Further tags

Ρέχα είναι το φλέμα, η ροχάλα. Λέγεται κυρίως στην βόρεια Ελλάδα.
Από το αρχ. ρ. ῥέγχω = ροχαλίζω, ασθμαίνω. (εδώ)

Στο ΚΟΖΑΝΙΤΙΚΟ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ (πηγή: ΑΠΘ), η ρέχα σημαίνει και την αύρα(!) και το δροσερό αεράκι(!!).

  1. -την κιτρινη μυξουλα που υπαρχει πασαλειμενη στο ταμπλω!!!!!!!
    -μήπως είναι ρέχα; (εδώ)

  2. Οι ρέχες και η πρώτη φορά "αριστερά" των Κατρούγκαλοων. Πουθενά δεν υπάρχει σκάνδαλο. Υπάρχει βροχή, συνεχής καταρρακτώδης βροχή από τα φτυσίματα των πολιτών, που σας πνίγει. Αλλά εσείς οι καρα-κατρούγκαλοι ξέρετε καλύτερα. Είναι ποτιστική βροχούλα για σας, τους πρώτη φορά "αριστερούς". Συνηθισμένοι στις απάτες και στα ψέματα, σε τέτοιες μικρολεπτομέρειες θα κωλώσετε; (εδώ)

  3. Με… ρέχες απάντησε η σύζυγος του Νίκου Μιχαλολιάκου Ελένη Ζαρούλια στις ερωτήσεις που της έκανε τηλεοπτικό συνεργείο του star. (εδώ)

  4. Είχα χρόνο να κάνω βόλτες σε άλλα blogs. Κάποια τα ζήλεψα, άλλα μου άρεσαν, κάποια ήταν υποφερτά και πάρα πολλά ήταν για ρέχες. (εδώ)

Οι σφουγγοκωλαριοι του υποτακτικού! (Που και να μην ήταν δλδ!) Μια εικόνα χίλιες ρέχες!Από δω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει την μπασκλασαρία, τη λαϊκουριά με μια υποψία ηθικής έκπτωσης γιατί βέβαια, κατά την -κούνια που σας κούναγε- ταξική γνώμη των υβριστών, η προστυχιά πάει μαζί με τη φτώχεια. Παλιότερα, τα ξύλινα τσόκαρα, όχι του Dr. Scholl αλίμονο, τα φορούσαν οι πλύστρες και γενικά όσες δούλευαν μέσα σε νερά.

Συνώνυμα: Τσόκαρα, κλατσάρες.
Σλανγκασίστ: Deinosavros, εδώ

  1. Ελλάδα η χώρα που η τσοκαρία δεν έχει οικονομική τάξη αλλά διαχέεται κάθετα στον κοινωνικό ιστό. Πάντα ασορτί.
    Από δω
  2. Λείψανα αγίων, μαυρογιαλούροι, αυτοδιοικητική τσοκαρία. Συνήλθα με αυτό Bach: Piano Concerto No. 1 / Schiff https://youtu.be/TLOrt63CbIE (εδώ)

  3. Και η πασοκογενής αριστερή τσοκαρία πόσο υποκριτικά επικαλείται το σύνταγμα οταν ανέχτηκε να γίνει λάστιχο χάριν του σοσιαλισμού παλιότερα (εδώ)

  4. τσοκαρο, λαικογκομενα, τσοκαρια ραχηλ μακρη, τι ηταν αυτες οι εκλογες του 12 ρε πουστη μου, με λοταρια να εκλεγονταν καλυτεροι θα βγαιναν.. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ντεκαντάντσια, ντεκαντανσαρία, ντεκαντανσιανός

Όπως και η ντέκα, οι λέξεις αυτές προέρχονται "από την γαλλική décadence που σημαίνει παρακμή και προφέρεται «ντεκαντάνς»".
Στα ισπανικά προφέρεται έτσι και μάλλον από κει πήραμε την συνώνυμη ντεκαντάντσια. (Ακριβώς το ίδιο προφέρεται και στα ρωσικά (декаданс), γιαυτό σκέφτομαι μήπως επέδρασε κι εδώ η κουκουσλάνγκ...).

Κάπου εδώ όμως τελειώνουν τα δάνεια απ' την ξένην και μπαίνει μπρος το ελληνικό γλωσσικό δαιμόνιο, ώστε να δημιουργηθεί η ντεκαντανσαρία και ο ντεκαντανσιανός που φέρνουν προς λουμπεναρία και λουμπενικός, αντιστοίχως.
Η ντεκαντανσαρία εκτός από καραπαράκμα έχει επιπροσθέτως και μια κάποια προίκα κιτσαρίας, ενώ με την προσθήκη της κατάληξης -ανός, δημιουργείται εύκολο επίθετο για χρήση όπου δει.

  1. παρακμή, ντεκαντάντσια, καραπαράκμα δεν ειναι 1η φορα αλλα παντα εκλαμβανεται σα να μην τρεχει τπτ (εδώ)

  2. 3η φορά στα Σκόπια (που ζηλευεις) κ η ίδια μελαγχολία με έπνιξε. ντεκανταντσια, όχι γοητευτική #balkan_trip

  3. "Ντεκαντάντσια και ιντελιγκέντσια", πούλεγε κι ο αείμνηστος Ζαχαριάδης. Κρίμα. (εδώ)

  4. ...πρεπει να ταπεινωθουμε για λιγο .... το κοκορετσι ειναι μια αγνη βουκολικη και καθαρα Ελληνικη ντεκαντάντσια ... Θελω να ντυθω Γκολφω κ να ψαχνω στα λημερια να ταίσω τον Κιτσο , κρατωντας μια σουβλα κοκορετσι. (εδώ)

  5. Συγνώμη, αλλά η δική σας πλευρά τί έχει να προσφέρει στον συγκεκριμένο τομέα; Δε λέω, τζόβενο, τυλιγμένο με σεντόνι, αγνό και αθώο, με το μαλλάκι του, με το μουσάκι, αλλά άντε να το κάνεις γούτσου μία, άντε δύο, μετά; Ενώ το ανταγωνιστικό πακέτο περιλαμβάνει φωτορυθμικά, ηχητικά εφέ, ντεκαντάντσια, τζέρτζελο. Απλά δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. (phorum, RE: θα θέλατε να υπάρχει θεός;)

  6. ειμαι επαρχιώτισσα εγώ παιδί μου δεν τη μπορώ αυτή τη ντεκαντανσαρία που αργώ 3 ποτά στο γύρω-γύρω (εδώ)

  7. "Είμαι ντεκαντανσιανό ακαουν?” Τι τα θες; μια ζωή στο ντεκαντάνς ήταν η καύλα. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλώντας το γράφημα, τη γραφική απεικόνιση μιας στατιστικής ανάλυσης, το μαγκίτικο και πολλά βαρύ στελεχό επιτυγχάνει χαρίεν σούσουρο και ευαρέσκεια κατά την παρουσίαση εταιρικής μελέτης. Αν δε η γκράφα συνδυαστεί με λέξεις μυστήριες τ. 'σάγκα', τότε το σούσουρο μεγαλώνει και ο λεγάμενος γράφει στην κάμερα και ως μαγκαϊβεράς και κούλτουρμαν. Συνήθως δε ακολουθεί λίαν καρποφόρο καμάκι, εκτός αιθούσης.

  • Ρίχτε μια ματιά στη γκράφα εδώ.

Χρησιμοποιείται μάλλον και για γκράφιτι ή σχέδιο.

  • Στο σπίτι υπάρχει Golden Samena. Αν φορούσε & η μάνα T-Shirt με
    γκράφα "My friends get married, i just get drunk" θα σήμαινε πως μένω Λέκκα. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το τουρκικό καρα (=μαύρος) και το σλανγκοτέτοιο τέτοιος.
Το αρσενικό Καρατέτοιος (με κεφαλαίο Κ) χρησιμοποιείται για να υποκαταστήσει επίθετο ονόματος με πρώτο συνθετικό το καρα· Πχ Καραμανλής, Καρατζαφέρης, Καραπιάλης. Η υποκατάσταση συχνά έχει ειρωνική και αποδοκιμαστική χροιά:

  1. ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΟΥ ΚΑΡΑΤΕΤΟΙΟΥ ο καρατετοιος, πηγη φωτος και αληθειας, κυβερνουσε τον υπεροχο αυτο λαο επι πολλα χρονια. κυβερνουσε αταλαντευτα, με στιβαρο χερι, σεμνα και ταπεινα, με μηδενικη ανοχη στη διαφθορα. ηταν ασπιλος, αμολυντος, ατρομητος, περισπουδαστος, σοβαρος, μεγαλειωδης, δεν φοβοταν κανεναν, ουτε τους νταβατετοιους τους οποιους κατατροπωσε.
    ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ καρατετοιε!
    κομανταντε (εδώ)

  2. […] Αγαπάει όμως ο θεός τον κλέφτη, αγαπάει και τον νοικοκύρη. «Στρατηγέ τι γύρευες στη Λάρισα Συ, ένας Υδραίος;». Ο Καρατέτοιος πάνω στον οίστρο του, ξέθαψε και τον «αρχολίπαρο», λέξη που τη χρησιμοποίησε τελευταίος στην πολιτική σκηνή ο καλλιεργημένος πολιτικός και αγωνιστής κατά της Χούντας Γιάννης Ζίγδης σε βάρος των Θανασοκανελλοπουλαίων αποστατών της ΕΔΗΚ [Οι μακαρονισμοί του κ.Καρα Τζαφέρη (=Μαυρογάϊδαρου) (Ροΐδη Εμμονές)
    οι ... κατατέτοιοι

  3. Α ρε βάζελοι ένας Καρατέτοιος έλειπε και μας τα πρήξατε στις αθλητικες εκπομπές! Άν παίζατε με τις δικές μας απουσίες θα σας ψάχναμε στην βαθμολογία να σας βρούμε! Άντε τώρα του χρόνου πάλι ξαναετοιμαστείτε να έρθετε στο ναό και να το ξαναπαλέψετε λαγοί! (εδώ)

ενδεικτική 'καρατέτοια'
Νά' ρθουμε στην "καρατέτοια" τώρα. Σχεδόν πάντα χρησιμεύει για να σε βγάλει απ΄την άβολη θέση να θέλεις να αποκαλέσεις κάποια, καραγούδα, καρακαηδόνα, καραμπαζάρα, καραμπιτσαριό και πάντως σάνβουαρ καρατσεκαρισμένη καραπουτάνα, αλλά να κωλύεσαι. Λες λοιπόν ένα "καρατέτοια" και καθάρισες, με τα ευκόλως εννοούμενα να παραλείπονται.

  1. Καρατέτοια πόσο ξεπουλημένη κόττα μπορείς να γίνεις; (εδώ)

  2. -ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ της να γραφει οτι ναναι η καθε καρατετοια για την Αμφιπολη. και δεν μας νοιαζει αν παιρνει μια ή 100 αμοιβες για να πει τα ασυστολα σκοπιανα ψευδη της. ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ δια της νομικης οδου ΔΙΟΤΙ ΨΕΥΔΕΤΑΙ ΜΕ ΔΟΛΙΟ ΣΚΟΠΟ ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΙΣΗΣ και αποπροσανατολισμου (εδώ)

  3. - Agaphto Idrytiko melos na sou ypenthimisw oti p... ths Elladas den mporei na einai mia omada pou ta teleytaia 5 xronia exei parei ena double kai exei xasei 2-3 prwtathlimata ston ponto ;)
    -Ίσα ίσα καρατέτοιες της Ελλάδας είναι σε μια χώρα όπου παλεύουν 2-3 ομάδες για το πρωτάθλημα και βγαίνεις μονίμος 2ος. (εδώ)

  4. Η Τριπολιτσά έπεσε. Το Χάνι της Γραβιάς είναι παρελθόν. Μην ονειρεύεται κι ο Άδωνις την Περσεφόνη. Είναι μια καρατέτοια που ούτε λεφτά, ούτε πελατεία. Ας πουλήσει τίποτα ββλ με το κιλό πια. Για ανακύκλωση κατ’ ευθείαν, σα το τηλ. Κατάλογο του ΠΟΤΕ. (εδώ)

  5. Θυμιζουμε πως η Σπηλια δεν επεσε στην μλκ και την εμπαθεια που επεδειξαν ορισμένα Μπλογκς της .. αριστεράς, ο Θεός να την κανει, που εξαρχής εμφανιστηκαν βεβαιοι οτι ο ΣΤΡΟΣ ΛΑ ΚΑΝΤ ηταν .. ενοχος διοτι ηταν -ΛΕΕΙ- απληστος και κακός και 120 μερες των Σοδομων και αλλες απιστευτες μλι και φαντασιωσεις των εντελώς καρατετοιων και ΑΣΧΕΤΩΝ . Για ολους αυτους τους ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΟΥΣ ΛΕΩ ΕΝΑ ΜΠΡΑΒΟ (εδώ)

Και για να κοελιοραμφιλοσοφήσουμε λιγάκι, τι είναι τελικά ο ανθρώπας, τι 'ν' κι η ανθρωπίλα του· απ' το να καραγουστάρεις την καραγκαγκάν καραμποντού, μέχρι να ελεεινολογείς περί τα καραπουτσαριά,
έ ν α
τ σ ι γ ά ρ ο
δ ρ ό μ ο ς
!

Καρα-lol!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εκμετάλλευση στα κομμέ, -δεν ξέρω αν είναι αυθεντικό κομμέ, είναι περισσότερο κάτι σαν το ψυχανάλα, θεωρείται κάπως πιο μαγκίτικο να κόψεις αυτή την κατάληξη που καθιστά τη λέξη κάπως λόγια.

Το βρίσκουμε ήδη (1954) στο άζμα σε στίχους Χρήστου Γιαννακόπουλου και μουσική Μιχάλη Σουγιούλ "Σβήστε με απ' τον χάρτη".

Σβήστε μ’ απ’ το χάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
Είμαι για κρεμάλα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλλα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλλα
Είμαι για κρεμάλα

Μιχάλης Σουγιούλ

Ασφαλώς έχει και πολιτικοοικονομική διάσταση "εκμετάλλα αθρώπου από άθρωπο" κτλ. Γενικά είναι μεν παλαιός μαγκίτικος σχηματισμός, αλλά λέγεται και σήμερα για να αποφορτίσει μια συζήτηση μαγκίτικα να μη φανεί ότι χρησιμοποιούμε υπερβολικά τεχνικούς όρους ξέρωγω.

  1. Kαι έρχομαι εις το θέμα αποκομιδή σκουπιδιών. Kαλά, εδώ είναι που πέφτει η χοντρή η εκμετάλλα, καθότι το σκουπίδι, σκουπίδι είναι και ως σκουπίδι να πούμε, η ευαισθησία μεγαλύτερη, όπερ κι η εκμετάλλα μεγαλύτερη. Eκμετάλλα και παραπληροφόρησις. (Χάρρυ Κλυνν σλανγιωτατίζων εδώ).
  2. Δύσκολο πράμα να το καταλάβει ο εργατάκος, και ακόμα πιο δύσκολο να καταλάβει ότι στο σύστημα που ζούμε πέφτει εκμετάλλα. (Από Κομμουνιστικό Ιστολόγιο Ενημέρωσης).
  3. Με τους καταδότες και τους ψευτόμαγκες, τους γιαλαντζί αρσενικούς αγαπητικούς, τους μπασκίνες, τα χασίσια, τη βρομιά, την εκμετάλλα. (Ιστορία της Τρούμπας).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψυχανάλα αποκαλούν οι σλανγκοπαρμένες γιαλόμες:

  • Τον ψυχαναλυτή (άκα: σρίνκη, ψι),

    Υπονοεί ότι η ψυχανάλυση είναι μια φλώρικη, γλυκερή, καραμελοδραματική διαδικασία, οπότε χρησιμοποιείται για να μειώσει τον κάθε επίδοξο ψυχανάλα (εδώ)

  • Την ψυχανάλυση περ σε.

    Πολύ στην ψυχανάλα το 'ριξα. Κουφάλα ελενίτσα... (εκεί)

Dr. Ben Sobel: "Oedipus was a Greek king who killed his father and married his mother." Paul Vitti: "Fuckin' Greeks!"

Άλλη μια σλανγκιά εις .

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καθαρή εξήγηση, το ντόμπρο φέρσιμο.

Ξηγιέμαι, είμαι ξήγας, είμαι ξηγημένο άτομο, ξηγιέμαι καλά, όμως έχουμε και το «ξηγιέμαι άσχημα» ή «δεν ξηγιέμαι καλά», άρα η ξήγα μπορεί να είναι και το αντίθετό της, αντί δηλαδή να μας ξεκαθαρίσει τη στάση του κάποιος, να μας την βρωμίσει κι άλλο.

  1. - Καλή ξήγα ο τύπος ε;
    - Αφού τά 'χουμε πει, το άτομο είναι σπαθί, τι λέμε τώρα...

  2. - Φίλε, δεν κάνεις καλή ξήγα, μας τα μπέρδεψες κομματάκι τα πράγματα, για ξαναρίχ' τα αλλέως ναούμ'...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χλίδα: η χλιδή, πειραγμένη με το γαμοσλανγκοτέτοιο (κατά τα βρόχα, προσβόλα, συνάντα, κ.ταλ.)

Παρομοίως, ο χλιδάτος ο φέρων χλίδα προκύπτει με την προσθήκη του γαμοσλανγκοεπιθήματος -άτος (κατά τα γαμάτος, αρχιδάτος, γκλαμουράτος, κ.ταλ.)

Από τότε που βγήκαν οι λάσπες, η χλίδα και οι χλιδάτοι παραπέμπουν σε λούσα, πολυτέλεια και τρυφηλότητα. Πέον να σημειωθεί ότι η χλίδα είναι ομόρριζη της αγγλικάνικης gl(j)itter. Ωσεκτουτού, οι χλιδάτοι δεν μπορούν να συνευρίσκονται με τους glitterati χωρίς να διαπράττουν ετυμομιξία.

Βλ. επίσης: χλιδαίος, χλιδάμπουρας, χλιδάνεργος κ.ά.

1. Δείτε την χλίδα στο σπίτι του Άκη Τσοχατζόπουλου - Φωτό από διακοπές σε κότερο

2. Η χλίδα των «σεμνά και αρπαχτά» ... εκτίναξε το χρέος την «χρυσή» διετία Καραμανλή!

3. Ο πιο χλιδάτος γάμος της δεκαετίας: Ο Σουλτάνος του Μπρούνεϊ πάντρεψε την κόρη του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταρχήν, είναι η αναβολή του μάγκα. Συνήθως πρόκειται για αναβολή στρατεύσεως: λόγω σπουδών, λόγω οικογενειακών προβλημάτων, λόγω αγχωδών εκδηλώσεων, στο τέλος παίρνεις το γιώτα σου το ψεχολογικό και ησυχάζεις μια κι όξω. Δεν θα επεκταθούμε όμως άλλο σχετικά. Εν προκειμένω, άλλη σημασία θα μας απασχολήσει δια μακρών.

Αναβόλα = Ντόπα, Στεροειδή Αναβολικά.

Το παρόν, κατόπιν διαταγής επώνυμης σλανγκίστριας, προτίθεται να λειτουργήσει ως λήμμα-ομπρέλα, κατατοπιστικό εφ' όλης της ύλης άρθρο, που θα εκθέτει συνοπτικώς τα δημοφιλέστερα στεροειδή και τις συνθηματικές / σλανγκικές ονομασίες τους.

Διευκρίνιση: η παρουσίαση, ενδεικτική και ουδόλως εξαντλητική βεβαίως βεβαίως, θα περιοριστεί σ' εκείνες τις παλιές καλές ντόπες που μεγάλωσαν γενιές και γενιές μπιλντεράδων αλλά και άλλων αθλητών, π.χ. του στίβου (στιβικοί / στιβάδες), του μπάσκετ ή της άρσης βαρών. Αυτά ήξεραν, αυτά εμπιστεύονταν. Τα τελευταία χρόνια όμως το πράμα έχει ξεφύγει, σκαρώνονται διαρκώς νέες υπερ-ντόπες που γαμάνε και δέρνουνε, με περίεργα ονόματα-γλωσσοδέτες (π.χ. τετραϋδρογεστρινόνη ή THG, αυτό που λένε ότι πότιζε ο Τζέκος τους Κεντεροθανάσηδες), που δεν ανιχνεύονται απ' τα αντιντόπινγκ τεστ. Γι' αυτά δεν δύναμαι να σας διαφωτίσω, ψάχτε αλλού αν γουστάρετε. Πάμε λοιπόν.

  1. Ντέκα, η (πληθ. οι ντέκες). Διασημότατη και πολυαγαπημένη, θεωρείται την σήμερον ολίγον πασέ. Steroid slang για το φάρμακο «Deca-Durabolin», εμπορική ονομασία για την δεκανοατική νανδρολόνη (nandrolone decanoate). Λαμβάνεται δι' ενέσεως. Η μοριακή δομή της ουσίας ομοιάζει με της τέστο, η ντέκα είναι όμως πολύ πιο ήπια, ενδείκνυται και για αρχάριους αναβολικάκηδες. Σε τουμπανιάζει, όχι όμως μόνο με καθαρό μυικό κρέας: σου βάζει και υγρά. Αν το παραχέσεις στη δόση, παίζει να βρεθείς με βυζάκια. Συνδυάζεται συνήθως με Ντιάνα ή γουινστρολάκι. Πουλιέται και στο Ελλάδα, πλέον με το brand name της Norma. Αν έχεις κονεδάκι με φαρμακοτρίφτη είσαι τζετ, αλλιώς ψάχνεις από ντηλερά της μαύρης.

  2. Γουίν ή γουινάκι ή γουινστρολάκι ή γουίνυ (winny, όχι το αρκουδάκι). Slang για το φάρμακο Winstrol (εμπορική ονομασία της ουσίας στανοζολόλη). Ενέσιμο, για χρόνια το έβγαζε η ισπανική φαρμακευτική Zambon, εξ ου και απαντούσε και ως ζαμπονάκι. Υγρό κάτασπρο σαν γάλα, που τσούζει όταν βαράς ενδομυικά, σε αντίθεση με ντέκα, που είναι ελαιώδες υποκίτρινο διάλυμα κι ούτε που νιώθεις το βάρεμα. Το γουινάκι δεν κάνει παπάδες, χτίζει όμως καθαρούς συμπαγείς μύες, χωρίς νερά και περιττά πρηξίματα, ιδανικό για γράμμωση. Λίγο προσοχή στην τοξικότητα μόνο, μη σου μείνει το συκώτι στο χέρι, κατά τα άλλα είσαι κομπλίτα. Παίζει και σε χαπίδι, με το brand name Στρόμπα (Stromba).

  3. Ντιάνα, το (προφέρεται ντι-άνα). Dianabol, εμπορική ονομασία της ουσίας Μεθανδροστενολόνη (Methandrostenolone). Χάπι. Παράγωγο τεστοστερόνης, εξαιρετικά αναβολικό και ανδρογονικό, με τις γνωστές παρενέργειες: γυναικομαστία, διαταραχές της λίμπιντο, οξυθυμία, εφίδρωση, ακμή, διακοπές στη λειτουργία των όρχεων, τριχοφυΐα στο σώμα + καράφλα στο κεφάλι και άλλα όμορφα. Απλά γαμάει μανούλες, ο Σβαρτς έχει δηλώσει πως μ' αυτό φτιάχτηκε: το έπαιρνε το χειμώνα για όγκο, το καλοκαίρι την έβγαζε με γουινστρόλ. Οι κακές γλώσσες λένε πως και τα ρεκόρια του Πύρρου με ντιανάκι γίνανε.

  4. Μπολντό, το (Boldenone Undecylenate). To all time classic κτηνιατρικό αναβολικό: το δίνουν στα μοσχάρια για να τουμπανιάσουν και να φτάσουν στο πιάτο μας μια ώρα αρχύτερα, το δίνουν στα άλογα κούρσας για καλύτερες επιδόσεις. Από εκεί άλλωστε ξεκίνησε η ντόπα, πρώτα εφαρμόστηκε στα ζώα και μετά πέρασε στους ανθρώπες. Ενέσιμο, ήπιο φαρμακάκι γενικά, θες γενναίες δόσεις για να την την ακούσεις. Τίμιο, δίνει καθαρό κρέας χωρίς πολλές παρενέργειες και ντράβαλα.

  5. Πρίμο, το. Primobolan, εμπορική ονομασία της ουσίας Μεθενολόνη (Methenolone Enanthate). Σε ενέσιμο αλλά και χαπίδι. Όπως υποδηλοί και το brand name, εξαιρετικά ήπιο αναβολικάκι με αμελητέες παρενέργειες. Το προτιμούν οι γυναίκες, οι νέοπες και οι κωλώστρες, που θέλουν να μπουν στην αναβόλα και να γίνουν φέτες αλλά κλάνουν πατατάκια μη πάθει τίποτα η υγειούλα τους. Τσου ρε Λάκηδες μη σας πατήσω!

  6. Εφέδρα, η. Μαγκιόρικα η εφεδρίνη. Δεν ανήκει στα αναβολικά στεροειδή, αλλά σε μια άλλη ομάδα φαρμάκων, γνωστά ως συμπαθητικομιμητικά. Σε βάζει στην τσίτα, ανεβάζοντας παλμούς καρδιάς και θερμοκρασία σώματος, βοηθώντας έτσι στο κάψιμο του λίπους. Νταξ, μπορεί να προκαλέσει κανά ψιλοτρέμουλο, καμιά ταχυκαρδία, εφίδρωση ή ζαλάδα, αλλά γενικά κανείς δεν έπαθε τίποτα με λίγη εφέδρα. Κλασικός συνδυασμός-δυναμίτης για κάψιμο λίπους είναι η τριπλέτα εφεδρίνη-καφεΐνη-ασπιρίνη.

Αυτά και πολλά άλλα.

Μεγάλη αρρώστια φίλε η αναβόλα! Έτσι και μπεις μια φορά, δεν ξεκόβεις εύκολα. Όσο χτισμένος και να γίνεις, όσο και να γραμμώσεις, ποτέ δε θα 'ναι αρκετό, θα θες πάντα κι άλλο, κι άλλο. Πολλά παιδιά έχουνε καταστραφεί απ' το φάρμακο, είναι όμως κι άλλοι που ήξεραν να το κουμαντάρουν και τους βλέπεις σήμερα στα πενήντα τους και στα εξήντα τους μια χαρά τζόβενα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified