Further tags

Ο τσιγκούνης ολκής. Ο όρος επικράτησε από την ερμηνεία του Δήμου Σταρένιου στην τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου του Καζαντζάκη «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», όπου υποδύθηκε τον ρόλο του τσιγκούνη γερο-Λαδά.

- Ρε Σταρένιο, 80 χρονών είσαι, παιδιά σκυλιά δεν έχεις... Ζήσε λίγο τη ζωή σου. Μαζεύεις, μαζεύεις... Μαζί σου θα τα πάρεις;

ο ηθοποιός Δήμος Σταρένιος (1905-1983) (από allivegp, 21/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιφούτης και κακομοίρης, ο μίζερος τσιγκούνης. Η λέξη προέρχεται από παλιά ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, στην οποία ο βασικός ήρωας είναι έμπορος λαδιού και απίστευτος τσιγκούνης, αν και υπερβολικά πλούσιος.

- Εντάξει, να νοικιάσουμε αυτοκίνητο, αλλά όχι το Hyundai, αφού είναι κατά 5 ευρώ ακριβότερο.
- Καλά ρε γερο-Λαδά, θα δώσουμε 5 ευρώ λιγότερα για να πάρουμε παλιό αυτοκίνητο σε πολύ χειρότερη κατάσταση; Μη τρελαθούμε τώρα... Με μισθό 3.500 ευρώ το μήνα, πώς μπορεί να είσαι τέτοιος γερο-Λαδάς;

Από τον ομώνυμο χαρακτήρα του μυθιστορήματος «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», του Νίκου Καζαντζάκη. Προφανώς ο φίλος εννοεί τη μεταφορά του βιβλίου σε σειρά στην κρατική τηλεόραση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τσέχος συγγραφέας Milan Kundera σλανγκιστί, κατά το Γιαλόμας και κατά την ελληνοποίηση ξενικών ονομάτων, όπως Σακεσπύρος ή Σεξοσπύρος για τον William Shakespeare. Αν η σύντροφός σου είναι Γιαλόμα, σού τα πρήζει με το «τι θα έλεγε ο Κούντερα για την σχέση μας», στο οποίο η slangically correct απάντηση είναι: «Τι να πει κι ο Κούντερας;», ή «δεν γαμιέται κι ο Κούντερας!», «ποιος τον γαμάει τον Κούντερα» κ.ο.κ. Εννοείται ότι ο Κούντερας, έχοντας γράψει την «Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι», την «Αθανασία», την «Ταυτότητα» κ.ά. έχει καταστεί η νο2 αυθεντία στις σχέσεις με πρώτον βέβαια τον Γιαλόμα. Slangically correct απάντηση είναι και να πεις: «Ναι, μ' αρέσει πολύ η »Αναστασία«, που έγραψε ο Κούντερας! Κι η Αλικάκη με τον Κούρκουλο μια χαρά παίζανε!».

Επίσης, κούντερας είναι ο τύπος, που πάσχει από υπερκουλτουρίαση και μιλάει πομπωδώς στο στυλ «δώσε βάση στο νόημα».

  1. (Από επεισόδιο της σειράς: «Της Ελλάδος τα παιδιά»):
    -Πού πάει η σχέση μας; Τι θα έλεγε για την σχέση μας ο Κούντερα;
    -Τι να πει κι ο Κούντερας; Πάει στο περίπτερο να πάρει τσιγάρα!
  2. (Από σκετσάκι, όπου ο Χάρρυ Κλυνν ως γύφτος συνομιλεί με ηθοποιό υποδυόμενη την Μαλβίνα Κάραλη):
    Μαλβίνα: Έτσι, εσύ με τα τσακίρικα μάτια, αυτό που λες εσύ το ίδιο λέει κι ο Κούντερα, το ίδιο κι ο Μπουκόφσκι!
    Γύφτος: Ποιος Κούντερας; Άμα σε μπουκόφσκι εγώ, θα πεις τον δεσπότη Παναγιώτη!

Ο Κούντερας (από Hank, 03/02/09)Με τέτοιες μαθήτριες, του γυρίζουν τα κούντερα! (από Vrastaman, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο William Shakespeare στο πιο οικείο, αποδιδόμενο ως Σεξ+Σπυρ.

Από παρτίδα Τρίβιαλ:
- Ποιοι 2 μεγάλοι λογοτέχνες απεβίωσαν ακριβώς την ίδια ημέ...
- Έλα, έλα ο Καβλόσπυρος και ο άλλος με τους ανεμόμυλοι! Τέσσερα, μπλε, γεωγραφία, λέγε!

(από Vrastaman, 13/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κοντοστούπης, ή αυτός που έχει μαλλί αφάνα σαν αράπης της δεκαετίας του '70.

  1. Άντε κουρέψου ρε, σα χόμπιτ έγινες.

  2. Σιγά μη βγω με αυτήν, το χόμπιτ... Με τακούνι φτάνει το ένα μέτρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε ένα ποίημά του για μια αγαπημένη γυναίκα, ο Σεφέρης γράφει: «Για μια Ελένη, για ένα άδειο πουκάμισο». Το άδειο πουκάμισο (και η Ελένη που εδώ δεν απασχολεί), σημαίνουν ότι το νόημα της ζωής είναι το κενό, η φθορά και το απατηλό (οι άγγλοι χρησιμοποιούν την παπαριά: elusive).

Η φράση «άδειο πουκάμισο» έχει έκτοτε αυτονομηθεί και χρησιμοποιείται δίκην κυριολεξίας και εσφαλμένα για να περιγράψει και το χαμένο κορμί, τον τιποτένιο / ουτιδανό, αυτόν που δεν έχει μπέσα / άντερα (βλ.τελευταίο παράδειγμα).

Σύνοδος Ευρωζώνης: Θριαμβολογίες για ένα άδειο πουκάμισο. (από εδώ)

Η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης θα ήταν θετική εξέλιξη, αλλά χωρίς ιδιαίτερη σημασία. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για «άδειο πουκάμισο». (από εδώ)

Ανάπτυξη χωρίς απασχόληση είναι ένα άδειο πουκάμισο. (από εδώ)

Μη ξεχνάς ότι για μιά καραπουτανάρα, για ένα άδειο πουκάμισο, σφαζόσαντε οι Αχαιοί με τους Τρώες επί 10 χρόνια, σε ένα πόλεμο που δε θα κράταγε πάνω από που δε θα κράταγε πάνω από ένα μήνα αν δεν ερχόσαντε στα μαχαίρια Αχιλλέας κι Αγαμέμνονας για χάρη μιας άλλης πουτάνας. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αξίζει να σημειωθεί πως οι κατεξοχήν μπουκοφσκικοί, από αλκοόλ προτιμούν μπύρα και δη Kaiser - ένα ακόμη αιώνιο μπυροερώτημα, όπως και το γιατί άραγε οι μεταλλάδεςπίνουν αποκλειστικά Amstel.

(Χ Μπουκοφσκικός σε φίλο του:)
- Χθες πέρασα καταπληκτικά: όλο το βράδυ διάβαζα το «Άνθρωπος για όλες τις δουλειές» του Χανκ και έπινα Kaiser! Και όλο το πρωί ξερνοβολούσα... ααααχ, αυτό είναι ζωή!

...beer is all there is... (από Vrastaman, 23/08/11)"Hey Dennis..." (από vikar, 23/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη, περιπαικτική, που περιγράφει καλές κοπέλες από κακές οικογένειες, ή κακές κοπέλες από καλές οικογένειες, ή τέλος πάντων οποιουδήποτε συνδυασμού, οι οποίες, όπως αφήνει να εννοηθεί το λήμμα, απλά είτε κερατώνουν τον σύντροφο τους, είτε γενικά την πλέκουν την κάλτσα του φαντάρου.

Παράφραση του ονόματος της ηρωίδος του γνωστού μυθιστορήματος της Λιλής Ζωγράφου, «Η αγάπη άργησε μια μέρα», που διασκευάστηκε σε σήριαλ για την ελληνική τηλεόραση το 1997 (δηλαδή Ερατώ την λέγανε αν δεν είναι obvious).

Χρησιμοποιείται και για άλλα πρόσωπα με άλλα ονόματα φυσικά, εκτός της Ερατούς.

Δεν ξέρω γιατί μου θύμισε και την φράση «πολύ καλό κορίτσι» που λέγαμε παλιά, βάζοντας ταυτόχρονα την γλώσσα μας στο μέσα μέρος του μάγουλου μας, μιμούμενοι ξέρετε τι. Δοκιμάστε το…

- Καλό κορίτσι η Αφροξυλάνθη, ε; Τυχερός, ο φίλος μας ο Γιαννάκης ο Μυλωνάς.
- Kαλά δεν λες τίποτε, και η Κερατώ τον άνδρα της με τους πραματευτάδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορκ, το.

  • Το άτομο με αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας. Είναι συχνή η συν-νοσηρότητα με τοξικομανία και αλκοολισμό.
  • Ο κακοποιός, ο κωλάνθρωπος, η σκατόφατσα. Κάποιος που σε τρομοκρατεί και μόνο με το παρουσιαστικό του, αλλά και που η συμπεριφορά του επιβεβαιώνει τους φόβους σου.

    Κάποιος που δεν θες να συναντήσεις την νύχτα σε έρημο δρόμο ή, αν το καλοσκεφτείς, ούτε την ημέρα, ούτε ποτέ σου τέλος πάντων.

- Το κέντρο της πόλης έχει παραδοθεί στα ορκ και δεν τολμάω να κυκλοφορήσω. - Σιγά, ρε λελέ...

Ένα κλασικό ορκ. (από Dr. Steve Brule, 16/11/12)τελικός κυπέλλου ΠΑΟ - ΠΑΟΚ 26/4/14  (από xalikoutis, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που: - προσπαθεί να λύσει τα ανεξήγητα και του αρέσει να μπερδεύεται σε δολοπλοκίες, υποπτεύεται τους πάντες και τα πάντα, δεν εμπιστεύεται κανέναν, δεν του παίρνεις μυστικό, είναι μόνιμα καχύποπτος, το μυαλό του πάει πάντα στο πονηρό και φαντάζεται συνεχώς ιστορίες συνωμοσίας ακόμα κι αν αυτές δεν υφίστανται. Συνώνυμη έκφραση για άντρα:
Πουαρώ
Συνώνυμη εκφράσεις για γυναίκα:
Αγκάθα Κρίστι

- Όταν ο Δημήτρης ακούει για ακρίβεια ψάχνει τους ενόχους, όχι όμως τους οφθαλμοφανείς, αλλά αυτούς που κινούν τα νήματα. Όσο πιο μυστήριο έχει το story τόσο πιο αληθινό το βρίσκει. Όταν πάλι ακούει για φτήνια φαντάζεται μαύρο χρήμα, λαμογιά, κακή ποιότητα, εξαπάτηση εργαζομένων - Καλά, τι Σέρλοκ Χόλμς είναι αυτός ρε; Μιλάμε... το άτομο δεν παίζεται με τίποτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified