Selected tags

Further tags

Κύριος και Κυβερνήτης (ιστιοφόρου πλοίου) αλλά κατά βάση ένας ακόμα επινοημένος τίτλος που αποδίδεται σε Γουίνστον Γουλβς, Μαγκάιβερς, ακριδάτους, και γενικά τρισδιάστατους και ανοξείδωτους καταφέρτζουλες ανθρώπους που στους φακούς των γυαλιών τους προβάλλονται διαρκώς σχετικές με την κατάσταση ενότητες του οδηγού επιβίωσης των SAS. Εάν η διάθεση είναι ειρωνική έχουμε να κάνουμε με Master Debators.

Τη δύναμη του ο τίτλος την αντλεί από το ότι απηχεί την υπακοή που εκφράζεται τόσο με την δουλοπρέπεια μπρος στην ισχύ του «Yes Master» όσο και την πειθήνια εκτέλεση εντολών του «Jawohl! Herr Kommandant».

O αιώνιος αντίπαλος του Master Commander είναι φυσικά ο Cobra Commander.

- Σε είκοσι λεπτά....; Μα πόσο master commander είσαι...
- Δε βρήκα κίνηση ρε συ...

- Δικέ μου μη μου το παίζεις master commander γιατί μου γκίζει, κοιμήθηκε ο Θεός να 'ούμε, γαμώ την κωλοφαρδία σου γαμώ...
- Ε, ξερ'ς τώρα συ, ξέρ'ς τώρα συ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρατιωτική λέξη.

Τρόπος επικόλλησης με τη χρήση λιωμένου λαστιχένιου κορδονιού της στρατιωτικής αρβύλας, το οποίο έχει κολλητικές ιδιότητες. Συνήθως είναι για την επικόλληση σημάτων πάνω στη στολή απο τους φαντάρους που δεν ξέρουν ράψιμο αλλά βρίσκει και άλλες εφαρμογές (μπαλώματα κλπ).

Χρήση

  • Παίρνουμε το κορδόνι της αρβύλας, ή κατα προτίμηση κάποιο εφεδρικό, και έναν αναπτήρα. Έχουμε στην επιφάνεια το σημείο όπου θέλουμε να επικολλήσουμε το σήμα.
  • Καίμε την άκρη του κορδονιού μέχρι να λιώσει (κοντά στην υγροποίηση), και ακουμπάμε το λιωμένο λάστιχο στην επιφάνεια που θα καλυφθεί απο το σήμα, σε διάφορα σημεία.
  • Γρήγορα, και όσο το λάστιχο είναι υγρό, καλύπτουμε με το σήμα μέχρι να κολλήσει.

Μειονεκτήματα:

  • Είναι μη-προβλεπόμενο απο τους κανόνες. Προβλέπεται μόνο η κανονική ραφή των σημάτων. Αν γίνει αντιληπτό, υπάρχει κίνδυνος καμπάνας!
  • Το λάστιχο λεκιάζει οπότε χρειάζεται προσοχή για να μη γίνει λάθος.

- Ρε παιδιά πώς να ράψω το λοχιόσημο στη στολή;
- Κάτσε να σου δείξω πώς να κάνεις αρβυλοκόλληση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατήγορία γυναικών που αν έπαιζε μπάλα θα 'ταν ο Τσιάρτας. Με λίγα λόγια ωραίες κοπέλες ιδιαίτερα κομψές και αέρινες με μια χάρη ένα κάτι που άμα θέλουν μπορούν, αλλά δε θέλουν...

Ασπαζόμενες όμως το δόγμα τσιάρτα (Έλα μωρέ ποιος τρέχει τώρα; άραξε, έχει και ίσκιο και άμα βγάλουμε 2-3 μπαλιές πέρασε η μέρα) καταλήγουν να γίνονται συχνά γκόμενες αστερίες και θεωρώντας ότι αφού είναι καλές γκόμενες το χρέος τους το 'καναν όποτε οι άντρες πρέπει να κάνουν όλοι τη δουλειά συμπεριλαμβανομένου του να καυλώνουν από μόνοι τους. Τέλος, συχνά είναι πιο βαρετές και από ούγγρο τροβαδούρο.

-Μαλάκα τι ωραία κοπελίτσα αυτή εκεί!!!
-Άσε την ξέρω... Τσιάρτας είναι... Άμα πας να τη μιλήσεις πάρε και ένα gameboy να περνάει και η ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική ατάκα προπονητών, πραγματικών ή της κερκίδας. «Βλέπω γήπεδο» σημαίνει έχω καλή αντίληψη του χώρου σε ένα ομαδικό παιχνίδι. Δηλαδή, ξέρω ανά πάσα στιγμή πού είναι οι συμπαίκτες μου (γιατί δεν βλέπω μήπως σκουντουφλήσω με την μπάλα) και επίσης ξέρω σε ποιο σημείο και με τι δύναμη πρέπει να πασάρω, ώστε να μην ξελιγώσω τον συμπαίκτη προς τον οποίο πασάρω.

Χαρακτηριστικό κάποιου που βλέπει γήπεδο είναι η ικανότητά του να βγάζει τυφλές μπαλιές. Πάσες ή σέντρες, χωρίς να έχει άμεσα οπτική επαφή με τον συμπαίκτη. Και όχι κατά τύχη στα κουτουρού (όπως καμιά φορά συμβαίνει στον Βύντρα)! Να τις θέλει.

Η ικανότητα (να βλέπει γήπεδο) που έχει κάποιος παίκτης είναι ένα από τα χαρακτηριστικά που ανήκουν στην αθλητική ιδιοφυΐα (για ομαδικά αθλήματα). Χαρακτηριστικά παραδείγματα παιχταράδων με τεράστια αντίληψη χώρου είναι (ή ήταν) ο Κρόιφ, ο Φραντσέσκο Τότι και προσφάτως ο Κακά (στη μούρη σου). Στην Ελλάδα ένας παίκτης που, εκτός όλων των άλλων χαρισμάτων του (πολλά κιλά μπάλα), έβλεπε και γήπεδο, ήταν ο Βάσια. Μετά από πέντε ή έξι τρίπλες, με κάτω το κεφάλι, έβγαζε συμπαίκτη τετ α τετ με το τέρμα, και το μόνο που είχε να κάνει (ο συμπαίκτης) ήταν να φυσήξει την μπάλα μέσα.

Τώρα, η έκφραση εκτός αθλητικής σλανγκ, χρησιμοποιείται και:

  • για να χαρακτηρίσει εργαζόμενους /-ες σε μπαρ. Δλδ ένας μπάρμαν γατόνι είναι αυτός που βλέπει γήπεδο, ξέρει πότε να πλησιάσει τον πελάτη, δεν αφήνει ποτέ τον πελάτη να περιμένει και πάντα βέβαια τσεκάρει με το κεφάλι ψιλά τι γίνεται γύρω από την μπάρα. Έχει δλδ τον έλεγχο.
  • για να χαρακτηρίσει γκόμενες και γκόμενους που παίζουν με τα μάτια.
  1. - Τι νέα παλικάρια;
    - Μια χαρά, εσύ;
    - Καλά. Γιατί δεν πίνετε τίποτα. Αφραγκιές, αφραγκιές;
    - Μπααααα. Μια ώρα είμαστε εδώ, αλλά ο καινούριος δεν λέει να μας δει. Φτιάχνει ένα κοκτέιλ και μετράει τα παγάκια.
    - Μιλάμε δεν βλέπει γήπεδο με τίποτα. - Αντιθέτως η γκόμενα απέναντι μοιράζει παιχνίδι...

  2. από ιστότοπους:

α. βυντρα δεν πρεπει ποτε να παιζει λιμπερο διοτι πρωτον δεν βλεπει γηπεδο, δευτερο ειναι ατσαλος και καντεμης και τριτον δεν εχει διαρκεια ...

β. ... Καλή κοψιά,τεχνηταράς ,με μάτι που βλέπει γήπεδο,δυνατό μακρυνό σουτ και μεγάλη μπαλλιά. Αλλά...

γ. ... Δεν βλέπει γήπεδο γι' αυτό και στα στατιστικά του δεν υπάρχει ενδιαφέρον στις ασίστ. Παρότι έχει μεγάλα άκρα και μεγάλο κορμί δεν είναι ...

(από electron, 31/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοντόσωμος ποδοσφαιριστής με ευκινησία αλλά και αδυναμία στις σωματικές μονομαχίες.

Αγαπητός ορισμός παίκτης κατά τον Αλέφα, με πρώτη γνωστή αναφορά στον Τόγια της Προοδευτικής.

Πού να αντέξει τώρα ο Πάντος, το γατάκι, στον αράπη... Τον έκανε γιογιό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που τη χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να υποδείξουμε σε κάποιον άσχετο τί πρέπει να κάνει για να πετύχει αυτό που θέλει χωρίς να τραβιέται ή χωρίς να το ζαλίζει το πράμα. Φυσικά, την προφέρουμε με το ανάλογο ύφος του παντογνώστη, αυτού που τίποτε δεν του ξεφεύγει, σε τα μας τώρα, που γεννηθήκαμε ξύπνιοι από κούνια, τσςςςς...

- Όσο και να το κουνάς, αν δεν το ζεστάνεις πρώτα, δεν θα αφρίσει. Δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το χώρο του ποδοσφαίρου, σημαίνει το να ντριμπλάρω κάποιον, να τον κάνω χαζό. Ο όρος καθιερώθηκε από τον Νίκο Αλέφαντο. Πράγματι, δεν είναι σπάνιες οι φορές που έχουμε ακούσει τον εν λόγω προπονητή να περιγράφει εξαιρετικά ντριμπλαρίσματα με τις φράσεις «τον ζωγράφισε», ή «τους ζωγράφισε όλους», ή «τον εζωγράφισε» κλπ.

Παρ όλ' αυτά ο όρος χρησιμοποιείται και για το κατσάδιασμα, η το μπινελίκωμα. Λέμε, π.χ. «άσε τον φώναξε ο γενικός και τον ζωγράφισε». Ουσιαστικά, όμως, πρόκειται για την ίδια λειτουργία, καθώς και στις δυο περιπτώσεις έχουμε επιβολή της υπεροχής με μη προσχηματικό, αλλά μάλλον με κραυγαλέο τρόπο.

  1. - Πω, ρε μαλάκα. Είδες πώς τους πέρασε όλους;
    -Τους ζωγράφισε.

  2. - Τι σου είπε η Μαίρη; Τσαντισμένη την άκουσα.
    - Άσε, με ζωγράφισε και είχε και δίκιο. Είχαμε ραντεβού χθες και την έστησα.

Νίκος Αλέφαντος (από panos1962, 12/11/09)Ο Πελέ "ζωγραφίζει" (από panos1962, 12/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστορική φράση παρμένη από ιστορικό σύνθημα των 80ιζ μετά από ιστορικές μάχες του εν λόγω ιστορικού ποδοσφαιριστή με τελικό προορισμό την ιστορική κατάκτηση του πρωταθλήματος από την ΑΕΛ το 1988, ομάδα στην οποία ο ίδιος ήταν αρχηγός. Ο ποδοσφαιριστής υπήρξε μπαλαδότερος των μπαλαδοτέρων και χάρη στην υψηλή, αέρινη σχεδόν τεχνική του κατατάχθηκε ανάμεσα στους αγαπημένους της κερκίδας οι οποίοι τον έκαναν σύνθημα. Και κανονικά έπρεπε να λεχθεί πως «οι οπαδοί με καλλιτεχνικές φλέβες τον έκαναν σύνθημα», αλλά σιγά την πρωτότυπη ρίμα που εμπνεύστηκαν εδώ που τα λέμε.

Από τότε το εύληπτο αυτό σύνθημα ξεπέρασε τα στενά (πολύ στενά όπως με ενημερώνει ένας φίλος μου Βολιώτης) όρια των οπαδών της Λάρισας και έγινε σύνθημα στα στόματα όλων («ούλων» όπως μου θύμισε ένας φίλος Λαρισαίος ότι είπε ο Βολιώτης). Και φυσικά οι υπόλοιποι χρήστες της έκφρασης δεν την χρησιμοποιούσαν οπαδικά αλλά για χίλιες τρεις άλλες χρήσεις που τις αφήνω για τους μάστερς των λιστών.

Για να δώκω όμως ένα γενικό πλάνο χρησιμοποιείται μόνο όταν πρόκειται να ακολουθήσουν μεγάλες στιγμές για κάποιον/την ανθρωπότητα/μέρος της ανθρωπότητας:

  • Προ χεσίματος γιατί ο τύπος παραλίγο να σκάσει/ο τύπος είναι ιδιοφυΐα και θα ανακαλύψει φτηνές πηγές ενέργειας/ο τύπος έχει τρελάνει τους δίπλα του στο κλάσιμο.
  • Προ μεγάλης απόφασης που πρέπει να λάβει κάποιος γιατί δεν γίνεται να είναι συνέχεια καληνυχτάκιας/γιατί είναι ο πλανητάρχης και δεν δέχεται χυλόπιτες/γιατί έχει ζαλίσει τα αρχίδια στην παρέα του για την Κικίτσα που δεν-είναι-σαν-τα-άλλα-τα-κορίτσα.
  • Προ πράξης που ανέβαλλε συνεχώς αλλά κάποτε έπρεπε να γίνει γιατί δεν γίνεται να αποφεύγει για πάντα την περίεργη μαγειρική/γιατί είναι πρέσβης της Γης σε ειρηνευτική αποστολή στον πλανήτη Γκρουνξτς και πρέπει να δοκιμάσει τοπικές γεύσεις/γιατί οι γεύσεις είναι τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής.

- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λέει ο ΕΠΟΠ με κατεύθυνση τις τουαλέτες.
- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λένε οι φαντάροι σε ακτίνα 5 μέτρων από τις τουαλέτες που δεν είναι συναχωμένοι, φεύγοντας.
- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λένε τα πουστόνεα που έχουν αγγαρεία τουαλέτες.
- Ήρθε η ώρα του Γιάννη Βαλαώρα.
Λέει ο λέλουρας που καταλαβαίνει πότε πρέπει να καταχωρίσει τι στο slang.gr

Το παράδειγμα-τα παστάκια-η ασκημούλα-το παστάκι στη μέση-το φτηνό τηλεπαιχνίδι στο μέγκα-τα χαρτομάντηλά μου-που είναι; (από knasos, 22/09/10)(από Khan, 23/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Through pass.

Κάθετη πάσα στο προ (και γενικά στο ποδόσφαιρο). Γίνεται με το κουμπί Δ (δέλτα ή τρίγωνο), και είναι η γαμιστερώτατη λειτουργία του υπέρτατου αυτού παιχνιδιού. Γίνεται και σκαφτή με ταυτόχρονη χρήση του «ελ-ένα» (L1-φτερό).

Είναι φυσικά η κάθετη πάσα στον κενό χώρο, ώστε ο παίκτης που τη δέχεται να βρεθεί στην πλάτη της άμυνας. Ο παίκτης που κάνει την πάσα (καλύτερα να είναι το δεκάρι μας), πρέπει να τη στείλει μπροστά από τον παίκτη μας, ώστε να κερδίσει χώρο, μακριά από τους αντίπαλους αμυντικούς, πριν τον αντίπαλό τερματοφύλακα, την κατάλληλη στιγμή, πριν μαρκαριστεί ο φορ μας και βγει οφ σάιντ, αλλά όχι και πολύ νωρίς, ώστε να εκμεταλλευτούμε όσο το δυνατόν περισσότερο κενό χώρο και να μεγιστοποιήσουμε τις πιθανότητες για γκολ.

Ακούγεται περίπλοκο, και έτσι είναι. Η θρου πας είναι μία τομή στο χωροχρόνο, μια επίδειξη ανώτερης τεχνικής, που μόνο ένας καλός παίκτης του προ μπορεί να εκτελέσει σωστά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τέλη δεκαετίας '70, αρχές '80 απεκαλείτο ευρέως καρότσα η σπρωχτή (και όχι κοφτή και μονοκόμματη κομιλφό) στεκιά στο μπιλιάρδο, η οποία εθεωρείτο άκυρη και ζαβολιά.

Παρεμπίπταμπλυ, κορδόνι αποκαλείται το σύνολο των πως-διάολο-τα-λένε, αυτά μωρέ τα τρύπια που είναι περασμένα στον ειδικό άβακα για να μετράνε τις καραμπόλες. Νομίζω ήταν 25 σε κάθε σειρά, άρα 1 κορδόνι= 25 καραμπόλες.

Έχω να πιάσω στέκα από τότε που έπεσε εκείνος ο ρημαδιασμένος ο μετεωρίτης και δεν ενθυμούμαι πλέον ποίαν στεκιάν περιγράφαμε ως «μπρικόλα».

Ακούει κανείς ;

- Πετράκη, κερνάς τις μπύρες έτσι ; Είχα δεν είχα δύο κορδόνια σου 'ριξα στ' αυτιά.
- Άντε ρε μαλάκα, έτσι ξέρω κι εγώ. Αφού οι μισές στεκιές σου καρότσες ήτανε ρε απατεώνα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified