Further tags

Σπάω κάποιον (και όχι «την σπάω σε κάποιον») είναι μια παλαιομοδίτικη και υπερπρόστυχη έκφραση που σημαίνει σοδομίζω.

Η φράση αναφέρεται κυρίως στη ζημιά που προκαλείται στο σφιχτήρα την πρώτη φορά που κάποιος τον παίρνει και γέρνει, και προφανώς αρέσει στους πολύ έμπειρους γεροντόπουστες που τη χρησιμοποιούν γιατί ακριβώς τους θυμίζει τα νιάτα τους και την / τις πρώτες τους σεξουαλικές συνευρέσεις.

Το σπάω δηλαδή έχει εδώ και την έννοια του εκπορθώ, ανοίγω πέρασμα κλπ.

(γραφικός γεροντόπουστας κάπου στην Αττική της περασμένης δεκαετίας)

- Αγόρια, καλέ αγόρια, ελάτε καλέ, απόψε θέλω να με σπάσετε!
- Άσε μας ρε Τάκη, πήγαινε σπίτι σου να' ούμε, μην αρπάξεις καμιά πνευμονία, γέρος άνθρωπος...

Βλ. και σχετικά λήμματα καρφοκωλιάζω και ξεφτιλίζω τον κώλο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετικός προσδιορισμός που χρησιμοποιείται κυρίως για το μουνί υψηλής τεχνολογίας. Γενικά, για γκόμενες πολύ αεράτες, ψηλές, εντυπωσιακές, μπαλκονάτες, γυναικάρες. Επίσης, για γυναίκες που η ομορφιά οφείλεται και στην τεχνολογία, (σιλικόνες κτλ). Η χρήση του επιθέτου γίνεται αναλογικά προς τα: «τριφασικό ρεύμα», «τριφασική γεννήτρια», «τριφασικός κινητήρας», «τριφασική συσκευή».

Επίσης, χρησιμοποιείται ως επιθετικός προσδιορισμός στο «φάση». Λέμε «φάση τριφασική». Στην αρχή η χρήση αυτή ήταν κατ' αντιστοιχία προς το «τριφασικό μουνί». Αλλά μετά αυτονομήθηκε και οδήγησε σε μια παρετυμολογία κατά την οποία η «τριφασική φάση», ή απλά το «τριφασικό» σημαίνει το ερωτικό τρίο. Αν και πρόκειται για εμφανή παρετυμολογία, οφείλουμε να την καταγράψουμε, γιατί έχει περάσει στην ελληνική σλανγκ.

Μεγεθυντικό: Τριφασική μουνάρα, η

Τι τριφασική μουνάρα είναι αυτή η Veronica Zemanova! Άλλης τεχνολογίας μουνί!

(Παρετυμολογικά:)
-Είδες την ταινία του Γούντυ Άλλεν που τά 'χουν ο Μπαρδέμ, η Πενέλοπε Κρουζ κι η Σκάρλετ Γιόχανσον, όλοι μαζί; Φάση τριφασική, σου λέω!

Veronica Zemanova. Άλλης τεχνολογίας μουνί! (από Hank, 02/01/09)

Βλ. και σχετικά λήμματα θεόμουνο, το, Σίλικον Βάλεϋ, η, τριολέ και Λίλιαν, η/το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Update του «είμαι ταπί» στην εποχή του εύκολου πλαστικού χρήματος («πλαστό χρήμα», κατά Άντζελα Δημητρίου). Παράγωγο απ' το ταπί και τον αριθμό pin.

Χαρακτηρίζει τον Νεοέλληνα, που παλιά θα κλαψομουνούσε ότι «δεν έχει μία», «έχει άδεια τσέπη» κ.τ.ό., αλλά σήμερα θεωρεί ότι η αποστήθιση του ενός έως νιοστού αριθμού pin για την πιστωτική του, ή την κάρτα που τον συνδέει με το δανειοδάνειο, αρκεί για τη λύση όλων των προβλημάτων του.

Επίσης: 1. Ταπίν και ψύχραιμος: Ο Νεοέλληνας που χρωστά ιλιγγιώδη ποσά σε δανειοδάνεια, αλλά συνεχίζει ψύχραιμα το ίδιο χλιδάτο ή χλιδαίο στυλ ζωής. 2. Ρέστα, ταπίν και ψύχραιμος.

Ο όρος εισήχθη απ' τον Χάρρυ Κλυνν (πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση, εννοείται).

- Κι οικονομικά πώς πας ρε Μπάμπη;
- Άστα και χέστα! Είμαι ταπίν! Δυο χιλιάρικα Ευρώ έχω αυτή τη στιγμή στο πορτοφόλι μου! Τα σήκωσα το πρωί απ' το δανειοδάνειο!

(από Khan, 05/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα ρέστα είναι το υπόλοιπο. Αυτό που μένει. Ό,τι έχει μείνει και δεν μείνει. Ό,τι έχω και δεν έχω. Από το ιταλικό resto αλλά η λατινογενής ρίζα της λέξης υπάρχει σε πολλές Ευρωπαϊκές γλώσσες.

Η έκφραση δίνω ρέστα είναι άκρως πολυσήμαντη.

  1. Στην μη σλανγκ εκδοχή της, σημαίνει απλά επιστρέφω στον πελάτη τη διαφορά ανάμεσα στα χρήματα που μούδωσε και την αξία αυτού που αγόρασε. (παρ. 1)

  2. Στην γλώσσα της πόκας, δίνω ρέστα σημαίνει ποντάρω τα πάντα, ως και την τελευταία μάρκα. Επίσης λέγεται και λέω τα ρέστα μου, πάω τα ρέστα μου, βάζω τα ρέστα μου, παίζω τα ρέστα μου ή - για όσους έμαθαν πόκα απ'το ίντερνετ - all in. (παρ. 2) Φυσικά, όταν πάω τα ρέστα μου, είμαι, ή θέλω να δείξω ότι είμαι, απόλυτα βέβαιος για το φύλλο μου. Έτσι, από την πόκα η έκφραση έχει περάσει και αλλού για να δείξει την τέλεια σιγουριά. (παρ. 3)

Όταν λέω ρέστα μένω, εννοείται, ταπί - ή, και ταπίν.

  1. Δίνω ρέστα στην τρέχουσα αργκό σημαίνει ενθουσιάζομαι, τρελλαίνομαι με κάτι, κόβω τις φλέβες μου, μ' αρέσει κάτι όσο δεν πάει. (παρ. 4 & 5)

  2. Επίσης στην τρέχουσα αργκό, δίνω ρέστα σημαίνει και κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ, υπερβάλλω τον εαυτό μου, κάνω καταπληκτική εμφάνιση. (παρ. 6 & 7)

  3. Σπανιότερα, δίνω ρέστα μπορεί να σημαίνει το ίδιο από την αρνητική του πλευρά - δηλαδή, κάνω υπερπροσπάθεια, το παρακάνω και, κατά συνέπεια, εξαντλούμαι. Η φράση εδώ χρησιμοποιείται περίπου ως συνώνυμο του τα φτύνω ή τα παίζω. (παρ. 8 & 9)

Πολύ διαφορετική είναι η έκφραση ζητάω (τα) ρέστα - ενώ φταίω για κάτι, προσπαθώ να μεταθέσω την ευθύνη και να βγω κι από πάνω.

  1. Ένας ταξιτζής στην Ελλάδα δεν θα καταφέρει ποτέ να σου χαλάσει το χαρτονόμισμα που του δίνεις. Κι ας είναι υποχρεωμένος από το νόμο να μπορεί να σου χαλάσει ακόμα και 100 ευρώ, σαν κατάστημα ... Θα απαιτήσει να στρογγυλοποιηθεί η τιμή του ταξιμέτρου, και δεν θα σου δώσει ποτέ τα ρέστα σου ακριβώς - μα ποτέ! - κάτι σαν με-το-έτσι-θέλω μπουρμπουάρ! (Από το fug.gr)

  2. Λέω ντούκου και πίνω μια γουλιά καφέ, εκείνος με περιμένει να αφήσω την κούπα κάτω και ανοίγει με 1000. Χτυπάει με φοβερή συνέπεια από την αρχή, δεν μπορεί να κάνει πίσω τώρα (σκέφτομαι). Αν θέλει να με βγάλει θα έβαζε ρέστα, άρα τι θέλει να μου πεί; Έχω μπερδευτεί. Πιθανότατα έχει φουλ, ξέρει ότι είναι δυνατός, αλλά δεν υπολογίζει ότι εγώ είμαι ακόμη πιο δυνατός!! (Από το http://valtanapane.wordpress.com/)

  3. - Εμένα δεν μου το βγάζεις απ' το μυαλό ... πάω ρέστα ότι γαμιέται αβέρτα κουβέρτα κι ας το παίζει παρθενοπιπίτσα ...

  4. Λάτρεψα πολλές ταινίες, αυτή που με σημάδεψε όμως είναι το «Άνθρωπος στο φεγγάρι'' (Μan on the moon) με τον Τζιμ Κάρευ. Δίνω τα ρέστα μου γι' αυτόν τον ηθοποιό ... (Από το www.giapraki.com)

  5. Από τα άλλα μου αρέσει πάρα πολύ η κοτόσουπα, η φασολάδα και οι φακές αλλά δίνω ρέστα για πίτες όλων των ειδών (ποντιακές και βλάχικες) πλην της γαλατόπιτας, αυτή δεν μπορώ να την φάω με τίποτε. (Από το www.neos-forum.com)

  6. Θεϊκό!!!! Έδωσες ρέστα!!! (Σχόλιο σε φόρουμ από το www.lifo.gr)

  7. Κι επειδή την Μαριάντα Πιερίδη δεν αρκεί μόνο να την ακούμε αλλά επιβάλλεται και να την βλέπουμε, το παρόν single περιλαμβάνει και το video clip του τραγουδιού «Θα δώσω ρέστα» που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Γκάβαλος! Η νέα Μαριάντα Πιερίδη κυριολεκτικά δίνει ρέστα! Δεν έχετε παρά να το διαπιστώσετε! (Από το air.greekradio.de)

  8. Είμαι ψώνιο γενικά, το παραδέχομαι, εκεί όμως που δίνω τα ρέστα μου είναι στην επιλογή των αεροπορικών εταιριών... εκεί φτάνω στον κολοφώνα του ψώνιου μου... Δόγμα μου είναι «όσο πιο περίεργα, πιο μπερδεμένα, πιο μυστήρια, πιο στραβά τόσο πιο καλά...» (Από το www.travelstories.gr)

  9. Έδωσα ρέστα σήμερα και η μέρα δεν έχει πάει ακόμη για ύπνο. Που σημαίνει ότι μπορεί να το παρακάνω… κι άλλο! (Από το www.blogosfaira.com)

Βάζει τα ρέστα του. Συγκεκριμένα, τα σπρώχνει. (από poniroskylo, 21/12/08)Η Μαριάντα δίνει ρέστα (από poniroskylo, 30/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα είδος καταναλωτικού δανείου, ή δανειοδανείου που παίρνει ο Νεοέλληνας. Οι όροι είναι απλοί: Το παίρνεις σε μια στιγμή καύλας, τρως τα λεφτά στις πουτάνες, και το αποπληρώνεις σ' όλην την υπόλοιπη ζωή σου.

Πιο ήπια μορφή του είναι το «στριπτητζοδάνειο».

- Του 'φαγε όλο το πουτανοδάνειο η καριόλα και μετά δεν ήθελε ούτε να τον χαιρετήσει!...

- Λες τώρα με την κρίση, να σταματήσουνε οι τράπεζες να μας χορηγούν πουτανοδάνεια; Χαθήκαμε!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση «νηστεύω τα νηστίσιμα», μπορεί να λεχθεί σε περιόδους νηστείας. Η φράση δεν σημαίνει μόνο πως δε νηστεύω, αλλά και πως αποφεύγω συστηματικά και τροφές που ενώ θεωρούνται νηστίσιμες, εντούτοις μπορεί να πλαισιώνουν και ένα μη νηστίσιμο γεύμα (πχ ψωμί).

Η φράση δεν εκφράζει συνήθως τη χαλαρή άποψή μας κατά την περίοδο μίας νηστείας, αλλά εμπεριέχει καθ' υπερβολήν το στοιχείο της αντίδρασης προς οτιδήποτε θεωρείται νηστίσιμο (βλ. παράδειγμα 1).

Ωστόσο δεν μπορεί να αποκλειστεί και η περίπτωση όπου συγκυριακά μας την έχει δώσει να λειτουργήσουμε ως Τάταροι κι ως καθαρόαιμα σαρκοβόρα (βλ. παράδειγμα 2).

Με την εσκεμμένη ή αυθόρμητη εκφορά της φράσης :

α) Τριγκάρονται γλαρίνες, ή άλλα θρησκόληπτα άτομα,
β) προκαλείται έκπληξη σε άτομα του φιλικού μας κύκλου.

Σε περίοδο σαρακοστής
1.
Κάποιος Κώστας που δε νηστεύει επιθυμεί να τριγκάρει δύο γνωστές του θεούσες (Μαρία, Λουκία).
Μαρία: Εμείς νηστεύουμε όλη τη σαρακοστή, με όλους τους τύπους.
Λουκία: Και εμείς το ίδιο. Κανονικότατα και αυστηρότατα.
Κώστας: Κι εγώ κορίτσια νηστεύω. Νηστεύω τα νηστίσιμα. (Το λέει με γέλιο που θυμίζει λαμόγελο)
Μαρία: Εσύ νηστεύεις; Δεν πάμε καλά. Εσύ δε νηστεύεις ποτέ. Πώς το 'παθες;
Λουκία: Α ρε Μαρία. Είσαι περιορισμένης ευθύνης. Δεν το 'πιασες το υπονοούμενο. Δεν είπε πως νηστεύει. Νηστεύει τα νηστίσιμα, είπε.
Κώστας: Κοφ' τη τη νηστεία ρε Μαρία. Αφού σε χαλάει. Δεν το βλέπεις;
Λουκία, Μαρία (ως χορωδία): Α... να χαθείς Αντίχριστε. Ύπαγε οπίσω (του κάνουν και το σχήμα του σταυρού, λες κι ο άλλος είναι ο δαίμονας).

  1. O Πέτρος είναι φοιτητής στα Γιάννενα. Μιλάει με το συμφοιτητή του, το Λάκη, στο χώρο του πανεπιστημίου.
    Πέτρος: Άστα, τον τελευταίο καιρό, έχω 'κονομήσει ένα τεράστιο μπολ με κρέας από το σπίτι μου στην Αθήνα κι απ' την άλλη βαριέμαι να φτιάξω οτιδήποτε άλλο. Και έτσι τρώω κρέας και μόνο κρέας.
    Λάκης: Ουπς! Νηστεύεις κανονικά ε; Χα χα χα.
    Πέτρος: Νηστεύω... Νηστεύω τα νηστίσιμα, όμως. Χα χα χα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ρετρό σχολικό παιχνίδι με αντικείμενο το αιφνιδιαστικό ράπισμα του πωπού ενός ανυποψίαστου θύματος, συνήθως φίλου του θύτη.

Το σωστή τεχνική -όπως και στο τέννις- προϋποθέτει χαλαρό καρπό. Η κεραυνοβόλος πρόσκρουση πραγματοποιείται με τα νύχια της τιναζόμενης ανεστραμμένης παλάμης του θύτη, σε λοξή ή κατακόρυφη κατεύθυνση. Το στιγμιαίο αλλά οξύ τσούξιμο του πωπού μεγιστοποιείται εάν το σαλαμάκι εμπεριέχει δεξιοτεχνικό φάλτσο.

Το σαλαμάκι συνήθως κατέληγε σε κυνηγητό, και πρόσφερε πρώτης τάξεως ψυχαγωγία σε κάθε παρευρισκόμενο θεατή.

Πριν λίγο τηλεφώνησαν σε μια συνάδερφο από το σχολείο του γιού της (πηγαίνει στην 5η Δημοτικού) και της είπαν πως το παιδί κινδυνεύει να διωχθεί αύριο από το σχολείο επειδή παίζοντας κυνηγητό στο διάλειμμα άγγιξε μια συμμαθητριά του στον πωπό. Της έκαναν σοβαρές παρατηρήσεις ως προς τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού λέγοντας πως εκείνη φταίει για τη συμπεριφορά του και πως τα παιδιά απαγορεύεται να βλέπουν τηλεόραση... Δεν μπορώ φυσικά να ξέρω τη σοβαρότητα της πράξης του μικρού, αν και τον έχω γνωρίσει και είναι πολύ ντροπαλό και σεμνό παιδάκι... Δεν μπορώ να πιστέψω πως περιείχε δόλο η πράξη του. Ωστόσο, ποιός είναι ο ρόλος του σχολείου σε κάτι τέτοιο και μάλιστα στις ηλικίες που συζητάμε; Εμείς δε παίζαμε «σαλαμάκια» στο σχολείο; Ξέραμε σε αυτές τις ηλικίες τι σημαίνει σεξουαλική παρενόχληση; (από φόρουμ)

Τεχνική επίδειξη σαλαμακίου (από Vrastaman, 21/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστόν ξενοδοχείον εν Αθήναι. Πλην όμως, εν τιαύτη περιπτώσει αναφερόμεθα εις στον όρο Σοκολάτα-Μπανάνα δια τον πλέον κόσμιο και, τρόπον τινά, εξευρωπαϊσμένον τρόπον. Ήτοι, το απόλυτο αίσχος... αγγλιστί!

Παρακαλείσθε όπως μεταβείτε εις το λήμμα: Σοκολάτα-Μπανάνα. Αποτελεί πλήρης εξήγηση τοιαύτου λήμματος.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ομαδικός εναγκαλισμός νεοκεκαρμένου συμμαθητού.

Χαριτωμένη δραστηριότητα παρελθουσών δεκαετιών όπου ο ανθός της ελληνικής κοινωνίας απεφόρτιζε την επιθετικότητα του στους σβέρκους των πλησίον του και ουχί στην δημόσια και ιδιωτική περιουσία.

Πάνε πια αυτά!

- Ο Βασίλης κουρεύτηκε!
- Μπούγιοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοο!
- Ααααααααα
- Ζεις αιώνια κι΄ανασαίνεις, όταν λες μολών λαβέ!
(Οιμωγές)

Βλ. και σχετικά λήμματα φατούρο και σύννεφο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η περιήγηση σε διαφορετικά μπλογκς της μπλογκόσφαιρας.

Σχηματίζεται αναλογικά προς το μπουρδελότσαρκα.

Βλ. και τα λήμματα μπλόγκερ/ blogger και μπλογκάρω.

-Πώς θα περάσεις το βράδυ;
-Ε, λέω να κάτσω σπίτι, να παραγγείλω καμιά πίτσα, και να βγω μπλογκότσαρκα...
-Καλές μπλογκοκαύλες!...

Got a better definition? Add it!

Published