη φορά με θετική φόρτιση, από τους ίδιους τους Παοκτζήδες συμπίπτει με τα πέτρινα χρόνια του συλλόγου, επί διοικήσεων Βουλινού, Μπατατούδη και Γούμενου, από το '90 και μετά.

Θέτικη φόρτιση, σε κάποιο βαθμό, έχουν η λαχαναγορά και οι μανάβηδες και στην σημειολογία του ρεμπέτικου - Παπάζογλου, Μπίνης, Τσιτσάνης, Σκαρβέλης, Παγιουμτζής, Μπαγιαντέρας και Γιοβάν Τσαούς έχουν όλοι αναφορές. Οι άνθρωποι της λαχαναγοράς μπορεί να είναι άξεστοι αλλά θεωρούνται και τσαμπούκια και μαγκίτες, ζόρικοι και λαρτζ - ιδιότητες με τις οποίες σαφώς θέλει να αυτοπροσδιορίζεται ο πωρωμένος Παοκτζής, ειδικά όταν τα πράματα πάνε στραβά. (Παρ. 3)

Έχει σημασία και το γεγονός ότι όσοι κοιτούσαν αφ' υψηλού τους ανθρώπους της λαχαναγοράς δεν έκαναν διακρίσεις μεταξύ τους - και τον χαμάλη που δούλευε μέχρι να βγάλει τη ρετσίνα και τον πατσά και τον μεγαλοφρουτέμπορα με το κλασικό μασούρι τα χιλιάρικα που έκαιγε (κυριολεκτικά) τα μπουζουκομάγαζα, και τους δυο λαχαναγορίτες τους έβριζαν. Η ισοπέδωση αυτή λειτουργεί ως επιβεβαίωση ενός καίριου Παοκτζήδικου μύθου, ότι δηλαδή η αγάπη για τον ΠΑΟΚ ενώνει και καταργεί τις διαφορές - εξ ου και ο ΠΑΟΚ είναι θρησκεία/ιδεολογία/πάνω απ' όλα (Αθήνα καριόλα). (Παρ. 4)

Εμβληματική φυσιογνωμία για τον σύγχρονο Παοκτζή που γουστάρει να αυτοχαρακτηρίζεται ως λαχαναγορίτης είναι, εννοείται, ο Μάκης ο Μανάβης. Κατά κόσμον Θωμάς Μαυρομιχάλης, ήταν ο αναμφισβήτητος αρχηγός του σκληρού πυρήνα της Θύρας 4 στις δεκαετίες '70 και '80. Ήταν όντως μανάβης - δεν δούλευε, όμως, στη λαχαναγορά αλλά είχε δικό του μαγαζί στην πόλη. Οι φανατικοί πιτσιρικάδες που τον ακολουθούσαν ήταν γνωστοί και ως μαναβόσκυλα. (Παρ. 5, 6 & 7 και μήδια - αν θέλει κανείς να δει περισσότερα για τον Μάκη τον Μανάβη, ας πάει εδώ).

Άλλοι χαρακτηρισμοί για τους οπαδούς του ΠΑΟΚ: γύφτοι, Τούρκοι, Τουρκάκια, Τουρκόγυφτοι, μωαμεθανοί, κοτόπουλα (ως σαρκασμός του δικέφαλου αετού) και βούλγαροι (αυτό σε χρήση μόνον από Νότιους).

  1. Γύφτοι - αλήτες - λαχαναγορίτες! (Ιστορικό σύνθημα των οπαδών του Άρη)

  2. Γιατί χωρίς τον Ντιόγκο μας, πάμε στην Τούμπα και μας κερδίζουν αυτοί οι αλήτες, οι άξεστοι, οι βάναυσοι οι Παοκτζήδες. Ας είχαμε τον Ντιόγκο μας και θα βλέπατε εσείς, ρεμάλια λαχαναγορίτες. Από εδώ

  3. Όσο για το «χωριάτικο»... φιλαράκι να σε πω δυό πράγματα γιατί με τσάτισες; Εμείς είμαστε λαχαναγορίτες απ' τη Σαλονίκη, δεν είμαστε φλώροι και ας έχουμε τελειώσει και πανεπιστήμια. 'ντάξει τ' αγόριμ; ;ο) (Από εδώ)

  4. Θυμάστε τότε που βγαίναμε στην αυλή του σχολείου και τραγουδούσαμε το «ήρθαμε από τη Βουλγαρία και μαμάμε Αθήνα Πειραιά»; Θυμάστε κάποτε που πηγαίναμε στο σταθμό και ζητάγαμε διαβατήρια από τους Αθηναίους; Θυμάστε πριν από χρόνια που μπαίναμε σε ραδιοφωνικούς σταθμούς και τα κάναμε γυαλιά καρφιά επειδή λέγανε διάφορα για τον ΠΑΟΚ; Θυμάστε κάποτε που λαχαναγορίτες, μορφωμένοι, αμόρφωτοι, κάθε καρυδιάς καρύδι ήμασταν ένα και το αυτό μέσα και έξω απ' την Τούμπα; (Από εδώ).

  5. Ναι, ο Μάκης ο Μανάβης ήταν και η πρώτη μούρη των Ελληνικών γηπέδων. Κάθονταν προσοχή μπροστά του όλη η αλητεία της 4. (Σχόλιο στο You Tube)

  6. Βλέποντας ότι θα φτάσουμε νωρίς, ο αρχηγός (Μάκης Μανάβης) πήρε το μικρόφωνο και κοντά στις 12 το βράδυ είπε: «Ακούστε λίγο ρε, να πούμε. Επειδn να πούμε, είναι πολύ νωρίς για να φτάσουμε στηv Αθnνα, θα κάνουμε μια στάση να πούμε, στη Λαμία, τρεις ωρίτσες. Ακούστε, να είστε, να πούμε, προσεκτικοί στις κινnσεις σας και να μn δώσουμε δικαίωμα μέσα στη Λαμία. Δε θα συγχωρέσω κανένα παρατράγουδο,…λέω,... με καταλάβατε να πούμε; . ..» (Από εδώ).

  7. Γιατί δεν βγήκε κανένας από τα μαναβόσκυλα που τότε κάνανε πόλεμο στον Παντελάκη να πούνε κάτι αυτές τις μέρες; Για εσάς που γουστάρετε τον μάκη το λέω... αυτά τα ξέρετε η μόνο για τα ντου σας έχουν μιλήσει; (Από εδώ)

Μια σπάνια εμφάνιση του Μάκη του Μανάβη on camera (από poniroskylo, 10/02/10)Ο Μάκης ο Μανάβης στα κάγκελα (από poniroskylo, 10/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λήμμα έχει την απαρχή του στην αναχρονιστική υποχρέωση που έχει ένας νέος πτυχιούχος ιατρικής να προσφέρει τις υπηρεσίες του άμα το πέρας των σπουδών του σε ένα χωριό της υπαίθρου, εναντίον τoυ ντόπιου πληθυσμού, εν είδει εξάσκησης στου κασίδη το κεφάλι.

Το λήμμα έχει ταυτιστεί με την έννοια του επαγγελματικού «ψησίματος» και της απόκτησης εμπειρίας/προϋπηρεσίας ενός νιούφη, πριν κληθεί να αναλάβει τα πλήρη καθήκοντα του.

Ο όρος χρησιμοποιείται κατά κόρον από τον αθλητικό συντάκτη Χρήστο Σωτηρακόπουλο.

- Ο Μπελέκος του Πανθρακικού, που πριν φορέσει τα χρώματα της ομάδας της Κομοτηνής έκανε το αγροτικό του στον Εθνικό Σουφλίου, πασάρει για τον συμπαίκτη του Μπαδεαμέα, που έκανε το αγροτικό του στον Βισαλτιακό Νιγρίτας, ενώ καιροφυλακτεί ο Σντρέμπνιακ του Πανσερραϊκού, που πριν φορέσει τη φανέλα με το λιοντάρι της Αμφίπολης, έκανε το αγροτικό του στην Vstupenky Trnva...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος των ομαδικών αθλημάτων και βασικά του ποδοσφαίρου. Είναι ο αγώνας που γίνεται μεταξύ των παικτών της ίδιας ομάδας για λόγους προπόνησης. Συμμετέχουν όλοι οι παίκτες, βασικοί και αναπληρωματικοί και παίζουν με δύο τέρματα, όπως θα έπαιζαν σε ένα κανονικό παιχνίδι εναντίον μιας άλλης ομάδας.

Είναι μια πρόβα τζενεράλε και πεδίο δοκιμών για τον προπονητή - επίσης «δένει» την ομάδα. Είναι βέβαια πιο επικίνδυνο από τις ελεγχόμενες ασκήσεις στο να τραυματιστεί κάποιος παίκτης από ατυχία ή υπερβάλλοντα ζήλο και να βγει οφ. Όταν μιλάμε για ομάδες που προσελκύουν ενδιαφέρον, στις κερκίδες υπάρχουν δημοσιογράφοι, οπαδοί, ακόμα και κυνηγοί ταλέντων. Αντί για οικογενειακό διπλό μπορεί να κανονιστεί και φιλικό με άλλη ομάδα (και εισιτήρια).

Δεν είναι και πολύ σλανγκ αλλά ας μην το κάνουμε και θέμα.

  1. Από εδώ:
    Οικογενειακό διπλό και τακτική επεφύλασσε η χθεσινή προπόνηση για τους «κυανέρυθρους». Μετά το ζέσταμα, ο Δημήτρης Νόλης δούλεψε κυρίως με τα χαφ και το πώς θα μπορούν να αξιοποιηθούν καλύτερα οι φορ αφού οι ακραίοι προσπαθούσαν να βρούνε με σέντρες τους επιθετικούς. Στη συνέχεια ακολούθησε το οικογενειακό διπλό. Μόνο ο Καραΐσκος ακολούθησε ατομικό πρόγραμμα ενώ η υπόλοιποι ποδοσφαιριστές προπονήθηκαν κανονικά.

  2. Από εδώ:
    Όσον αφορά στην προπόνηση, οι «πράσινοι» ύστερα από το ζέσταμα, ακολούθησαν παιχνίδι κατοχής της μπάλας «5-2» και στη συνέχεια εκτέλεσαν ασκήσεις με πάσες. Εν συνεχεία… μοιράστηκαν σε δύο ομάδες, όπου έκαναν τελειώματα φάσεων με σέντρες και σουτ, για να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα με οικογενειακό διπλό. Απόντες από το κανονικό πρόγραμμα της προετοιμασίας ήταν οι Αντέ Ρουκάβινα και Γκάμπριελ που προπονήθηκαν ατομικά.

  3. Από εδώ:
    Ακόμα τα non call; Εσείς είστε ικανοί να παίξετε οικογενειακό διπλό και οι χαμένοι να φωνάζουν για διαιτησία. Έλα, πες μου για τα Ευρωπαϊκά που μας χάρισε ο Βασιλακόπουλος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Λεωφόρος» ονομάζεται αποκλειστικώς στην αθλητική σλανγκ το γήπεδο «Απόστολος Νικολαΐδης» επί της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Το γήπεδο, που αποτελεί την φυσική έδρα του Παναθηναϊκού Α.Ο., είναι ένα στοιχείο αναπόσπαστο του αττικού αστικού ιστού, κεντημένο μέσα στην πυκνή δόμηση του αθηναϊκού κέντρου, δεμένο οξύμωρα με τον μαρμάρινο κυβισμό της ΓΑΔΑ και του Άγριου Πάτου, απέναντι από τις εξ ανατολών αλύτρωτες μνήμες των προσφυγικών εγκαταλελειμμένων.

Η λεωφόρος αποτελεί γέννημα θρέμμα της αστικής τάξης της εποχής των βαλκανικών, που ενισχύθηκε μετά το '22 με τις μετακινήσεις πληθυσμών και τον μετέπειτα υδροκεφαλισμό του κλεινού άστεως των Αθηνών. Η τάξη αυτή έδωσε στον Π.Α.Ο. τον ευρωπαϊκό του προσανατολισμό και προπάντων τον «κουστουμάτο» λαό του, που δεν συνδέεται με το εισόδημα, αλλά με την αστική νοοτροπία του, έναν σχετικό καθωσπρεπισμό και μια πιο αθλητική κουλτούρα παρά οπαδική, πράγματα που βεβαίως εκφυλίστηκαν στα 100 χρόνια διαδρομής.

Η λεωφόρος συναντάται συχνά στη φράση «Έτσι γαμάει η Λεωφόρος» ή «Έτσι αγαπάει η Λεωφόρος» επί το πιο γκομενίστικον.

Στη φράση αυτή συνοψίζεται ουσιαστικά η ιστορία της ποδοσφαιρικής ομάδας του συλλόγου (το μπάσκετ γιγαντώθηκε στην μετά λεωφόρου εποχής άλλωστε), όπου ο Π.Α.Ο. είναι ο loser των εγχώριων διοργανώσεων, υποκύπτοντας σε περιφερειακούς αντιπάλους και συχνότατα στα ίσως πιο σκληρά παιδιά του λιμανιού, που φέρουν και αυτά τη δικιά τους ταξική ταυτότητα. Όμως αποδεικνύεται ουσιαστικά πιστός στην αποστολή του, που είναι η έκφραση του θράσους των πρωταγωνιστών της «Άλλης Ελλάδας» των περασμένων δεκαετιών, που σηκώνουν κεφάλι σε όλες τις ευρωπαϊκές βασιλικές και αυτοκρατορικές δυνάμεις, έτσι γιατί μπορούν.

Το κλουβί.

Το ποδοσφαιρικό γήπεδο, κανονικών διαστάσεων αγωνιστικού χώρου 105x98, σφηνωμένο όμως ανάμεσα σε κερκίδες 20.000 θεατών, σφηνωμένες με τη σειρά τους σε ένα οικοδομικό τετράγωνο. Ιδανικές συνθήκες να κλείσεις τα ευρωπαϊκά θηριά στο κλουβί, είναι να μην υπάρχει θέση άδεια, λόγος για τον οποίο η χωρητικότητα είναι απλά τέλεια. Γιατί ανάμεσα στις ιδιοτροπίες των βάζελων (εκτός από το να αυτοαποκαλούνται βάζελοι), είναι να μην πηγαίνουν τακτικά στο γήπεδο. Μνημειώδες το «οι γαύροι γεμίζουν ασφυκτικά το καραϊσκάκη, οι βάζελοι έχουν και δουλειές».

Ο Τάφος του Ινδού.

Το κλειστό κάτω από τις κερκίδες του ποδοσφαιρικού γηπέδου. Φυσική έδρα των ομάδων βόλλεϋ, με την χαρακτηριστικά κεκλιμένη οροφή να δυσκολεύει το έργο των αντιπάλων (οροφή σήμαινε αλλαγή στους παλιούς κανονισμούς) και έδρα της ομάδας μπάσκετ των ρομαντικών τριών Κ της δεκαετίας του '80, της μαγιάς δηλαδή της αυτοκρατορίας του σήμερα. Αντίθετα με τις δοξασίες για το όνομα, που αναφέρονται εδώ, ονομάστηκε έτσι το 1959 απο την ομώνυμη ταινία του Φριτς Λανγκ με παραλληλισμό στο ασφυκτικά στριμόκωλο της κατάστασης.

- Φίλε, δεν θέλω ούτε βοτανικούς, ούτε τσίπρες ούτε τίποτα. Επιστροφή στη λεωφόρο θέλω, να μην πηδάει κανείς μέσα στο κλουβί!
- Α, έχεις ψυχολογικά προβλήματα μου φαίνεται!
- Βέβαια έχω, σήκωσα μια ευρωπαϊκή κούπα ποτέ; Όχι! - Α καλά, έχεις κόψει άλυσο εσύ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει εξηγώ, σύμφωνα με το κουτσαβάκικο ιδιόλεκτο του Μάκη «Αγαπούλα» Ψωμιάδη.

- Δεν το πιάσατε με την πρώτη; Θέλετε να σας το ξαναφιξάρω να το καταλάβετε;

Στο 3:10 (από allivegp, 19/02/10)(από allivegp, 26/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν μια κίνηση ή πράξη εκτελείται με απόλυτη ακρίβεια, όπως το γνωστό γεωμετρικό όργανο διαγράφει τον κύκλο.

Χρησιμοποιείται κυρίως σε αθλητικές περιγραφές αλλά και γενικότερα.

  1. Τι μπαλιά έβγαλε ρε ο πούστης, διαβήτης!

  2. Α, έτσι μπράβο, βάλε το σανίδι από πάνω να κάτσει διαβήτης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάβουρας ή καβούρι δεν είναι μόνον άλλο ένα συνώνυμο για τον κάγκουρα, η σλανγκική βιβλιογραφία του οποίου εκτείνεται σε 8 (!) ομώνυμα λήμματα.

Κάβουρας λέγεται κι ο μποντιμπίλντερ. Παρεπιδημεί σε γυμναστήρια (σιδεράδικα ή μη) και άλλους συναφείς χώρους άθλησης, όντας μανιακός με τα βάρη. Ένας αξιοπρεπής κάβουρας, έχει επιφέρει δια της εκγύμνασης αλλαγές στο σωματότυπό του, κατά τρόπο που να παραπέμπει στο γνωστό οστρακόδερμο. Περισσότερα σχετικά ακολουθούν λίγο παρακάτω.

ΣΥΝΩΝΥΜΑ.

- μπιλντεράς
- μπιλντέρι - μπίλντερ - σφίχτης
- σφίχτερμαν
- μποντέος / μπονταίος
- σβάρτσος
- τίγκας
- τέζας (βλ. και σχόλιο εδώ)
- φουσκωτός
- φούσκας
- πρησμένος
- πρήστης / πρηστάκης
- χεσμένος
- χτιστός / χτιστάκης
- τούμπανο(ς) / τουμπανιάρης / τουμπανέιρο / τουμπανιαζόλ
- ντούκι
- σώμας
- κορμάδι
- φίδι (σημασία νο. 3)

ΓΙΑΤΙ Ο (ΣΩΣΤΟΣ) ΜΠΙΛΝΤΕΡ ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ ΕΜΦΑΝΙΣΙΑΚΑ ΣΕ ΚΑΡΚΙΝΟ.

- Ο ρήαλ κάβουρας είναι αν μη τι άλλο αρματωμένος (οστρακόδερμον γαρ, όπως κι ο αστακός). Ο μπίλντερ, προσθέτοντας στο σώμα του μυική μάζα, «αρματώνεται» κι αυτός, «εξοπλίζεται», γίνεται πιο μάχιμος, πιο σκληρός, πιο άγριος.

- Ειδικότερα, ο ρήαλ κάβουρας διαθέτει δυο τεράστιες και αιχμηρές δαγκάνες, στις οποίες αντιστοιχούν προφάνουσλυ τα πρησμένα και φλεβιασμένα άνω άκρα του μπίλντερ.

- Ο ρήαλ κάβουρας θεωρείται πως κινείται αδέξια και κωμικά. Στο «περπάτημά» του δεν υπάρχει χιασμός και χάρη των κινήσεων αλλά πηγαίνει κάπως μονόπαντα. Παρομοίως κι ο μπίλντερ: τα ογκώδη χέρια του είναι κατά την κίνηση σχεδόν κολλημένα στο σώμα. Πέφτουν άχαρα και «βαριά» προς τα κάτω. Πώς λέμε χορευτής; Ε, καμία μα καμία σχέση. Μόνο μια συμπαγής μονολιθική μάζα, χωρίς ίχνος κομψότητας και ραδινότητας. Είναι το λεγόμενο «περπάτημα με την πλάτη». Υπάρχει επίσης και το περπάτημα «με το στήθος», όταν ο σφίχτης προχωρά αγέρωχος, με το στέρνο προτεταμένο και τα χέρια ομοίως άκαμπτα.

- Τα κάτω άκρα του καρκίνου είναι πολύ μικρά, σχεδόν ατροφικά, αν συγκριθούν με τις επίφοβες τανάλιες του. Παρομοίως και αρκετοί μπίλντερς: τα πόδια τους είναι υπερβολικά λεπτά σε σχέση με τον τουμπανιασμένο τους κορμό, κάτι για το οποίο γίνονται συχνά αντικείμενο χλευασμού, ακόμη κι από άμπαλους με το bodybuilding. Η εξήγηση για την ασυμμετρία αυτή είναι απλή: η προπόνηση ποδιών είναι γενικά η περισσότερο επίπονη, ενώ για αρκετούς θεωρείται και πολύ βαρετή. Το αποτέλεσμα είναι η παραμέλησή της και η μη ομοιόμορφη ανάπτυξη άνω και κάτω σώματος.

ΚΑΒΟΥΡΕΣ ΚΑΙ ΚΑΓΚΟΥΡΕΣ.

Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο το να συμπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο, οι ιδιότητες του κάβουρα-κάγκουρα και του κάβουρα-μπίλντερ. Η επιδειξιμανία και η προσκόλληση σε φαλλοκρατικά στερεότυπα, είναι - κατά κανόνα - κοινός παρονομαστής και για τις δύο αυτές κατηγορίες ανθρώπων. Εννοείται βέβαια πως υπάρχουν και κυριλέ σφίχτες, μορφωμένοι, με διδακτορικά, με καλές δουλειές κλπ. Επίσης, το να μοντιφάρει κανείς το σώμα του ώστε να φέρνει σε καβούρι, απαιτεί γνώση, αφοσίωση, μεθοδικότητα. Πράγματα που συνήθως λείπουν από τον κλασικό καφρούλιακα. Από την άλλη, το να ασχολείται κανείς τόσο πολύ με το σώμα του και την εμφάνισή του, είναι κατά κάποιο τρόπο καγκουριά, ενώ ο ίδιος καθίσταται ένα είδος φρικιού...

Μια χτυπητή ομοιότητα μεταξύ του κάγκουρα και του μπίλντερ (στην αρχετυπική τους μορφή πάντα), είναι το περπάτημα. Μαγκιόρικο, με τα πόδια ανοιχτά και τα χέρια προτεταμένα σαν να κρατάνε καρπούζια. Είναι εκπληκτικό το πόσο αξεδιάλυτα συγχέονται στη συνείδηση ενός άσχετου περί τα μπιλντέρικα, ο κάβουρας-μπιλντεράς και ο κάγκουρας. Ο τελευταίος, ακόμη κι αν αντικειμενικά από πλευράς σωματικής διάπλασης ανήκει στον αδιάφορο μέσο όρο, μπορεί, με την κατάλληλη αλήτικη περπατησιά, υφάκι, κινησιολογία, λεξιλόγιο, κολλητά ρούχα κλπ, να δώσει την εντύπωση του τούμπανου και του γυμνασμένου...

  1. - Η Μαιρούλα τα έφτιαξε με κάποιον απ' το γυμναστήριό της.
    - Πάντα της άρεσαν οι κάβουρες...

  2. - Πω ρε πούστη, τι καβούρι είν' αυτός; Σαν να κουβαλάει το σπίτι του στην πλάτη του...
    - Μη μου πεις οτι θα σε χάλαγε να ήσουν έτσι.

  3. - Ο Πάνος έχει χτυπήσει κάτι πρωτεΐνες τελευταία κι έχει καβουροποιηθεί.

  4. - Μωρό μου σταμάτα να χτυπιέσαι τόσο στο γυμναστήριο. Τα καβούρια είναι ντεκαβλέ την σήμερον...

Got a better definition? Add it!

Published

Η μπότζα είναι συνώνυμο της τσίμας.

Ανήκει στην ναυτική slang και χρησιμοποιείται από το πλήρωμα των ιστιοπλοϊκών σκαφών. Είναι παράγγελμα του καπετάνιου του ιστιοπλοϊκού προς το πλήρωμα κατά το οποίο τους ανακοινώνει τον επόμενο ελιγμό. Κατά τον συγκεκριμένο ελιγμό το σκάφος γυρνάει έτσι ώστε να «πιάσει» τον άνεμο από την άλλη πλευρά του πανιού. Η στροφή είναι περίπου 90 μοίρες και γίνετε κατά την πλεύση «δευτερόπρυμα». Ο λόγος ύπαρξης της είναι για να προσεγγίζεται έμμεσα κάποιος προορισμός που δεν γίνεται άμεσα λόγω των καιρικών συνθηκών.

Αντίθετό της το «τακ».

-ΕΕΕΕΕΕΕτοιμοι για μπότζα;
-εεεεεέτοιμοι!
-Τάκη εσύ;
...
-Έτοιμος!
-Πάμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified