Further tags

Η λέξη σημαίνει παίρνω μάτι και απαντάται στα ίδια βιβλία με το οφθαγμό ντε λούτρ, οφθαλμόλουτρο, μπανιστήρι.
Νοηματικά μπορεί και να προκύπτει απ' την παρακάτω πολιτισμική εξέλιξη του ... Μήτρου:

Βέβαια στο κόμμα της παραλίας το μπικίνι πλέον είναι περιττό και το μίνι δεν απλώς μίνι, αλλά είναι ότι έχει από-μείνει, και ο Μήτρος δεν παίζει άλλο την φλογέρα του, -αλλά το άλλο το εύκαιρο- βάζοντας συνεχώς κολλύριο στα γουρλωμένα μάτια του.
(εδώ)
κολλυτήρια

Σημείωση: Το έμαθα σήμερα από συναδέλφους, την ώρα του μεσημεριανού. Χρησιμοποιείται σε στυλ:

"Ανάλογα τί θες να δεις. Αν ενδιαφέρεσαι για τεκνά, κάνεις κολλύριο σε καφετέρια."

Βρήκα κι αυτό στο δίχτυ, είναι σχετικό αλλά όχι ακριβώς.

Αυτα λέτε και δείχνετε οτι είμαστε μπροστά απο εσάς.. πές και άλλα... ποτέ -35 .. ποτέ όλο το γήπεδο - ποτέ το ένα -ποτέ το άλλο... βρές κάτι και κόλλα ένα -ποτέ- και έδεσες... Τώρα βάλε κολλύριο απο το μπανιστήρι που πήρες και αδειασε μας την γωνιά και ..που είσαι.. ξέρεις.. τράβα κάντετε εσείς... ξέρετε εσείς τώρα.. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η κατάθλιψη της Κυριακής όταν οι προσδοκίες για κάτι ξεχωριστό ξεθωριάζουν εκεί στις 16.13 το απόγευμα, όπου και παρατηρείται και το peak της κυριακίλας.
Η -ίλα εδώ σε φάση πιο μπλου, αφού.

Κυριακή στην επαρχία, με βροχή απ’ το πρωί
φεύγει όλη η ζωή μας στο φαΐ και στη σιωπή

Γύρω στο νεκροταφείο, εργοστάσια σωρό
τα καλά τα κόμματά μας, θα φροντίσουν και γι’ αυτό

Μονιμότητα, θεά μας, άδυτο προσωρινό
έχεις γίνει της ζωής μας φάντασμα αλληγορικό

Υγιαίνουμε λιγάκι, το ίδιο ευχόμαστε για σας
κι όταν έχουμε επισκέψεις, είμαστε πλοίο της χαράς

Αν θα πάς στον Αϊ Γιάννη, πολυκατοικίες σωρό
οι νεοαριστοκράτες, πάνε τώρα στον Τοτό

Κι όταν δώδεκα σημαίνει, ραντεβού στο Κολιμπρί
ιδεολόγοι και αριβίστες, ευτυχία μαζική

Αργύρης Μπακιρτζής, Χειμερινοί Κολυμβητές, 1981

Billie Holiday - Gloomy Sunday
Στα αγγλικά λέγεται «Sunday night blues/syndrome». Έρευνες έχουν αποδείξει πως η Κυριακή είναι η λιγότερο ευτυχισμένη μέρα της εβδομάδας, πως 4 στους 10 νιώθουν άγχος και θλίψη, πως το 44% ζηλεύει τα Σαββατοκύριακα των συναδέλφων του όταν ακούει τα νέα τους τη Δευτέρα, το 75% δεν βγαίνει καν από το σπίτι, το 46% δεν θέλει να μιλάει σε άνθρωπο. Το λέει η επιστήμη.

Η Κυριακίλα θα σε βρει όπου και να 'σαι
Κάπως έτσι διώξαμε την "κυριακίλα"Από δω

  1. Στα φαγάδικα σήμερα κάνει Κυριακίλα. Οικογένειες με παιδάκια, μαμάδες νταντάδες, πατεράδες μουτρωμένοι

  2. Τι κι αν αύριο δεν δουλεύουμε, την Κυριακιλα δεν τη γλιτώνουμε

  3. Γιουνάιτεντ-Άρσεναλ, Ατλέτικο-Μπαρτσελόνα, Ολυμπιακός-Ρεαλ. Τα τουίτ για την κυριακίλα πιο αστεία από ποτέ.

  4. πόση κυριακίλα να αντέξει μια βδομάδα;

  5. Μέχρι και στο φέισμπουκ έγραψα στάτους σήμερα. Τόσο Κυριακίλα.

Θέμα προς διερεύνηση:

Η Σαββατίλα ειναι η νέα Κυριακίλα (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια από τις -ίλες νέας κοπής, που μπορεί να ετυμολογηθεί με δύο τρόπους.

Αφενός από την αγγλική λέξη mood (δες εδώ για ετυμολογία), οπότε μιλάμε για mood-ίλα, για ένα ειδικό mood που χαρακτηρίζεται από κατήφεια, νταούνιασμα, ελαφρά κατάθλιψη και απαισιοδοξία. Η μουντίλα ωστόσο δεν μπορεί να προσδιοριστεί τόσο εύκολα. Είναι ένα απροσδιόριστο ζενεσεκουά στη διάθεσή μας που μπορεί και να σημαίνει ότι κάποιος είναι μελαγχολικό αγόρι ή κορίτσι με ευαισθησίες, που νιώθει τη βροχή, που είναι

in the mood for love

και άλλα χιπστεροειδή παρόμοια.

Η κυρίως ετυμολογία, όμως, είναι από το μουντός (<αρχαίο μυνδός = βουβός), οπότε έχει και πάλι μια παραπλήσια σημασία, καταχνιάς, σκοτεινίλας, νταρκίλας και μελαγχολίας. Ασφάλουσλυ αυτή η δεύτερη ετυμολογία είναι η επικρατούσα, αλλά τελευταίως μπορεί να συσχετισθεί παρετυμολογικώς με το mood που λέγεται ολοένα και περισσότερο.

  1. Βαρεθήκατε την μουντίλα και την βροχή; Μην ανησυχείτε ο καιρός φτιάχνει!
  2. «Πολύ μουντίλα, κυρία Τρέμη μου!» Τι χρώμα είναι αυτό, πεθαμενί; Δεν ξεπενθήσατε ακόμη το μακαρίτη; (Από το Ιντερνέτι)
  3. Εναντια στη «μουντιλα» και «απαισιοδοξια» που κυριαρχει τις μερες μας, ξεκιναμε κατι νεο γεματο θετικη ενεργεια και αισιοδοξια με αποστολη μας να σας προσφερουμε μονο τα καλυτερα. (Από το Φέισμπουκ).

Υπάρχει εξάλλου και η ινσέψιο περίπτωση η μουντίλα/ moodίλα να οφείλεται στο ότι μόλις σε έχει υποβιβάσει η Moody's.

Πάσα: Σούλτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το φαινόμουνο όπου η αριστερίλα ενιχύεται αρκούδως με αριστεριτζίδικο κλάιν (μάιν) του αριστερού της πασοκοδεξιάς τσέπης.
Για πολλές-πολλές δεκαετίες, κάθε σοβαρός πουτσίας στο Ελλημπάν, έπρεπε να πουλάει αριστεροκλάιν με με το καντάρι, ώστε να δρέπει καρπούς ως γκομενομαγνήτης.

  1. έχουν την εντύπωση οτι μόλις πιάσουν κιθάρα (η 2η γκομενοπαγίδα μετά τους σκύλους και το αριστεροκλαϊν) θα γίνουν μεγάλα ανερχόμενα αστέρια (εδώ)

  2. [...] και όλου του ντεμεκ αριστεροκλαιν συνοθυλευματος που έχει γύρω του ο Τσίπρας (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η -ίλα αυτή προσιδιάζει στο ροζ χρώμα, τα κεριά, τα ηλιοβασιλέματα και τις βινταζ-ίλες, ουδεμία σχέση έχουσα με τον ρομαντισμό ως κίνημα, ίσως μόνο μια μακρυνή με τον ρομαντικό του ακά σεκς.
Γκόγια. Πώς λέμε ρομαντίλα; Καμία σχέση

  1. Δυστυχώς γι' αυτόν και τα παιδάκια που λατρεύουν το ρομαντίλα υπάρχει μια δυσώδης έκφραση αμερικάνικη, το «απ γιορς», τόσο βρομερή, που ο πιο ανώδυνος τρόπος να τη μεταφράσεις είναι με το «απάνω σου» της Γεωργίας Βασιλειάδου. (agelioforos)

  2. ο Κοφινιωτης, πιστός στις δουλειες του ποδαριού, άλλοτε υπάλληλος και κατά βάση στηριγμένος στις φιλιες του και στην ικανότητα να γράφει σύμφωνα με το μετιέ καθε συνθέτη ή τραγουδιάρη (σκληρό μελό για την Νινή Ζαχά, υπερτονισμένη ρομαντίλα γιά την επιβλητικη Μαίρη Λω σε συνθέσεις του ζαχαροπλάστη εμιγκρέ Νίκυ Γιακοβλεφ, παιγνιωδης όταν ο Ραπίτης τον καλούσε για καμια γλυκειά Μαράτα και ο Μουζάκης γιά τα πνευστά του κεφάτα, συνεργάτης ανθρώπων απο τον Αττίκ στον Τζουανάκο, ποτέ δεν τους πρόδωσε. (thegreekcloud)

  3. Στο old Manali, που αποπνέει μια ρομαντίλα χίπικης αξέχαστης εποχής, τα πάντα είναι κλειστά από το τέλος Οκτωβρίου γιατί αγριεύει ο καιρός και βρίσκω ένα guesthouse σ' ένα ήσυχο μέρος πίσω από το main bazaar. (εδώ)

    Απ' τον Τουίτη:

  4. Θα έγραφα καμιά ρομαντίλα αλλά φοβάμαι πως θα πάρει περισσότερα rt από τα κανονικά και θα ξενερώσω

  5. Συγκινητικό π βρίσκεστε μεσα στ ρομαντίλα & χαίρεστε με το χιόνι αλλά η μαμά υπενθυμίζει ότι υπάρχει κοσμος χωρις θέρμανση, άστεγοι κ αδέσποτα!

  6. παντως αυτο με τα ραβασακια με τους θεσμους εχει μια καποια ρομαντιλα

  7. -Ας φτάσει επιτέλους μια Κυριακή, που θα γράφουμε μόνο για θάλασσα, ουζάκι και έρωτες.
    -κυριακίλα ρομαντίλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φέρων χλίδα, ο χλιδαίος, ο χλιδάμπουρας. Στις μέρες μας, κι ο χλιδάνεργος.

Από τότε που βγήκαν οι λάσπες, η χλιδάτοι παραπέμπουν σε λούσα, πολυτέλεια και τρυφηλότητα. Πέον να σημειωθεί ότι το αγγλικάνικο glitter ετυμολογείται εκ της χλίδας. Ωσεκτουτού, όταν οι χλιδάτοι συνευρίσκονται με τους glitterati μοιραίως διαπράττουν ετυμομιξία.

Εκ της χλιδής και του γαμοσλανγκοεπιθήματος -άτος (κατά τα γαμάτος, αρχιδάτος, γκλαμουράτος, κ.ταλ.).

- Ειρωνείες και ΚΡΑΞΙΜΟ από την BILD: Ο κουλ αλλά και…χλιδάτος Βαρουφάκης αποδεικνύεται ψεύτης και ετοιμάζεται να…αποχωρήσει για να διασωθει! (εδώ)

- Ο χλιδάτος βίος του Καμμένου στο Four Seasons της Ουάσινγκτον (εκεί)

- Δείτε τη χλιδάτη φυλακή του Νορβηγού εκτελεστή (...) Μέσα στη φυλακή υπάρχει ένα στούντιο ηχογράφησης, διάδρομοι για τρέξιμο καθώς και ένα μικρό, ξεχωριστό κτίριο με δύο δωμάτια, όπου οι κρατούμενοι μπορούν να μένουν με τις οικογένειές τους κάποιες ημέρες! Υπάρχει ακόμη εργαστήριο μαγειρικής, όπου οι κρατούμενοι μπορούν να παρακολουθούν ειδικά σεμινάρια μαγειρικής (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν τσακώνονται δύο ή τρεις ή και παραπάνω κυρίως σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και γίνεται σόου ενώ κάποιος άλλος που τους παρακολουθεί το απολαμβάνει και λέει τη φράση "συνεχίστε εσείς μέχρι να φέρω πόπκορν και κόκα κόλα" όπως στο κινηματογράφο.

Ο μπίμπερ ειναι Gay και οι fans της μαλακισμενες!
Μαλώστε εσείς εγώ πάω να φέρω ποπ-κορν και κόκα κόλα...

Από το facebook...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του ντιντής και της τουρκογενούς κατάληξης -λικι, σημαίνει το πουστριλίκι, μόνο στο πιο φλώρικο.

  1. Ρωμαϊκά όργια στη Μύκονο: [...] Το πάρτι ξεκίνησε γύρω στις 10 το βράδυ. Οι δύο σχεδιαστές με τη βοήθεια ξένων διακοσμητών είχαν μεταμορφώσει τον χώρο σε ρωμαϊκό βασίλειο. Το ντεκόρ ήταν άκρως εντυπωσιακό, καθώς περιλάμβανε κατασκευές με άσπρα πανιά, ξύλινες τάβλες και δάδες που έβγαζαν φωτιές. Η ατμόσφαιρα παρέπεμπε στην ταινία «Κλεοπάτρα» και ήταν χαρακτηριστικό ότι παντού μύριζε λιβάνι. Τους καλεσμένους υποδέχονταν Ρωμαίοι στρατηλάτες, ενώ ειδικό τιμ -κατάλληλα ενδεδυμένο- οδηγούσε τους καλεσμένους σε ειδικό δωμάτιο, όπου τοποθετούσαν τα σινιέ ρούχα τους σε πανέρια. Στη συνέχεια, τους φορούσαν χλαμύδες και τους τοποθετούσαν στο κεφάλι χρυσά κλαδιά δάφνης. Σχόλιο: Τι ναι αυτά τα "ντιντιλίκια" ... Το χειρότερο είναι πως προωθούν αυτόν τον τρόπο ζωής. (Εδώ).
  2. Το νέο πρότυπο άνδρα είναι ο Πάγκαλος-Βενιζέλος. Μεγάλα κυβικά και διανόηση μαζί. Τα ντιντιλίκια στύλ όπως Γερουλάνος-Σπηλιωτόπουλος πάνε πια. (Το τέλος του αμερικανικού ονείρου και ο νέος τύπος άνδρα).
  3. Εάν δεν το παρατηρήσατε, οι περισσότεροι μετανάστες είναι άντρες, άρα είναι ντιντήδες. Απαγορεύεται στις χώρες τους το ντιντιλίκι και τους φορτωνόμαστε εμείς. Γιατί να ταΐζουμε ντιντήδες; Βλάκες είμαστε; (Εδώ).
  4. Ως πριν μερικά χρόνια, η κυρίαρχη θεωρία της εξαφάνισης των δεινοσαύρων ήταν ότι κάποιος τους πετούσε πέτρες από τον ουρανό ή κάτι τέτοιο. Πλέον οι Χριστιανοί επιστήμονες έχουν ανακαλύψει ότι η κύρια αιτία της εξαφάνισής τους, πριν από 5000 χρόνια, ήταν η ομοφυλοφιλία. Βλέπετε οι δεινόσαυροι δε γνώριζαν ότι το ντιντιλίκι είναι αμαρτία, κι έτσι αποφάσισαν να το αφήσουν να οργιάζει ασύδοτο. Στο τέλος, η εξάπλωση του οδήγησε στην ανικανότητα αναπαραγωγής και στον αφανισμό του είδους. Μη περιμένετε βεβαίως να τα μάθετε αυτά από τα συστημικά ΜΜΕ... (Η αθεία είναι ψυχική νόσος).

Ντιντιλίκια μεταξύ δεινοσαύρων

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λαθρέμπορος. Ο όρος αναφέρονταν κυρίως σ' αυτούς που έκαναν λαθρεμπόριο δια θαλάσσης. Ο αντίστοιχος όρος για την ξηρά ήταν κατσιρματζής ή κατιρματζής. Η ακμή των κοντραμπατζήδων είναι από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι την Μικρασιατική Καταστροφή, αν και κάποιοι συνέχισαν και αργότερα σε περιορισμένη κλίμακα. Οι κοντραμπατζήδες είχαν δικό τους "κώδικα τιμής" (π.χ. έκαναν αγαθοεργίες, απέδιδαν δικαιοσύνη υποστηρίζοντας τους αδυνάτους) και είχαν γίνει ένα είδος λαϊκών ηρώων.

Ο κοντραμπατζής-κι αυτός λαθρέμπορος- ο μυτιληνιός κι αϊβαλιώτης, είναι η απόλυτη λεβεντιά, όπως την οραματίζεται ο αγνός μας λαός, παρουσιασμένη από έναν άνθρωπο. Λεβεντιά στο κορμί, λεβεντιά στο ψυχή, λεβεντιά στη καρδιά. Είχε βέβαια σκοπό το κέρδος. Μα μαζί μ' αυτό πιο πολύ τον ξεσήκωνε η ιδέα πως μεταφέροντας απ' το λεύτερο ελληνικό κράτος και πουλώντας κρυφά τα καπνά, το μπαρούτι και τα πολεμικά τουφέκια-τίποτα άλλο- έδειχνε τη σωματική του αξιοσύνη αλλά και την παλικαριά να αψηφά τους ζαπτιέδες και τους κολτζήδες. Από εδώ

Ο Ηλίας Βενέζης στην "Αιολική Γη"τους περιγράφει έτσι:

"Ήταν θεοπάλαβα, χαμένα κορμιά. Μέσα τους έκαιγε ένας δαίμονας, το πάθος για το αίμα και για τον κίνδυνο. ...ποτές κανένας κοντραμπατζής δε φύλαγε το χρυσάφι...Το σκορπούσαν σε γλέντια, το ξόδευαν σε γυναίκες, το μοίραζαν σε φτωχές νοικοκυρές."

Συνώνυμο: κοντραμπαντιέρης

Ετυμολογία (από Μιτζνούρ): κοντραμπάντο < ιταλ. contrabbando < ιταλ. contrabando από contra- αντι- και bando απαγόρευση. bando < υστερολατιν. bannum < φράγκικο ban = απαγόρευση, < υστερογερμανικο *bannan δηλώνω, διατάζω, απαγορεύω < πρωτογερμ. bannen αποκλείω, απαγορεύω, πιθ. πρωτογενής σημασία μιλάω δημόσια, < πρωτο-ιαφεθιτικό μορφημα *bha- μιλάω. Κι εξ αυτού, φημί και φήμη, από εδώ.

Χαρακτηριστικό επίσης είναι και το τραγούδι "Κοντραμπατζήδες" του Κώστα Ρούκουνα, αγαπημένο τραγούδι του παππού μου, του καπτα-Μήτσου, που έκανε αυτή τη δουλειά στα νιάτα του.

Κοντραμπατζήδες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ληστοπειρατές στην ντοπιολαλιά της Κύθνου προπολεμικά. Τη λέξη την έχω ακούσει από τον παππού μου τον καπτα-Μήτσο και από άλλους παλιούς θαλασσινούς. Είναι πιθανό να την χρησιμοποιούσαν και σ'άλλα νησιά.

Το πρώτο μισό του περασμένου αιώνα, εξ αιτίας των συνεχών αλλαγών και ανακατατάξεων (Βαλκανικοί Πόλεμοι, Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Καταστροφή, Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, Εμφύλιος), στο χώρο Αιγαίου επικρατούσε καθεστώς "ανομίας". Το πιο συνηθισμένο φαινόμενο ήταν το λαθρεμπόριο ειδών που είχαν υψηλή φορολογία ή εισαγωγικούς δασμούς (προϊόντα καπνού, σπίρτα, οινοπνευματώδη, αλλά και απλά αγροτικά προϊόντα, όπου υπήρχε έλλειψη, όπως το αλεύρι στη Λήμνο κατά τη διάρκεια των συμμαχικών επιχειρήσεων στα Δαρδανέλια). Το λαθρεμπόριο αυτό το έκαναν οι περίφημοι κοντραμπατζήδες.

Παράλληλα αναπτύχθηκε και ένα άλλο είδος παράνομης συμπεριφοράς, πιο βίαιο και ληστρικό και δίχως "κώδικες τιμής": η ληστοπειρατεία. Οι ληστοπειρατές αυτοί (ληστοπεράτες κατά την ντοπιολαλιά) προέρχονταν από τα πιό φτωχά και εξαθλιωμένα στρώματα και των δυό πλευρών του Αιγαίου (χριστιανικά και μουσουλμανικά). Δεν δίσταζαν να σκοτώσουν, χωρίς να κάνουν διάκριση σε θρησκεία ή εθνικότητα, για ευτελή λεία πολλές φορές. Οι κοντραμπατζήδες τους αντιμετώπιζαν με περιφρόνηση και συχνά συγκρούονταν μαζί τους.

Μακριά από δαύτους! Ολάκερο το σόι ληστοπεράτες. Έχουνε σφάξει κόσμο και ντουνιά. Τζατζάδες!

Τζατζάδες: Ληστές. Ο χαρακτηρισμός αυτός προέρχεται από το διαβόητο λήσταρχο Μήτρο Τζατζά, που έδρασε στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο και στην Μακεδονία την περίοδο του Μεσοπολέμου. Ήταν ιδιαίτερα γνωστός για την απαγωγή του γερουσιαστή Σωτηρίου Χατζηγάκη το 1929 στη Θεσσαλία. Η φήμη του είχε φτάσει ακόμα και στα απομονωμένα νησιά της άγονης γραμμής και τ' όνομά του είχε γίνει συνώνυμο του "κακούργος".

Δεν πρέπει να συγχέεται με τους Γιαγάδες ή Γιαγάδες όπως έγιναν γνωστοί την ίδια εποχή περίπου.

" Πρωταγωνιστές στη σαμιακή επανάσταση του 1912 εναντίον των Τούρκων που οδήγησε στην απελευθέρωση του νησιού και στην ένωσή του με την Ελλάδα, τ' αδέλφια Γιαγά από τον Μαραθόκαμπο ήρθαν αργότερα σε σύγκρουση με τον πρωθυπουργό Θεμιστοκλή Σοφούλη και την τοπική διοίκηση, σύγκρουση που οδήγησε σε φυλακίσεις, εκτελέσεις συγγενών τους, ώς και αυτονομιστικά κινήματα!

Παρ' όλο που οι αδελφοί Γιαγά επικηρύχθηκαν και καταδιώχθηκαν ως ληστές, ούτε ληστείες διέπραξαν ούτε απαγωγές για λύτρα, όπως συνηθιζόταν από τον τότε ληστρικό κόσμο. Ενεργούσαν «ως ηγέτες που συμμετέχουν στο παιχνίδι της εξουσίας», σημειώνει ο Ντίνος Κόγιας, έχοντας εξασφαλίσει «μια μορφή κοινωνικής νομιμοποίησης». Η ένοπλη δράση τους, που συντάραξε τη Σάμο μεταξύ 1914 και 1927 απασχολώντας επανειλημμένα τις αρχές και τον τύπο, παρέπεμπε σε μια μορφή «παραδοσιακής ανταρσίας απέναντι στην καταπίεση και τις παρεκτροπές της κεντρικής εξουσίας." Από εδώ.

Ο Κώστας Ρούκουνας (σαμιώτης γαρ) είχε γράψει τραγούδι και γι' αυτούς!

Οι Γιαγιάδες

Αλλά όπως φαίνεται το κίνημα είχε απήχηση και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Εδώ ακούμε ένα "κλέφτικο" από την Τασία Βέρρα, που περιγράφει το θάνατο ενός από τους Γιαγιάδες από προδοσία του κουμπάρου του. Κι αυτό το τραγούδι είναι του Κώστα Ρούκουνα (στίχοι και μουσική).

Στης Σάμος τα ψηλά βουνά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified