Further tags

Το τηλεοπτικό R-Rated - motherfucker.

- 3, 2 ,1 on air.
- You crazy motherbeeper!!

...το σκέφτηκαν ήδη! (από Vrastaman, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πράκτωρ, ο άνθρωπος που είναι κατάλληλος για κάθε είδους επικίνδυνη αποστολή, ο γουίνστον γουλφ.

Η φράση προέρχεται από το γνωστό και αγαπημένο εικονογραφημένο περιοδικό
Μικρός Ήρως.

Στα Τουρκικά δηλώνει τον Έξαπόδω, και φαντάζομαι ότι αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ο αείμνηστος Στέλιος Ανεμοδούρας έδωσε το εν λόγω όνομα σε έναν Τούρκο πράκτορα: προφάνουσλυ, ήθελε να καταδείξει πόσο γαμάουα και καυλερός ήταν.

- Και εκεί που την πήδαγα φίλε...
- Ίσα ρε Σεϊτάν Αλαμάν!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτικό επιφώνημα αηδίας / ειρωνείας.

Διαφημιστικό μιμήδιο που έγινε βάιραλ σε χρόνο ντετέ λίγο προ των εκλογών του 2012. Συχνά απευθύνεται με μαζοχιστική διάθεση εις εαυτόν, ειδικά όταν κάποιος πρόκειται να σε πηδήξει (Τασούλα εν όψει χουφτώματος Κίτσου, Μπένυ ατενίζοντας προεκλογικά τον Τσίπρα, κλπ). Για να είναι πλήρως αποδοτικό, δέον να εκφέρεται μακρόσυρτα και βουκολικώ τω τρόπω.

Η ανάρτηξις του λήμμαν γίνεται με πάσα επιφύλαξη καθώς δεν γνωρίζουμε εάν θα αντέξει στον αδυσώπουτσο σλανγκικό χρόνο.

- Σε ερώτηση για το πώς σχολιάζει την έκφραση που χρησιμοποίησε ο κ. Τσίπρας από γνωστή διαφήμιση για τον ίδιο ότι «έχει ξεφύγει», ο κ. Βενιζέλος απάντησε: «θα χρησιμοποιήσω και εγώ μια έκφραση από την ίδια διαφήμιση. Τράτζικ»!
(Ποντίκι)

- «Τράτζικ» το δημοτικό συμβούλιο Βάρης - Βούλας - Βουλιαγμένης (εδώ)

- ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ… ΤΡΑΤΖΙΚ: Τρεις και ο κούκος στην ομιλία Βενιζέλου (εκεί)

- Solarium με αποτέλεσμα.....ΤΡΑΤΖΙΚ.....
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

GFE = Girl Friend Experience.

Λέξη από τη διάλεκτος των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως κοπέλες σου (με κουβεντούλα, ρομαντισμό) και έτσι.

- Φίλε, πήρα τη Μόνικα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! Σε αποτελείωσε;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ gfe κατάσταση. Μου θύμισε την πρώην μου, τη Λίτσα.
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά αργκό, στα πρόθυρα της εξαφάνισης.

Αντιγράφω τον ορισμό από Το Λεξικό της Πιάτσας του Βρασίδα Καπετανάκη, πρώτη έκδοση 1950.

Βακέττα, ἡ = Τὀ έκ μὀσχου δέρμα. Μ.τ.φ.ρ. Ἡ ὑπερὠριμος γυνἠ. Ἠ δι' αλοιφὢν καί ψιμμυθἰων προσπαθοὓσα νά παρουσιάσῃ φρέσκον, τό γεγηρασμένον καί ρυτιδωμένον πρόσωπόν της.

Κάπως μου κάνει εμένα ότι ο Καπετανάκης έχει στο νου του ειδικά κάποιες αδύνατες που το πετσί τους, στα μπράτσα ας πούμε, έχει κρεμάσει και έχει ζάρες - ειδικά κι αν είναι στον ήλιο, μαυρισμένες και να γυαλίζουν από τις κρέμες, βακέττα είναι η σωστή λέξη και μακάρι να μη χαθεί.

Και το παράδειγμα είναι του Καπετανάκη.

«... Τὴν εἶδες νύχτα καί σοὒ φἀνηκε νἐα· ἄμα θὰ τὴν δῂς μἐρα, τὀτε θὰ καταλἀβῃς τὶ βακἐττα εἶναι...»

Σκίτσο από το Λεξικό της Πιάτσας (από poniroskylo, 12/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στις σχετικές με τον τίτλο του λήμματος ταινίες πρωταγωνιστούσαν οι Κριστόφ Λαμπέρ και Σον Κόνερυ. Στις ταινίες αυτές ο Χαϊλάντερ, ζούσε αθάνατος ανάμεσα στους κοινούς θνητούς εκτός αν τύχαινε κάτι που είχε προδιαγραφεί από τη μοίρα. Η λέξη κλειδί για τον συγκεκριμένο ορισμό είναι η αθανασία.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η έκφραση αναδύει τον προβληματισμό μας όταν βλέπουμε κάποιον Μαθουσάλα, κάποιον υπέργηρο που έχει ξεπεράσει κατά πολύ το μέσο όρο ζωής. Αφού δεν είναι υπόγειος, τον αποκαλούμε χιουμοριστικά Χαϊλάντερ, «θεωρώντας» πως και καλά... παίζει περίπτωση αθανασίας.

- Είδα χθες τον κυρ' Πέτρο, τον παλιό γείτονα σου;
- Ώπα ρε... Ζει ακόμα αυτό το ραμολί; Αυτόν φαίνεται πως τον έχει ξεχάσει ο Χάρος. Ποιος είναι; O Χαϊλάντερ είναι;

(από GATZMAN, 28/11/08)(από GATZMAN, 14/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσακ Νόρις, Chuck Norris

Το λέμε για κάποιον ο οποίος θεωρεί τον εαυτό του πολύ γαμιά. Βγαίνει από τον γνωστό αμερικάνο ηθοποιοί και τα πασίγνωστα ανέκδοτά του.

-Πήδηξα έναν μούναρο χθες!!
-Σιγά ρε Chuck Norris!

Everything blends except Chuck Norris. (από Khan, 10/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποδηλώνει τον τόπο καταγωγής μίας πολύ βήτα γκόμενας. Προέρχεται από παράφραση του Ρίο Ντε Τζανέιρο, όπου τη θέση του Ντε Τζανέιρο παίρνει, τιμής ένεκεν, το Μπουρνάζι με την αντίστοιχη κατάληξη.

Α: - Πού πάει έτσι η γκόμενα ρε ψηλέ;
Β: - Έσκασε με charter από Ρίο Μπουρναζέιρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο του ονόματος των γνωστών ηρώων της Marvel για να δηλώσει τους ομοφυλόφιλους. Αγγλικής προελεύσεως λέξη εκ του ex (πρώην) και men (άντρες). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον ενικό για να δηλώσει τον έναν ομοφυλόφιλο (προφάνουσλυ).

Η έννοια της λέξεως ενισχύεται από τη φράση-ατάκα της τελευταίας ταινίας X-Men: First Class (Πρώην Άντρες: Η πρώτη Γενιά): «Mutant and proud!» (Μεταλλαγμένοι και περήφανοι!). Η φράση αυτή αν συγκριθεί με το (σ)λόγκαν των διαφόρων gay parades «Gay and proud!» (ομοφυλόφιλοι και περήφανοι), κάνει εμφανή την ομοιότητά της και προβληματίζει το θεατή για τα μηνύματα που περνούν οι χολυγουντιανές παραγωγές μέσω της μεγάλης οθόνης.

Κάπου στο Γκάζι δύο μυστήριοι τύποι προχωρούν συζητώντας:
- Και του λέω του Χαραλάμπη «Ξυρίσου βρε! Πώς θα σε κυκλοφορήσω έτσι στην παραλία;!»
- Κατάλαβε τον και συ λίγο, δε χρειάζεται να δείξεις τα νύχια σου!
- Ε, μα και αυτός με τόση τρίχα πλέκει πουλόβερ!

Διερχόμενοι βαρυμαγκίτες:
- Μάγκες σύρμα... πλακώσανε οι X-men... τοίχο τοίχο και προσεκτικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαλλιά (beau mec), που σημαίνει ωραίος τύπος, γόης. Πλην επειδή είναι λίγο πασέ και μπαμπαδισμός, λέγεται περισσότερο ειρωνικά για κάποιον που προσπαθεί να το παίξει γόης, ενώ δεν του βγαίνει απόλυτα. Λ.χ. κάποιον προκεχωρημένης ηλικίας που το παίζει πάλι τζόβενο, επειδή χώρισε πρόσφατα, κάποιον χοντρό που μόλις έχασε κάμποσα κιλά και ξαναμπαίνει στο παιχνίδι, έναν λαϊκό τύπο που θα προσπαθήσει να το παίξει ψαγμένος κ.τ.ό. Δείτε πάντως και μια προσέγγιση εδώ, μου θυμίζει τον Βαν Κουφ.

Ο άντρας beau mec δεν είναι αυτό που λέμε «αντικειμενικά ωραίος άντρας». Δεν είναι αυτός που, μπαίνοντας σε ένα μαγαζί, θα στραφούν όλα τα γυναικεία κεφάλια προς το μέρος του. Έχει τα μειονεκτήματά του. Αλλά έχει αυτό το κατιτίς που τον ξεχωρίζει από τους άλλους. Έχει τον τρόπο του (αυτός και το ντραμπούι). Δεν είναι λεφτάς. Δεν έχει μουράτο αμάξι. Συνήθως έχει ένα παλιό (σχετικά) και μες στη βρώμα και τη δυσωδία (είναι το μόνο πράγμα δικό του που δεν το φροντίζει). Δεν έχει το τελευταίας τεχνολογίας κινητό με τη φωτογραφική μηχανή. Το ντύσιμό του δεν είναι επιτηδευμένο, είναι απλό, χωρίς να ξοδεύει πολλά λεφτά. Ξέρει τι του πάει και τι πρέπει να φορέσει κάθε στιγμή. Δεν έχει πρόβλημα να εμφανιστεί με βερμούδα και χαβανέζικο, αν έτσι θέλει. [...]

Όταν πλησιάζει γυναίκα, δεν το παίζει «κάπως». Κατ’αρχήν, δεν περιμένει να τον πλησιάσουν αυτές. Δεν είναι ότι είναι παλιομοδίτης, ότι πιστεύει στο τσιτάτο «άντρας-κυνηγός, γυναίκα-θήραμα», απλά δεν κολλάει σε τέτοιες λεπτομέρειες. Αν του την πέσει κάποια, τόσο το καλύτερο. Σε γενικές γραμμές, άμα δει κάποια που του αρέσει και θεωρεί αξιόλογη περίπτωση, την πλησιάζει. Δεν είναι από τους τύπους που θα ξεκινήσει για την κοπέλα λες και πάει στη μάχη, με ατάκες του στυλ «κοιτάχτε ρε μαλάκες τώρα πώς θα πέσει το γκομενάκι» ή «άμα δεν μου πάρει πίπα σε 15 λεπτά να μη με λένε Κώστα» και αντίστοιχο ύφος. Ευγενικά και με χαμηλούς τόνους. Δεν το θεωρεί σαν δεδομένο το ότι θα του κάτσει, δεν έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, αλλά δεν πάει και με διάθεση ηττοπάθειας ότι θα φάει χυλόπιτα. Με χιούμορ και ειλικρίνεια πιάνει συζήτηση. Μέσα στα πρώτα 5-10 λεπτά ξέρει αν θα πρέπει να την κάνει ή αν μπορεί να συνεχίσει. Και αν έχει νόημα να συνεχίσει. [...]

Γι’αυτό, αγαπητέ αναγνώστη, δεν πρόκειται να γίνεις ποτέ beau mec. Γιατί εσύ πάντα θα προσπαθείς πολύ. Και, ως γνωστόν, αυτός που προσπαθεί πολύ είναι αυτός που δεν έχει ικανότητες. Κι όσο νωρίτερα το παραδεχτείς, τόσο καλύτερα για σένα. Θα πάψεις να παιδεύεσαι και να παιδεύεις και τους άλλους γύρω σου.

ΜΠΟ - ΜΕΚ ΞΥΡΙΖΕΣΑΙ ΜΑΛΑΚΑ ΜΑΛΑΚΑ ΜΑΛΑΚΑ (από PUNKELISD, 06/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified