Further tags

Μαυροφορεμένες γριές άνω των 80 χρόνων λεπτές μέχρι 1,50 και με καμπούρα στον standard εξοπλισμό που φοράν πάντα και μία μαύρη μαντίλα και δε σε κοιτάν ποτέ στα μάτια για να μην τις αναγνωρίσεις και για να νομίζεις ότι όλες είναι ίδιες. Στην πραγματικότητα είναι μεταμφιεσμένοι γιαπωνέζοι ninja και η καμπούρα κρύβει κατάνες, στιλέτα, κρόταλα, spells και άλλα διάφορα όπλα απαγορευμένα απ' τη συνθήκη της Γενεύης.

- Ρε μαλάκα, μου την έπεσαν 7 γιαπωνέζοι νίντζα...
- Άντε ρε καραγκιόζη, τις γριούλες...
- Ρε αλήθεια σε λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκάβακας + ericcson. Στον στρατό, ο νέος φαντάρος που είναι όλη την ώρα μ' ένα κινητό και κλαίγεται στην κοπέλα ή την οικογένειά του.

Κοίτα ρε τον γκάβακσον, όλη την ώρα με 1 κινητό στο χέρι είναι και ρωτάει μαλακίες. Δεν τον βλέπω να βγάζει τον μήνα το τυπάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διακριτική προσφώνηση ατόμου χαμηλής νόησης.

Μην της δίνεις σημασία είναι ελαφριά, δεν πολυκαταλαβαίνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για χώρους (συνήθως για χώρους διασκέδασης) οι οποίοι ειναι ακριβώς αυτό που λέει η λέξη... Παρακμή! Αλλά το λέμε και για ανθρώπους!

  1. - Είναι καλό αυτό το μπαράκι/κλάμπ/μπουζούκια? - ΠΑΠΑΠΑ!! Παρακμή ρε! Ούτε να περνάω από μπροστά δεν θέλω!!

  2. - Τι γνώμη έχεις για τον Κώστα? - Ούτε να τον πλησιάζεις! Παρακμή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για έναν άνθρωπο που βρίσκεται στον κόσμο του, εκτός τόπου και χρόνου.

- Καλά αυτός είναι εντελώς κουκουρούκου. Την Κυριακή μας ρώτησε γιατί δεν είχαμε πάει σχολείο την προηγούμενη μέρα, δηλαδή το Σάββατο!!

(από xalikoutis, 21/10/08)(από xalikoutis, 19/02/09)

Η κουκουρούκου ήταν (είναι;) γκοφρέτα, και από εκεί προέρχεται ο χαρακτηρισμός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην πραγματικότητα είναι το όνομα μελλοντολόγου που δουλεύει σε τοπικό κανάλι της Πελοποννήσου. Γενικότερα χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάποιον που είναι σίγουρος για το τι θα γίνει, σαν να είναι μέντιουμ.

- Θα γράψω 14,500 και θα περάσω στην Κομοτηνή. Σπίτι θα βρω απέναντι από την κεντρική πλατεία στάνταρ.
- Σιγά ρε χορταρέα... Μην είσαι τόσο σίγουρος για όλα.

(από Hank, 09/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τρελός στα χιώτικα!

-Θα πάω για κατάδυση!!!
-Καλά λωλή είσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλακοπίτουρας, ο γκάου, ο στόκος. Δριμύτερη έκφραση για τον μαλάκα.

Ο Τάκης είναι εντελώς μαλακομπουκωμένος! Θύμισε στην φιλόλογο ότι γράφαμε τεστ ενώ αυτή το είχε ξεχάσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ευρωπαίος αθίγγανος, ο γύφτος γενικά.

Κέρασε την παρέα μας ποτά και κάθισε μαζί μας. Όταν όμως άνοιξε το στόμα του καταλάβαμε ότι δεν ήταν έλληνας. Ήταν τσιγκανέιρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζαβός, -ή, -ό: Παλαβός. Αυτός που κάνει τρέλες ή ο αλλοπρόσαλλος.

Πήγε και πούλησε το μαγαζί του για ένα κομμάτι ψωμί ο ζαβός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified