Further tags

Μετάφραση της άγγλικης λέξης Blowjob προσαρμοσμένη μέσω slangικής στα μέτρα του κλασσικού Greek-Lover.Συνήθως το χρησιμοποιούμε για μια τούμπανη πίπα και οχι για κάτι το μέτριο!

Πωωω ρε φίλε μου έκανε ενα μπλοτζόμπι η τύπισσα που έτρεμα σα το ψάρι μετά για 10 λεπτά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφενός είναι ο καναπές, όπου κάθεται ο κώλος μας αναπαυτικά, ή η πράξη ή συνήθεια του καθισιού, της ραστώνης, νωθρότητας, απάθειας, ή ο ίδιος ο καναπεδάκιας.

  1. Κατέβηκα στην προκυμαία και περπάτησα μέχρι το λιμάνι, διαδρομή που κάναμε παλιά για να ξεμουδιάσει ο κώλος μας από την κωλοκαθίστρα. (Εδώ).
  2. Το σημαντικότερο εδώ να σημειώσω, είναι ότι θα ξελακουβιάσει η καρέκλα που από την κωλοκαθίστρα έχει αλλάξει χρώμα. (Εδώ).

Αφεδύο είναι η γυναίκα ή κόρη που προσφέρεται για πρωκτογάμευση, που κάθεται με τον κώλο. Και κατά μεταφορική επέκταση ο κάθε ηττημένος, διασυρμένος, συντετριμμένος, ξεφτιλισμένος.

Έβαλε δυο γκολ στην Κ20 και την κωλοκαθίστρα Ιτάνζ. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν η γυναίκα που έχει καιρό να γευτεί παγωτό, κάνει απεγνωσμένα ότι και αν της ζητήσουν τα αρσενικά που έχει μπροστά της μπας και πέσει κάποιο στην παγίδα και της ρίξει ένα ευχαριστήριο.

<<Μάλιστα κύριε Παπαδόπουλε, βεβαίως και θα ρίξουμε τις τιμές για σας και μόνο.>>
<<Άκου ρε την γελοία, πάλι πιπεύει ότι βρει μπροστά της.>>

Got a better definition? Add it!

Published

Σύνθετη λέξη που δηλώνει την τάση προτίμησης ή συναίνεσης για την χρήση βίας κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής. Αναφέρεται στο άτομο που γίνεται ευχαρίστως δέκτης βίας στο πλαίσιο ερωτικής συνεύρεσης. Η ξυλοχωρητικότητα συχνά πιθανολογείται ευθέως από συγκεκριμένα σωματικά χαρακτηριστικά (μεγάλο ύψος ή/και βάρος, εύρος λεκάνης).

Τούμπανο το Μαράκι, δε λέω, αλλά δεν έχει καθόλου ξυλοχωρητικότητα. Ούτε μια σφαλιαρίτσα δεν με άφησε να ρίξω.

Got a better definition? Add it!

Published

Παλαίμαχος κροάτης φορ ο οποίος μύριζε το γκολ. Χαρακτηρίζει μια κατηγορία γυναικών με ανάλογες ικανότητες. Φαινομενικά δεν τις παίρνει ούτε ο χάρος και είναι ποιο άσχημες απ' το χρέος αλλά πάντα τα κουτσοβολεύουν. Συναντιώνται σε διάφορα bar μετά τις 4 το βράδυ και έχουν ως έμφυτο ταλέντο να μυρίζονται ποιοι άντρες έχουν πιεί αρκετά ώστε να μην καταλαβαίνουν με τι έχουν να κάνουν και το κυριότερο τι παν να κάνουν, αλλά το αλκοόλ δεν τους έχει φτάσει ακόμα στο σημείο που η στύση γι' αυτους θα ήταν κάτι ακατόρθωτο. Φέρονται δε ως η κύρια αιτία των τραγικών/αλησμόνητων αντρικών πρωινών ξυπνημάτων.

- Τι έπαθες ρε μαλάκα γιατι είσαι άσπρος;
- Άσε ρε μαλάκα βγήκα χθες και ήπια και το πρωί ξύπνησα μ' ένα Σούκερ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσομοίωση σεξουαλικής πράξης. Ο κουμπαράς παρομοιάζεται με αιδοίο λόγω της σχισμής, όπου μπαίνουν τα κέρματα.

- Πρέπει να κάνω αποταμίευση γιατί περνάω δύσκολα. Πρέπει να βάλω τη δραχμή στον κουμπαρά της Κικίτσας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ο ενεργητικός άντρας συνουσιάζεται με άλλον άντρα με πρωκτικό σεξ ή αλλιώς τον κολομπαρεύει. Είναι επίσης έκφραση απειλής του τύπου «θα τον γαμήσω!»

Καλά, άμα τον πετύχω πουθενά θα του φάω το κουλούρι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιστημονικά, ο πρωκτός είναι η απόληξης του εντέρου. Αυτός λοιπόν που βάλει τον πρωκτόν, με το πέος, του ονομάζεται εντερογάμης. Χρησιμοποιείται, όμως, υποτιμητικά και χλευαστικά γι’ αυτόν που καυχιέται συνέχεια ότι τις πηδάει όλες από τον κώλο.

-Μάγκες, πολύ εύκολη ήταν η Όλγα, την πήρα και αυτήν από πίσω όπως όλες τις υπόλοιπες!
-Άσε μας ρε Θωμά, μαλάκα, εντερογάμη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το κάρφωμα ή ξεκώλιασμα ωραίου και νεαρού μουνέτου, συνήθως ενός φιλέ μινιόν, καθ' όλα λεπτεπίλεπτου πιπινιού.

  2. Επίσης η ακατανόμαστη πράξη αυτή καθεαυτή. Ακόμα και το αντικείμενο του πόθου.

  1. Πω-πω για σουβλάκι που είναι αυτό το πιπίνι...

  2. Πέρασε ένα σουβλάκι πριν από λίγο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χώρος του μπίχτινγκ, σπορ κατά το οποίο απαιτείται υλικοτεχνικός εξοπλισμός, λίγα φράγκα και άφθονος χρόνος.

Τα εργαλεία που χρειάζονται συνήθως είναι

  • ντύσιμο ιταλικής προέλευσης,
  • 2λιτρο υπερτροφοδοτούμενο γερμανικής κατασκευής, και
  • ιδιωτικός χώρος για να μπει το χειρουργικό τραπέζι.

    Κύριοι στόχοι είναι νεανίδες από τον χώρο του μόντελινγκ, tραγουδιστριάκια, wannabe ηθοποιοί, χορεύτριες κ.ο.κ., καθώς επίσης και noname μουνάκια, αρκεί να έχουν σασί διαστημικό.

Οι μαιτρ του είδους καταφέρνουν να πλήξουν στρατηγικούς στόχους με ελάχιστα μέσα.

- Χτες πήγα εκείνο το μοντελάκι που σου έλεγα στο σπίτι και το χειρούργησα.
- Άξιος! Άξιος! Άρχοντα του μπίχτινγκ!

Παραπονιέται, ότι αυτός που τραβιολογιέται, της κάνει νερά και 'γω της είπα «άμα δεν γουστάρεις τέτοια, να μην ψωνίζεις από τον χώρο του μπίχτινγκ».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified