μπλαθρώνω/-ομαι
Ανήκει στη Λευκαδίτικη διάλεκτο, και σημαίνει λερώνω ή λερώνομαι.
(γυρνάει το παιδάκι απ' το σχολείο, το βλέπει η γιαγιά)
- Πώς εγίν'κες έτσι μωρέ σκατόπαιδο; Πού μπλαθρώθ'κες;
μπλαθρώνω/-ομαι
Ανήκει στη Λευκαδίτικη διάλεκτο, και σημαίνει λερώνω ή λερώνομαι.
(γυρνάει το παιδάκι απ' το σχολείο, το βλέπει η γιαγιά)
- Πώς εγίν'κες έτσι μωρέ σκατόπαιδο; Πού μπλαθρώθ'κες;
Got a better definition? Add it!
Αποτελεί σύντομο διάλογο σε μπαφοκατάσταση. Μετά το πέρας αρκετών γύρων του μπάφου που έχει αρχίσει και επέρχεται σχετικά ο κορεσμός των συνδαιτυμόνων σε THC ή σε λιγότερο οργανωμένες παρέες που δεν τηρούν τον κανόνα του ρολογιού (το τσιγάρο να γυρίζει αυστηρά από το ένα άτομο μόνο προς αυτόν που κάθεται αριστερά του, ώστε να γίνεται ένας κύκλος) ο κάτοχος του μπάφου λέει τη λέξη «Μποπ» και όποιος από την παρέα απαντήσει τη λέξη «Μάρλεϋ» τον παίρνει.
Αυτή η μέθοδος είναι πολύ αποτελεσματική στο να εξασφαλίζει γρήγορα και άκοπα τη διαδοχή του μυρωδάτου τσιγάρου προς το άτομο της παρέας που το θέλει περισσότερο, ενώ είναι και αποδεδειγμένα λιγότερο κλασμένος από τους άλλους, αφού κατάφερε να συγκεντρωθεί και να απαντήσει πρώτος στο κάλεσμα του χόρτου. Επίσης είναι και ένας εύκολος τρόπος για τον κάτοχο του γάρου να το γυρίσει χωρίς να χρειαστεί να σκεφτεί τίνος σειρά είναι και να μπει στον κόπο να ειδοποιήσει τον επόμενο στη διαδοχή, ο οποίος ίσως είναι τελείως ζάντα για να ανταποκριθεί γρήγορα ή μπορεί να έχει δηλώσει στον προηγούμενο γύρο πως δεν θέλει να πιει άλλο. Τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό πλεονέκτημα για τον εκκινητή της διαδικασίας Μπομπ-Μάρλεϋ είναι πως δεν είναι υποχρεωμένος να σηκωθεί/τεντωθεί/ζοριστεί για να περάσει το τσιγάρο στον επόμενο, καθώς αυτός που θα πει το «Μάρλεϋ» έχει την ευθύνη να πάει να το παραλάβει ο ίδιος.
Ο διάλογος αυτός αποτελείται από το όνομα του θρυλικού μουσικού Bob Marley, ο οποίος είναι γνωστός πέρα από τη μουσική του και για τη συχνή και βαριά χρήση μαριχουάνας, οπότε αποτελεί ένα φόρο τιμής στο πρόσωπό του. Ο διαλογικός τρόπος εκφοράς του ονόματος του Bob Marley φαίνεται να είναι εμπνευσμένος από το παιχνίδι Marco Polo, το οποίο είναι ένα είδος τυφλόμυγας στο οποίο ο παίχτης που έχει δεμένα τα μάτια του φωνάζει «Marco», ενώ οι υπόλοιποι παίχτες «Polo» και ο πρώτος παίχτης προσπαθεί να ακολουθήσει τη φωνή τους για να τους πιάσει.
(21:21) Θάνος: Μπομπ
(21:22) Νάσος: Μάρλεϋ
(21:23) Θάνος: Φφφφφ, μια τελευταία τζούρα.
(21:25 και 3 τζούρες μετά) Θανάσης: Μάρλεϋ
(21:26) Νάσος: Ε το έχω ζητήσει ήδη ρε φίλε, με 3 τζούρες είμαι όλο το βράδυ. Εσείς έχετε πιάσει τα 7 μάρλευ και εγώ δεν έχω φτάσει ούτε το πρώτο.
(21:27) Θανάσης: Καλά ρε φίλε, άραξε θα στρίψουμε κι άλλο. Πήγαινε φέρε τα χαρτάκια.
(21:28) Νάσος: Πάλι εγώ να σηκώνομαι;
(21:39) Θανάσης: Μόνος σου το είπες πως είσαι χαμηλά στην κλίμακα.
(21:45) Θάνος: Έλα πάρ'το.
(21:46) Νάσος: Τι πάρ'το ρε; Αυτή είναι μόνο η τζιβάνα!
(21:47) Θάνος: Άραξε μωρέ έχουμε σταφ. Φέρε τον τρίφτη. Και καμία σοκολάτα.
(21:55) Θάνος: Μποπ
(21:56) Θανάσης: Μάρλεϋ
(22:00) Νάσος: Πάλι δε θα πιω τίποτα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Να μη θες ν' αλλάζει τίποτα, αντίθετα να αγωνίζεσαι όλα να δείχνουν οτι βαίνουν καλώς. Βusiness as usual, κεντρισμός, κονφορμισμός, κάργα συντηρητισμός δηλαδή.
Σαν να αγοράζεις κάθε μέρα για χρόνια, ζεστή τυρόπιτα απ' τον ίδιο τυροπιτά. Όμως δε λέω, έχει και τα καλά της η σταθεροτυρόπιτα ...
Απ' το TWITTER
- το ότι οι ξένοι προμηθευτές ζητούν προπληρωμή εισαγωγών το λέμε ή ενοχλούμε τη σταθεροτυρόπιτα;
- Η ψήφος εμπιστοσύνης δεν ήταν ικανή να κάνει τον Πρετεντέρη να αλλάξει τη θεματολογία της εκπομπής του: Αμφίπολη και σταθεροτυρόπιτα.
- Κι η #σταθεροτυρόπιτα κύριε; | Υπέρ των πρόωρων εκλογών ο Κ. Σημίτης #κλαίω
Got a better definition? Add it!
Φαινόμενο φθόνου και χαιρεκακίας που διακατέχει ορισμένους λεβέντες ελληναράδες (και όχι μόνον): ξέρετε, αυτούς που θα σε ρουφιανέψουν στην πολεοδομία επειδή η μάντρα που έχτισες είναι μισό εκατοστό ψηλότερη απ' ότι προβλέπει Βασιλικό Διάταγμα του 1952, ή αυτούς που θα σού χαράξουν κλειδιές στο τσίλικο τουτούνι σου.
Η έκφραση αυτονομήθηκε από την παμπάλαια στιχομυθία του αναξιοπαθούντα κτηνοτρόφου που προσεύχεται στον Γιαραμπή να ψοφήσει η τροφαντή κατσίκα του γείτονά του. Το φαινόμουνο μοιράζεται κοινή αφετηρία και ελατήρια με τον λαϊκισμό.
1.
Να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα!!! Αντί η οικονομική κρίση, αυτός ο νέος εθνικός λοιμός να μας φέρει πιο κοντά, να μας κάνει μια γροθιά, ώστε να ξεπεράσουμε τα δεινά, μας έχει κάνει τέρατα και μάλιστα πιο αιμοβόρα από ποτέ.
2.
Κάποιοι δεν θέλουν την ανάπτυξη της Ακαδημίας Πλάτωνος και προσπαθούν να βάλουν λουκέτο, σε όποιον ξεπερνάει το μέσο όρο. Είναι οι θιασωτές της μιζέριας, είναι οι οπαδοί του δόγματος, «να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα».
3.
Κακή αρχή φαίνεται ότι κάνουμε και φέτος στα Χανιά. Η νοοτροπία «να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα» φαίνεται ότι δύσκολα εγκαταλείπει κάποιους Χανιώτες. Το φαινόμενο του περσινού καλοκαιριού με τα τηλεφωνήματα για βόμβα σε δημοφιλή καφέ και μεζεδοπωλεία όπως δείχνουν τα πράγματα θα το ξαναζήσουμε και φέτος.
4.
Τις τελευταίες ημέρες διαβάζουμε για έντονες αντιδράσεις στη Μεσσηνία μετά την ανακοίνωση της μετρατοπής του αεροδρομίου της Τρίπολης από στρατιωτικό (και) σε πολιτικό. Γιατί όμως; (...) Αποψή μας; Η κατσίκα του γείτονα να ζήσει και το γάλα να γίνει περισσότερο για όλους.
Got a better definition? Add it!
Ο αυνανισμός κυριολεκτικά και μεταφορικά, η μαλακία δηλαδή. Είναι καλιαρντή λέξη αλλά έχει διαδοθεί πολύ, κυρίως ως αυτός που διαπράττει το ψωλοβρόντι, που αποκαλείται ψωλοβρόντης (σπεκ στον σύσσλανγκο που διείδε την καλιαρντή προέλευση της λέξης). Πρόκειται βέβαια για πολύ ποιητική λέξη, που δηλώνει έναν έντονο θορυβώδη αυνανισμό, όπου ο μαλάκας βροντάει την πούτσα του προκαλώντας μετεωρολογικά φαινόμενα λες και είναι ένας Δίας που δεν γαμιέται αλλά μαλακίζεται.
1. Όλα έδειχναν ότι ο Μάκης έδινε ένα αναπάντεχα ασυνήθιστο και καυλωτικό θέαμα στον απέναντι. Και ο απέναντι με την σειρά του παραμένοντας εκεί, στην σχισμή της κουρτίνας, ακίνητος, να κρυφοκοιτάζει, καύλωνε όλο και πιο πολύ τον Μάκη που το πρωινό του «ψωλοβρόντι» γινόταν θέαμα σ’ έναν άντρα. Έτσι ο Μάκης δεν ήθελε και πολύ ακόμη για να αδειάσει το ψωλόχυμά του απ’ τ’ αρχίδια του. Αρχίζει να χύνει πάνω του σαν τρελός με τα πόδια του τεντωμένα και ανοιχτά. Ο απέναντι τα είδε όλα! Και μεταφορικά και κυριολεκτικά! Αλλά και ο Μάκης έριχνε κλεφτές ματιές απέναντι. Μετά και τις τελευταίες χυσιές, ο Μάκης αφήνει την ψωλάρα του να αράξει στα χύσια της και ανάβει τσιγάρο κρατώντας το με το χέρι της μαλακίας, ενώ το άλλο το έβαλε πίσω απ’ το κεφάλι του για να χαλαρώσει. Τότε βλέπει να φεύγει ο απέναντι απ’ το σημείο και η κουρτίνα να επιστρέφει στη θέση της.
2.Εδώ: Και μια και το τελευταίο είναι αδύνατον να αμφισβητηθεί και στην πράξη ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει πολιτειακό θέμα χωρίς ντροπές και σούξου μούξου, ο Τσίπρας, ο Αλαβάνος, ο Δημήτρης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος ή όποιος άλλος μπορεί να πληροφορήσει τον κόσμο τι πολίτευμα γουστάρει το κόμμα και τι μέθοδο σκοπεύει να ακολουθήσει για να το πετύχει; Αν ό,τι ακούγεται ανήκει στην κατηγορία «εορταστικό ψωλοβρόντι», καλή διασκέδαση και κρίμα για τους ανθρώπους που το πληρώνουν. Αν όμως όχι, υπάρχει το Σύνταγμα.
3.ΨΩΛΟΒΡΟΝΤΙ ΟΛΗ ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΓΙΑΤΡΟ ΤΟΝ ΚΑΝΕΙ ΠΕΡΑ!!!!! (Από το ksipnistere).
4.Εδώ: Τις πταίει τελικά για την κατάσταση των νέων; Η χαλαρότητα των ΑΕΙ/ΤΕΙ που τελειώνεις όποτε θέλεις; Ο επαρχιωτισμός των γονιών; Η έλλειψη επαγγελματικού προσανατολισμού; Οι καραγκιόζηδες που μπαίνουν επαρχία για να γαμήσουν και οι βλαχούλες που μπαίνουν Αθήνα για να γαμηθούν; Το ψωλοβρόντι που ονομάζεται κατ' ευφημισμόν «φοιτητική ζωή»; Τα τραπεζάκια της ΔΑΠ και η ΕΑΑΚ; Λίγο απ' όλα;
Got a better definition? Add it!
Λεξιπλασία εκ του φαγητού φακές και του οικονομολόγου και Υπουργού Οικονομικών Γιάνη Βαρουφάκη, η οποία παίζει και με το ότι μοιάζει με εις -ιά σχηματισμό (τ. τατιανιές, πουτινιές, βαρουφακιές κ.τ.ό.) και δηλώνει αναλόγως αν βλέπει κανείς το ποτήρι μισοάδειο ή μισογεμάτο μια δυστοπία ή μια ευτοπία.
Δυστοπία αν θεωρήσουμε ότι σε ένα όχι τόσο μακρινό μέλλον στο λαφαζανιστάν που θα έχει γίνει η Ελλάδα διοικούμενο από ποικίλους Δραχμαντινετζάντ, τα ραχιλιάρικα που θα τυπώνονται δεν θα επαρκούν για να αγοράζουμε εισαγόμενα τρόφιμα, οπότε θα μπορούμε να τρώμε μόνο φακές και πάλι φακές.
Ευτοπία αν θεωρήσουμε ότι οι βαρουφακές είναι ένα αυθεντικό ελληνικό προϊόν που εντάσσεται στο πρόταγμα του ελληνικού λιτού βίου που πρότεινε ο Υπ.Οικ. Γιάνης Βαρουφάκης. Οπότε με τις βαρουφακές εκουσίως απορρίπτουμε την έξωθεν επιβαλλόμενη λιτότητα για να την ανταλλάξουμε με έναν αυτοβούλως ανειλημμένο λιτό βίο, όπου η εκούσια βρώση βαρουφακών θα είναι μια ηρωική πράξη Ελληναραδισμού ανάλογη με το «Ουάου» που είπε ο Γιάνης στον Γέροντα Νταϊσεμπλούσιο ανακαλώντας το Μολών Λαβέ του Λεωνίδα και το Όχι.
Όσοι πάντως αντιμετωπίζουν τον Γιάνη Βαρουφάκη με κριτική αντί για κρητική διάθεση θυμίζουν το γνωμικό «Όχι Γιάννης, Γιανάκης», γράφοντας το δεύτερο με ένα νι στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης. Από την άλλη, υπάρχουν και δραχμολάγνοι πανηγυρίζοντες τον Βαρούφα που υποστηρίζουν ότι το «δραχμή, σουβλάκι και Γιάνη Βαρουφάκη» είναι το νέο (και δημοκρατικό αυτή τη φορά!) «ψωμί, ελιά και Κώτσο βασιλιά».
Το εθνικό μας φαγητό πλέον είναι οι βαρουφακές #litos_vios
-Μάνα, τι μαγείρεψες σήμερα; -Βαρουφακές παιδί μου. #litos_vios
Βαρουφακές & βαρουφασόλια πλέον #litos_vios.
(Όλα από το Τουίτερ).
Got a better definition? Add it!
Αρκούδως κτηνώδης μέθοδος εξημέρωσης ωδικών πτηνών, κατά προτίμηση φλώρων, και να σας λείπουν οι αναρχοκομμουνιστικοί συνειρμοί. Συνίσταται στον εγκλεισμό του δυστυχούς πετούμενου σε πολύ μικρό κλουβί και σε απόλυτο σκοτάδι. Στον ένα περίπου μήνα που διαρκεί η διαδικασία, το πουλί χάνει το πτέρωμά του, τσακίζεται ψυχολογικά και μαθαίνει να αναπαράγει τους ήχους στους οποίους εκτίθεται. Όσα πτηνά επιζήσουν από το σεντούκιασμα γίνονται λαλίστατα, προς τέρψιν του μπόγια τους.
Στην χρηματιστηριακή αργκό είναι η φύλαξη συγκεκριμένων μετοχών για εν καιρώ ρευστοποίηση. Δλδ τα προσφερόμενα για σεντούκιασμα χαρτιά προβλέπεται πως θα αποφέρουν κέρδη στο μέλλον, οπότε ο σωστός επενδυτής τα κρατάει ανενεργά μέχρι να έρθει το πλήρωμα του χρόνου.
Σιχτίρ καργιόλια...Κάγκελα παντού.
Ο μούτος (μούτιασμα, ή ξεμούτι, ή σεντούκιασμα, ή μπαούλιασμα) είναι μια διαδικασία που γίνεται στα πουλιά για να ημερέψουν και για να πάρουν φωνές, χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι είναι πάντα 100% επιτυχημένη. [...] Το πουλί πρέπει να κάνει πτερόρροια στο μούτο. Το καλύτερο είναι να δούμε πότε το πουλί αρχίζει να ρίχνει τα φτερά του και τότε το μπαουλιάζουμε. [...] Πριν το μουτιάσουμε το πουλί, πρέπει να το έχουμε στο μουτόκλουβο για κάμποσο διάστημα (2 με 3 εβδομάδες) ώστε να συνηθίσει το χώρο [...] Στο ένα κύπελλο το νερό, στο άλλο η τροφή. Σε περίπτωση που δεν μπορούμε να προμηθευτούμε ένα τέτοιο μουτόκλουβο, μπορούμε κάλλιστα να χρησιμοποιήσουμε ένα απλό κραχτόκλουβο. [...] πρέπει να καλύψουμε τις τρύπες, έτσι ώστε φως να μην υπάρχει καθόλου μέσα. Ανοίγματα, καλύτερα χαραμάδες, υπάρχουν ίσα - ίσα για να ανασαίνει το πουλί. [...] Αν θέλουμε τα πουλιά μας να πάρουν φωνές, τότε τα «χτυπάμε» με φωνές που θέλουμε να πάρουν. Καθώς το πουλί είναι στο σκοτάδι, τότε η προσοχή του δεν αποσπάται πουθενά, με αποτέλεσμα να «μαθαίνει» τις φωνές που ακούει.
Το μούτιασμα διαρκεί περίπου ένα μήνα [...] Στη συνέχεια το πουλί εκτίθεται στο φως σταδιακά.
Μετά το μούτιασμα το πουλί θα έχει ημερέψει και θα έχει γίνει φλύαρο. Αν έχει και κάποια έφεση στο να παίρνει φωνές, τότε θα λέει «απ' έξω» αυτά που άκουσε από την κασέτα. [...]ορισμένες «παρενέργειες» [...]Το πουλί αδυνατίζει και γίνεται ευαίσθητο [...] Επίσης οι φωνές που πήρε στο μούτο είναι πολύ εύκολο να τις χάσει, σε αντίθεση με τα πουλιά που πήραν φωνές σε φως από ζωντανό δάσκαλο και οι οποίες γενικά δεν ξεχνιούνται. Με άλλα λόγια δηλαδή, το πουλί θέλει προσοχή για να μη «χαλάσει».
Οι τεχνικές λεπτομέρειες.
Πολλοί άνθρωποι «σεντουκιασμένοι» κυκλοφορούν ανάμεσά μας· χωρίς αιδώ και ενοχή, πολλές φορές μάλιστα και με υπερηφάνεια κελαηδούν αυτό που τους δίδαξαν οι δεσμοφύλακές τους. Φθάνουν ακόμη και στο σημείο να το αγαπήσουν και να ταυτιστούν απόλυτα μαζί του. Εδώ, ο έξοχος Ισίδωρος Παπαδάμου.
..κοιτα φιλε,για ολα τα πραγματα υπαρχει τροπος..εννοω οτι αυτο ειναι χαρτι για σεντουκιασμα και οχι για γρηγορα. [...] αυτο ειναι χαρτι για διακρατηση και ρευστοποιηση την καταλληλη στιγμη που αποκτα (για διαφορους λογους)εμπορευσιμοτητα. Εκεί.
ψυχραιμια μαγκεσ και περισυ πηγε απο 42 26 ασπαστη
και ειδατε τι κερδη εδωσε
σιγανεσ αγορεσ τωρα θελει στην πτωση
καλα θα ηταν να πουλαγαμε απο 43 και πανω και να ξαναπερναμε
τωρα σιγα-σιγα αγορεσ για σεντουκιασμα
που εχει στηριξη τωρα μετα το 39αρι παραπέρα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ορισμός
Η ομορφοβία είναι ο φόβος (έως του σημείου της παθολογικής φοβίας), η αποστροφή ή οι διακρίσεις κατά των ναζωραίων, κομψών ή / και καλοντυμένων ανθρώπων. Τα άτομα που ενεργούν με τέτοιους τρόπους περιγράφονται ως ομορφοβικά.
Αίτια
Έρευνες έχουν δείξει ότι η ομορφοβία μπορεί να προέρχεται από φυλετική επιλογή (βλ. έχει ασχημindie), πολιτική αγκύλωση (βλ. ταγάρω), θρησκευτική προκατάληψη (βλ. χριστιανόφουστα), αισθήματα κοινωνικής ανασφάλειας, ή έλλειψη επαφής με ωραίους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν φαινόμενα ομοφροβίας προερχόμενα και από τους ίδιους τους ζαγωραίους.
Αναπαραγωγή
Οι ομορφοβικοί κατά κανόνα και εκ πεποιθήσεως ζευγαρώνουν μόνο με σαλούφες (βλ. σαβουρογαμόσαυρος, μπαζοφονιάς).
Ευθυμολογία
Πρόκειται φυσικά για λολοπαίγνιο στην ομοφοβία (το σόλοικο αντιδάνειο του homophobia). Ενίοτε όμως καταγράφεται κι ως λολαδερός ανορθογραφισμός (βλ. παράδειγμα 5).
1.
Και ο έρωτας είναι ομορφοβία: φοβία για την επίδραση της ομορφιάς των άλλων και μαζί η βία της μίας και μόνης ομορφιάς. Η πίστη στην ομορφιά, η ακατάβλητη έλξη για την ομορφιά είναι ό,τι προσπαθεί -άλλοτε μάταια, άλλοτε όχι- να αντισταθεί στον ερωτικό παραλογισμό.
2.
- Δεν μου τη πέφτει. Μάλλον θα είναι ομορφοβικός.
3.
- Δεν μου τη πέφτει. Μάλλον θα είναι ομορφοβική...
4.
- Ομορφοβικός: αυτός που εχθρεύεται τον Βαξεβάνη και τον φθονεί λόγω της αισθητικής του υπεροχής.
5.
- Η Ελλάδα είναι από τις πιο ομορφοβικές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μιας και το 64% των Ελλήνων δηλώνει πως είναι αρκετά διαδεδομένη η δυσμενής μεταχείριση στο εργασιακό περιβάλλον, λόγω των σεξουαλικών προτιμήσεων.
Got a better definition? Add it!
Μεγεθυντικό του χύνω, συνώνυμο του χύνω κουβάδες ή του σκέτου κουβάδες, δηλώνει ότι καυλώνω, γουστάρω τρελά, χύνω, είμαι σε κατάσταση ευδαιμονίας, ευωχίας, νιρβάνας, μπλjις, και για γυναίκες ότι βρέχονται βρακάκια, συμβαίνουν πολλαπλοί οργασμοί με squirting κ.τ.ό.
Πάσα: Killerakias.
Οι οδηγίες στο γλειφομούνι είναι απόλυτα ευπρόσδεκτες.
Κοίτα. Το ξέρουμε ότι η πίπα είναι δύσκολη σαν πράξη για σένα. Αλλά με το που μάθεις να πιπώνεις σωστά ΕΝΑΝ άντρα, τέλειωσε! Πήρες πτυχίο. Εγώ μπορώ να σε κλωνοποιήσω, να μάθω να γλείφω τέλεια τον κλώνο σου μέχρι να χύνει νταμιτζάνες και μετά να έρθω με την ίδια τεχνική σε σένα και να φάω ξύλο! Μην κάθεσαι λοιπόν με τα κανιά σου ανοιχτά και με το αινιγματικό ύφος που λέει: «Να το μουνί. Βρες άκρη». Άνοιξε το ξερό σου και πες καμιά κουβέντα. (21 & 1 Συμβουλές που δεν θα βρείτε στο Cosmopolitan).
Το κέντημα στο μαύρο σου πουκάμισο με κάνει να χύνω νταμιτζάνες.... p.s από μια ξετρελαμένη ψυχολόγα... (Από το Φέισμπουκ).
3. Εμένα μπορεί να με καυλώνει το Hayabusa και να χύνω νταμιτζάνες για πάρτι του και το ZZR να μου προκαλεί ανακατωσούρα στο στομάχι.
4. Μακριά από άκρα όπως «είναι μεγάλος μαλάκας και καθίκι αλλά με καυλώνει και χύνω νταμιτζάνες» και «είναι βαρετός ξενέρωτος και μούχλας, αλλά με σέβεται και είναι καλό παιδί οπότε τι να κάνω». Το ιδανικό είναι ο συνδυασμός.
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες γαμομανών:
Πρόκειται για σλανγιωτατισμό ή μάλλον για το αντίστροφο, δηλαδή για μια ειρωνική προσπάθεια να εκλαϊκευτούν σλανγκικώς και να γελοιοποιηθούν πομπώδεις όροι όπως νυμφομανής ή μητρομανής, οι οποίοι πραγμοποιούν επιστημονικοφανώς κάτι που καταλαβαίνουμε όλοι, δηλαδή ότι κάποια/ος γουστάρει να γαμιέται ασύστολα απ' όλες τις μπάντες. Παρόμοιες γελοιοποιήσεις εύσχημων όρων έχουμε λ.χ. και στα πουστοσέξουαλ και εύχοντρος. Βεβαίως, όταν χρησιμοποιεί τον όρο ο σλανγιώτατος ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος μάλλον έχουμε αυθεντικόν σλανγιωτατισμόν, πώς αλλιώς; Εξάλλου, ο όρος γαμομανής με το να μπορεί να αποδοθεί και στα δύο φύλα, λύνει και το πρόβλημα του πώς θα ονομάσουμε έναν άντρα που είναι σεξομανιακός, εθισμένος στο σεχ, και για τον οποίο δεν υπάρχει κάποιος επιστημονικοφανής όρος, όπως νυμφομανής ή μητρομανής που λέμε για τις γυναίκες.
Όταν το πρώτο συστατικό δεν αναφέρεται στον γάμο με την αρχαία έννοια, ήτοι στο γαμήσι, αλλά στον θεσμό του γάμου, τότε γαμομανής είναι αυτός και κυρίως αυτή που παθαίνει σε κάποια στιγμή μια μανία να παντρευτεί, λ.χ. επειδή χτυπάει το βιολογικό της/του ρολόι για σχηματισμό οικογένειας και κάνει τα πάντα με αποκλειστικό σκοπό τον γάμο, λ.χ. καταφεύγοντας σε ποικίλων μορφών νυφοπάζαρα ή νυφομπάζαρα με στόχο τη βακουλοκρεμάλα.
β. Ενός λεπτού σιγή για τα αδέλφια που θα έχουν the talk όλο το βράδυ γιατί έπαιξε το Σούλα η γαμομανής στην τηλεόραση (Από το Τουίτερ).
γ. Και αυτος νυμφομανης ειναι.. Εχμμ.. Οχι ακριβως βεβαια αλλα Γαμομανης σιγουρα.
2.α.Γαμομανής, ο/η: Άντρας ή γυναίκα που οραματίζεται γαμήλια εμβατήρια κάθε φορά που οσφραίνεται οιστρογόνα ή τεστοστερόνη, αντίστοιχα. Αν τα ΗΕΓ ήταν αρκούντως εξελιγμένα, θα μας έδειχναν ότι στον εγκέφαλο του/της γαμομανούς εμφανίζονται εικόνες νυφικών, εκκλησιών και παρανυφακίων κάθε φορά που άτομο του αντίθετου φύλου μπαίνει σε ακτίνα βολής. Η μανία αυτού του είδους θεραπεύεται μόνο με κρεμάλα (κυριολεκτικά ή μεταφορικά).
β. - Το θέμα είναι ότι εγώ δεν έχω παντρευτεί ακόμη και είμαι 39 χρονών και νομίζω ότι έχω τελειώσει ως άτομο δεν θα κάνω τίποτα στην ζωή μου .....ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΗΚΑ. -μην εισαι γαμομανης.. ολα θα ερθουν σου ειπα.. ξεκολλα και συνεχισε τη ζωη σου..και οπωσδηποτε ψυχοθεραπειες..εμενα αυτη ειναι η γνωμη μου...
Got a better definition? Add it!