Η ξεπεσμένη πουτάνα, πρώην καλή και τώρα γρια-μάπα... Όταν κάποια ξεπεσμένη παριστάνει την όμορφη. Έκφραση λιμανιού Πειραιά του 50' και πιο πριν.
Ίσα μωρή βακέτα...
Η ξεπεσμένη πουτάνα, πρώην καλή και τώρα γρια-μάπα... Όταν κάποια ξεπεσμένη παριστάνει την όμορφη. Έκφραση λιμανιού Πειραιά του 50' και πιο πριν.
Ίσα μωρή βακέτα...
Got a better definition? Add it!
Το μεγάλο καβούρι. Ο αρχιτσιγκούναρος. Η μητέρα όλων των καβουρομαχών. Ο δεν πληρώνω-δεν πληρώνω. Αυτός που έχει καβουροπολυκατοικία στην τσέπη.
Καβουρομάνα ο πεθερός του Τάκη. Σε σαντουιτσάδικο του έκανε το γαμήλιο τραπέζι.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στο μπιλιάρδο, αυτός που κάνει συνέχεια τελάρο, δηλ. κατ' εξακολούθηση επιβαρύνεται με το στήσιμο των μπαλών.
Αυτό συμβαίνει διότι ο εν λόγω είναι επαγγελματίας λούζερ, κατσίκι, άμπαλος, ασχετίλας.
Ο μανάβης σπανίως έως ποτέ έχει τη δυνατότητα να βγάλει το άχτι του κάνοντας το εναρκτήριο σπάσιμο, ηδονή η οποία επιφυλάσσεται για τον ευτυχή αντίπαλο του μανάβη. Ο μανάβης παρακαλάει να τελειώσει μια ώρα αρχύτερα το μαρτύριο αυτό, να βλέπει δηλ. τα κόκαλα, που με τόση επιμέλεια έστησε, να εξακοντίζονται με μανία στου τραπεζιού τις άκρες.
Εννοείται πως οι εντρυφούντες εις την μαναβικήν αποτελούν τα ιδανικά θύματα για τους επιτήδειους που δεν γουστάρουν να πληρώνουν για την ώρα που παίζουν. Η λυπητερή αποστέλλεται στον ηττημένο, ο οποίος πληρώνει κατά κανόνα τον πάγκο.
- Μαλάκα αυτή η τελευταία στεκιά που έβγαλες απλά δεν υπήρχε. Αράπης σε γαμούσε χτες το βράδυ και σου 'χει ανοίξει έτσι ο κώλος;
- Άντε τέλειωνε με το στήσιμο, ρε μανάβη, κι άσε τα πολλά λόγια.
Got a better definition? Add it!
Οι Μανιάτες, ειδικά όσοι μένουν στον Πειραιά.
Ο Πειραιάς, ως αναπτυσσόμενο λιμάνι, μάζεψε κάθε καρυδιάς καρύδι από κάθε γωνιά της χώρας. Ορισμένοι από αυτούς τους εσωτερικούς μετανάστες, προερχόμενοι από την ίδια περιοχή, εγκαταστάθηκαν στην ίδια περιοχή και δημιούργησαν κλίκες.
Τα μανιαούρια μαζεύτηκαν στην περιοχή που πήρε τ' όνομά τους (Μανιάτικα). Μαζί με τους πολυάριθμους κρητικούς (άλλη πειραιώτικη ομάδα με παρόμοια χαρακτηριστικά), τα μανιαούρια θεωρείται ότι γαμούν και δέρνουν, δε σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους, δε μασάν το μπούτσο τους κ.ο.κ
- Έμαθες τι έγινε με το Μανωλάκη τις προάλλες;
- Όχι ρε συ, για λέγε...
- Να, είχανε στήσει τα μηχανάκια με τον Κώστα το Γιατράκο, έφαγε ήττα, δεν τον πλήρωσε, κι έσκασε ο τύπος με τα μανιαούρια και τον κάνανε ασήκωτο...
- Μια ζωή μαλάκας ήτανε...
Got a better definition? Add it!
Για τους φίλους, ο Σωκράτης Κόκκαλης. Όταν στο πετάξει κάποιος, είναι συνήθως γιατί θέλει να δειχτεί ότι και καλά είναι χωμένος στα σχετικά θέματα. Παίζει στα πλαίσια του προσφιλούς εδώ στο ελλαδιστάν, ευγενούς αθλήματος του name dropping (να αραδιάζεις ονόματα διάσημων δεξά κι αριστερά, προς ψάρωμα των αδαών συνομιλητών σου, που θ' αποθαυμάσουν την οικειότητα σου με τα εν λόγω σελέμπριτι. Το name dropping είναι ειδικότης του πιαριτζή, είδος που συγγενεύει στενά με τον αεριτζή. Ανοίγουμε όμως τεράστιο θέμα, οπόταν το λήγω εδώθε.
Ενδιαφέρουσα πάντως η λατινογενής κατάληξη (Crocus). Τι να ήθελε να πει ο ποιητής;
- Για θυμήσου ρε μαλάκα, πόσους προπονητές έχει αλλάξει τα τελευταία πέντε χρόνια ο γαύρος;
- Φίλε μου βάζεις δύσκολα κι είναι περασμένη ώρα... Αφού έτσι είναι, ο Κρόκους γουστάρει να τρώει προπονητές για το πρωινό του.
Got a better definition? Add it!
Εκ των τηλεοπτικό πρόσωπο και καλικάντζαρος. Πρόκειται για τα δαιμόνια πρόσωπα της τηλεόρασης, που σαν κακοί δαίμονες περιδιαβαίνουν στα παράθυρα και μας κάνουν να σεληνιαζόμαστε, να συφιλιαζόμαστε και να χιτλεριάζουμε.
Assist: GATZMAN.
Βγήκανε πάλι όλοι οι τηλεοπτικάντζαροι στα παραθύρια κι άρχισε ο καθένας το μακρύ του και το κοντό του.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Για τους πάσης φύσεως υποχθόνιους, η Δίωξη Ναρκωτικών (για τους φίλους, απλά «δίωξη»). Διδάκτορες της ρουφιανιάς, οι ναρκόμπατσοι δεν είναι και τίποτα τζιμάνια (όπως άλλωστε και τα περισσότερα στρουμφάκια). Αν ξαφνικά ανοίξει ο ουρανός και χιονίσει ναρκόμπατσους, το ψάρωμα αντενδείκνυται. Όλο και κάποιος τρόπος θα βρεθεί να τη σκαπουλάρεις, αν βέβαια δεν κοιμάσαι όρθιος. Φουντάρισμα και ξεφόρτωμα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σε περίπτωση μπαστ...
Η νάρκα ποντάρει κυρίως στην τσαπατσουλιά και την αποθράσυνση των νταραβεριτζήδων. Η νάρκα φυσικά κυνηγά τους φτωχομπινέδες, όχι τα μεγάλα κεφάλια. Η νάρκα είναι οργανικό μέρος του συστήματος εξουσίας που συντηρεί την απαγόρευση των ναρκωτικών. Απ' την κάθε σύλληψη όλοι κονομάνε: μπάτσοι, δικηγόροι, δικαστέοι, φυλακές, δημοσιογράφοι, ταξιτζήδες και πάει λέγοντας...
- Τι έγινε με το θεματάκι που λέγαμε; Θα βρούμε καμιά άκρη να την κάνουμε λαχείο;
- Φιλαράκι, τι να σου πω, ο δικός μου έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης τελευταία.
- Κατάλαβα, θα έσπρωξε τίποτα πακέτα και κρύβεται μην αρπάξει καμιά ξώφαλτση... Θα πάρω το Μπάμπη τον κατσαρίδα να δω αν μου 'χει κάτι.
- Ρε συ, δεν ξέρω... Πρόσεχέ τον αυτόν. Έχει βγει βρώμα ότι είναι ρουφιάνος της νάρκας.
- Όχι ρε, καθαρός είναι, τον ξέρω απ' το σχολείο...
- Εγώ μαλάκα μια φορά στο είπα.
Got a better definition? Add it!
Ο πρεζάκιας που, υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, η φωνή του αλλοιώνεται και ακούγεται πιο ... «ζουζουνίστικη». Ίσως και κάποιες από τις κινήσεις του να προκάλεσαν αυτόν τον χαρακτηρισμό.
Θα το ακούσετε και ως ζούζουνας.
Τι πας να κάνεις τέτοια ώρα στην πλατεία ρε; Τώρα μόνο ζούζουνες θα είναι.
Got a better definition? Add it!
Μεγάλο σκουλήκι, να σαν άντερο ένα πράμα!
Επίσης άτομο που ξηγιέται σκουληκιάρικα, μπαμπέσικα, άτιμα.
Στα ποδοσφαιρικά, ο πολύ φανατικός οπαδός του Άρεως Θεσσαλονίκης.
- Ρε σκουληκαντέρα, πάλι με κάρφωσες στο Λίλιαν ότι βγήκα ψες με την Αφροξυλάνθη…
- …
- Καλά ρε κάπταιν Μάλαξ, ποιο είναι το πρόβλημα σου; Μήπως γουστάρεις το Λίλιαν και θέλεις να μας κάνεις να φάμε τα μουστάκια μας;
- …
- Γιατί με κλείνεις το μάτι ρε συ Πέρι; Mήπως τον απλώνεις τον τραχανά;
Got a better definition? Add it!
Ο σπασαρχίδης πιανίστας.
Εκ του πρήζω + Richter (Ρώσος πιανίστας διεθνούς φήμης).
-Αν πρόκειται να είναι και ο μαλάκας ο πρήχτερ στη συναυλία, δεν πατάω με τη καμία.
Got a better definition? Add it!