Further tags

Η κοπέλα τελειωμένη (και των δύο φύλων) που γαμιέται με όλους και τα πίνει όλα, χάπια, ουίσκια και κόκα κόλα. Χρησιμοποιείται κυρίως ως βαριά βρισιά-προσβόλα, αλλά ενίοτε πανηγυρίζεται σε καυλο-ιστοριούλες ή παστικούς διαλόγους όπου πρέπει να εξαρθεί η ολοκληρωτική αυτοπαράδοση του ερωμένου /-ης.

  1. Καθολου οξυμωρο, ειναι ζωη αυτη να σε χρησιμοποιουν τοσα ατομα σα χυσοκανατα; Οπως ειπα και πιο πριν, γαμησι, φαι, υπνος, αυτη ειναι η ζωη τους.
    μπράβο ;)
    αισθάνονται όμως όμορφα μέσα στην αθλιότητά τους! (Εδώ).

  2. α ναι τον θυμαμαι αυτον...αλλος ενας ηθοποιος «εναλλακτικος εραστης» για «σκεπτομενες» γκομενες που πακετο με τον μουζουρακη προσπαθουσε να πασαρει το λαμπρακοκαναλο πριν κατι χρονια...κανει ταιριαστο ζευγαρι με την χυσοκανατα του κομματικου σωληνα που παντρευτηκε.... (Εδώ).

  3. 23 χρονος, άτριχος, ψάχνει άγριο και σκληρό επιβήτορα για να με κάνει χυσοκανατα του !!!!
    Πάνω απ όλα όμως ψάχνω για αισθήματα !!! (Εδώ).

(από Khan, 09/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται σε περιπτώσεις ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, όταν υποτίθεται ότι το ζευγάρι έπαιρνε προφυλάξεις, αλλά παρά τον Όλαφ κάποιο θεληματικό σπερματοζωάριο την είδε Μαγκάιβερ, κατάφερε να υπερβεί προφυλάξεις, αντισυλλήψεις και ταλιμπάν και μέσα από φοβερές μαγκαϊβεριές να φτάσει τελικά στον αντικειμενικό του προορισμό (υπάρχει βέβαια πάντοτε και η υποψία του foul play (τ. 24 κερατίων, «άγονες μέρες») ή της απλής ανθρώπινης μαλακίας (τ. «μα είχα τραβηχτεί, δεν είχα;», «Troyan ήταν αυτό ή Δούρειος Ίππος;»)). Μαγκάιβερ είναι, λοιπόν, αυτό, το τιμημένο το σπερματοζωάριο, καθώς και το διάδοχο σχήμα, το παιδί. Πρόκειται για αυτονομημένη ατάκα από ένα ψιλοκρύο ανέκδοτο των ογδόνταζ σχετικά με τον διάσημο μαστροχαλαστή ήρωα τηλεοπτικής σειράς, για το οποίο βλ. το χανκοσχόλιο του άλλου ορισμού.

- Πώς τα πάτε με την Πιπίτσα ρε Μπάμπη;
- Άσ' τα να πάνε, μου ανακοίνωσε ότι περιμένει παιδί...
- Μα εσύ δεν μου είχες πει ότι δεν ήθελες παιδί; Είναι σίγουρα δικό σου; Γιατί ακούγονται διάφορα...
- Τι να σου πω; Πάντως αν είναι δικό μου, θα το ονομάσω Μαγκάιβερ...

(από Khan, 28/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες γιαουρτιών:

  1. Συνθηματική ναρκοσλάνγκ για την κοκαΐνη, σχετικά πρόσφατη. Μια από τις πολλές φλωρατζήδικες μεταφορές για την μεγάλη κυρία των ναρκωτικών, βασισμένη στο λευκόν του πράγματος. Άμα σκεφτείς και το γιαουρτάκι της γιαγιάς με την πέτσα και την ζάχαρη από πάνω, μπορεί να σου θυμίσει το κρυσταλλοειδές της κόκας. Για άλλες φλωρατζήδικες μεταφορές βλ. χιόνι, χιονάτη, νιφάδες, χιονόμπαλα, παγόβουνο, αναψυκτικό και ταλιμπάν και ταλιμπάν...

  2. Στην σεξοσλάνγκ είναι τα φλόκια. Κυρίως, στο ωραίο θέαμα που προσφέρουν όταν απλώνονται χυτά στο λείο γυναικείο δέρμα. Πιθανολογώ ότι ο συνειρμός είναι από το γιαούρτωμα. Οπότε και εδώ έχουμε εκτίναξη σπέρματος δίκην γιαουρτιού στο ταλαιπωρημένο δέρμα, πάντα για το καλό της γυναίκας, σύμφωνα με τον γνωστό εξουσιαστικό φαλλογοκεντρισμό. Το Πονηρόσκυλο έχει καταγράψει και την έκφραση στα μπούτια τα γιαούρτια, όπου μιλάμε μάλλον για υπερεκχείλιση σπέρματος από το αιδοίο και ολίσθησή του στους μηρούς. Το γιαούρτι είναι ένα μόνο από τα γαλακτοκομικά προϊόντα που συνδέονται σλανγκικώς με το σπέρμα, βλ. και τα τυρί, φέτα, γαλατάς.

This definition has the tendency of becoming silly, θα με διέκοπτε ο Graham Chapman...

Σλανγκασίστ: Ένα ακόμη ψιχίο από την σλανγκοτράπεζα του Χότζα.

  1. - Πού 'σαι ρε Μήτσο; Γουστάρεις να χτυπήσουμε κανά γιαουρτάκι;

  2. - Έτσι, έτσι μωρό μου, έεετσι! Ο γαλατάς, ο γαλατάς! Σου φέρνω τα γιαούρτια μανάρι μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για συνώνυμο των λέξεων χύσι, φλόκι, ψωλόχυμα, το γνωστό δηλαδή λευκό παράγωγο του ανδρικού γενετήσιου μορίου.

- Τι έγινε τελικά με την γκόμενα, το κάνατε;
- Ναι ρε φίλε, είχα και καιρό να γαμήσω και όταν έχυσα της άδειασα μισό κιλό ψωλέλαιο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παρατσούκλι- σήμα κατατεθέν περασμένου κλανητάρχη, του Bill Clinton. Καθιερώθηκε ύστερα από τους λεκέδες που άφησε στο ένδυμα της υφισταμένης του (φυσαρ-)Μόνικας Λεβίνσκι. Οπότε το παρατσούκλι λειτούργησε κατόπιν και ως σχετική προτροπή: «Πλύντον, τουλάχιστον!». Μετά το εν λόγω σκάνδαλο ακολούθησε κι ένας (μίνι τουλάχιστον) βομβαρδισμός του Ιράκ για να στραφεί αλλού η προσοχή των μυδιών και μετά ο βομβαρδισμός της Σερβίας, κι ας προέτρεπε ο ΚΥΡ τον Πλύντον «make love not war!».

Ο όρος χρησιμοποιείται και γενικότερα για εργοδότες σε στυλ Ζαχόπουλου, οι οποίοι έχουν παρενοχλητικές τάσεις προς υφιστάμενες.

Και βέβαια, η έκφραση ξαναμπήκε στην επικαιρότητα με την ανάληψη του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ από την σύζυγο του Πλύντον στην κυβέρνηση Ομπάμα, σλανγκιστί Ομπάμια. Οι ρατσιστές έσπευσαν να το εκλάβουν ως παρότρυνση στην Χίλαρι, δηλαδή: «Χίλαρι Πλύντον» τον πρώτο Αφροαμερικανό Πρόεδρο των ΗΠΑ. Αλλά αντιτάχθηκε η εξής σλανγκική παράφραση κλασικής παροιμίας ως εξής: «Τον (κλ-)πλανητάρχη κι αν τον μαυρίζεις, το κάρβουνό σου χαλάς», που υπονοεί ότι δεν αρκεί η μετατροπή του Λευκού Οίκου σε Μέλανα για να λυθούν δια μιας όλα τα προβλήματα κι οι αδικίες στον πλανήτη. Άλλωστε δύσπιστοι σλανγκιστές από την άλλη όχθη του Ατλαντικού αποκαλούν τους περί τον Ομπάμα ανθρώπους «Obamicans». Δηλονότι εκ του Obama & Republican, επειδή ο Ομπάμιας επέλεξε να χρησιμοποιήσει πάρα πολλούς ανθρώπους από τις κυβερνήσεις Πλύντον αλλά και Μπούς τινος. Οι αντίπαλοι του βέβαια επέλεξαν να παραφράσουν το όνομά του από «Μπάρακ Χουσείν Ομπάμα» σε «Μουμπάρακ Χουσεϊν Οσάμα» δηλαδή σε ένα αμάλγαμα από τους μεγαλύτερους εχθρούς των ΗΠΑ, ζώντες και τεθνεώτες. Δεν ξέρω, ένας αναγραμματισμός του Vrasta θα δείξει!

...Γι' αυτό και ο Πλύντον άφησε το σαξόφωνο και τό 'ριξε στο κλαρίνο και την φυσαρμόνικα...
(Τάσος Μπουγάς σε ρέντα!).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αγγλικός όρος είναι baking powder και σημαίνει σκόνη ανεβάσματος κέικ. To μπέϊκιν παόυντερ, είναι διογκωτικό υλικό και πιο συγκεκριμένα είναι σκόνη που περιέχει διττανθρακικό νάτριο (σόδα μαγειρέματος) και χρησιμοποιείται για να φουσκώνει τη ζύμη στο ψήσιμο, σε κέικ, και αφράτα γλυκά του τηγανιού όπως οι βάφλες, τηγανίτες κλπ.

Οταν στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ποιητής χρησιμοποιεί τον όρο, παρομοιάζει το φούσκωμα της ζύμης, με τη φουσκωμένη κοιλιά μιας γυναίκας στην περίοδο εγκυμοσύνης της και θεωρεί ως μπέϊκιν παόυντερ το ευθύβολο σπέρμα του άντρα που είναι υπεύθυνο για αυτήν την εγκυμοσύνη.

- Ρε μαλάκα, μπορεί να 'χεις παιδί απ’ την πρώτη σου γυναίκα, αλλά ξεκόλλα απ’ την αρνητικότητα σου. Έχεις ξαναπαντρευτεί και μάλιστα με νέα γυναίκα. Είναι σωστό να της στερείς τη χαρά της μητρότητας;
- Γιατί ρε; Τώρα στα μεσοκοπήματα πάλι μωρά και κούνιες;
- Πώς να στο πω, πιο απλά ρε… Αν δε θες περικοκλάδες, στάξε λίγο μπεϊκιν παόυντερ … και δε θα μετανιώσεις. Αλλιώς φιλαράκο θα βοηθήσει άλλος τη σπερματοδιψάζουσα γυναίκα σου να φτιάξει το γλυκό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση του ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου. Πρόκειται για το πυκνό ψωλόχυμα που δίκην συμπυκνωμένου ψωλογάλακτος ομοιάζει με καϊμάκι. Είναι μια από τις πολλές ψωλόκρεμες που πραγματεύεται ο ποιητής στο slangum opus του [I]Μέγας Ανατολικός[/I].

Παρ' ὅλον ὅτι μὲ μίαν λέξιν, ἤθελε νὰ πιπιλίσηι, νὰ βυζάξηι, καὶ νὰ φάγηι, ὄχι μόνον τὸ μέρος αὐτό, ἀλλὰ ολοκλήρους τὰς δόσεις τοῦ πολυτίμου ὅσο καὶ ἡδονικοῦ σπερματικοῦ [B]καϊμακίου[/B], ὥστε νὰ ἀπολαύσηι ὄχι μόνον τὸ «τρομπάρισμα», τὴν πρᾶξιν τῆς αντλήσεως καὶ τὸ συνταρακτικὸν θέαμα ἑκάστης εκσπερματίσεως, ἀλλὰ καὶ τὴν ἰδιάζουσαν ὀσμὴν καὶ τὴν πυκνοτάτην γεῦσιν τοῦ προσφερομένου εκάστοτε ψωλοχύματος. [...]) Μέγας Ανατολικός, Τόμος 1, σ. 268-269.

Got a better definition? Add it!

Published

χυσοβολή, χυσοβόλι

Η κατά βούληση εκτόξευση σπερματορουκετώνε.

- ρε τραβατε και οι δυο σας μην σας ριξω καμια χυσοβολη που λετε οτι πληρωσατε εμενα.. :zfuck: τους πολιτικους πληρωνετε στρακι... (δώθε)

- Για να μην βγω έξω και γαμήσω το σάψαλο εριξα την έτοιμη απο νωρίς χυσοβολή μου και πήγα για άλλα. καλή διάθεση γενικότερα το καυλακι με τα ωραία ματια... (κείθε)

- ΑΥΤΗ Η ΠΟΥΤΑΝΙΤΣΑ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΧΥΣΟΒΟΛΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΠΡΟΓΕΝΝΗΜΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΤΗΣ ΑΚΟΥ ΕΚΕΙ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΔΟΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΚΕΜΑΛ ΑΤΤΑΤΟΥΤΚ... (φωνακλάδικο χυσαυγό, παραδίπλα)

Ιαπωνιστί: το μπουκάκι.
Προς το λυρικότερο: το χυσοβρόχι.

Εκ των χύσια και βάλλω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγιωτατισμός του ποιητού Ανδρέου του Εμπειρίκου, ούτινος η μνήμη εορτάζεται σήμερον 3 Αυγούστου, οπότε και απεδήμησεν εις τον Μεγαλοψώλωνα Δημιουργόν του, για να δηλώσει την γεμάτην ερωτικού γλεύκους, ήτοι σπέρματος, οπήν άρτι δεχθείσαν την εκσπερμάτισιν του ψώλωνος γαμέτου.

Ἀλλ' ἐὰν διὰ τὸν Τζὲφ εἶχε τελειώσει ἡ γαμικὴ πρᾶξις, διὰ τὴν κύπτουσαν πάντοτε ἐπί τῶν τυλιγμένων σχοινίων μυστηριώδη ἐπιβάτιδα ἡ συνουσία ἐπρόκειτο νὰ ἔχηι συνέχειαν, μὲ τὸν τρίτον κατὰ σειρὰν ἐπιβήτορα, τὸν νέγρον Τζάκ. Διότι, μόλις ἀπέσυρε μὲ βαθύτατον ἀναστεναγμὸν ἱκανοποιήσεως τὸν κάθυγρον πελώριον ποῦτσον του από το σπερματοβριθές μουνί της, ὁ Τζακ, χωρὶς νὰ ἀφήσηι οὔτε δέκα δευτερόλεπτα τὴν ἄγνωστον γαμομανῆ νὰ ἀναπαυθῆι, ἔσπευσε ὀπίσω ἀπὸ τοὺς γλουτούς της καὶ ἐνῶ ἐσφάδαζε χύνουσα ἀκόμη τὸν μουνοχυμόν της ἡ κυρία, κατέλαβε τὴν θέσιν τοῦ Τζὲφ καὶ ἤιρχισε πάραυτα νὰ τὴν γαμᾶι καὶ αὐτὸς μετὰ μανίας. (Μέγας Ανατολικός, Τόμος 7, σ. 124).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας ή γυναίκα που έχει (ή θεωρείται ότι έχει) σεξουαλικές σχέσεις ως "παθητικός" ερώμενος-η με πάρα πολλούς εραστές, οπότε θεωρείται ότι χρησιμεύει απλώς ως σκεύος ηδονής και ως τόπος εγκατάθεσης σπέρματος, χωρίς να έχει κάποια άλλη ενδιαφέρουσα ανθρώπινη ποιότητα. Χρησιμοποιείται και ως γενική σεξιστική βρισιά. Συνώνυμα: χυσοκανάτα, σπερματοκανάτα, χυσαποθήκη. Αγγλιστί: cum bucket, sperm bucket.

Καλά με τη Τζένη βρήκε να κάνει σχέση; Αυτή είναι ο χυσοκουβάς όλης της Φιλοσοφικής!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified