Selected tags

Further tags

Ο αρχηγός των ψωλών! Τέλος.

- Έρχεται ο Σωτήρης.
- Πού το κατάλαβες.
- Έφτασε πρώτα η ψωλή του και μετά αυτός. Είναι απλά... ψωλαρχηγός!

(από chrismegas, 13/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που σέρνει γύρω του μεγάλη συνοδεία από θηλυκά, αλλά αγνοείται αν προχωράει στο κάτι παραπάνω, ή αν είναι απλώς για μόστρα. Είναι πάντως ταγός, αρχηγός της μουνοθύελλας που τον περιτριγυρίζει, κι όχι απλός φίλος-παρατηρητής.

- Τι γίνεται μ' αυτόν τον Ανδρέα, κάθε φορά που ανεβαίνει στην μηχανή έχει και μια διαφορετική γκόμενα στην πλάτη!
- Κι όταν φτάνουμε στο κέντρο, συνοδεύει πέντε έξι.
- Ναι, αλλά γαμεί τίποτις ο χαρεμάκιας;
- Ποιος το ξέρει...

Σύγκρινε: γκομενοβοσκός

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που περιφέρεται μονίμως με έναν φραπέ ανά χείρας. Τον συναντάμε αρκετά συχνά και σε εργασιακούς χώρους υπό τη μορφή άνετου και απελευθερωμένου εργαζόμενου.

Συνώνυμο (κατά Νομάρχη Θεσ/νίκης): Φραπεδόμαγκας.

- Αρίστο, πιάσε μερικές Α4 από την αποθήκη ναούμ, θέλω να τυπώσω τις προσφορές. Θα μας γαμιοδοτήσει ο Αίγαγρος..
- Θα μας κλάσει μια μάντρα μαζί με την περίφραξη. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αγχώνεσαι, θα κόψει η επιδερμίδα σου!
- Άσε ρε μαλάκα Φραπεδοκράτορα, που μου κάνεις όλη μέρα σουλάτσα με τη φραπεδιά στο χέρι, πιάσε να κάνεις και καμιά δουλειά εδώ μέσα, που μου το παίζεις και παλιός. Πού είσαι, στον στρατό ναούμ;
- Δ.Π. (δεν προβλέπεται)...

Ο κύριος Βακόνδιος (από poniroskylo, 19/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να είσαι cheerleader, δηλαδή μαζορέτα, «αρχηγός/οδηγός της χαράς» στην κυριολεξία. «Αμερικανιά που μας ήρθε κι από δω», που λέει κι ο Παυλέας.

Επίσης, το να συμπεριφέρεσαι ως χαζορέτα.

Επίσης, το να είσαι πεσίχαρος ή πασιχαρής ή πισωγλέντης, πισωγλεντζές. Εξάλλου gay και cheer δεν διαφέρουν πολύ νοηματικά. Η έκφραση είναι «κάνω τσιρλίντινγκ», όπως «κάνω κλάμπινγκ» κτλ.

  1. Η Λόλα κάνει τρελό τσιρλίντινγκ. Χτες με ρώτησε: «Έχω μια απορία: Τελικά, το σωστό είναι Ιράν ή Ιράκ;».

  2. - Λες να κάνει τσιρλίντινγκ ο Λούλης; Τον βλέπω πολύ χαρούμενο τώρα τελευταία, πολύ ανεβασμένο!
    - Χαρούμενο στα αγγλικά;

(από Hank, 07/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Κλασική αργκό της φυλακής): Ο κουμανταδόρος, το άτυπο αφεντικό των φυλακισμένων, συχνά με την ανοχή του τυπικού αφεντικού (Διευθυντή) και σίγουρα με το δέος των φυλάκων. Ο υπερθετικός του βαρύμαγκα, αλλά και με σαφή ηγετικά προτερήματα. Πιθανότατα τούρκικης προελεύσεως.

Μεταφορικώς: Το αφεντικό με το άστε-ντούα.

Σερέτης, έξυπνος, δίκαιος και επικίνδυνος, ήταν ο εξισορροπητής των πολυσχιδών συμφερόντων μέσα στη φυλακή (π.χ. ζάρια, άδειες, πουστράκια, δουλειές επ' αμοιβή, ξεκαθαρίσματα, τιμωρία ρουφιάνων, ναρκωτικά, προστασία κ.τ.λ.). Γαμούσε κι έδερνε.

Συνήθως είχε αρκετά βαριά ποινή, όχι όμως για έγκλημα κατά περίσταση (π.χ. φόνος αντίπαλου βοσκού για τα γίδια) ή ειδεχθές (βιασμός ανηλίκων), αλλά κατ' εξακολούθησιν, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια τελέσεως συγκεκριμένων εγκλημάτων (π.χ. μαστροπεία, αποδοχή προϊόντων του εγκλήματος, κιβδηλεία, λαθρεμπόριο, ναρκωτικά, εκβίαση κ.τ.λ.) και δη σε ρόλο αφεντικού-ενορχηστρωτή. Δηλαδή για εγκλήματα του δομημένου υποκόσμου 2-3 πόλεων και όχι χωριατίστικα καμώματα ή φλάς που έφαγε ένας μουρλός. Άλλωστε, λένε: «Ό,τι είσαι έξω απ' τη φυλακή είσαι και μέσα», δηλαδή αντιμετωπίζεσαι αναλόγως. Εξ άλλου, μέσα στην φυλακή έχει να κάνει κανείς, με ανθρώπους που οδηγήθηκαν εκεί κυρίως λόγω ιδιαιτέρως ανεπτυγμένων ενστίκτων (κατά τον Λομπρόζο!) και δεν θα είναι καθόλου εύκολο να τους γελάσει περί το ποιόν του. Έτσι, ο ψιλικατζής παραμένει ψιλικατζής, ο χρεοφειλέτης είναι ένα συμπαθητικό ανθρωπάκι, ο πρεζάκιας είναι ξεφτίλας κ.ο.κ.

Ο τσιρίμπασης όμως, μέσα-έξω ήταν αφεντικό και έπαιρνε ρέφες (=πόντους) απ' όλα τα επαγγέλματα του υποκόσμου, χάρη στη σωματική του ρώμη, το ψυχικό του σθένος και το μυαλό του, που δούλευε με διπλό διαφορικό. Χώρια που το φύσαγε από παραδάκι, ένεκα οι δουλειές έξω, που τις συνέχιζε ο έμπιστός του κι είχε και χρημάτιζε τους πουλημένους εκτελεστές του σωφρονιστικού συστήματος...

Ο σημαντικότερος τσιρίμπασης του παρελθόντος αιώνος, ήταν ο Νίκος Σκριβάνος, του οποίου πρωτοπαλίκαρο ήταν ο Νίκος Μάθεσης (ή τρελάκιας). Γνωστός τσιρίμπασης κι ο Σακαφλιάς, στη φυλακή Τρικάλων, που τον έφαγε η μαρμάγκα (ο Αντωνίτσης), είτε για να γίνει αυτός τσιρίμπασης είτε για λογαριασμό άλλου επίδοξου αφεντικού (δεν έχει εισέτι διευκρινισθεί, ακόμα και οι τρικαλινοί λένε μαλακίες).

Ο τσιρίμπασης γνώριζε ότι κατέχει ζηλευτή θέση στην μικρο-κοινωνία της φυλακής, δεν διακινδύνευε το κύρος του για μηδαμινά πράγματα (έστελνε άλλους) και όφειλε να προσέχει όλες τις κινήσεις, στον μικρό και περιορισμένο χώρο της φυλακής, του κάθε βαρύμαγκα που βυσσοδομούσε εναντίον του. Άλλωστε, η αποκαθήλωσή του ήταν ιδιαιτέρως οδυνηρή: Είτε ο θάνατος του στερούσε το αξίωμα, είτε (χειρότερα) η δημόσια διαπόμπευση = τον βαράγανε ή τον πηδάγανε πεν-έξι βαλτοί μπεχλιβάνηδες... Τη θέση του, την έπαιρνε ατάκα ο μάγκας που του την έστησε, για να μην δημιουργηθεί κενόν εξουσίας (!)

Βλ. σχετικά «Το εγχειρίδιο του καλού κλέφτη», «το άγιο χασισάκι» κ.α. (Ηλίας Πετρόπουλος) και «Τα παιδιά της πιάτσας» και «Παραμύθια πίσω απ' τα κάγκελα» του Νίκου Τσιφόρου. Ειδικά, στο «Τουμπεκί» του Πέτρου Πικρού, ψυχογραφείται θαυμάσια η έννοια και η νοοτροπία του τσιρίμπαση εν έτει 1927 (!)

- Παιδιά, μην παίζετε άλλο τάβλι, βαρέθηκα μόνη μου!
- Τώρα, τελειώνουμε...
- Λοιπόν, τέλος, δεν παίζετε άλλο είπα!
- Και τί 'σαι σύ ρε; Ο τσιρίμπασης; Δώσε πίσω τα ζάρια, για θ' ανοίξω το τάπερ με τις καρπαζές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο αρχιπαλιόπουστας. Ο πούστης με τριπλό λειρί. Ο αρχηγός του πουστροκοτετσιού. Το πάνθεον της πουστιάς. Ο πούστης με τα πολλά ένσημα. Ο πουστοπατέρας.

  2. Ο άνθρωπος του οποίου ο λόγος αξίζει λιγότερο κι από το σκατό μιας κάμπιας.

Μιλάμε γιά μεγάλο πούστη. Για πούστη με λειρί. Για τριλειρόπουστα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από τον όρο Δαλάι Λάμα. Ο Δαλάι Λάμα είναι ηγέτης του Λαμαϊσμού (Θιβετιανού Βουδισμού) και αντιπροσωπεύει τη ζωντανή ενσάρκωση μιας μορφής του Βούδα (της μορφής του ελέους).

Ο Σπαγκάι Λάμα αποτελεί έναν από τους Δαλάι Λάμα των τσιγκούνηδων. Έναν από τους οδηγούς και γκουρού τους δηλαδή. Παρόλο που οι καβούραμεν αναγνωρίζουν την αξία του δεν τον αποκαλούν έτσι, αφού ο όρος αποτελεί ειρωνική προσφώνηση. Ποιος τσιγκούνης δέχεται πως είναι σπάγκος;

Αντίθετα με τον Σπαγκάι που αναγνωρίζεται από τις ικανότητες του, ο συνάδελφος του ο Δαλάι επιλέγεται μετά τον θάνατο του Δαλάι - Λάμα ως εξής: ο διάδοχός εκλέγεται στο πρόσωπο του παιδιού που, την ώρα του θανάτου του Δαλάϊ Λάμα, γεννιέται και που, στο πρόσωπό του, αναγνωρίζονται από τους Λάμα μερικά σημάδια που πιστοποιούν τη νέα ενσάρκωση της μορφής του Βούδα, για την οποία γίνεται λόγος παραπάνω.

Όταν αποκαλούμε κάποιον έτσι, δεν αναφερόμαστε απλά, στο γλίνα, στον καβουράκια, στον αυγοζύγη, στον Σταρένιο, στο σπαγκόραμα και στον Σκρούτζ. Μιλάμε για κάποιον που ενσωματώνει τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αλλά πάει ακόμα πιο πέρα. Μιλάμε για τον τσιγκούνη, που έχει συνειδητοποιήσει πως οι ευκαιριακές αποταμιεύσεις, οι ασυστηματοποίητες ενέργειες και οι ευρέως γνωστές μέθοδοι δεν οδηγούν στο επιθυμητό κατ' αυτόν αποτέλεσμα. Μιλάμε για κάποιον που έχοντας δει ζεστά το θέμα, έχει ανάγει την τσιγκουνιά σε επιστήμη.

Αυτός εργάζεται άοκνα, συστηματικά και μεθοδικά προσπαθώντας, πρώτον, να βρει τα ελάχιστα εκείνα πράγματα για τα οποία πρέπει να γίνονται έξοδα και κατά δεύτερον στύβει το μυαλό του προσπαθώντας να επινοήσει νέους τρόπους αποτελεσματικότερης διαχείρισης των εξόδων. Εργάζεται και στο θεωρητικό πεδίο, αλλά και στο πεδίο της υλοποίησης. Είναι ένας Κύρος Γρανάζηςτης οικονομικής διαχείρισης. Θεωρεί πως η προσπάθεια για επινόηση νέων τρόπων ελαχιστοποίησης των εξόδων τον κάνει σοφότερο. Ή, μ' άλλα λόγια, τον κάνει λαμότερο ή και λαμογιότερο ακόμα.

Αν θεωρήσουμε την ακρίβεια πόλεμο, τότε το έργο του μοιάζει σαν την έρευνα που κάνουν τα κράτη σε χαλεπούς καιρούς για να αντεπεξέλθουν (γι' αυτόν βέβαια οι καιροί είναι πάντα χαλεποί). Όπως μια πραγματική ανάγκη οδηγεί σε νέα γνώση, έτσι η αντίληψη τής ανάγκης από τον φραγκοκίλλερ (είτε είναι πλούσιος, είτε όχι) μπορεί να οδηγήσει κατά τη γνώμη του, σε νέα επιτεύγματα.

Ωστόσο άλλοι τον θεωρούν γραφικό και φυλακισμένο σε μια χρυσή φυλακή (στην περίπτωση που είναι πλούσιος) κι άλλοι πως έχει ευέλικτο και δημιουργικό νου και πως είναι φωστήρας των απανταχού «οικονόμων» (τσιγκούνηδων) και πεφωτισμένος ηγέτης τους.

- Άσε, είχα πάει στο σπίτι της Μαρίας και έμαθα πως ο άνδρας της φτιάχνει ένα σύστημα που παίρνει τα νερά του μπάνιου και τα οδηγεί στο καζανάκι για να γίνεται οικονομία στο νερό. Κι αυτός παρακαλώ... καμαρώνει με τις μαλακίες του. Χύνει με την πάρτη του, το όργιο.
- Ε... ε... αυτός μ' αυτά που κάνει... δεν τον λες απλό τσιγκούνη. Σπαγκάι Λάμα τον λες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με αφορμή την επέτειο της εθνικής μας παλιγγενεσίας θα ήθελα να μοιραστώ με το σλανγκεπώνυμο πλήρωμα ορισμένες εκφράσεις που διασώθηκαν από τους ιδρυτικούς μας πατέρες και οι οποίες τους καθιστούν εκτός από εθνικούς μας ήρωες και μεγάλες σλανγκαλήτρες.

- Αη-Λιας, Προφητηλίας: ο οπλαρχηγός που δεν πολεμά μαζί με τα παλληκάρια του, αλλά τους παρακολουθεί με τα κυάλια από υψωμένα σημεία των λόφων ή βουνών, ώστε να μην κινδυνεύει και σε περίπτωση ήττας να την κάνει. Η παρομοίωση αφορά στις εκκλησίες του προφήτη Ηλία, που σύμφωνα με την παράδοση τοποθετούνται στις κορυφές των βουνών. Η έκφραση στιγματίζει την δειλία του οπλαρχηγού που δεν συμμερίζεται τους κινδύνους των ανδρών του. Είναι όμως με την καλή έννοια και χαρακτηριστική του κλέφτικου τρόπου μάχης, όπου οι κλέφτες αποφεύγουν τις μάχες εκ παρατάξεως, γιατί δεν μπορούν, αλλά εφορμούν από τα βουνά και πάλι εξαφανίζονται στις δύσβατες κορυφές τους. Ειδικά, αποτελούσε παρατσούκλι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη που έβγαλε όλην την επανάστ χωρίς να κινδυνέψει άμεσα, (ενώ είχε πολλάκις και κινδυνεύσει θανάσιμα και λαβωθεί στους προηγούμενους κλεφτοπόλεμους) και που η πρώτη μέριμνά του ήταν να βρίσκει τις οδούς διαφυγής. Συμβούλευε σχετικά και τον Γ. Καραϊσκάκη, αλλά αυτός δεν τον άκουσε και αδικοχάθηκε. Ο Θ. Κολοκοτρώνης φαίνεται ότι πανηγύριζε τον χαρακτηρισμό, καθώς σε μια περίπτωση, που την είχε κάνει με ελαφρά πηδηματάκια ύστερα από μια ήττα, από μονοπάτια που ήξερε μόνο αυτός χρησιμοποίησε την έκφραση «αναλήφθηκα», παραπέμποντας μάλλον στην πυρφόρο ανάληψιν του προφήτου Ηλιού στους ουρανούς.

Παραδείγματα:
Ο Κολοκοτρώνης θυμήθηκε τα παλιά. Πάει να πιάσει τα κορφοβούνια και τους Αηλιάδες να ξαναγίνει κλέφτης!
(Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης σκωπτικά για τον κλέφτικο τρόπο πολέμου του Θ. Κολοκοτρώνη, διάλογος αναπαραστημένος από τον Δ. Φωτιάδη).

«Πηγαίνεις να φυλάξης τας κορυφάς των βουνών, ωσάν τον προφήτην Ηλίαν». (Ο ίδιος διάλογος στα Απομνημονεύματα του Κανέλλου Δεληγιάννη).

- βγαίνω στο κλαρί: γίνομαι κλέφτης στα βουνά, μάλλον δεν έχει ακόμη την μεταφορική σημασία του εκπορνεύομαι.

- το βρακί της Κατερίνας: ένα γυναικείο βρακί που ο Γ. Καραϊσκάκης το φορούσε σε όποιον αναδεικνυόταν κάθε φορά ο πιο δειλός για να τον διαπομπεύσει.

- γουναρικό: οι πρόκριτοι, επειδή φορούσαν χλιδαίες ασιατικές γούνες.

- έρχομαι με τον ζουρνά: γίνεται κάτι εύκολα και πανηγυρικά, με την συνοδεία του ομώνυμου μουσικού οργάνου, χωρίς κόπο, αλλά με «τυμπανοκρουσίες» όπως λέμε σήμερα.

Παράδειγμα: «Πρώτον εσύ [καπετάν-Νότη] όπου όλα θέλεις να έρχονται με τον ζουρνά». (Γεώργιος Καραϊσκάκης σπήκινγκ από τα Απομνημονεύματα του Κασομούλη).

- καλαμαράς: αυτός που γνωρίζει γραφή και αναλαμβάνει την γραμματειακή και γραφειοκρατική οργάνωση του Αγώνα, σε αντίθεση με τους αναλφάβητους ατάκτους πολεμιστές των οπλαρχηγών. Ως καλαμαράς μπορούσε να χαρακτηριστεί και ένας πολιτικός. Μεταξύ των δύο υπήρξε ανταγωνισμός και κάποιοι καλαμαράδες πολιτικοί κατάφερναν να παγιδεύσουν επικίνδυνους για την κεντρική εξουσία οπλαρχηγούς εξ ου και η δυσπιστία των οπλαρχηγών για τους καλαμαράδες.

Παράδειγμα:
«Βλέπετε τουτουνούς τους καλαμαράδαις; Αυτοί θα μας φαν το κεφάλι μια μέρα». (Οδυσσέας Ανδρούτσος. Και πράγματι ο Ανδρούτσος φυλακίστηκε και δολοφονήθηκε στην φυλακή του στην Ακρόπολη).

- γκενεράλ- γολέτα: ο Δυτικοευρωπαίος επικεφαλής ελληνικών στρατευμάτων που τα διηύθυνε στέλνοντας εντολές, όχι από το πεδίο της μάχης, αλλά από την γολέτα του στα ανοιχτά του πελάγους, ώστε να μην κινδυνεύσει και να μπορεί να την κάνει σε περίπτωση ήττας. Ο Γ. Καραϊσκάκης έβγαλε αυτό το παρατσούκλι για τον Άγγλο στόλαρχο Cochrane, ο οποίος έγινε αιτία της πανωλεθρίας στην μάχη του Φαλήρου. Επέμενε να δοθεί η μάχη, όπου αποδεκατίστηκαν οι Έλληνες, επειδή αυτό τον συνέφερε στο πλαίσιο ενός παιχνιδιού στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου.

- καπάκι: ανακωχή που κανόνιζε ένας οπλαρχηγός με τους Τούρκους. Ανάλογα με τις πολιτικές σκοπιμότητες των διαφόρων ελληνικών φατριών μπορούσαν να παρουσιαστούν είτε ως σωτήρια μέθοδος για να σωθεί ο άμαχος πληθυσμός και να κερδηθεί πολύτιμος χρόνος, είτε ως προδοσία, όπως προσπαθούσε να παρουσιάσει ορισμένα καπάκια ο Α. Μαυροκορδάτος για να εξοντώσει ηθικά και φυσικά αντιπάλους οπλαρχηγούς.

- καπετάν-Ψωμάς: ο καπετάνιος που είχε αλώσει τις περισσότερες πόλεις από κάθε άλλον οπλαρχηγό, Ρωμιό ή Τούρκο, ήταν ο καπετάν-Ψωμάς, δηλαδή η έλλειψη ψωμιού, ο λιμός, που ανάγκαζε τους πολιορκημένους να παραδοθούν. Η έκφραση λεγόταν όταν οι πολιορκητές δεν έκαναν καμία προσπάθεια για κάτι ηρωϊκό, όπως έφοδο, επίθεση κ.τ.λ. αλλά αφήνονταν νωχελικά να πάρει την πόλη ως από μηχανής θεός ο καπετάν-Ψωμάς.

- κρεμασμένος: ο ψηλόλιγνος και μακρολαίμης. Παρατσούκλι του Μακρή από τον Γ. Καραϊσκάκη.

- κωλοπλυμένος: αυτός που δεν έχεζε στο δάσος, όπως οι κλεφταρματολοί, αλλά φρόντιζε σχολαστικά για την καθαριότητα του κώλου του και ήταν ωσεκτουτού φλώρος. Αλλά και πανούργος. Στις τάξεις των κωλοπλυμένων ανήκαν οι καλαμαράδες, οι εξ Εσπερίας φραγκοφορεμένοι και άλλοι πονηροί που παγίδευαν με τις δολοπλοκίες τους τους αγωνιστές, εξ ου και το κωλοπλύσιμο προκαλούσε δυσπιστία και ανησυχία για μελλοντικές ραδιουργίες εις βάρος των κωλοαπλύτων, που αποτελούσαν τις υγιείς δυνάμεις της Ρωμιοσύνης.

- λάδι: η έκφραση «πούλα το λάδι γιατί η τιμή θα πέσει» ήταν το σύνθημα του Γιάννη Γκούρα για να δολοφονηθεί στη φυλακή του στην Ακρόπολη ο Οδυσσέας Αντρούτσος.

- λιμπά.

- μάλωνε η ψείρα με το σκουλήκι: έκφραση του Ι. Μακρυγιάννη για την λέρα των πολιορκημένων της Αθήνας.

- μόνο με το κορμί μου: λέγεται σε δύο περιπτώσεις: α) Όταν κάποιος, ξένος ή Ρωμιός, καταφτάνει από το εξωτερικό χωρίς βοήθεια οικονομική ή στρατιωτική, αλλά μόνος του με αόριστες ρητορικές εξαγγελίες και υποσχέσεις
β) Όταν ένας οπλαρχηγός καταφτάνει στους πολιτικούς χωρίς τις δυνάμεις του, οπότε εκθέτει τον εαυτό του.

- μορόζα.

- μπράτιμος.

- νταβατζής: χρησιμοποιείτο και με την σημασία του οπλαρχηγού που προστάτευε μια επαναστατημένη πόλη, όπως λ.χ. ο Οδυσσέας Ανδρούτσος την Αθήνα.

- νταλιάνα: η ψηλή και όμορφη γυναίκα, ο μούναρος. Νταλιάνι (εκ του τουρκικού dalyan) ήταν ένα είδος εμπροσθογεμούς ντουφεκιού, οπότε η έκφραση χρησιμοποιείτο όπως το τουφέκι και το όπλο. Ο Γ. Καραϊσκάκης αποκαλούσε έτσι την Γκούραινα, την λεβεντομούνα χήρα του Γιάννη Γκούρα που είχε απομείνει στην πολιορκημένη Ακρόπολη.

Παράδειγμα:
- Μπράτιμε, είτε εσύ να μπεις στο κάστρο και να πάρεις με τη νταλιάνα του Γκούρα και το βιο του, είτε να μπω εγώ. Μα ένα φοβούμαι... Μη δε με θελήσει εμένα τον αρρωστιάρη κι αρπάξει κανέναν παλικαρά και χάσουμε μπράτιμε τόσο βιο. Σένα όμως που είσαι νιος και νταβραντισμένος, δεν θα ξεκολλήσει από πάνω σου!»
(Διάλογος του Γ. Καραϊσκάκη με τον Κριεζώτη που αναπαριστά ο Δ. Φωτιάδης. Ο σκοπός του Γ.Κ. ήταν να δώσει κίνητρα στον Κριεζώτη για να αναλάβει την επικίνδυνη αποστολή να μπουκάρει στην Ακρόπολη. O Δ. Φωτιάδης προστατεύει τον εθνικό μας ήρωα από κάθε υπόνοια κυνισμού και τονίζει εν προκειμένω την σωτηριώδη κινητροδοσία, αλλά και τον ερωτικό αλτρουισμό του).

- ξινογαλάς, ξινόγαλο: παρατσούκλι του Σαρακατσάνου Γιώργου Τζιόγκα από τον Γ. Καραϊσκάκη.

- Οθωνούπολη: έτσι λεγόταν η Αθήνα στον καιρό του Όθωνα, από όσους δεν χώνευαν ότι είχε γίνει πρωτεύουσα το χωριουδάκι.

- πουτζιαράς: ο πουτσαράς, αλλά και γενικώς το ένοπλο παλληκάρι ενός οπλαρχηγού, λ.χ. σε καταμετρήσεις στρατευμάτων, όπου απαριθμούσαν πόσους πουτζιαράδες είχε ο καθένας στη δύναμή του.

Παράδειγμα:
«Οι υπέρ του Καραϊσκάκη άρχισαν πλέον αναφανδόν να φωνάζουν, άλλος ότι αθωώθη, [...] άλλος εκθείαζεν το παρρησιαστικόν του, άλλος την ετοιμολογίαν του και ταις αστειότηταίς του. Άλλος φώναζεν: Μώρε πού ματαγίνεται άλλος τέτοιος πουτζιαράς;»
(Ο Κασομούλης διηγείται την δίκη του Καραϊσκάκη, όπου αθωώθηκε. Μεταξύ άλλων υπερασπίστηκε το διαβόητο χούι της αθυροστομίας του με την περίφημη ατάκα «Αμ δεν μπορώ να το κόψω κυρ Πάνο. Κι εσύ δα είσαι ογδόντα χρονών, μα το χούι δεν τ' αφήνεις να γαμείς»).

- πούτζος- κώλος: συνεκδοχικώς, ο πούτζος, δηλαδή ο πούτσος, σημαίνει τον ομιλητή, ή τον οπλαρχηγό και τις στρατιωτικές του δυνάμεις, ενώ ο κώλος σημαίνει τον συνομιλητή, ή τον αντίπαλο στρατιωτικό αρχηγό και τις δικές του εχθρικές στρατιωτικές δυνάμεις.

Παραδείγματα:
«Εμείς εδώ μάθαμε τον κώλο του οχτρού». (Μακρής σπήκινγκ).

«Έχει και τουμπλέκια ο πούτζος μου, έχει και τρουμπέταις. Όποια θέλω θα μεταχειρισθώ». (Από επιστολή του Γ. Καραϊσκάκη της 15/4/1824 στον Στορνάρη στο πλαίσιο επαπειλούμενης εμφύλιας σύγκρουσης. Τουμπλέκια είναι τα όργανα του τουρκικού ιππικού, και τρομπέτες τα ελληνικά όργανα).

- πτωματόστρωτον: ψευδολόγιος ειρωνικός σχηματισμός κατά το λιθόστρωτον, σήμαινε ότι μια αστική περιοχή είχε στρωθεί όχι με λίθους ή άλλα υλικά οδοποιίας, αλλά με πτώματα οχθρών, συμπεριλαμβανομένων και αμάχων. Χαρακτηριστικό το πτωματόστρωτον της Τριπολιτσάς, στρωμένο με πτώματα κυρίως αμάχων Τούρκων, το οποίο διαπέρασε ο Θ. Κολοκοτρώνης έφιππος, χωρίς το άλογό του να πατήσει ούτε μια φορά στο έδαφος, «από τα τείχη έως τα σαράγια» όπως διηγείται στα Απομνημονεύματά του.

- σαπιοκοιλιά: πολύ σύνηθες.

- στενόβρακο: ο φραγκοφορεμένος ετερόχθων πρωκτικάντζας σφιχτοκώλης.

- στραβαραπάδες: οι Αφρικανοί στρατιώτες του Ιμπραήμ.

- σύνδροφος: ο πούτζος του Γ. Καραϊσκάκη. Σύμφωνα με την ιδιότυπη αντίληψή του περί διπλωματίας, όταν οι Τούρκοι τον βολιδοσκοπούσαν αν θα τηρούσε το καπάκι-ανακωχή, αυτός απαντούσε περιπαικτικά ότι θα ρωτήσει τον σύνδροφό του.

Παραδείγματα:
«Ο Καραϊσκάκης με το ιδίωμά του άλλοτε τους έλεγεν (στους Τούρκους) εις τα γράμματα να ερωτήση τον σύνδροφόν του- και εννοούσε τον πούτζον του- και άλλοτε τους φιλούσε τα μέστια (=μαλακά χλιδαία παπούτσια), κατά την διάθεσιν όπου ευρίσκονταν».
(Από τα Απομνημονεύματα του Κασομούλη, τ. α΄, σ. 287. Το δέλτα του σύνδροφος οφείλεται άραγε σε υπεραστισμό- υπερδιόρθωση;).

«Μου γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω,
κι εγώ πασά μου, ρώτησα τον πούτζον μου τον ίδιον
κι αυτός μου αποκρίθηκε να μη σε προσκυνήσω.
κι αν έλθης κατ' επάνω μου, ευθύς να πολεμήσω!».
(Κασομούλης, τ. α΄, σ. 326. Απάντηση του Γ. Καραϊσκάκη στον Μαχμούτ πασά Σκόδρα, διασκευασμένη εμμέτρως από τον γραμματικό του Γαζή, που κατά πολλούς «κατέστρεψε» τον μη έμμετρο λόγο του Καραϊσκάκη).

- τεσσαρομάτης: αυτός που φορούσε γυαλιά θεωρείτο ότι είναι σαν να έχει τέσσερα μάτια. Έτσι αποκαλούσε ο Γ. Καραϊσκάκης τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Ο δε Μακρυγιάννης έλεγε σκωπτικώς για τον Μαυροκορδάτο ότι πήγε στην Δύση με δύο μάτια και γύρισε με τέσσερα.

Παράδειγμα:
- Ποία κυβέρνησις καπετάν Νότη; Το τζιογλάνι του Ρεϊζ Εφέντη, ο τεσσαρομάτης; Ποίοι τον έκαμαν κυβέρνησιν; (Γ. Καραϊσκάκης για τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο).

- τζιογλάνι: βλ. τσογλάνι και τσιμπούκ-ογλάν.

- τζίτζιλε-φίτζιλε: έκφραση του Ι. Μακρυγιάννη για τον Ιωάννη Κωλέττη.

- τζοχανταραίοι (με την μη μεταφορική σημασία).

- τουρκοζύμαρο: ο αναμειγμένος με τους Τούρκους. Το χρησιμοποιεί ο Ι. Μακρυγιάννης για τον Α. Μαυροκορδάτο.

- τουρκοτζιαμπάσηδες / τουρκογέροντες: αποκαλούνταν μειωτικά οι πρόκριτοι ως συγχρωτισμένοι με τους Τούρκους. Παρόμοιες εκφράσεις χρησιμοποίησε ο Δημήτριος Υψηλάντης σύμφωνα με τα Απομνημονεύματα του Κ. Δεληγιάννη.

- τσούπρα: γενικά το κοριτσάκι, αλλά και ειδικότερα η ανήκουσα στο χαρέμι επιφανούς Οθωμανού. Περίφημες ήταν οι τσούπρες του Αλή-πασά, που αποτελούσαν την αφρόκρεμα της ρωμέικης ομορφιάς. Αφού τις περνούσε ένα χεράκι, τις έδινε σε ικανούς στρατιωτικούς του για να τους ανταμείψει για τις υπηρεσίες του. Αυτοί το δέχονταν με ανάμεικτα συναισθήματα, καθώς ήταν και λίγο ντροπή, αλλά από την άλλη, όποια όμορφη υπήρχε σε Ήπειρο- Ρούμελη, είχε περάσει από το αληπασαλίδικο χαρέμι, οπότε το να είσαι τσούπρα του Αλή σήμαινε και ότι είχες καταξιωθεί στο σταρ-σύστεμ της εποχής. Και το να παντρευτείς πρώην τσούπρα, σήμαινε ότι είχες τελικιάσει ως σελεμπριτόνι. Λ.χ. ο Γ. Καραϊσκάκης είχε παντρευτεί την πρώην τσούπρα Γκόλφω Ψαρογιαννοπούλου διάσημη για τα κάλλη της. Οι ομορφότερες τσούπρες ήταν Κιρκασιανές.

Παράδειγμα:
Έλα δω μπίρο μου, να σου πω ένα χαϊρλίτικο (=ευεργεσία). Θα δώσω μια τσιούπρα μου στο παιδί σου και να το φέρεις αύριο να μου φιλήσει το χέρι.
(Αναπαραστημένος από Δ. Φωτιάδη διάλογος μεταξύ Αλή-πασα και πατέρα παλληκαριού που δεχόταν το προξενιό ως ανταμοιβή για τις στρατιωτικές υπηρεσίες του γιου του).

- φακίρ φουκαράς.

- χέζω τη μύτη: λεγόταν στο πλαίσιο βρις-οφ.

- ψαλιδόκωλος.

- ψυχογιός: πέρα από την δόκιμη σημασία του, λειτουργούσε και ως ευφημισμός για τους παίδες που είχαν για τους Έλληνες οπλαρχηγούς την ίδια λειτουργία που είχαν τα τσογλάνια για τους Οθωμανούς άρχοντες. Κάνανε δηλαδή ψυχικά αυτά τα παιδιά.

Το λήμμα αφιερούται τω ιατρώ και επαίοντι της ιστορικής σλανγκ allivegp.

Εντός του ορισμού, συν ένας διάλογος που διασώζει ο Κασομούλης, όπου ο Γ. Καραϊσκάκης αναφέρεται στον Α. Μαυροκορδάτο και αυτούς που τον ακολουθούν:

- Όπου μας διορίσει η κυβέρνησις, εκεί θέλει εκστρατεύσομεν (απήντησεν ο καπετάν Νότης).
- Ποία κυβέρνησις καπετάν Νότη; Το τζιογλάνι του ρείς- εφάντη, ο τεσσαρομάτης; Ποίοι τον έκαμαν κυβέρνησιν; Εγώ και άλλοι δεν τον γνωρίζομεν. Ή σύναξε δέκα ανοήτους και τον υπέγραψαν διά τας ιδιοτέλειάς των; Πρώτα εσύ, που όλα θέλεις να έρχονται με τον ζουρνά. Ο Σκαλτσάς που δεν είναι άλλο παρά καμπάνα μπαγκ μπαγκ. Ο Μακρής, ο μακρολαίμης, ο κρεμασμένος, όπου μόνο το κεφάλι ξέρει να ταράζει. Ο Μήτσος Κοντογιάννης, η πουτάνα, όπου αν ήτον γυναίκα, δεν εχόρταινε με 80 χιλιάδαις φοραίς την ώραν, ο ξεινογαλο-Γιώργος Τζιόγκας, όπου στραβώνει τα χείλια με το τζιμπούκι και δεν ηξεύρει τι του γίνεται, και ο αδελφός μου ο Στορνάρης ο ψεύτης. Δεν τον υπέγραψεν ο πούτζος την εκστρατείαν σας!».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μαγκιά που επιδεικνύει ο αρχηγός σε μια παρέα από μάγκες. Βαριά και ασήκωτη.

- Αυτό που σε λέω εγώ θα γίνει να 'ούμε, τέλος.
- Ναι καλά... πρόσεχε μη σου πέσει η πρωτομαγκιά φίλε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Προκύπτει εκ των λέξεων Πρωθυπουργός και πρωκτός και σημαίνει τον πρωθυπουργό του πρωκτού. Τον ανίκανο πρωθυπουργό. Δύσκολο το επάγγελμά του πάντως. Τι να πει κανείς; Για την παραπάνω περίπτωση, βλ. παράδειγμα 1.

  2. Θα μπορούσε επίσης να αποτελεί σύνθετη λέξη εκ των λέξεων υπουργός και πρωκτός και να υποδηλώνει τον υπουργό του πρωκτού. Τον ανίκανο υπουργό δηλαδή. Για την παραπάνω περίπτωση, βλ. παράδειγμα 2.

Θα μπορούσαμε ίσως να επινοήσουμε ως μέτρο ανικανότητας σχετικά με τις περιπτώσεις που συζητήθηκαν παραπάνω, τους όρους: δίχουφτος, τρίχουφτος, ... κλπ. Μεγαλύτερη ανικανότητα αντιστοιχεί σε μεγαλύτερο χουφτάριθμο.

Οι αναφερόμενοι πρωκτυπουργοί, έρχονται και καλά για να σώσουν τον τόπο από τις λαμογιές των προκατόχων τους, επιδίδονται σε χειρότερες, προκαλούν το δημόσιο αίσθημα,παίρνουν τον πούλο, κάνουν απολογισμό των ατοπημάτων τους (πού ήταν το τρωτό σημείο μας και μας πιάσανε ρε λεβέντες;), επαναδιεκδικούν ως Μαυρογιαλούροι την ψήφο του λαού και ως επερχόμενοι Σωτήρες από τις μαλακίες των νυν κυβερνώντων, ξεγελώντας το λαό (γιατί απλά ή καριόλα η ελπίδα ως άλλος μαθουσάλας πεθαίνει τελευταία), επανέρχονται ως γριές πουτάνες για να συνεχίσουν το έργο τους που από αποσταθεροποιητικούς κύκλους και δόλια συμφέροντα αιφνιδίως διεκόπη (όπως λένε). Ε κι όταν αρχίσουν ξανά τις μαλακίες, οι ευθύνες πάνε στους προηγούμενους και στις δυσμενείς συγκυρίες.

Σημείωση: Ο όρος αποκτά έμφαση, όταν αναφερόμαστε σε πρωθυπουργό ή υπουργό που ανήκει ή που υποθέτουμε πως ανήκει στο τρίτο φύλο. Γι' αυτό το θέμα βλ. παράδειγμα 3.

  1. Ο Μένιος βλέπει στο χαζοκούτι, τον πρωθυπουργό να κάνει δηλώσεις.
    Λάουρα: Ρε μαλάκα Μένιο αν σου αρέσουν τα πρωκτικά, σταμάτα να βλέπεις τον πρωκτυπουργό και έλα να μου ξηγήσεις το όνειρο στην πίσω πόρτα. Θα σ' αρέσει καλύτερα.

  2. – Ο πρώην πρωκτυπουργός οικονομικών, μας είχε στενάξει.
    – Υπάρχει βρε πρωθυπουργός οικονομικών;
    – Α βρε κουφάλογο. Π ρ ω κ τ υ π ο υ ρ γ ό ς είπα
    – Α κατάλαβα. Υπουργός του κώλου, ε; Χα χα χα.

  3. Ο Πρωκτυπουργός Πουστρόνι Μπλαιρ (παράγωγο των λέξεων Μπους & Τόνι, με παρεμβολή του «ρ»!) κρύβει κάτι αρκετά ύπουλο. Έφτασε στ' αυτιά μου, ότι προτού αρχίσει να τρίζει η καρέκλα του, είχαν γίνει ορισμένες συζητήσεις κεκλεισμένων των θυρών, οι οποίες αναφέρανε ότι εάν η Αγγλία εισέλθει στη νομισματική ένωση, να δοθεί η μόνιμη προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον Πουστρόνι Μπλαιρ. Δεν έχω ιδέα κατά το πόσο αληθεύει, μα δεν την κρίνω καθόλου απίστευτη... ειδικά αν λάβω υπόψη την πηγή της. Παρόμοιες αναφορές έγιναν και από τον Βρετανικό τύπο, αλλά μου διαφεύγει το όνομα του περιοδικού (που είχε τον πρωκτυπουργό σε μια πολύ κτηνώδη ερεβομανή στάση... πραγματική φωτογραφία σε κοντινό πλάνο... και τον ονόμαζε «το κτήνος» ).
    Δες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified