Selected tags

Further tags

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ιδιαίτερη κατηγορία γυναικών με ιδιαιτέρως μικρό στήθος (το επονομαζόμενο και «πλάκα») και με οπίσθια που δεν γεμίζουν ακριβώς το παντελόνι.

- Το είδες το Τζενάκι; Κουκλί μονάχο!
- Καλή φάτσα, δε λέω, αλλά αβύζου και ακώλου γωνία ρε παιδάκι μου.

Βλ. και κόντρα πλακέ, αβυζαλέο, το.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλαδή: για να αποκτήσεις κάτι που θέλεις, πρέπει να επιμείνεις.

- Την έπεσα στην Μαίρη και έφαγα άκυρο. Σκέφτομαι να πάω για άλλα, όμως την γουστάρω υπερβολικά πολύ ρε φίλε, έφαγα σκάλωμα...
- Θα ξαναπροσπαθήσεις, αργά η γρήγορα θα πέσει, κατά βάθος σε συμπαθεί και δεν της είσαι τελείως αδιάφορος. Αλλά αν δεν κλάψει το παιδί, δεν του δίνουνε βυζί, να το ξέρεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκμεταλλεύομαι ευκαιριακά ή συστηματικά, θεμιτά ή αθέμιτα, ηθικά ή ανήθικα μια ευνοϊκή κατάσταση που μου προσπορίζει διαφορών ειδών οφέλη ή ανταλλάγματα.

Συνώνυμη έκφραση: βρίσκω το μήνα που θρέφει τους έντεκα

- Είδες τον Πανάγο; Από τότενες που άνοιξε νταλαβέριμ' αυτήνες τσι πούστηδοι, είναι κάθε μέρα στη μπούντρα.
- Καλά ξηγιέται, βρήκε βυζί και βυζαίνει, αφού.

(από iwn, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι λέει. Γυναικείο στήθος που βελτιώθηκε (;;;) - συνήθως μεγάλωσε - μετά από παρέμβαση πλαστικού χειρουργού.

Ως είδος, ανεβαίνει όλο και ψηλότερα στη λίστα δώρων για επέτειο γάμου.

Δες και φο-βυζού.

- Ωρρραίο βυζί ... πεπονάτο ...
- Μη μασάς ... αγοραστό είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαίες φυλές, συγγενείς των Βησιγότθων και των Οστρογότθων αντίστοιχα, που αποσχίστηκαν από τις φυλές τους λόγω της αδιαφορίας τους για τα τσεκούρια και τους πολέμους και της παράφορης εμμονής τους για τα βυζιά και τους γοφούς (κώλους-μπούτια τα πάντα όλα) αντίστοιχα.

Έπειτα από την απόσχισή τους, καταλαβαίνετε ότι, λόγω της πολυγαμικότατης ζωής τους, αφιερώθηκαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη στο αχαλίνωτο πήδημα και σαν φυλή αναμίχθηκε και χάθηκε. Τα γονίδιά τους όμως τα κληρονομήσαμε όλοι και σώζονται μέχρι σήμερα.

Για αυτό και χαρακτηρίζουμε σήμερα σαν Οστρογόφο κάποιον που αδιαφορεί γενικά για το μπούστο και τρελαίνεται με τις απανταχού μπουτοκωλάρες και, ανάλογα, Βυζιγότθο αυτόν που ξεφεύγει με τη θέα των βυζιών και συνήθως δεν μπορεί να κοιτάξει ποτέ μια βυζαρού στα μάτια όταν του μιλάει.

  1. - Τι θα έλεγες για μια ισπανική αγόραρέ μου;
    - Μπα είμαι ξερός Οστρογόφος, οπότε σκύψε και αρχίζω τη λίπανση.

  2. - Γεια τι κάνεις Μπάμπη;
    - Εεε, γνωριζόμαστε;
    - Ε, που να με θυμάσαι φατσικά, προχθές που μου μίλαγες για την ορειβασία μόνο τα βυζιά μου κοίταζες..
    - Σόρρυ, αλλά μπέρδευα τα όρη!

Δες και κωλάκιας, βυζάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραζει, με τους ανάλογους χαρακτηρισμούς βέβαια, τα προσόντα μιας γυναίκας. Εμπνευσμένο από λαϊκο άσμα.

Κώστας: - Δικέ μου, κοίτα κάτι μπαλκόνια που έχει αυτός ο μούναρος!!
Νίκος: - Όντως... Έχει άριστη βυζική κατάσταση...

(από HardcoreGR, 25/03/13)"Έχεις βυζιά, μπαίνεις παντού". Αλλά με λίγη φαντασία μπορεί να διαβαστεί και ως "βυζίκ". (από Khan, 27/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που φανερώνει νεύρα, τσατίλα, θυμό και οργή, αλλά με έναν κάπως πιο σουρεάλ τρόπο από τις υπόλοιπες εκφράσεις.

- Γιατί δεν πιάνει το κινητό γαμώ τα βυζιά της πεταλούδας!;!;!

Πολυόργανο που περιλαμβάνει και όργανο- "πεταλούδα" και με το οποίο γυμνάζονται τα βυζιά. Τυχαία η έκφραση; (από Khan, 03/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η νεόκοπη αυτή ατάκα αποτελεί ταυτολογία-ωδή στα σφαιρικά θέλγητρα της χιλιοτραγουδιαμένjης ρουμπενσικής ελληνίδας βυζαρούς. Αυτής που ακόμα κι αν είναι ψιλομπάζο, προξενεί λιμβικό ταράκουλο στον ορμονικά ενεργό άρρενα πληθυσμό δια της βυζαναδείξεως.

Πέον να σημειωθεί ότι η έκφραση γέννησε πληθώρα παραλλαγών που γίνηκαν βάιραλ στο νέτι και απανθίζουμε προς τέρψιν του συναγωνιστή σλάνγκου:

  • γυναίκα χωρίς βυζάρες = άντρας χωρίς λαχτάρες
  • γυναίκα χωρίς βυζί = μοτέρ χωρίς μπουζί
  • γυναίκα χωρίς βυζιά = Ελλάδα χωρίς νησιά
  • γυναίκα χωρίς γόβες = αμάξι δίχως ρόδες
  • γυναίκα χωρίς καμπύλες = Εκάλη χωρίς βίλες = υποβρύχια δίχως τορπίλες
  • γυναίκα χωρίς κόλπα = πόλεμος δίχως όπλα
  • γυναίκα χωρίς κώλο = μπατάρια χώρις πόλο = Ελλάδα χωρίς Βόλο = λιμάνι χωρίς μώλο = τοστ χωρίς Dirollo = στρατός χωρίς στόλο = Εκκλησία χωρίς θόλο
  • γυναίκα χωρίς μπαλκόνια = σπίτι δίχως σαλόνια
  • γυναίκα χωρίς νάζι = χειμώνας δίχως χαλάζι
  • γυναίκα χωρίς νάζια = μηχανή χωρίς γκάζια
  • γυναίκα χωρίς παχάκια = τούρτα χωρίς κεράκια
  • γυναίκα χωρίς πιασίματα = αμάξι χωρίς κρατήματα = φουρτούνα δίχως κύματα
  • γυναίκα χωρίς στήθος = σπίτι χωρίς τοίχος
  • γυναίκα χωρίς στριγκάκι= Luna Park χωρίς τρενάκι
  • γυναίκα χωρίς χουφτώματα = σπίτι χωρίς κουφώματα

Σ.ς.: οι υπόλοιποι που προτιμάτε τις γυναίκες σας παστές σαν φωτοτυπία ταφόπλακας παρακαλώ περάστε στο φουαγιέ για ένα ντεκαφεϊνέ, γουλιά και φέρετρο. Στη συνέχεια θα σάς παραλάβει ειδικό πουτσύλατο-ασθενοφόρο με προορισμό το Ακτινολογικό, Αβύζου και Ακώλου (γωνία).

Ασίστ:Gatzman

1.
- Χαντουτσοβα και ξερο ψωμι , κι ας ειναι αβυζο...
- Διαφωνώ συνονόματε γιατί όπως λένε Γυναίκα χωρίς βύζους=Εκκλησία χωρίς Jesus

2.
Ο Χριστός δεν ξέρω τι είπε, αλλά προσφάτως ο ντι τζέι στις Μούσες έλεγε «γυναίκα χωρίς βύζους, ίσον εκκλησία χωρίς τζίζους» :headbang3: :2funny: :2funny: :tooth:

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει μια σημασιολογική μετατόπιση από το τραβάω τα βυζιά μου. Σημαίνει περισσότερο μια απέλπιδα προσπάθεια, ιδίως αν το λέει άντρας, οπότε θέλει να πει ότι είναι πιο πιθανό να ρεύσει γάλα από τις θηλές του παρά να επιτύχει το εν λόγω εγχείρημα. Επίσης όταν κάτι είναι μάταιο, ανόητο, επίπονο αλλά με αβέβαιες πιθανότητες επιτυχίας.

- Πρέπει, λέει, να κάνουμε όλοι θυσίες για να σωθούν οι τράπεζες. Δεν μου τραβάς καλύτερα τα βυζιά να κατεβάσω γάλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος δεσμεύεται ότι δεν θα κάνει κάτι (συνήθως πολιτικός), όμως και μόνο η αναφορά μας προϊδεάζει ότι τελικά θα γίνει.

- Άκουσα στις ειδήσεις ότι τελικά δεν θα ληφθούν τα νέα μέτρα που ακούστηκαν.
- Και τους πιστεύεις; Είδες χέρι στο βυζί, δέξου μουνί μαντάτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified