Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουνίδα (munida) στην καθομιλουμένη αποκαλείται ένα από τα μεγαλύτερα γένη καρκινοειδών των τεσσάρων θαλασσώνε. Σλανγκιστί όμως αφορά σε άλλη οικογένεια (ενίοτε δαγκανοφόρου) πανίδος: στις μούνες που αναπτύσσονται και ενδη-μούν σε συγκεκριμένα οικοσυστήματα.

Της πατρίδας μου η μουνίδα χαρακτηρίζεται από πλουσιότατη βιοποικιλότητα, από τα λιλιπούτεια τουμπανάκια-πουτσομεζέδες μέχρι και τα δίμετρα και καμαρωτά λεβεντόμουνα τ. ανέβα να φιλήσεις, κατέβα να γαμήσεις. Οι συναγωνιστές και συναγωνίστριες του σλανγκρρ έχουν ήδη ταξιμουνήσει πληθώρα καυλιδερών και μη ομοταξιών, όπως ενδεικτικά: κλεψυδρομούνες, μπουκαλομούνες, αρχοντομούνες, αχλαδομούνες, πιπινέζες, μηλαρούδες, μικρές τουμπανίστριες, κοντοπούτανα, ζουμπουρλούδικες φρατζολίνες, λειψυδρομούνες, αχλαδομουνοπατσαβούρες, διάφορες συνομοταξίες μπαζοειδών και ταλιμπάν.

Νέα είδη ανακα... αποκαλύπτονται καθημερινά.

- Έχουμε τη χλωρίδα την πανίδα και την... μουνίδα.
(εδώ)

[Παρακάτω αναπαράγω email αγνώστου μητρός που μόλις έλαβα]

Η μουνίδα της Ελλάδος

Πουτσομεζές ο Μεγαλόβυζος

(Phallovoris Μagnomaestus)

Πουτσομεζές ο Μεγαλόβυζος
Ενδημικό είδος όλης της Ηπειρωτικής Ελλάδας κυρίως της επαρχίας, συμπεριφέρεται ως αρπακτικό χρησιμοποιώντας το στήθος του και το μακιγιάζ για να προσελκύσει το ταίρι. Είναι κοινωνικό και κυνηγάει σε αγέλες. Έχει αναπτύξει δυνατή φυσιολογία πάνω από την μέση όπου και είναι το δυνατό του σημείο καθώς υστερεί γενικά γραμμής και ιδιαίτερου κάλλους στο σώμα.

Ύψος: 1.50-1.65
Κώμη: συνήθως ξανθή, αλλά ποικίλλει σε όλο το εύρος.
Ξέρει να μαγειρεύει; Ίσως
Ξέρει να γαμιέται; Ίσως

Ο Μεγαλόβυζος δεν απειλείται με εξαφάνιση.
Phallovoris ΜagnomaestusPhallovoris Μagnomaestus

Καμπυλωτός ο ήμερος

(Inflecta Domesticus)

Καμπυλωτός ο ήμερος
Δημοφιλές και πολυπληθές είδος που βρίσκεται και οικόσιτο σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και κυρίως στις αυστηρά αστικές. Είναι αποκλειστικά ημερόβιο, μη επιθετικό, φημιζόμενο για την μετρημένη ομορφιά ή τα σωματικά προσόντα που κρύβει καλά κάτω από την καθημερινή εμφάνιση. Συχνά συγχέεται με τον ημιάγριο συγγενή του, τον Μεγαλόβυζο.

Ύψος: 1.60-172
Κώμη: Καστανή-Μελαχρινή, ανάλογα με τον βιότοπο.
Ξέρει να μαγειρεύει; Ναι
Ξέρει να γαμιέται; Ναι

Ο Καμπυλωτός δεν απειλείται με εξαφάνιση.
Inflecta DomesticusInflecta Domesticus

Μούναρος ο Ανορεξικός

(Archontomounarus Anorexicus)

Μούναρος ο Ανορεξικός
Γηγενές ή και αποδημητικό, ο Ανορεξικός συναντάται συνήθως σε ακριβές αστικές περιοχές της Ελλάδας, σε κοπάδι ή κατά μόνας. Καμουφλάρεται σαν μοντέλο για να προσελκύσει κάποιο δυνατό ταίρι αλλά συνήθως είναι πιο δύσκολο στο ζευγάρωμα, όπου αναγκάζει τα αρσενικά να μονομαχήσουν. Έχει φυσικό εχθρό τον Μεγαλόβυζο. Έχει μεγαλοπρεπή εμφάνιση και είναι το αγαπημένο είδος πολλών φυσιοδιφών.

Ύψος: 1.67-1.77
Κώμη: Ξανθιά έως πολύ ξανθιά, σπανίως κόκκινη.
Ξέρει να μαγειρεύει; Όχι συνήθως.
Ξέρει να γαμιέται; Όχι συνήθως.

Δεν απειλείται, αλλά βρίσκεται σε κάποια σπανιότητα.
Archontomounarus AnorexicusArchontomounarus Anorexicus

Μούναρος ο Κομψός

(Mounarus Elegantis)

Μούναρος ο Κομψός
Το είδος αυτό του γένους Μούναρος αποτελεί μια μικρή μειοψηφία σε όλον τον Ελλαδικό χώρο καθώς αποτελεί φοβερό δείγμα κάλλους και μαστίζεται από την λαθροθηρία. Είναι είδος που κυνηγάει μόνο του, έχει σωματικά χαρίσματα και μπορεί να αντιμετωπίσει σχεδόν κάθε ανταγωνιστή καθώς είναι στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας (κορυφαίος καταναλωτής). Μπορεί να ζήσει παντού και μερικές φορές απαντάται και σε σπίτια απλών ανθρώπων όπου καταλήγει εκεί τυχαία. Λέγεται ότι είναι μεγάλη τύχη να βρεις στον σπίτι σου έναν Μούναρο. Διατηρεί κάποια αντιπαλότητα με τον Καμπυλωτό τον Οικόσιτο ο οποίος συχνά τον θεωρεί εισβολέα.

Ύψος: 1.60-1.75
Κώμη: Αποχρώσεις του καστανόξανθου ή και μελαχρινό.
Ξέρει να μαγειρεύει; Όχι συνήθως.
Ξέρει να γαμιέται; Δεν είναι ευρέως γνωστό καθώς πολύ λίγοι το έχουν «πιάσει».

Κινδυνεύει με εξαφάνιση.
Mounarus ElegantisMounarus Elegantis

Κόμματος ο Ψαγμένος

(Commatis Intellectualis)

Κόμματος ο Ψαγμένος
Σπάνιο είδος και αυτό, συνήθως απαντάται στον πυρήνα των αστικών περιοχών. Χρησιμοποιεί ιδιαίτερους κώδικες επικοινωνίας και έχει μια ελκυστική εναλλακτική εμφάνιση. Είναι φυτοφάγο και βοσκάει σε ιδιαίτερης μορφολογίας βοσκότοπους (θέατρα, βιβλιοθήκες, αριστερά στέκια, ψαγμένα cafe, ψαγμένα γυράδικα). Όταν υπάρξει έλλειψη τροφής μπορεί να κατεβεί και σε κυνηγότοπους άλλων αρπακτικών το οποίο προκαλεί συχνά αψιμαχίες, συνήθως με τον Anorexicus.

Ύψος: Μεγάλη ποικιλομορφία
Κώμη: Ο ελληνικός μελαχρινό (hellenicus) και ο ευρωπαϊκός κόκκινο (europae)
Ξέρει να μαγειρεύει; «hell no»
Ξέρει να γαμιέται; Συνήθως όχι.

Απειλείται (κυρίως σε νεαρές ηλικίες).
Commatis IntellectualisCommatis Intellectualis

Καυλοπαγίδα η Αθλητική

(Altius Fortius)

Καυλοπαγίδα η Αθλητική
Άλλο ένα αστικό-προαστιακό είδος που απαντάται κατά μόνας και χαρακτηρίζεται από μεγάλη αθλητικότητα και ταχύτητα. Είναι πολυπόθητος μεζές ιδιαίτερα για τα οπίσθιά τα οποία είναι πολύ δημοφιλή στην λαϊκή κουλτούρα. Οι εμπειρογνώμονες λένε ότι θέλει μεγάλη τέχνη για να καβαλήσεις ένα τέτοιο. Κυρίως ημερόβιο, αλλά κυνηγάει και την νύχτα καμουφλαρισμένο.

Ύψος: Μεγάλη ποικιλομορφία
Κώμη: Κάτι σε σκούρο κότσο.
Ξέρει να μαγειρεύει; Μεγάλη ποικιλομορφία.
Ξέρει να γαμιέται; Συνήθως ναι.

Δεν απειλείται, αλλά βρίσκεται σε κάποια σπανιότητα.
Altius FortiusAltius Fortius

Κοντοπούτανος ο Χαριτωμένος

(Brevis Cutis)

Κοντοπούτανος ο Χαριτωμένος
Ίσως ένα από τα πιο συχνά απαντώμενα θηλαστικά στην χώρα μας, τυπικό είδος και του άστεως αλλά και της υπαίθρου, ο Κοντοπούτανος είναι το καμάρι του ελληνικού οικοσυστήματος. Εξημερωμένο αλλά και άγριο, κυνηγάει σε μεγάλες ή μικρές αγέλες και φημίζεται για το πολύ χαριτωμένο πρόσωπό του, το οποίο αντισταθμίζει το χαμηλό ή μέτριο ανάστημα. Ως δραστήριο αρπακτικό ανταγωνίζεται αλλά και συνεργάζεται με όλα τα είδη σχεδόν στην μάχη για την επιβίωση. Κοντινός εξάδελφος του Καμπυλωτού, αν και λιγότερο εντυπωσιακός.

Ύψος: 1.45-1.60
Κώμη: Συνήθως καστανό και μελαχρινό.
Ξέρει να μαγειρεύει; Μεγάλη ποικιλομορφία.
Ξέρει να γαμιέται; Συνήθως ναι.

Δεν απειλείται.
Brevis CutisBrevis Cutis

Μουνίδα των Ελληνικών θαλασσώνε (από Vrastaman, 06/03/12)"88 lines about 44 women", the Nails. (από Khan, 28/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται σε πιπίνια λυκειακής ηλικίας, απαραιτήτως ενδεδυμένα με σταράκια ανεξαρτήτως χρώματος, που εντυπωσιάζουν με την γλουτιαία περιοχή τους και κάνουν τον ανδρικό πληθυσμό να τις παρατηρεί από τη μέση και κάτω...

- Μαλάκα τσέκαρε ένα σταράκι που περνάει...
- Πωπω, σκέτο κωλ σταρ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία που προκύπτει από τη παραφθορά της λέξης κουλούρι για να δηλώσει τον ανδρικό ή γυναικείο πρωκτό. Δεν πρέπει να προκαλεί καμία έκπληξη δεδομένου του σχήματος του κουλουριού (στρογγυλό με τρύπα στη μέση) αλλά και της ίδιας της υπόστασης του ως διατροφικό προϊόν, δηλαδή ενός εξαιρετικά δημοφιλούς εδέσματος που όλοι σπεύδουν να το ζητήσουν και να το καταναλώσουν. Σημειωτέον πως το κωλούρι είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στο ανδρικό κοινό, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως δεν χαίρει εκτίμησης και από το γυναικείο.

Για λόγους υγείας και υγιεινής, το κωλούρι είναι καλύτερο σκέτο, δηλαδή χωρίς γέμιση. Αν και αυτό πάλι είναι θέμα καθαρά γούστου και -πάνω απ' όλα- βίτσιου.

- Τι είναι αυτό που θα σας κάνει να θέλετε να συζητήσετε με μια κοπέλα; κ ποιο χαρακτηριστικό είναι αυτό που σας κάνει να την γουστάρετε τρελά; πάντα ήθελα να μάθω...

- Το σπίτι που μένει και σε ποιά περιοχή, το αυτοκίνητο που οδηγεί, το ρολόι π
που φοράει, αν έχει δικιά της επιχείρηση και αν δίνει κωλούρι. (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Καναδός Justin Drew Bieber γεννημένος την 01/03/1994 (τουτέστιν μόλις ενηλικιώθηκε) είναι από το 2009 διεθνώς υπερπετυχημένος ποπ (τι άλλο) τραγουδιστής, τραγουδοποιός και ηθοποιός.

Το κοινό του είναι ορμονόπληκτα γουαναμπί πιπινάκια της ίδιας πάνω - κάτω (κυρίως κάτω) ΕΣΣΟ. Τα οποία βρίσκονται, βεβαίως – βεβαίως, στο πεοσκόπιο των εξίσου ορμονόπληκτων γουαναμπί γαμιάδων συμμαθητών, συναθλητών και γενικά των πέριξ γαμικών αρσενικών δυνάμεων.

Από τη μια λοιπόν, ο Justin με το μπέιμπυ – φέις και την αντίστοιχη φωνή, σαν ταλαντούχος, πάμπλουτος και διάσημος από τότε που μάλλιασε η δική του, επισείει ταυτοχρόνως φθόνο και θαυμασμό.

Απ’ την άλλη, η κατηγορία «είναι πούστης» αποτελεί πάγια τακτική αναντάμ παπαντάμ κάθε πούστη άντρα σ’ ολόκληρο τον πλανήτη, στον πόλεμο για την κατάκτηση του εξκάλιμπερ κάθε αξιαγάμητης.

Κάπως έτσι, προέκυψε στα εφηβικά σινάφια ο πολύ κοντά στο φλωρόπουστας όρος: σαν λογοπαίγνιο του Bieber (μπιμπερό) συν το «πούστης» (στο υποτιμητικότερό του) που, δυστυχώς, αφορά πλέον όχι μόνο το συγκεκριμένο σελεμπριτόνι, αλλά κάθε έφηβο που φατσικά τουλάχιστον, απηχεί το ίδιο φλώρικο στυλάκι, ως προς το λουκ, αν μη τι άλλο.

Επιπλέον, στα χείλη πιο ψαγμένων μουσικά, πάντα της ίδιας ηλικιακά συνομοταξίας, απηχεί και μια απέχθεια για όσους γουστάρουν μια ξενέρωτη πλην πιασάρικη ποπ, υπεύθυνη για τον μουσικό εκμαυλισμό πολλών εφήβων.


Με προτροπή του Nick Sinister απ’ το ΔΠ, αφιερωμένο στην τρόικα alexismpolis – ΜΧΣ - Vrastaman για το αποφασιστικό stimulus στα εδώ σχόλια.

- ♪♪♪♪♪♪Μπέιμπε, μπέιμπε, μπέιμπε ΩΩΩ!! Μπέιμπε, μπέιμπε, μπέιμπε, ΩΩΩ!! ♪♪♪
- Σκάσε πια και μας τα ‘πρηξες με τ’ άπαντα του μπιμπερόπουστα!!
- Θα το πω στη μαμά που λες έτσι τον Justin!! - Αϊ παράτα μας με τον γκέουλα.
- Δεν είναι!!
- Είναι!!
- Δεν είναι είπα!!!
- Γιες σι ιζ!!
- Μαμάάάά!!

ν\'αγιάσ΄του χεράκισ\' ντουλάπαμ\'! (από MXΣ, 23/03/12)(από Vrastaman, 23/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ομορφοβία, ομορφοβικός

Ορισμός

Η ομορφοβία είναι ο φόβος (έως του σημείου της παθολογικής φοβίας), η αποστροφή ή οι διακρίσεις κατά των ναζωραίων, κομψών ή / και καλοντυμένων ανθρώπων. Τα άτομα που ενεργούν με τέτοιους τρόπους περιγράφονται ως ομορφοβικά.

Αίτια

Έρευνες έχουν δείξει ότι η ομορφοβία μπορεί να προέρχεται από φυλετική επιλογή (βλ. έχει ασχημindie), πολιτική αγκύλωση (βλ. ταγάρω), θρησκευτική προκατάληψη (βλ. χριστιανόφουστα), αισθήματα κοινωνικής ανασφάλειας, ή έλλειψη επαφής με ωραίους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν φαινόμενα ομοφροβίας προερχόμενα και από τους ίδιους τους ζαγωραίους.

Αναπαραγωγή

Οι ομορφοβικοί κατά κανόνα και εκ πεποιθήσεως ζευγαρώνουν μόνο με σαλούφες (βλ. σαβουρογαμόσαυρος, μπαζοφονιάς).

Ευθυμολογία

Πρόκειται φυσικά για λολοπαίγνιο στην ομοφοβία (το σόλοικο αντιδάνειο του homophobia). Ενίοτε όμως καταγράφεται κι ως λολαδερός ανορθογραφισμός (βλ. παράδειγμα 5).

1.
Και ο έρωτας είναι ομορφοβία: φοβία για την επίδραση της ομορφιάς των άλλων και μαζί η βία της μίας και μόνης ομορφιάς. Η πίστη στην ομορφιά, η ακατάβλητη έλξη για την ομορφιά είναι ό,τι προσπαθεί -άλλοτε μάταια, άλλοτε όχι- να αντισταθεί στον ερωτικό παραλογισμό.

2.
- Δεν μου τη πέφτει. Μάλλον θα είναι ομορφοβικός.

3.
- Δεν μου τη πέφτει. Μάλλον θα είναι ομορφοβική...

4.
- Ομορφοβικός: αυτός που εχθρεύεται τον Βαξεβάνη και τον φθονεί λόγω της αισθητικής του υπεροχής.

5.
- Η Ελλάδα είναι από τις πιο ομορφοβικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μιας και το 64% των Ελλήνων δηλώνει πως είναι αρκετά διαδεδομένη η δυσμενής μεταχείριση στο εργασιακό περιβάλλον, λόγω των σεξουαλικών προτιμήσεων.

(από σφυρίζων, 04/02/15)"Μεγαλώνοντας μπορεί να γίνεις καλός ή καλύτερος συγγραφέας, αλλά πιο όμορφος άνδρας σίγουρα όχι." (από Khan, 22/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το πρώτο βήμα προς την διόρθωση του λάθους της φύσης να γεννήσει κάποιον με κάποια πράγματα περισσότερα εκεί ανάμεσα στα πόδια. Ελπίζω μόνο να μην υπάρχουν λήμματα και για τα πιο «βαρβάτα» βήματα. Είναι η λύση, στην οποία καταφεύγει η συμπαθής τάξη των πισωγλέντηδων, ώστε να μεγαλώσει την κόμη των μελών της και να μοιάζουν κατά τι περισσότερο στο θηλυκό γένος (θέλω να ξέρεις εσύ που κοκκίνιζες το λήμμα μέταλ, metal, ότι σε καμιά περίπτωση δεν σε συγκρίνω με τους παραπάνω).

Προέρχεται από το ποστίς ή επί το ευρωπαϊκότερο postiche, παραφρασμένο για να εξυπηρετήσει τους ταπεινούς σκοπούς όσων το χρησιμοποιούν και, θέλω να πιστεύω, όχι κοροϊδευτικά.

Το εξτένσιον των μαλλιών είναι κάτι πολύ φυσιολογικό και, από ότι είδαμε σε γνωστούς τηλεοπτικούς αστέρες, αν χρησιμοποιείται με σύνεση μπορεί να φέρει εκπληκτικά αποτελέσματα! Οπότε πρέπει να γνωρίζουμε την διαφορά του απλού εξτένσιον από το πουστίς γιατί είναι πιθανόν να προκληθούν παρανοήσεις.

Στους φανατικούς πολέμιους του πουστίς συγκαταλέγονται: Ο Άγγελος Πυριόχος, η (Ρεπορτάζ:) Έφη Μαλτέζου, ένας τύπος που είχε πάει σε κάποιο Big Brother αλλά δεν θυμάμαι και ο Νίκος Καρβέλας, που τα προτιμάει φυσικά (Όχι αλήθεια! Στην εκπομπή του Μάκη είδα το καρύδι, οπότε δεν υπάρχει αμφιβολία!).

- Ρε φίλε, ο Τάκης είναι αυτός με το τακούνι και την μαλούρα;
- Άσε, προχτές τον είδα κι εγώ... Μου φοράει ό, τι πιο κιτς κυκλοφορεί και μιλάει σαν τον πουρουπουπού. Αφού έκανε και πουστίς τα πράγματα δείχνουν προς Συγγρού μεριά...
- Καλά, πριν μια βδομάδα δεν σας είδα μαζί στην Ερμού;
- Τι λες ρε συ; Έχω εγώ λεφτά για ψώνια; Ούτε από κοντά δεν περνάω.
- Όχι, εννοώ...
- Κατάλαβα ρε, πού θα πάει αυτό με τα επιτόκια. Κι εγώ το ίδιο αναρωτιέμαι φίλε μου.

Mein Hair, αυτά τα extenstions δεν φιλοτέχνησε χειρ τις, αλλά πους τις! (από Vrastaman, 21/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλοί στην πολιτική και την οικονομία ψάχνουν τον τρίτο δρόμο μεταξύ του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού ή (πάλαι ποτέ) κομμουνισμού. Η φράση ήταν της μοδός στα '90ς με τους και καλούα «τριτοδρομικούς» ηγέτες της Δύσης, Tony Blair (κυρίως αυτόν), αλλά και Bill Clinton, Gerhard Schroeder, Lionel Jospin, Massimo d'Alema και τον ημέτερο Κώστα Σημίτη.

Η φράση σλανγκίζεται για να δηλώσει:

  1. Τον γκέι, κατά τα συγγενή τρίτο φύλο, τρίτο πρόγραμμα, τρίτο στεφάνι.

  2. Τον αλλαξοκώλη αμφί, που συνδυάζει εκλεκτικώς τα καλά και του στρέιτ και του γκέι σεξ, όπως ο «τρίτος δρόμος» υποτίθεται ότι συνδυάζει τα καλά του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού. Δηλαδή αυτόν που θέλει και τον κώλο ξεσκί και τον πούτσο χορτάτο. Αυτόν που θέλει και μουνί και το τρίτο το μακρύτερο.

Σημειωτέον ότι:

  1. Η φράση λέγεται για να υποδείξει και το ότι και ο «τρίτος δρόμος» στην αρχική πολιτικοοικονομική σημασία του αποτελεί πουστιά, ιδίως με καμώματα τύπου Tony Blair.
  2. Αξιολογεί θετικά το γκεϊλίκι ή μπαϊλίκι ως κάτι πιο ψαγμένο, αλτέρνατιβ (όταν όχι λατέρνατιβ) και προχώ.

Ασίστ: Vrastaman.

Από τον διαδικτυακό τύπο:
Οι πρώτοι γκέι Αγιοβασίληδες έκαναν την εμφάνισή τους στα πολυκαταστήματα και τις διαφημίσεις της τηλεόρασης. Ο τρίτος δρόμος προς τον εορτασμό της γέννησης του θεανθρώπου επιτάσσει Αγιοβασίλιδες ντυμένους στα ροζ και τάρανδους με πισωγλετζέδικο σκέρτσο.

Τον ανανεώνει τον καπιταλισμό; (από Hank, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντεκολτέ που, παρόλο το ελπιδοφόρο βάθος του, αποκαλύπτει ένα σχεδόν επίπεδο στήθος. Το επίθετο απαντά μόνο στο ουδέτερο γένος και σχεδόν αποκλειστικά στη φράση «αβυζαλέο ντεκολτέ».

- Ωραίο το φορεματάκι της Μαρίας σήμερα ε; Σχίσιμο πίσω, ντεκολτέεε... μπράααβο το Μαράκι.
- Ναι αλλά πέρασα από δίπλα της πριν κι έριξα ματιά. Δε λέει τίποτα, το ντεκολτέ είναι αβυζαλέο...

(από Khan, 25/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραπέμπει στο ιταλικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, ωστόσο αναφέρεται σε μια παρέα από γκόμενες που είναι μπάζα, οι λεγόμενες κάμπιες.

- Πήγαμε για καφέ και η Μαρία κουβάλησε και το καμπιονάτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified