Further tags

Ο καημένος άνθρωπος, ο άνθρωπος για λύπηση.

Δεν τον αντέχω άλλο τον Γιώργο! Αφού χώρισε έχει γίνει σκέτος Βασιλάκης Καΐλας και όλο γκρινιάζει!

Τότε (από GATZMAN, 03/10/09)Τωρα (από GATZMAN, 03/10/09)(από Khan, 13/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο άνθρωπος που έχει γυρίσει πολλές πλατείες στη ζωή του κυρίως της αγίας παρασκευής (Αττική) και του κέντρου της Αθήνας, πιστεύει οτι ξέρει πράγματα που είναι άγνωστα στο ευρύ κοινό, έχει συνδέσεις με άτομα αμφιβόλου κύρους (αλητόνια) και έχει αποδόσει στον εαυτό του τον χαρακτηρισμό του αλήτη - αλητάμπουρα. Πολλές φορές θα τον δείτε να φοράει και σκουλαρίκι...

-Είδα τον Σπύρο χθές στην πλατεία και καθόταν με κάτι παιδιά emo και κάπνιζε...
-Ναι ρε δεν το ξέρεις; Ο Σπύρος είναι μεγαλο γατόνι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλοί πιστεύουν ότι είναι άνθρωπος ο οποίος κάνει και λέει πράγματα τα οποία δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα, διαφέρουν πολύ με τα όσα έχει ζήσει ο καθένας μέχρι σήμερα και γενικά δεν υπάρχουν. Άλλοι δεν πιστεύουν οτι είναι άνθρωπος γιατί απλά δεν υπάρχει όπως επίσης δεν υπάρχει το βέλγιο αφού σε όλη την ιστορία του ανθρώπινου είδους το βέλγιο και οι βέλγοι δεν έχουν συμμετάσχει πουθενά ούτε έχουν κάνει κάτι αξιομνημόνευτο.

Σχετικός χαρακτηρισμός είναι και το «ανύπαρκτος».

-Άκουσες ρε τι έκανε ο Γιάννης;
-Κάτι ανύπαρκτο είμαι σίγουρος αφού είναι απο το βέλγιο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει μανία με τις μπίζνες αλλά δεν έχει απαραίτητα δική του επιχείρηση. Αν δεν έχει δική του επιχείρηση είναι συνήθως στέλεχος μεγάλης εταιρίας. Η μετεξέλιξη του γιάπη. Τον ενδιαφέρει πάντα το χρηματιστήριο και οι οικονομικές ειδήσεις. Το κοστούμι και η γραβάτα είναι τα απαραίτητα αξεσουάρ καθώς και το κοντό καλοχτενισμένο μαλλί. Πάντοτε κάθεται μέχρι αργά στη δουλειά (και υπερηφανεύεται γι' αυτό) και συνήθως πηγαίνει και τα σαββατοκύριακα. Μισεί τους δημοσίους υπαλλήλους. Τους συναντάμε σε μεγάλες ποσότητες στο Κολωνάκι και γύρω από το χρηματιστήριο.

  1. Εγώ πεντέμιση σχολάω, δεν είμαι μπιζνεσαίος να κάθομαι μέχρι τις 9.

  2. Σιγά μη φορέσω γραβάτα! Γιατί με πέρασες, για μπιζνεσαίο;

  3. Προσπαθώ, αλλά δεν μπορώ να βρω μια δουλειά. Τις έχουνε πιάσει όλες οι μπιζνεσαίοι!

  4. Αυτά τα μπιζνεσαίικα κόλπα με τα τεστ δεξιοτήτων δεν τα μπορώ.

  5. Μπιζνεσαίοι, μπιζνεσαίοι, ποιος σας είπε ότι είστε ωραίοι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παρακμή, αλλά και ο παρακμιακός, -ή, -ό. Από την γαλλική λέξη décadence που σημαίνει παρακμή και προφέρεται «ντεκαντάνς» (παρεμπιπτόντως: οι dead can dance παίζουν με την προφορά της λέξης αυτής). Το χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε ανθρώπους, καταστάσεις, χώρους, μουσική.

  1. Είδα την Ράνια χθες. Χάλι. Ήταν υπερβολικά βαμμένη, ντυμένη σαν τρεντάκι ενώ έχει κλείσει τα πενήντα, την έπινε χαλαρά όλη την ώρα και δεν ήξερε πού πατούσε όταν σηκωθήκαμε, άσε που μιλούσε φωναχτά και έλεγε κάτι μαλακίες... Γάμησέ τα, πολύ ντέκα...

  2. Με πήγε να φάμε σε ένα εστιατόριο μες στη ντέκα. Ψευτοχρυσές πλαστικές καρέκλες, συνθετικά τραπεζομάντηλα, μουσική να κόβεις τις φλέβες σου, τα 'παιξα και δεν μπορούσα να φύγω, ήμασταν οι δυο μας μόνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο προφυλακτικός τύπος είναι αυτός που προσέχει πολύ (είτε ενεργητικά, είτε παθητικα. Σε όλους τους τομείς). Παίρνει πολλές προφυλάξεις.

(Βασίλης)
-Ρε μαλάκα, τι λέει το γκομενάκι, το κουμαντάρεις καλά;
(Μάνος)
-Την προσέχω πολύ ρε... δεν την αφήνω να παει πουθενά μόνη... φοβάμαι μην πάθει τίποτα...
(Βασίλης)
-Μην είσαι τόσο προφυλακτικός μαζί της ρε... Θα το χάσεις το γομενάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψηλός και άχαρος άνθρωπος, ειδικότερα γυναίκα (εύχρηστο στον νομό Ηλείας, από το ομώνυμο λατινογενές ουσιαστικό που δηλώνει το παράπηγμα του τσοπάνη...).

- Πόσο ξελόντζα αυτή η γκόμενα, ρε γέροι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αξιωματικός του Ελληνικού στρατού. Ονομάζεται έτσι επειδή είναι παντελώς ανάξιος και ανίκανος για οποιαδήποτε δουλειά και τα φορτώνει όλα στους φαντάρους.

- Περίμενε λίγο, στις 3 φεύγουν οι αναξιωματικοί και θα χαλαρώσουμε λίγο.
- Πρόχεχε σ' αυτή τη μονάδα, άμα βλέπεις αναξιωματικό θα χαιρετάς, αλλιώς θα φας καμπάνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Aυτός που πανικοβάλλεται πολύ εύκολα.

- Ρε Γιώργη πανικοτρίκωλε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομοφυλόφιλη γυναίκα, η λεσβία.

- Για κοίτα της πλακομούνες, χαμουρεύονται πάλι!

Από το πλακομούνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified