Το εκνευριστικό είδος ανθρώπου που επισημαίνει κάποιο λάθος σου και σου ρίχνει αλάτι στην πληγή.
Σ' τα 'λεγα εγώ, δε σ' τα 'λεγα;;;
Το εκνευριστικό είδος ανθρώπου που επισημαίνει κάποιο λάθος σου και σου ρίχνει αλάτι στην πληγή.
Σ' τα 'λεγα εγώ, δε σ' τα 'λεγα;;;
Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά.
Got a better definition? Add it!
Τύπος μπλόγκερ/chatter που τριγυρίζει στα blog/chat των άλλων αφήνοντας συνήθως ευχές.
Xronia polla DeathKitty23 :D
Got a better definition? Add it!
Χάκερ με ψυχολογικά προβλήματα που μπορεί να φτάσει στο σημείο να κατασκευάζει ο ίδιος πολύπλοκους κώδικες προκειμένου να επιχειρήσει να τους σπάσει μετά.
- Άσ' τονα τον Κώστα, όλη μέρα στο pc φτιάχνει προγράμματα, ψυχάκερ κατάντησε.
Got a better definition? Add it!
Ηθοποιός που μυρίζεται ότι η καριέρα του/της ετοιμάζεται για τα μπάζα και γι' αυτό μεταπηδά στον μοναδικό επαγγελματικό κλάδο όπου δεν απαιτείται καμία γνώση, ικανότητα ή ευφυΐα: γίνεται πολιτικός. Ισχύει και για πρώην αθλητές.
Δεν χρειάζεται παράδειγμα. ε, μη θίγουμε κιόλας ...
Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά
Got a better definition? Add it!
Οποιοσδήποτε αγνοεί ότι το πανέμορφο χαριτωμένο αδέσποτο κουταβάκι με το οποίο παίζει και θέλει να το πάρει σπίτι του, κάποια στιγμή θα μεγαλώσει και θα γίνει ολόκληρο μουλάρι.
-Πολύ σκυλαφελής είσαι ρε Κοσμά. Βρήκες ένα Αγ.Βερνάρδου ενός μηνός και το μάζεψες με τη μία;;;
Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά
Got a better definition? Add it!
Βρισιά που εξαπολύουν μητέρες στα παιδιά τους όταν προτιμούν χάμπουργκερ από τα Goody’s αντί για τα φασολάκια που πιάστηκε η μέση της να καθαρίσει.
-Τσόγλανε! Πιάστηκα να σου μαγειρέψω κι εσύ πήγες κι αγόρασες χάμπουργκερ;;; Ρυπαροφάγε!
Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά
Got a better definition? Add it!
Το πανούργο και ηθικά επαίσχυντο άτομο που, κατά την αναζήτηση ταξιού, πάει και στέκεται δέκα μέτρα πιο πάνω από σένα στο δρόμο, ώστε να σταματήσει πρώτος το ταξί.
Ο ......., που συνελήφθη σήμερα για τη ληστεία, είναι σεσημασμένος ταξιδύτης.
Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά
Got a better definition? Add it!
Η νεοεμφανισθείσα συνομοταξία πλασμάτων που κυκλοφορούν μόνο σε ολιγομελείς ομάδες και απαρτίζονται πάντοτε από: 1 άντρα με τουπέ, 1 γυναίκα απαραιτήτως ξανθιά, επίσης με τουπέ, μικρή ποικιλία παιδιών, 1 τζιποειδές τροχοφόρο με κίνηση 4x4. Τα πλάσματα αυτά πολλαπλασιάζονται επικινδύνως και ενδημούν σε εύκρατα κλίματα, ειδικά δε σε ήσυχα και σχετικά άσπιλα μέρη της φύσης, τα οποία φυσικά παύουν να είναι ήσυχα και άσπιλα μόλις ενσκήψουν οι τζιπηγένειες. Ας τονιστεί ότι στις τζιπηγένειες τα πόδια είναι διακοσμητικά και δεν λειτουργούν, γι' αυτό οι καημένες πρέπει να πηγαίνουν ώς την άκρη της λίμνης, της θάλασσας, του βουνού με το τζιποειδές τουτού τους.
Ορισμός σαφής.
Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά
Got a better definition? Add it!
Το ευτυχισμένο ζευγάρι συζύγων ή εραστών με τις καλύτερες προοπτικές μακρόβιας συνύπαρξης η οποία βασίζεται στο ότι τους αρέσει να τρώνε διαφορετικά κομμάτια του κοτόπουλου…
Ο Μάκης και η Σούλα έρωτες;; Τι λε ρε... Κοτευγάρι έιναι.
Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά
Got a better definition? Add it!
Παιδί το οποίο όταν πέσει κοιτάζει πρώτα αν το βλέπει κανείς μεγάλος, σε οποία περίπτωση μπήγει τα κλάματα σπαραξικάρδια, ειδάλλως συνεχίζει αμέριμνο.
- Ήμουν πίσω απ 'το δέντρο και δε μ' έβλεπε. Έπεφτε, κοίταγε τριγύρω και σηκωνόταν. Μόλις εμφανίστηκα, έπεσε κάτω κι άρχισε τα κλάματα το μπηγοπαιδόφωνο.
Πηγή: Πλαθολόγιο, εκδ. Intro 2007, του Λύο Καλοβυρνά
Got a better definition? Add it!