Further tags

Η επίσκεψη διαρκείας. Πολλές φορές προκαλεί αγανάκτηση.

- Μας ήρθαν χθες το απόγευμα για επίσκεψη και μας μπαστακώθηκαν για 4,5 ώρες. Αυτό δεν ήταν επίσκεψη. Αρμένικη βίζιτα ήταν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοί που πιστεύουν σε αυτόν, θεωρούν πως ο νόμος τους είναι ταυτισμένος με τις επιθυμίες τους. Δέχονται τις απόψεις των άλλων αρκεί αυτές να συμφωνούν με τις δικές τους. Κάποιος διάσημος Γάλλος ετσιθελιστής αυτοκράτορας... Λουδοβίκος τάδε, έλεγε «το κράτος είμαι εγώ».

Πολλοί ετσιθελιστές αναφέρουν τη φράση κλειδί του δόγματός τους (έτσι θέλω) στα αρβανίτικα (άστε ντούα).

- Μπήκε μέσα και με το άστε ντούα επέβαλε στους άλλους την άποψή του.
- Καλά, τι ετσιθελιμός είναι αυτός τέλος πάντων;

(από ironick, 15/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά η έκφραση προέρχεται από τον ένδοξο Ελληνικό Στρατό, όπου τα αντικείμενα (εξοπλισμός, ιματισμός κλπ) τα χρεώνονται οι φαντάροι συμπληρώνοντας μία φόρμα με τον κωδικό αριθμό 108. Επειδή ο ΕΣ είναι από τα τελευταία πράγματα που λειτουργούν έστω και υποτυπωδώς σωστά σ' αυτή τη ρημάδα τη χώρα, η χρέωση αυτή μέσω του συγκεκριμένου κωδικού είναι τελεσίδικη και δεν μπορείς να τους μπαλαμουτιάσεις και να την κάνεις με υλικό της υπηρεσίας.

Μεταφορικά λοιπόν, όταν έχουμε χρεωθεί κάτι με 108 σημαίνει αφενός ότι για ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον το έχουμε παντρευτεί και καλά θα κάνουμε να το προσέχουμε και αφετέρου ότι μάλλον το χρεωμένο «αντικείμενο» είναι κομματάκι παλτό.

Χρησιμοποιείται τόσο για άψυχα όσο και για έμψυχα.

  1. - Τι γίνεται ρε Μήτσουλα; Χάθηκες.
    - Τι να γίνει ρε δικέ μου; Πίκρα. Έχει έρθει ένα ξαδερφάκι μου απ' το χωριό και μου τον έχει χρεώσει η γριά μου με 108. Ούτε να κατουρήσω δεν μπορώ να πάω μόνος μου. Γάμησέ τα...

  2. - Πού 'σαι, Μίλτο; Να δανειστώ λίγο τ' αμάξι σου για κάτι τρεχάματα που έχω κάνα δυο μερούλες;
    - Νταξ ναούμ, αλλά τό 'χεις χρεωμένο με 108. Αν πάθει τίποτε, θα σου κάνω τον κώλο παπαρούνα. Γκέγκε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σαν το «χέστηκε η Φατμή/Φατμέ στο Γενί Τζαμί»: δηλώνει ότι αυτό που ακούστηκε είναι αδιάφορο ή κοινότοπο, και γι αυτό το ίδιο σημαντικό με το ότι η φοράδα (μας) έχεσε στο αλώνι (δραστηριότητα στην οποία τα ζώα επιδίδονται όπου βρεθούν κι όπου σταθούν αδιακρίτως, και γι' αυτό δεν είναι άξια λόγου).

Καθαρευουσιάνικη παραλλαγή που χρησιμοποιούν κυρίως οι φιλόλογοι: «Εχέσθη η φορβάς εν αλωνίω».

  1. - Τα 'μαθες; Ο Τάκης έσκασε μύτη στο μπαράκι με μια ξανθιά με τρία μέτρα πόδι, που όλο το βράδυ του πιπιλούσε το αυτί.
    - Και χέστηκε η φοράδα μας στ' αλώνι. Τρία χρόνια έχουμε που χωρίσαμε, λέμε, ας σκάσει μύτη και με τη Ζιζέλ, σικιμέ.

  2. - Κύριε, ακούστηκε ότι φέτος στις πανελλήνιες θα πέσει Παπανούτσος. - Παπανούτσος κι εχέσθη η φορβάς εν αλωνίω, Φυτόπουλε, κάθε χρόνο τις ίδιες βλακείες σάς λένε στα φροντιστήρια.

Συλβέστερ στ\' αλώνι (από Khan, 01/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίρνω τον πούλο ή Παίρνω (το) μπούλο (για τη Βόρεια Ελλάδα) ή σκέτο: (το) Μπούλο: την κάνω, με διώχνουν ή διώχνω. Πάρε μπούλο: φεύγα, καν' την. Παράγωγο ρήμα: (τη) μπουλεύω, Αόριστος: (τη) μπούλεψα

  1. - Χαχα! Τι έγινε ρε μαλάκα, σου έφαγε την γκόμενα ο Θανάσης ο χλιμίντζουρας; - Γαμώ το στανιό σου, πάρε μπούλο ΤΩΡΑ, μη σου γαμήσω!

  2. - Εεμ, Γιώργο, με τον Θανάση δεν έπαιξε τίποτα, λάθος σ' τα είπανε. - Το μπούλο τώρα, μωρή χαμούρα! Μπούλο είπαμε, γαμώ τον αντίθεό σου!

  3. - Και τι έγινε τελικά; Τον έδειρες το Θανάση; - Άσε, μόλις είδα τα μπράτσα του, τη μπούλεψα στο φτερό. Πόρτα στο Πρίβιλετζ, γάμα τα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται συχνά με μεταφορική έννοια. Πλην της προφανούς κυριολεκτικής έννοιας συχνά την συναντούμε για να δείξουμε πώς ένα άτομο (ή ομάδα ατόμων) παραδόθηκε χωρίς αντίσταση ή και ακόμα χειρότερα λόγω συμφερόντων.

- Γεια σου ρε Ξάνθη ομαδάρα, άνοιξες καλά τα πόδια και φέτος στον γαύρο.
- Τι μιλάς ρε αεκάκι και εσύ, λες και επαίξε μπάλα ο ΠΑΟΚ και του ρίξατε τέσσερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση υποδηλώνει καλοπέραση.

Στην έκφραση χρησιμοποιούνται επιθετικοί προσδιορισμοί που είναι γενικά συσχετισμένοι με αρνητικές καταστάσεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως συνδέονται με εξόχως θετικές καταστάσεις.

Έτσι η τεχνητή μελανοποίηση οδηγεί στην παρουσίαση της θετικότητας της κατάστασης με αρκετά χιουμοριστικό τρόπο. Βέβαια, για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να χρησιμοποιηθεί κατάλληλη γλώσσα σώματος.

- Και πώς περάσατε στη Γαλλία;
- Άσ' τα να πάνε. Το κρασί παλιό... το χαβιάρι μαύρο...

(από GATZMAN, 09/11/10)(από Protoslangarios, 20/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το είδος εκείνο μουσικής στο οποίο ο κιθαρίστας θεωρεί υψηλή τέχνη να παίζει όσο πιο γρήγορα μπορεί όοοοολες τις κλίμακες και τα αρπίσματα που έμαθε στο ωδείο.
Η ταχύτητα, σε συνδυασμό με τις λεπτές χορδές και την πριμάτη παραγωγή, στεφανώνονται από την ασυναρτησία, την υποχρεωτική έλλειψη πρωτοτυπίας και την εμφανή τάση για επιδειξιομανία που δέρνει το είδος, και δημιουργούν στον ακροατή την ανάγκη να πλύνει το πρόσωπό του ή και να ξυριστεί.
Ο όρος αποδίδει επιτυχημένα το άκουσμα, όσο και την ασημαντότητα του είδους αυτού, του οποίου οι υπηρέτες συγχέουν συστηματικά την τέχνη με την τεχνική.
Απ' ό,τι φαίνεται, ο πρώτος σαπουνοποιός στην Ιστορία της Μουσικής ήταν ο Yngwie Malmsteen, του οποίου η μουσική συναγωνίζεται σε φρικαλεότητα τα έργα και ημέρες του άλλου μεγάλου σαπουνοποιού της Ιστορίας (ένας Αδόλφος κάτι, δεν θυμάμαι τώρα). Από τότε, βέβαια, νέοι καλλιτέχνες, με μεγαλύτερες τελικές και καλύτερη δράση ενάντια στους λεκέδες έχουν ξεπεταχτεί, χαρίζοντάς μας το λευκότερο λευκό.

- Φίλε, πήρα το καινούργιο ψδ του Xys Tarhidiasou. Ο τύπος κάνει καιγαμώ τις μουσικές ρε. Χτυπάει με το αριστερό δέκατα έκτα στο 1342 ενώ κάνει ταππινγκ με τη μύτη πεντάηχα στο 146 και ξύνει την κωλοτρυπίδα του με την πένα. Όταν κάνει sweep λένε ότι καθαρίζει την Κόπρο του DeMayo όσο να πεις grind.
- Πότε θα σταματήσεις ν' ακούς αυτές τις μπουρμπουλήθρες και θα γίνεις άνθρωπος γαμώ τη μπαναγία σου ρε βλάκα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πάθημα, το χουνέρι, η ήττα, η νίλα, η κασκαρίκα.

- Τρελό κάζο έπαθα χθες... Με είχε πιάσει κόψιμο, και πάνω που φτάνω σπίτι τρέχοντας και πάω να βγάλω τα κλειδιά, δεν τα έβρισκα πουθενά!
- Πω ρε φίλε, γάμησέ τα! Και πώς την πάλεψες;
- Μην τα ρωτάς...

Δες και κάζο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν τα πράγματα είναι γάμησέ τα, τρώει κανείς το ένα πακέτο μετά το άλλο κι αισθάνεται ο καημένος ότι βρέχει ψωλές κι έχει ξεχάσει την ομπρέλα σπίτι... Επίσης λέγεται όταν κανείς παθαίνει γερό κάζο.

  1. - Τι έγινε ρε παιδιά, αυτή την εβδομάδα πέντε διαγωνίσματα απροειδοποίητα μας βάλανε!
    - Βρέχει ψωλές φίλε...

  2. - Εσύ, ο καινούριος! Πάλι άργησες; Για έλα στο γραφείο μου...
    - (Ωχ, θα βρέξει ψωλές...) Μάλιστα κύριε διευθυντά!

Got a better definition? Add it!

Published