Further tags

Παρακμιακή έκφραση που υποδηλώνει γκόμενα άγρια, μηχανή στο κρεββάτι, με απόδοση δίχρονης μηχανής.

Πω ρε μάγκα, το είδες το δίχρονο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μικρό ποτηράκι για το σφηνάκι.

Πάσα: Ντίνος.

- Πού 'σαι μάστορα, φέρε μου και τη δακτυλήθρα, τη γνωστή.

(από Khan, 08/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το οσχέο, οι όρχεις. Η έκφραση προέρχεται από το σχήμα των παλαιών καπνοσακούλων, οι οποίες ήταν και συχνά δερμάτινες.

Είσαι άντρας ρε, ή τσάμπα την έχεις την καπνοσακούλα;

αλήθεια είναι, μοιάζει.... (από electron, 27/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχέδιο σε σχήμα V, που θυμίζει... ψαροκόκκαλο.

Το λέμε κυρίως

α. για παρκέ (που θεωρείται το πλέον ακριβό και σπανίζει -για την ακρίβεια σπανίζει το εξαιρετικά καλοφτιαγμένο) ή για κεραμικό πλακάκι κλπ,
β. για είδος ύφανσης σε χοντρό συνήθως ύφασμα (μάλλινο, τουίντ κλπ) που επίσης θεωρείται σικάτο και ακριβό,
γ. για τον μπακλαβά του πέλματος στα λάστιχα αυτοκινήτου.

  1. Κυρία μου, θα σας έλεγα να μην πειράξετε το παρκέ. Είναι ωραιότατο κι ας είναι παλιό. Σε ένα σημείο μόνο είναι το πρόβλημα. Θα σας κάνω ενέσεις πολυουρεθάνης, η οποία θα μπει από κάτω και θα στηρίξει τα ξύλα να μην τραμπαλίζουν. Δεν θα φαίνεται τίποτα και δεν θα χρειαστεί τίποτ' άλλο. Αλλιώς θα πρέπει να το ξηλώσετε όλο και δεν θα ξαναγίνει ποτέ σωστά. Κανείς δεν ξέρει πια να δουλεύει σωστά τέτοιο ψαροκόκκαλο.

  2. Μπα μπα μπα... Και παλτό ψαροκόκκαλο η κυρία... Πού το κονόμησες;

  3. Άλλαξα μάρκα γιατί ήθελα το πέλμα ψαροκόκκαλο που δεν έχουν τα καινούργια goodyear. Είχα νιώσει το απίστευτο κράτημα στο βρεγμένο και ήθελα ίδιο πέλμα.
    (από το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πολύ μαλακό πέος που δεν επιτυγχάνει καλή στύση.

Τι να κλάσει μωρ΄ ο πουρέιτζερ με το ζελέ;

H απαραίτητη μουσική υπόκρουση (από allivegp, 27/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως σημαντική υποπερίπτωση εναλλακτικού ορισμού, κατά τον οποίο αβγό είναι «κάτι που λάμπει σαν το κέλυφος του αβγού» θα αναφέρω ότι αβγό λέγεται και ο φαλακρός. Και μιλάμε περισσότερο για τους φαλακρούς νέας κοπής που παραδέχονται εξαρχής ήττα και τα ξυρίζουν αντί να δώσουν την μάχη οπισθοφυλακής με καραφλάζ ή να κάνουν πανηγυρική αναπλήρωση ως καραφλοχαίτουλες. Ως αβγό εννοούμε είτε το κέλυφος άσπρου αβγού, είτε και το ξετσοφλιασμένο βραστό αβγό. Ορισμένοι μάλιστα έχουν ωόσχημο κεφάλι (οβάλ) κάνοντας την ομοιότητα ακόμη πιο εντυπωσιακή.

Πού μαζευτήκανε πέντε αβγά στην παρέα. Σιγά, θα τυφλωθούμε από την φωτοχυσία!...

(από Khan, 10/01/11)Θα σε καταγγείλω πονηρέ ωοειδή (από Khan, 19/01/11)Αυγό και με τις 2 σημασίες (αλλά και με άλλες από αυτές που έχουμε). (από Khan, 28/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μειωτικά το περιστέρι, κυρίως το περιστέρι της πόλης (columba livia). Η παρομοίωση του με το ποντίκι υπογραμμίζει τα πλέον δυσάρεστα χαρακτηριστικά του, όπως την τάση του προς ρύπανση, το ρόλο τον οποίο παίζει στη διάδοση διαφόρων νοσημάτων, τον ανεξέλεγκτο ρυθμό αναπαραγωγής του και την ασχήμια του.

Ο όρος χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά για τα περιστέρια των πόλεων, διότι εκεί η παρουσία τους είναι περισσότερο ενοχλητική, καθώς οι απεκκρίσεις τους έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να λερώσουν ανθρώπινες κατασκευές, όπως αυτοκίνητα, βεράντες, ταράτσες, ή ακόμα και τους ίδιους τους ανθρώπους.

- Ένας κύριος στη στάση του λεωφορείου είχε την ατυχία να δεχθεί μία κουτσουλιά από ένα ποντίκι του ουρανού στο κεφάλι του.

- Κατάρα να' χουν τα ποντίκια του ουρανού. Μωρέ ας είναι καλά το δηλητηριασμένο σουσάμι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης ο φαλακρός, και δη ο ξυρισμένος, επειδή το κεφάλι του ομοιάζει επικίνδυνα με κωλομάγουλο.

- Τι μιλάει τώρα και ο κώλος; (Κλασικά προς Ραπτόπουλο σε εκπομπή).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κόβω βάναυσα (δηλαδή άγαρμπα ή αδικαιολόγητα), κάτι που εκπέμπω, μεταδίδω ή αναπαράγω. Χρησιμοποιείται κυρίως για ραδιόφωνο και τηλέοραση, αλλά έχει να κάνει και με σινεμά, με μουσική, κλπ.

Με την έννοια της απότομης διακοπής, σφάζονται:

  • Τραγούδια σε μπαρ, κλαμπ και τα τοιαύτα (π.χ. αν ο dj δεν αφήσει το κομμάτι να παίξει ολόκληρο ή όσο χρειάζεται τέλος πάντων, αλλά κάνει αλλαγή πάνω που είχες χαρεί)
  • Οι τίτλοι τέλους και τα credits (Για ταινίες και εκπομπές που προβάλλονται στην τηλεόραση, μόνο τα συνδρομητικά και το κανάλι της Βουλής ΔΕΝ τα σφάζουν. Για σινεμά, φοβάμαι ότι τα σφάζουν σχεδόν όλοι πλέον.)
  • Τραγούδια ή βίντεο σε εκπομπή (π.χ. αν βγούμε εκτός χρόνου και πρέπει να περάσουμε επειγόντως σε διαφημιστικό ή δελτίο)
  • Παραγωγοί, όταν τους κόβουν εν ψυχρώ στον αέρα (π.χ. όταν κυριολεκτικά «πιέζει ο χρόνος»)
  • Ο,τιδήποτε ακρωτηριάσει ο χασάπης (π.χ. στο μοντάζ)
  • Ο,τιδήποτε τύχει να μεταδίδεται την ώρα που πέφτει έκτακτο δελτίο (εδώ η διακοπή είναι συνήθως προσωρινή)
  • Ο,τιδήποτε οποτεδήποτε οπουδήποτε (αν πρόκειται για τεχνικό ή ανθρώπινο λάθος)
  • Το μόνο που δε σφάζεται ούτε σε περίπτωση πυρηνικής καταστροφής είναι οι διαφημίσεις...

    Με την έννοια της ματαίωσης, σφάζονται:

  • Ο,τιδήποτε προγραμματισμένο συμπέσει με σημαντική ζωντανή μετάδοση (π.χ. ομιλία πρωθυπουργού ή κάποιου ισχυρότερου, ΔΕΘ, λειτουργία, παρέλαση, ποδόσφαιρο κλπ)

  • Ολόκληρες σειρές (π.χ. αντί για δώδεκα επεισόδια που προβλεπόταν στο πρόγραμμα, τελικά προβάλλονται πέντε. Ή παίζουν μια-δυο σεζόν κανονικά, αλλά κανείς δεν παραγγέλνει ποτέ τις επόμενες.)
  • Ολόκληρες εκπομπές (π.χ. ο παραγωγός τσακώθηκε με τον διευθυντή και η εκπομπή πήρε πούλο)
  1. - Ποιος μαλάκας είναι στα ντεκς;
    - Γιατί μωρέ, καλά παίζει.
    - Τι καλά! Καλάθια και κοφίνια! Πήγε κι έσφαξε το Thunderstruck πριν προλάβω να χτυπηθώ! Και το άλλαξε σε «θα 'ναι σα να μπαίνει η άνοιξη»! Θα τον σφάξω!
    - Ώχου μωρέ, εσύ γκρινιάζεις κι όταν σφάζουν το Free Bird. Τι άλλο να το κάνουν δηλαδή, για σφάξιμο είναι, μισή ώρα κομμάτι.
    - Να μην το παίξουν αν είναι να το σφάξουν!
    - Να μην το παίξουν, τελεία.

  2. - Ωραίο το εργάκι, ε; Άντε, μάζεψε μπουφάν και πάμε να φύγουμε.
    - Όχι ακόμα, θέλω να δω τα credits!
    - Χέσε με ρε με τα credits, που σε κόφτει ποιος ήταν μπούμαν και ποιος ηλεκτρολόγος! Που σιγά και μην τα παίξει κιόλας, τι στοίχημα ότι θα τα σφάξουνε;
    - ...Τα σφάξανε.
    - Ε άιντε. Σκώσου.

  3. - Δε θέλω να σε αγχώσω, αλλά σε ψάχνει η κυρία Σοφία.
    - Εμένα!; Γιατί; Ωχ Παναγιάμου Δεκαεξακάναλη, τι έκανα πάλι;
    - Γιατί σου 'χε μείνει ένα λεπτό χρόνος μέχρι τις διαφημίσεις, κι αντί να χώσεις γέφυρα, έβαλες τραγούδι. Και σφάχτηκε, βέβαια. Χαϊβάνι, ε χαϊβάνι.

  4. - Τομπούστη τον Παρλαπιπόπουλο, τόση ώρα του λέω να το λήξει, κι αυτός της ψωλής του το χαβά, όλο «κάτι τελευταίο πριν κλείσουμε, αν και μας πιέζει ο χρόνος όπως μας ειδοποιούν απ' το κοντρόλ» και μαλακίες! Μα το θεό, αν δεν έχει πει καληνύχτα σε οχτώ δευτερόλεπτα, θα τον σφάξω! Και στ' αρχίδια μου!

  5. - Έτοιμο το σποτάκι, το πάω στη ροή.
    - Κιόλας; Δε φαντάζομαι να το έσφαξες σαν προχτές που βιαζόσουνα, κι έφαγες ολόκληρη συλλαβή απ' το σπικάζ!
    - Σε παρακαλώ, με προσβάλλεις. Είπα έτοιμο, τώρα μιλάμε ή κλάνουμε; (Σάλτα και γαμήσου, παλιομαλάκα.)
    - Νταξναούμ, φίλος, ρώτησα. (Α σιχτίρ, παλιοσκιτζή.)

  6. - Πρέπει επιτέλους να απαλλαγούμε απ' αυτό το καρκίνωμα που λέγεται ΕΡΑ Σπορ. Δε γίνεται να σφάζουμε τόσες τοπικές παραγωγές για να αναμεταδίδουμε τον αγώνα χάντμπολ Παναιτωλικού-Κωλοπετεινίτσας. Δεν έχουν συχνότητα με πανελλαδική κάλυψη; Έχουν. Να αφήσουν τους περιφερειακούς σταθμούς ήσυχους!

  7. - Σούπω, παίζει ακόμα Doctor Who στο Σκάι ή το σφάξανε; Είχα δει κάτι επεισόδια, αλλά μετά τίποτα. Μήπως άλλαξε μέρα ή ώρα;
    - Χέστηκα. Εγώ τα κατεβάζω. Βάλε DSL, ρε κακομοίρη, που κάθεσαι κι ασχολείσαι με Σκάι. Είναι και τρεις σεζόν πίσω...

  8. - Ο Κούλογλου είναι σοβαρός δημοσιογράφος, γι' αυτό του σφάξανε την εκπομπή. Πολύ τον εκτίμησα τότε.
    - Δηλαδή άμα σφάξουνε την Πάνια, θα την εκτιμήσεις κι αυτήνα;

Η κυρά Σοφία (από anchelito, 28/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καδρόνι είναι η σανίδα, και συνήθως αναφέρεται στη σανίδα που μπαίνει πάνω στις σκαλωσιές. Αυτό το κομμάτι του ξύλου έχει την ιδιότητα να είναι γερό (ώστε να αντέχει το βάρος του πτωχού πλην τίμιου οικοδόμου), αλλά και μακρύ για να πατάει στις δύο άκρες της σκαλωσιάς.

Το ρήμα καδρονιάζω, σλανγκικώς αναφέρεται στο ανδρικό μόριο, και στην ικανότητά του να γίνεται ντούρο και μακρύ -ή όχι.

- Ρε μαλάκα, τον τελευταίο καιρό είμαι χάλια...
- Ψυχολογικά;
- Ναι, μιλάμε με παρακαλάνε τα κοριτσάκια, κι εγώ δεν έχω όρεξη να τα συγυρίσω. Τι να πω...
- Σοβαρή κατάσταση. Δλδ δεν σου σηκώνεται;
- Μου σηκώνεται, αλλά...
- Ρε καδρονιάζει το εργαλείο;
- Καδρονιάζει, αλλά θέλει την ώρα του...
- Τότε μπορεί να είναι και θέμα διατροφής...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified