Further tags

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για άνδρες, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  • Χρησιμοποιούν την γυναικεία έκφραση «θα τα πούμε, φιλάκια» κάθε φορά που κλείνουν το τηλέφωνο.
  • Συνοδεύουν τις γυναίκες μέχρι το σπίτι τους μετά την έξοδο, για να φιληθούν (και τίποτα άλλο), όπως στις ελληνικές ταινίες.
  • Ασπάζονται διαρκώς στα μάγουλα όποιον ή όποια συναντήσουν (όπως κάνουν οι γυναίκες).

Σταμάτα ρε φιλάκια να μου γλείφεις τα μάγουλα κάθε φορά που με βλέπεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για άνδρα που ζητάει διαρκώς τα τηλέφωνα των γυναικών που γνωρίζει, για να βγουν για καφέ, με ελάχιστες όμως επιτυχίες στο ενεργητικό του.

- Δες τον τηλεφωνάκια τον Γιώργο πάλι την πέφτει σε γκόμενα...

Τηλεφώνα μου ασταμάτητα μέχρι να σου απαντήσω. Τα ζουμερότερα λέμε. (από Galadriel, 14/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Μουγκαμάρα, σιωπή, ησυχία.

Μουγκός + -fon (κατάληξη από την εταιρεία κινητής Panafon)

- Το κινητό μου πάλι μουγκαφόν, δεν είχα λεφτά να το πληρώσω και μου το κόψανε.

- Έλα μουγκαφόν τώρα, πάλι πατάτα έκανες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε αντιστοιχία με την λέξη ξερόλας, εκείνος που τα μπορεί όλα.

- Μην τον εμπιστεύεσαι τον μπορόλα, πάλι θα σε κρεμάσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκείνος που τα ξέρει όλα, ο προπέτης.

Συνήθως φλύαρος, που καταντάει κουραστικός και απευκταίος.

Μην κάνεις τον ξερόλα σου ξαναλέω! Άσε να μιλήσει κι ο Γιώργος που το έχει σπουδάσει το πράγμα!

(από Khan, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνδρας που απλώς συνοδεύει μια γυναικεία παρέα, χωρίς να σχετίζεται με καμία από τις κοπέλες.

Οι γυναίκες τον παίρνουν μαζί τους για να μην φαίνονται μόνες και τον παρατούν διαρκώς για να μιλήσουν σε άλλους άντρες, όπως παρατάνε και μια βαλίτσα για να χαιρετήσουν κάποιον στον δρόμο...

Συνώνυμα: γκομενοφύλακας, γκομενοβοσκός, μουνοφύλαξ.

- Κοίτα τον Δημητράκη με τις γκόμενες! Παίζει καμία;
- Μπαααα, αποσκευή τον έχουν για να μην βγαίνουν μόνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψυχολόγος σε συντομογραφία.

Συνήθως προφέρεται μόνο το αρχικό γράμμα για να μην καταλάβουν οι άλλοι ότι εκείνος που μιλάει παρακολουθείται από ψυχολόγο...

- Δεν μπορώ να έρθω το απόγευμα, έχω ψι...

Got a better definition? Add it!

Published

Συλλαβικός αναγραμματισμός της λέξης γκόμενα.

Γνώρισα χθες μια μεναγκό σούπερ!

(από Vrastaman, 27/05/10)αν ο κόσμος ήταν μεναγκό... (από MXΣ, 27/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λοχίας υπηρεσίας στον στρατό, συνήθως έφεδρος υπαξιωματικός ή παλιός φαντάρος. Αν είναι καλός αποκαλείται μπράδερ λούι, ενώ εάν είναι αυστηρός αποκαλείται σίστερ λούι. Μέσα στις υποχρεώσεις του είναι η σύναξη για την μεσημεριανή αναφορά και μια νυχτερινή έφοδος στις σκοπιές.

Έλα ρε μπράδερ λούι, μην με αναφέρεις που κάπνιζα στην σκοπιά...

Modern Talking, Brother Louie (1986). (από patsis, 28/07/11)

Brother Louie είναι ένα 80s τραγούδι των Modern Talking...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νεαρός άβγαλτος, που γυρίζει μόνος ή με ομοϊδεάτες σε μέρη με κόσμο και κοιτάζει λιγωμένα τις όμορφες γυναίκες. Κατά κανόνα είναι δειλός και δεν εκδηλώνεται προς το άλλο φύλο. Χωρίς να ενοχλεί, πλην του αδιάκριτου βλέμματός του, χλευάζεται συνήθως από τους άλλους άνδρες.

- Δες τον καβλάμπουρα πως ξερογλείφεται για την Ποπίτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified