Further tags

Όπως είναι γνωστό, πρόκειται για τη διαδικασία επαναχρησιμοποίησης των υλικών. Η διαδικασία αυτή αφενός δεν γίνεται με όλα τα υλικά, αφετέρου για να έχει νόημα πρέπει να γίνει αρκετές φορές, ώστε να αποκομίσουμε όλα όσα το συγκεκριμένο υλικό έχει να μας προσφέρει.

Κατά πλήρη αντιστοιχία με όλα τα παραπάνω, ο όρος αναφέρεται και στην επαναχρησιμοποίηση ερωτικών συντρόφων.

Συνήθως η εν λόγω ανακύκλωση είναι κατακριτέα, αλλά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

- Είδα τον Τάκη χτες, μετά από χρόνια.
- Σώπα, και τι κάνει αυτή η ψυχή;
- Είναι με τη Μαρία αυτόν τον καιρό...
- Πάααααλι ρε μαλάκα; Έλεος πια με την ανακύκλωση.
- Ε τι να κάνει ο άνθρωπος με τέτοια ξηρασία. Να σου πω την αλήθεια, σκέφτομαι να το κάνω κι εγώ.
- Πόσο δίκιο είχε η Βάνα Μπάρμπα τελικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλώνει απαίτηση να σταματήσει ο παρλαπίπας ομιλών το παραλήρημα του και επιτέλους να το βουλώσει. Συνήθως λέγεται με τόνο ικεσίας ή υπέρμετρης βαρεμάρας, όταν εξαντληθεί η υπομονή του ακροατή. Ενδείκνυται σε περιπτώσεις όπου κάποιος χωρισμένος υστεριάζει και επαναλαμβάνει τα ίδια και τα ίδια. Ευρέως αποδεκτό και σε άλλους χρόνους και πρόσωπα.

  1. - Τι τον θέλαμε τον Αγγελόπουλο; Κούρασε...

  2. - Αμάν μωρή ψυχοβγάλτρα! Σε χώρισε, αποδέξου το! Κούρασες! Δέκα μέρες τα ίδια και τα ίδια λέμε!

  3. - Η γκόμενά σου κούρασε. Γλώσσα δεν έβαλε μέσα... Βαθύ λαρύγγι την είδε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκτικόλεξο του «Ε, τον μαλάκα!»

Χρησιμοποιείται όταν σε πονάει η κοιλιά σου από τα γέλια και δεν μπορείς να πεις πολλά-πολλά, ως επιβράβευση για κάτι που ειπώθηκε η παρέα θεώρησε αστείο, αλλά και ως επιφώνημα έκπληξης.

- Πω ρε φίλε! Αυτός διπλοπάρκαρε!
- Ε.Τ.Μ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Είμαι πολύ κουρασμένος, είμαι εξαντλημένος, σε βαθμό που δεν έχω δυνάμεις για τίποτα, δεν παίρνω τα πόδια μου. Στα αθλητικά, έχω απαράδεκτη απόδοση, κυρίως λόγω κούρασης πάλι, αλλά και γενικότερα.

  2. Είμαι μεθυσμένος.

  3. Είμαι συναισθηματικά συντετριμμένος.

Κοινό χαρακτηριστικό των εννοιών είναι η ιδέα της ισοπέδωσης, της εξίσωσης με το έδαφος, όπως στο παραπλήσιο είμαι χώμα. Ευνόητο είναι πως λέμε και γίνομαι λάσπη. Υποψιάζομαι ότι αποτελεί περισσότερο βορειοελλαδίτικη έκφραση, αφού το έχω ακούσει ελάχιστα ή καθόλου στα νότια.

Πρβλ. κατεβάζω ασφάλειες, είμαι χώμα, είμαι κομμάτια, είμαι πτώμα, οφ, αλοιφή, κομματιανός, ζόμπι, λιώμα, πίτα, κουνουπίδι αλλά, με άλλη έννοια: λάσπη.

1α. Από εδώ (διασκευή):
Δυστυχώς φίλοι μου μόλις γύρισα απ’ τη δουλειά (και από 3ήμερη αποστολή κιόλας)! Και στην γιορτή μου δούλευα... Είμαι λάσπη παιδιά, πολύ θά ’θελα να ήμουν εκεί στο καλαμπούρι και στην παρέα σας...

1β. Από το μπλογκ ενός κουρασμένου φαντάρου εδώ (γεια σου ρε φίλε Chris-Top...):
Εάν δεν βγάζετε άκρη με πολλά από αυτά που γράφω δεν φταιν τα μάτια σας εγώ είμαι λάσπη και δεν θυμάμαι τι ακριβώς έγραψα στα προηγούμενα posts με αποτέλεσμα πολλές φορές να επαναλαμβάνομαι. Ευχαριστώ για την κατανόηση κωλοφάνταρο είμαι στο κάτω κάτω :)

1γ. Από εδώ:
Στο γκολ, δημιουργεί χώρο ο Μουσλι και από θέση τρέιλερ έρχεται ο Ίβιτς φάτσα ,γι’ αυτό παίζει πίσω από τον Μουσλι και όχι δίπλα, αυτόν τον χώρο εκμεταλλεύεται, δουλεμένο γκολ, και δεν είχε καμιά δουλειά ο Αντου να τον μαρκάρει, ή ο αμ.χαφ ή να βγει πιο ψηλά και γρήγορα ο 2ος σέντερ μπακ. Εάν ο Άρης ήταν λάσπη στον τελικό αλλά έπαιρνε τελικά το κύπελλο με 1-0 θα είχες ΠΟΝΟΚΕΦΑΛΟ;

[Σ.σ. Παραθέτω σαν μπόνους την συνέχεια του κειμένου:] Αγαπάς υπερβολικά την ομάδα σου και δεν βλέπεις τις ατέλειες της, όπως το παθαίνω εγώ με την γυναίκα μου που είναι σαν ινδικός δράκος αλλά... πάρε τα μάτια μου να δεις, εγώ την βλέπω ΚΟΥΚΛΑ.

2α. Από εδώ:
Θωμά γουστάρω!!!Να γίνουμε λάσπη στο τσίπουρο και μετά μια ομαδική κλήση ταξί για να μας γυρίσουνε..!

2β. Από εδώ:
Χρόνια πολλά σε όλους Ίντι και καλή χρονιά. Εύχομαι τα καλύτερα για σένα και όλες τις κούκλες σου. Όπως θα κατάλαβες, είχα γίνει λίγο λάσπη-λιάρδα-χώμα-κουνουπίδι μετά που σε είδα και δεν κατάφερα να έρθω. Να περάσετε καλά!

  1. Από εδώ:
    μια φορά έκανα το λάθος να δω το γάμο μου στο βίντεο. οι μισοί που ήταν στην εκκλησία είναι νεκροί σήμερα. Το ξεκίνησα για πλάκα αλλά έγινα λάσπη :(

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φασαρία, διαπληκτισμός. Αντίστοιχο του κυπριακού μπασαμά.

Έγινε μεγάλη αντράλα χτες στο μπαρ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμα: λέει μαλακίες, τον γράφω στα αρχίδια μου.

- Άμα έρθω εκεί θα σου πω εγώ ποιος είναι μαλάκας...
- Ρε δε πά' να γαμηθείς να ασπρίσεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που πράττει ο e-σαλταδόρος όταν χώνεται ωσάν πορδή σε κάποιο νήμα για να διατυμπανίσει το μακρύ και το κοντό του, αδιαφορώντας χαρακτηριστικά για το υπό συζήτηση θέμα. Συχνά πρόκειται για τρόλεϊ, αλλά όχι nececelery.

Αγγλιστί: hijack, πειρατεύω.

- Δεν ξέρω πώς τα κατάφερες να κάνεις χαιτζακ θέμα, που τα δικαιώματα ανήκουν αποκλειστικά στο μέλος 'Κούλιιης'. @Κούλιιη: συνέχισε εδώ βρε αγορίνα...
(δαμέ)

- Για να μη λέτε ότι η αριστερά κάνει χαιτζακ το θέμα ή λέει τα δικά της, ορίστε από την ναυαρχίδα της δεξιάς την καθημερινή
(τσειαμέ)

- σορρυ για το χαιτζακ, αλλα ποσο καιρο μετα σου καηκε η ραμ ;
(πουτσειαχαμέ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χάλια, δράμα, τραγικό, για κλάματα.

- Πώς πάει, βρήκες δουλειά;
- Άσ' τα ρε φίλο, σκέτο κλάμα η υπόθεση...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Πρόελευσις
Τοιαύτο ρήμα αποτελεί άλλη μία συνεισφοράν του ομολογουμένως θαυμαστού λεξιλογικού πλούτου της καθ' ημάς ωχράς φυλής, κοινώς των ταξιτζίδων (γνωστών και ως ταρίφων, ταξίστας, κτλ). Θεωρείται δε ότι η πρώτη χρήση υπήρξε από την πλέον συμπαθή τάξη των περιοδικώς μετακινούμενων κτηνοτρόφων, κοινώς βοσκών.

2. Ερμηνεία
Ρητώς τε και κατηγορηματικώς, όσον και απερίφραστως, ανασκέλωνω σημαίνει προβαίνω σε ερωτική συνεύρεσιν μετά συντρόφου, ήτοι πηδάω, μαμάω κτλ. Προέρχεται δε παρά των λέξεων «ανά», επίρρημα που δηλοί την έναρξιν ισχύος ή την επανάληψιν του ρήματος το οποίο αποτελεί δεύτερο συνθετικό της λέξεως, και το ρήμα «σκελώνω», ήτοι το άνοιγμα εν γωνία άνωθεν των 60 μοιρών αμφοτέρων των ποδών, ίνα ισχωρήσει πέοντας ετοιμοπόλεμος εν τω... «στόχο» (εάν και εφόσον με εννοείται, αγγλιστί if you know what I mean!). Το ρήμα ούτο, δίδει ιδιαίτερη σημασία εις το ενεργητικό μέρος της ερωτικής πράξεως καθώς δε και εις την... πολλαπλή προσβολή του «στόχου» παρά του πέοντος (η πολύτιμη συμβολή του επιρρήματος «ανά»). Σημασία δε δίδεται εις την συναινετική φύση του «σκελώματος», εν αρχικώ τουλάχιστον στάδιω. Ως ελέχθη, επαρατηρήθη και συστάθη εις λέξιν παρά την κάστα των βοσκών...

3. Χρήσεις-Εφαρμογαί εν τω Πεδίω
Χρησιμεύει δια την περιγραφήν ερωτικής πράξεως, παρελθούσης ή μελλοντικής (στα πλαίσια επιθυμίας), και σπανίως αναφέρεται εις έτερο άτομο εν είδη προσβολής ή απαιτήσεως. Επίσης, δεν χρησιμοποιείται εις ερώτηση σχετικά με το αν αρέσκεται έτερο άτομο εις ερωτικαί συνευρέσεις διότι η ανασκέλωσις πράττεται, ουχί λέγεται.

4. Μετά-έρευνα
Προτείνεται έρευνα σχετικά με τις χρήσεις του ρήματος από έτεραι κοινωνικαί τάξεις εκτός των προαναφερθεισών, στα πλαίσια περαιτέρω τεκμηριώσεως και η συλλογή αποτελεσμάτων.

5. Βιβλιογραφικαί Αναφοραί
Hyper Super Duper Καρά Specs εις ταρίφα αγνώστον λοιπών στοιχείων με προφορά Χατζηχρήστου. Οπότε, ούτω λήμμα αποτελεί ύμνο τω αγνώστω ταρίφα.

Μήτρουλας, εν καφενείω: «... και που λεsh τάshο μ', μι ρουτάει η άλλιε η γκουόμενα στου κλάμπι, τι κάνω τις ελεύθερες οώρεsh!»

Τάσους: «Ουιιιιιιιι!!!! Κι της απήντησ' ουρέεε;»

Μήτρουλας: «Άκου τι κάνω! Ανασκελώνω τιsh περίεργεsh, αυτό κάνουω!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως αστείο, να το παρακολουθείς, πέσιμο από μηχανάκι, ποδήλατο, απροσεξία βαδίσματος κ.λ.π.

  1. - Πώς έγινες έτσι ρε; Σαν ανάποδο γαμώτο έγινες.
    - Άσε μαλάκα. Έφαγα μια σάρτα με το μηχανάκι και πώς δεν σκοτώθηκα.

  2. - Βλέπω που λες την γκόμενα από μακριά, χαλαρώνω το βλέμμα και βαδίζω άνετος προς το μέρος της. Είμαι ντυμένος στην τρίχα με κουστουμάκι και όλα τα κομφόρ. Αργά βήματα, πρόστυχο χαμόγελο και την πλησιάζω χαλαρός. Ξαφνικά αντιλαμβάνομαι ότι μόνο το δεξί μου πόδι κινείται γιατί το αριστερό έχει σκαλώσει σε ένα γαμοκράσπεδο.
    - Έπεσες ρε μαλάκα;
    - Τι έπεσα; Γαμήθηκα. Μέσα στις λάσπες σαν το γουρούνι.
    - Χαχαχαχαχα, ε είσαι μεγάλος γκαντέμης.
    - Έπρεπε να ήσουν εκεί. Τέτοια σάρτα δε θα 'χες ξαναδεί.

Βλ. και τρώω σάρα. Ακόμη: ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified