Selected tags

Further tags

Ο μπανιαρισμένος στα σκατά. Χρησιμοποιείται ως όρος όταν δεν υπάρχει αίσθηση της πρωτοτυπίας στο μπινελίκι. Ζώα.

Μπήκε στο σπίτι μου ο σκατιάρης και έκανε ένα μήνα να ξεμυρίσει η σκατίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έντονη επιθυμία για αφόδευση ( < πολύσημο χυδ. ελλην. ρημ. χέζω ). Προσοχή όμως, δεν μιλάμε για τη γνωστή κυριλέ, άνετη φάση στο σπιτάκι μας, στην προσφιλή μας χέστρα με τα περιοδικά, το αρωματισμένο κωλόχαρτο και τον πάλλευκο τι-έχουν-δει-τα-μάτια-του μπιντέ. Όχι αγαπητοί, το χεζουριό είναι ανελέητη τρέχα-πατριώτη-τη-χάνουμε-τη-δίκη κωλοπηλάλα, συνδεόμενη συνήθως με ισχυρό τρόμο ή και άλλες αιτίες, όπως μας λέει το γ' παράδειγμα.

Ο φίλτατος σύσσλανγκος dryhammer εδώ μας πληροφορεί ότι έχει υπ' όψιν του τη λέξη με την έννοια της τουαλέτας. Όθεν, παρακαλείται / προσκαλείται (αυτός ή οποιοσδήποτε άλλος), εφόσον έχει στοιχεία να τα καταθέσει στα σχόλια ώστε το λήμμα να γίνει τελείως κώλος. Τη σκαταθέσεως περατωθείσης ο απαραίτητος υγειονομικός χάρτης θα είναι ευγενής προσφορά του καταστήματος.

  1. φιλε μου πεσμου οτι εχεις καμια ταινια με μεταφυσικα με φαντασματα και τετοια αλλα να ειναι χεζουριο,να τα κανεις πανω σου ομως ;P καθήστε

  2. Η ειδικη με την Αθανασια εχει κοπει μερες τωρα, λογω ακαταλληλοτητας και υψηλης μεσης ωριαιας, μπαλκονιων και γενικως οπως λεει και ο πατηρ σου θα μαζευε πολυ χεζουριο αν γινοταν, ευκοιλια δηλαδη, ειδικα στις κατηφορες. χαλαρώστε

  3. Η Ντενίζ είχε χωθεί στον καμπινέ κι έχεζε με τις ώρες. Άμα αργούσε να πάρει την πρέζα του τον έπιανε χεζουριό! Η Λουτσία είχε χωθεί στην αιώρα, είχε κουλουριαστεί, έσφιγγε το στομάχι του και μούγκριζε.

Θόδωρος Σαραντόπουλος "300 τρόποι θανάτου" (εκδ. Υάκινθος, 1983).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κακός χαρακτηρισμός για την «Αυριανή», εφημερίδα την οποία ο Μάνος Χατζιδάκις θεωρούσε χειρότερη κι από το AIDS. Η πατρότητα του λογοπαίγνιου στο όνομα του εκδότη Κουρή αποδίδεται στην γηραιά παρθενοπουτάνα «Εστία», η οποία ωστόσο λόγω μυξοπρεπισμού περιοριζόταν στο κουριάς.

Όπως επισημαίνει ο deinosavros, παίζει και «η ευρηματικότατη λέξη Κουράδιο, ο ραδιοφωνικός σταθμός της Αυριανής στα 80ζ (δια χειρός Γιάννη Ιωάννου στον Τρίτο Δρόμο)».

  1. Δεν θέλω συμπαράσταση από την φυλλάδα του Κουρή (Αυριανή ή Κουριάδα), που είναι ότι πιο συμπυκνωμένο κίτρινο κυκλοφορεί στα περίπτερα.

  2. σήμερα είχαμε τη γνωστή «Κουριάδα» και τις απειλές του, 'οτι...
    ...για δέκα ανεγκέφαλους θα κλείσει το Alter, πάμε και θα τα δούμε ένα ένα...

  3. Αντε να κλείσει να δικαιωθεί έστω και σήμερα ο Χατζιδάκις που καλούσε από το στάδιο να κλείσει η κουριάδα.

(Από το διαδίκτυο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν βλέπουμε ότι «όλοι» κάνουν κάτι το οποίο, κατά την δική μας λογική ή ένστικτο, είναι από ψιλοχοντρομαλακία έως απόλυτη καταστροφή, ή το οποίο δεν μας αφορά καθόλου και οι Άλλοι το κάνουν για άλλους λόγους... αλλά έχουμε κριτήριο μηδέν -και αυτοπεποίθηση ή θάρρος υπό το μηδέν, οπότε βασιζόμαστε στις επιταγές του συνόλου ώστε να βγάλουμε τον εαυτό μας από το δίλημμα το οποίο, αν δεν το απαντήσουμε σύμφωνα με το σύνολο, θα μας στείλει έξω από το μαντρί και μάλλον θα μας φαν οι λύκοι. Γιατί έξω από τη μάζα κάνει κρύο.

- Πού να πάω για Πρωτοχρονιά, στο Περτούλι, στην Κωνσταντινούπολη, στην Ελβετία ή στο Καϊμακτσαλάν;
- Έλα ρε μαλάκα, και συ Βρούτος, και συ με τον μπουχό;
- Μα είναι πολύ της μοδός τελευταία.
- Ζγα ρε! Χιλιάδες μύγες τρων σκατά, λες να κάνουν λάθος; Θα σιχτιρίσεις από την ταλαιπωρία και θα σου φύγουν ένα κάρο λεφτά! Πήγαινε στην Ίφκινθο καλύτερα, είναι ωραία τον χειμώνα.

(από tasurmata, 28/12/10)(από Galadriel, 29/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απόβλητο από την κωλιακή κοιλότητα κατσικιού - προβάτου. Έχει σφαιρικό σχήμα. Χρώματα: μαύρο, αν το ζώο εκτρέφεται σε εγκαταστάσεις με συγκεκριμένες τροφές και μουσταρδί, αν το ζώο είναι αλανιάρικο και τρώει ό,τι βρει. Περιέχει πρωτεΐνες - κρεατίνες για τα φυτά.

- Ρε Μήτσο, τι ρίχνεις στα φυτά σου και μεγαλώνουν τόσο γρήγορα;
- Ε, απλό είναι, βγάζω βόλτα τα πρόβατα του κυρ Γιώργου στον κήπο μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν τρεις μεγάλες και συχνά αλληλοκαλυπτόμενες κατηγορίες σκαταδούρας:

  • Οι σκουληκιάρηδες, τα ανθρώπινα αποβράσματα (παρ. 1),
  • Η αγγαρεία / σκατοδουλειά που κάποιος φορτώνει σε όποιον βρεθεί ένα κλικ παρακάτω στην τροφική αλυσίδα (παρ. 2),
  • Τα σκατά per se (παρ. 3).

Λολοπαίγνιο, εν πάτση περιπτώσει, στην σκαρταδούρα.

1.
Αλεξη προσεξε δεν θελουμε κι αλλους ΔΟΥΡΕΙΟΥΣ ΙΠΠΟΥΣ .Μαζεψαμε ολο το..βαθυ ΠΑΣΟΚ μην παρουμε και τη σκαταδουρα που εχει σκοπο να μας διαλυσει

2.
Αυτο απ την αλλη βολευει τους καθηγητες γιατι αυτοι ασχολουνται με «σοβαρες» δουλειες και βαζουν τους κατωτερους να βγαλουν την σκαταδουρα

3.
Για κοιτάξτε προσεκτικά τη σκαταδούρα που επιπλέει στην περιοχή που οι αγωγοί είναι σπασμένοι και όλη η δυτική Ιτέα βρωμάει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μακριά, χοντρή και κυλινδρικής διατομής κουράδα, από την ομοιότητά της με το λουκάνικο (χωριάτικο, κατά προτίμηση). Παράγεται συνήθως λόγω παρατεταμένης κατανάλωσης κρεατικών. Σφηνώνει άσκημα στη λεκάνη, και άντε ύστερα να βρεις ποπέρα να την ξεβουλώσεις...

Σύνθετο: λουκανοπαραγωγός.

- Βρήκα μια λουκάνα σαν υπερωκεάνιο μες στη λεκάνη!
- Θα έχεσε πάλι ο Βασίλης...

Ο παλαίμαχος άσος του ΠΑΟ Τάκης Λουκανίδης (από allivegp, 29/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αφρώδες μείγμα λιπαντικού και κοπράνων, που αποτελεί κάποιες φορές παράπλευρη απώλεια κατά το πρωκτικό σεξ, το γνωστό πρωκτοζούμι.

Από το επώνυμο του αμερικανού πρώην γερουσιαστή Ρικ Σαντόρουμ.

Η λεξιπλασία έχει ηθικό εμπνευστή τον Νταν Σάβατζ, ο οποίος θέλησε με αυτόν τον τρόπο να αντιδράσει σε δηλώσεις του γερουσιαστή, κατά τις οποίες η ομοφυλοφιλία οφείλει να αντιμετωπίζεται ακριβώς όπως, μεταξύ άλλων, η σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκου και η κτηνοβασία, πράξεις που αντίκεινται στο θεσμό του γάμου και της οικογένειας και έτσι πλήττουν την κοινωνία.

Σε σύγκριση συνεπώς με το πρωκτοζούμι, το σαντορούμι αρμόζει σε ομοφυλοφιλικότερα συμφραζόμενα.

Πηγές: ο σχετικός ιστοχώρος του Σάβατζ, η σελίδα όπου πρότεινε την λεξιπλασία, σχετικά άρθρα της αγγλόφωνης Βικιπαίδειας για την λεξιπλασία και για τις δηλώσεις.

  1. Περάσαμε και γαμώ χθές με το τεκνό, αλλα γεμίσαμε τα σεντόνια σαντορούμι ρε να πάρει.

  2. Κάθε φορά που είναι να σοδομίσω τον γκέη ανύπαντρο σκύλο μου, του βάζω πρώτα κλύσμα, για να μήν μου κλάνει μετά σαντορούμι.

λήμμα [σχολής βράστα] (από xalikoutis, 26/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διάρροια.

Μην κάθεσαι στο πάτωμα, θα σε πιάσει κωλοπετούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παπιέ ντε τουαλλέτ, κωλόχαρτο, εξευγενισμένο όμως, ώστε να το χρησιμοποιούμε κάθε μέρα.

Περιφρονητικό και αυτό για πτυχία κλπ...

  1. - Αγάπη μου, μην ξεχάσεις τυρί, ρύζι, γάλα και ένα πακέτο όχαρτα.
    - Εντάξει μωρό μου...

  2. - Πέντε χρόνια πανεπιστήμιο και τι πήρα; Αυτό το όχαρτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified