Selected tags

Further tags

Το έχουμε ζήσει όλοι. Η μοίρα το φέρνει και τύπος που υπό Κ.Σ. μας κάνει να αλλάζουμε πεζοδρόμιο για να τον αποφύγουμε, έρχεται και μας ζητάει να τον φιλοξενήσουμε για ένα βράδυ. Φυσικά, μένει το λιγότερο ένα Παρακευοσαββατοκύριακο και συνήθως έναν μήνα. Παρά τις τακτικές νύξεις μας ότι το σπίτι είναι μικρό και να μη σε κρατάμε άλλο, γενικώς βολεύεται μια χαρά στον καναπέ, εξοικειώνεται άριστα με το κομπιούτερ μας, γίνεται πάρα πολύ φίλος με το ουίσκι μας και, το χειρότερο, θέλει να κάνουμε ΠΑΡΕΑ. Α, ναι, και φέρνει δυο φορές και από μισό κιλό σοροπιαστά γιατί δε θέλει να κάνει κατάχρηση της φιλοξενίας - λέει. Τεσπά, επειδή όλα τα ωραία σ' αυτή τη ζωή κάποτε τελειώνουν, έρχεται η στιγμή που μας ανακοινώνει ότι δυστυχώς πρέπει να φύγει. Οπότε και εμείς, ως οι τέλειοι οικοδεσπότες ετοιμάζουμε ένα δείπνο μπιζού - και αυτό το τελευταίο φαγητό που σηματοδοτεί τη λήξη του μαρτυρίου είναι ακριβώς το σιχτίρ πιλάφι. Και ελπίζουμε ότι όποιος το τρώει δεν ξαναπερνάει ποτέ το κατώφλι του σπιτιού μας.

Πέραν των ανεπιθύμητων φιλοξενούμενων, η έκφραση ευρύτερα σημαίνει το ξεπροβόδισμα οποιουδήποτε ανεπιθύμητου/-ης, είτε γκόμενας/-ου, είτε του μαλάκα που μας έχει γίνει στενός κορσές.

Συγγενείς έννοιες: αι σιχτίρ, σιχτίρι, χυλόπιτα, πόρτα

  1. - Τι κάνει η πεθερούλα σου, Θανασάκη; Ακόμα την έχετε;
    - Άσε μεγάλε, έναν μήνα, αλλά φεύγει αύριο. Θες νά 'ρθεις απ' το σπίτι για το σιχτίρ πιλάφι; Σαμπάνιες θ' ανοίξουμε.

  2. Δεν έχω μούτρα ρε να πάω να ζητήσω εξυπηρέτηση. Την τελευταία φορά που τον είδα αρπαχτήκαμε και μου 'ριξε ένα σιχτίρ πιλάφι άλλο πράμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέγιστο παράδειγμα ηλίθιας έκφρασης που, μερικές φορές, σημαίνει «αποκλείεται» με έντονα ειρωνικό τόνο, αλλά συνήθως δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Το άτομο στο οποίο απευθύνεται η έκφραση οφείλει να συμπεράνει:

  • απολύτως τίποτα για τον εαυτό του και
  • πως ο συνομιλητής του είτε είναι ελληνάρας, είτε περνάει στιγμιαία κρίση ταυτότητας, είτε είναι αφηρημένος, είτε έχει βαρεθεί τη μίζερη / αδιέξοδη ζωή του και πρόκειται να αυτοκτονήσει σύντομα.

Τι θες, βόλτα;;; Τσίμπα ένα αρχίδι!

(από protnet, 29/09/10)(από Galadriel, 14/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πολύ κρύο. Παραλλαγή της λέξης ψοφόκρυο.

- Πώς ήταν ο καιρός στην Αυστρία τα Χριστούγεννα;
- Ψωλόκρυο, φίλε... Μέσα μείναμε...

(από Khan, 18/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση με πολλές νοηματικές αποχρώσεις της ίδιας κεντρικής ιδέας:

  1. Ηθικώς ανέξοδα, ανεύθυνα.
  2. Αέρας κοπανιστός, αρχίδια - μάντολες.
  3. Μια τρύπα στο νερό.
  4. Χύμα στο κύμα.
  5. Μην την ψάχνεις.
  6. Αεριτζίδικα και, συνεκδ., τζάμπα και βερεσέ, αδικοχαμένα λεφτά.

Ετυμολογία αδιευκρίνιστη στον γράφοντα. Bana στα τουρκικά σημαίνει σε εμένα.

Βλ. και αέρα πατέρα.

  1. Από εδώ: «Είσαι καλός παίκτης και προφανώς συμφωνείς, όταν είσαι ΜΟΝΟΣ ΣΟΥ ουσιαστικά και αουτσάιντερ, μόνο αν βαρέσεις το φαβορί μπορεί να πάρεις τη θέση του, αλλιώς πάντα αουτσάιντερ θα είσαι. Και το ότι δεν μας έβαλε κανείς στο λέω, γιατί το γνωρίζω από πρώτο χέρι, όχι έτσι αέρα-μπανά.»

  2. Από εδώ: «Πάει εκείνη η εποχή που έπαιρνες ένα οικονομικό ψυγείο-για παράδειγμα-και «κρατούσε». Οι περισσότεροι πουλάνε μούρη κι αέρα μπανά.»

  3. Από εδώ: «Θα σε παρακαλούσα να προσέχεις λίγο τις εκφράσεις σου. Η Βικιπαίδεια δεν είναι χώρος πολιτικών τοποθετήσεων οτι μπαίνη εδώ μπαίνη τεκμηριωμένο και με πηγές όχι αέρα μπανά , γιαυτό καλό είναι όταν λές κάτι να το τεκμηριώνεις κιόλας» (sic)

  4. Από εδώ: «Όλη η κοινωνία αντιδρά ενάντια στην Κυβέρνηση των σκανδάλων και των απατεώνων! Όλη; Ακόμα κι οι τσιγγάνοι που πήραν αέρα-μπανά ένα τριχίλιαρο ευρά; Τι παράπονο έχουν κι αυτοί από την Νου Δου; Χαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχα» (sic)

  5. Από εδώ (Γεωργίου σπήκινγκ): «Μια μετοχή που πέφτει είναι ο Ολυμπιακός.. Αέρα μπανά και ότι κάτσει...Ψυχική επαφή με τον προπονητή δεν έχει κανένας παίκτης, τον έχουνε πάρει τον Ιταλό στη πλάκα.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για κάποιο περίεργο λόγο συνηθίζεται να λέμε έτσι το «της μόδας». Το γλωσσικό φαινόμενο λέγεται «υπεραστισμός». Δηλαδή σχηματίζονται ψευδοκαθαρεύουσες, ή ψευδολόγιες εκφορές, που δεν έχουν καμία γραμματική δικαιολογία, επειδή σε κάποιους τους καύλωσε έτσι σλανγκικώς κι οι υπόλοιποι ακολουθούμε σαν πρόβατα για να μην υστερήσουμε. Σημειωτέον ότι ένας υπεραστισμός συμβαίνει κάθε φορά που ξενικός όρος με -d, μεταφέρεται στα ελληνικά με δέλτα, όπως το μόδα που έχει ήδη υποστεί έναν υπεραστισμό και δεν λέγεται «μόντα», αλλά και τα μοδέρνος, μοδίστρα, μοδέλο, μορταδέλα.

-Γιατί δεν ανοίγετε κανένα βλόγιον που είναι και της μοδός;

στο 1.22 (από jesus, 12/07/10)Παράδειγμα υπερδιόρθωσης (από Khan, 15/11/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλακείες, ανοησίες, μαλακίες.

- Τι είχε στις ειδήσεις σήμερα;
- Τίποτα, μπαρμπούτσαλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπανιστιρτζής, ο ηδονοβλεψίας, αυτός που παίρνει μάτι.

-Έχουμε πάει με την Ελένη στον Λυκαβηττό και εκεί που έχει ζεσταθεί το πράγμα και ετοιμαζόμαστε για την τελική ευθεία, βλέπω στα 2 μέτρα πίσω από τους θάμνους έναν ματάκια. -Έλα ρε; Και τι έκανες; -Ε, τι να κάνω, του φώναξα για να φύγει αλλά και τι άλλο να κάνω; Να τον κυνηγήσω με κατεβασμένα τα παντελόνια όπως ήμουν;

Από ομώνυμη τσόντα (από Khan, 12/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλαδή πολύ, πάρα πολύ!

Σλανγκ ειρωνική παραλλαγή του «όσο πατάει η γάτα», που σημαίνει λίγο.

- Δηλαδή τράκαρε πολύ το αυτοκίνητο;
- Έλα μωρέ 'ντάξει, να, όσο πατάει ο ελέφαντας!

Μέρμηγκα την γάμησες! (από Vrastaman, 27/01/09)(από Khan, 04/02/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιτσιρίκι, το μικρό παιδί, αυτός που φέρεται σαν μικρό παιδί, το σκανταλιάρικο, το ναζιάρικο. Χαϊδευτική αλλά και ελαφρώς ειρωνική η χρήση της από μπαμπάδες, μαμάδες και λοιπούς συγγενείς...

Παρόλο το προφανές, δηλαδή σύντμηση του «πιτσιρίκου», μάλλον ο πιτσιρίκος γεννιέται από αυτή!

Picka στα σλαβικά είναι το αιδοίο (Putka στα Βουλγάρικα, piçkë στα Αλβανικά) και η πιο χαρακτηριστική ίσως βρισιά των Σέρβων αλλά και Σλαβομακεδόνων είναι το pičku materno ή pičku mater δηλαδή της μανούλας σου το μουνί (τι πρωτοτυπία θα μου πείτε)!

Άρα, το πίτσκο με μια γερή δόση Ελληνικής ιδιοφυΐας, είναι το μουνάκι -> το γέννημα της μήτρας / μητρός -> το τέκνο -> το παιδάκι!

Χρησιμοποιείται αρκετά συχνά μέχρι σήμερα, στην Μακεδονία κατά κόρον, όπου γενικά απαντώνται πολλές σλάβικες λέξεις στο καθημερινό λεξιλόγιο.

Συνιστάται επίσης εάν επισκεφτείτε τις γείτονες μας χώρες να περιορίσετε την χρήση της στα απολύτως βασικά για αποφυγή παρεξηγήσεων, και αυτή την φορά δεν θα είναι πολιτικές! Όπως και προσέχετε πως παραγγέλνετε πίτσα...

Ακούσια ασίστ: vikar

  1. Έλα δω βρε πίτσκο! Πού πας και κρύβεσαι βρε! Χάιντε μπρε, γρήγορα, το γάλα σου κρυώνει!

  2. – Είσαι ένα πίτσκο εσύ! Καλά πώς τον κατάφερες και θα πάτε διακοπές στην Αρχίδα;
    – Οχρίδα την λένε Μένια μου, Οχρίδα.

  3. – Όλα πήγαιναν καλά με την Ντραγκίτσα, αλλά κάποια στιγμή πάνω στο παιχνίδι στο μπαρ, όταν άρχισα να τις λέω πίτσκο μου και είσαι ένα πίτσκο εσύ, κλπ, με μπούφλισε και την έκανε...
    – Μήπως της είπες να πάτε και για καμιά πίτσα μετά;
    – Ναι, ναι, μάγος είσαι ;

Marino Marini "Guaglione" (από HODJAS, 05/03/12)

βλ. και πιτσιρής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούτσος, εις την Κυπριακήν.

- Του Μάρκου η βίλλα γκαστρώνει και καμήλα!

(Επευφημίες Κυπρίων φιλάθλων, οπαδών του τενίστα Μάρκου Παγδατή)

Πάντσο Βίλλα   (από GATZMAN, 22/10/09)Η πάλαι ποτέ Ροζ Βίλα της Εκάλης (από Vrastaman, 22/10/09)

Βλέπε και πέος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified