Λέξη της αργκό. Το χρήμα, τα λεφτά. Προέρχεται από τα γνωστά 30 αργύρια.
Όταν βγήκαν οι λάμες ο αργύρης ήρθε με τη μια...
Λέξη της αργκό. Το χρήμα, τα λεφτά. Προέρχεται από τα γνωστά 30 αργύρια.
Όταν βγήκαν οι λάμες ο αργύρης ήρθε με τη μια...
Got a better definition? Add it!
Ο άντρας ο χτυπημένος από τη ζωή και τις κακουχίες της που παίζει μπουζούκι για να παρηγορηθεί.
Ο όρος έχει βγεί από τον μεγάλο ηθοποιό του έθνους Νίκο Ξανθόπουλο, από την ομώνυμη ταινία Γιακουμής - μια Ρωμαίικη καρδιά.
Συνήθως χρησιμοποιείται για αυτούς οι οποίοι κλαίγονται συνεχώς για την πάρτη τους, με απώτερο σκοπό να τους λυπηθείς και να τους καβατζώσεις (κυρίως οικονομικά). Συνηθίζεται η έναρξη της κλάψας να γίνεται με την λέξη: «Μάνααα...», αφού συνήθως κλαίγονται στη μάνα τους για λύπηση και χαρτζιλίκι.
Υπάρχει φυσικά και η δεύτερη και σημαντικότερη χρήση, η οποία αναφέρεται σε υπερβολικά πλούσια ή νεόπλουτα άτομα, με απαραίτητη προϋπόθεση την κατοχή σκάφους ως μουνοπαγίδα. Συνήθως κυκλοφορούν με πουλοβεράκι στους ώμους και σορτσάκι Nautica και κόβουν βόλτες στις μαρίνες σε ακτίνα κοντινή στο σκάφος. Μιλάνε στο κινητό μεγαλόφωνα και κανονίζουνε το επόμενο μπακουροπάρτυ στο σκάφος. (Ο Γιακουμής της ταινίας κοιμότανε σε βάρκα και όλο το story έπαιζε γύρω από αυτό).
Η χρήση αυτή του όρου γίνεται με εντελώς αντίστροφη λογική από αυτήν του αγαπητού παιδιού του λαού! Σε αντίθεση με τον Ξανθόπουλο - που ήταν χαμάλης στο καρνάγιο - τα άτομα αυτά συνήθως δεν δουλεύουν.
Τάσος:
- Ρε συ Πάμπο, πού να σου λέω τι έπαθα... Πάνω που ερχόμουνα με πιάνει λάστιχο, παίρνω λεωφορείο και μου κλέβουνε το πορτοφόλι, με πιάνει εισπράκτορας και τρώω πρόστιμο, το κινητό δεν έχει μονάδες και δεν έχω και τηλεκάρτα! Έχεις κάνα ψιλό για δανεικά; και θα στα φέρω αύριο...
Πάμπος: - Πού 'σαι Γιακουμή; Το μπουζουκάκι σου και σ' άλλη παραλία...
- Μαλάκα, τι σκάφος είναι αυτό που έχει το πουρέιντζερ;;;;
- Ναι, ναι... Γιακουμής ο δικός σου...!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χαρακτηρισμός για την Ευρώπη ή την Ευρωπαϊκή Ένωση ή ειδικότερα την Ευρωζώνη.
Κατ' αρχήν, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μεταφορά στα ελληνικά του Euroland (δες), το οποίο δηλώνει βασικά την Ευρωζώνη, δηλαδή τη ζώνη των χωρών που χρησιμοποιούν το Ευρώ.
Πράγματι, πολλές φορές χρησιμοποιείται με αυτήν την ειδική σημασία. Ωστόσο, επειδή το δοκιμότερο είναι ο όρος Ευρωζώνη, ορισμένες φορές το Ευρωλάνδη λειτουργεί ως ένας ήπιος μειωτικός χαρακτηρισμός. Μπορούμε εξάλλου να το βρούμε να χαρακτηρίζει γενικότερα την Ευρώπη ή την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι σε αντίθεση με τον ελληνοπρεπή όρο Ευρώπη, το Ευρωλάνδη, του οποίου το δεύτερο συστατικό ανάγεται σε παλαιογερμανική λέξη, που έχει όμως επιβιώσει και στα αγγλικά και στα γαλλικά, εκφράζει περισσότερο μία Ευρώπη κυριαρχούμενη από Γερμανούς ή γερμανικά φύλα με την ευρύτερη έννοια, όπως λ.χ. τη φραγκική Ευρώπη του Καρλομάγνου που συμπίπτει με τον σκληρό πυρήνα της αρχικής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άλλοτε πάλι, το Ευρωλάνδη μπορεί να υπονοεί ότι είναι σαν όλη η Ευρώπη να έχει γίνει μια ενιαία χώρα, ισοπεδώνοντας με την ομοιομορφία της τις πολιτισμικές διαφορές και ιδιοπροσωπίες των επιμέρους λαών. Με κάποια κλικ καχυποψίας παραπάνω θα μπορούσαμε ίσως να θεωρήσουμε ότι παραπέμπει και σε τριτοκοσμικές χώρες, πρώην αποικίες, όπου έχει κοτσαριστεί α πουστεριόρι το -λάνδη και έχει επικρατήσει μέσω της αποικιοκρατίας, παραπέμποντας έτσι σε μία Ευρώπη όπου λαμβάνει χώρα μια εσωτερική αποικιοκρατία, αν και αυτή η ερμηνεία είναι πιο τραβηγμένη. Σε κάθε περίπτωση, η χρήση του όρου είναι ρευστή, απλώς ήθελα να θίξω έναν ήπιο και ελαφρό μειωτικό χαρακτήρα που έχει ο όρος, καθώς στα ελληνικά χρησιμοποιείται ενίοτε με μια δόση ευρωσκεπτικισμού, χωρίς ωστόσο να αποτελεί ένα καθαυτό εθνοφαυλιστικό.
Got a better definition? Add it!
Ο πολύ πλούσιος άνθρωπος, πιθανότατα κάτοχος ή μέτοχος εταιρείας. Βγήκε από το γνωστό επιχειρηματία Σωκράτη Κόκκαλη.
- Ρε φίλε πολύ θα ήθελα να είχα μια Porsche όπως έχει ο Νίκος!
- Και με τι λεφτά θα την πλήρωνες ρε φίλε; Μην ξεχνάς ότι αυτός είναι Κόκκαλης...
Got a better definition? Add it!
Όρος ο οποίος προέκυψε από φίλο, ο οποίος διατηρούσε την δεκαετία του '90 κοσμηματοπωλείο στην Μύκονο.
Πέρα από την στάνταρ πελατεία που προερχόταν είτε από τους ντόπιους είτε από τους τουρίστες, σημαντικό ποσοστό της πελατείας του μαγαζιού ήταν τα ξένα κρουαζιερόπλοια τα οποία έδεναν για λίγες ώρες στο λιμάνι. Οι καταστηματάρχες είχαν τα δρομολόγια των κρουαζιερόπλοιων και, όταν κόντευε κάποιο, όλοι έβγαιναν περιχαρείς στα σοκάκια και φώναζαν για παράδειγμα: Το Queen Elizabeth φτάνει σε τρία τέταρτα!!!Ετοιμαστείτε!!!
Με το πέρασμα του καιρού όμως και με την οικονομική ύφεση, τόσο το επίπεδο των τουριστών, όσο και η συχνότητα των περασμάτων των ξένων κρουαζιερόπλοιων, άρχισαν να φθίνουν. Οι καταστηματάρχες τοποθέτησαν λοιπόν τις ελπίδες τους και στα Ελληνικά πλοία και τουρίστες. Οι ελπίδες όμως αποδείχθησαν φρούδες,καθώς οι περισσότεροι τουρίστες αυτών των πλοίων ήταν συνήθως αδέκαροι ή πολύ μεγάλοι σε ηλικία (groups ΚΑΠΗ), με αποτέλεσμα οι πωλήσεις να μην ήταν αντάξιες των προσδοκιών τους.
Πολλές φορές μάλιστα απασχολούσαν τα μαγαζιά με πολλές ερωτήσεις για πανάκριβα κοσμήματα και για πολύ ώρα, μέχρι τελικά να αγοράσουν κάποιο τσαρμάκι ή «γκρέκα» (τα γνωστά δελφινάκια, Μεγαλέξανδροι, κίονες κ.τ.λ.) ευτελούς αξίας. Έτσι λοιπόν όταν ανακοινώνοταν η άφιξη αντίστοιχου πλοίου, όλοι περιλυπείς αυτήν την φορά φώναζαν: Το «Κούλα Εξπρές» πιάνει σε λίγο, κουράγιο...
Σημ.: Το «Κούλα» μπορεί κάλλιστα να αντικατασταθεί και με άλλα λαϊκά γυναικεία ονόματα, όπως Πίτσα, Τούλα, Πόπη κ.τ.λ.
Στην καθημερινότητα λοιπόν έχει περάσει πιά ο όρος, για να περιγράφει λούμπεν καταστάσεις και ξεπεσμένες/καγκουρέικες ορδές πληθών.
- Ρε μαλάκα σε τι κλάμπ μας έφερες; Τι γκόμενες είναι αυτές που μαζεύει το μαγαζί;
- Έλα ρε μην κάνεις έτσι. Θα έπιασε το Κούλα Εξπρές φαίνεται σήμερα. Αύριο θα είναι καλύτερα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που θέλει να δείχνει τον πλούτο του (τον οποίο δεν έχει τις περισσότερες φορές). Απο τον μικρασιάτη βιομήχανο των αρχών του 20ου αιώνα Πρόδρομο Αθανασιάδη «Μποδοσάκη» ο οποίος βέβαια δεν επιδείκνυε τον πλούτο του αλλά, ως πρωτοπόρος της ελληνικής βιομηχανίας που ήταν, ήταν από τους πιο πλούσιους έλληνες της εποχής του.
- Πατέρα φέρε 100 ευρώπουλα να πάω εξω.
- Ήμαρτον ρε Τάσο. Δικός μου γιος είσαι, όχι του Μποδοσάκη.
Got a better definition? Add it!
Η λιγούρα για ευρωπαϊκά κονδύλια. Παράγεται από το «λόρδα» και τον πολιτικό Jacques Delors, γνωστό για την διοχέτευση των ομώνυμων «πακέτων Ντελόρ». Το φαινόμενο ήταν παλιότερο κυρίως στην Ελλάδα, γιατί τώρα με την κρίση είναι σκούρα τα πράγματα. Αλλά σαν νοοτροπία, αίσθημα, αλλά και πρακτική ακόμη, παραμένει.
Η σλανγκενεργός έκφραση χρησιμοποιήθηκε και ως τίτλος επιθεώρησης.
Ορθογραφική παρατήρηση (αφιερωμένη στον Πάνο Β'): Ίσως το «λόρδα» προέρχεται ετυμολογικά από το «λωρίδα», που σημαίνει την ταινία, το παράσιτο των εντέρων. Γι' αυτό λέμε και «με κόβει λόρδα». Οπότε σε αυτήν την περίπτωση, που είναι πάντως αβέβαιη, η σωστή ορθογραφία θα ήταν «λώρδα» και «ντελώρδα».
- Τι έγινε με όλες αυτές τις νέες χώρες, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, κτλ, τις έκοψε κι αυτές ντελόρδα;
- Εμ! Εκεί που είναι ήμασταν, κι εδώ που είμαστε θά 'ρθουν.
- Όχι ακριβώς! Είναι δύσκολες οι συνθήκες τώρα Μήτσο! Κι εμάς μας ένοιαξε μόνο πώς να καλμάσουμε την ντελόρδα μας, δεν κοιτάξαμε να αναβαθμίσουμε μακροπρόθεσμα την οικονομία μας...
Got a better definition? Add it!
- Αυτός ο Αντώνης είναι πολύ Σκρουτζ, δεν δίνει τίποτα σε κανέναν!
- Ο ιδιοκτήτης της Microsoft έχει τόσα λεφτά, όσα είχε ο Σκρουτζ!
Got a better definition? Add it!
Ο τσιγκούνης ολκής. Ο όρος επικράτησε από την ερμηνεία του Δήμου Σταρένιου στην τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου του Καζαντζάκη «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», όπου υποδύθηκε τον ρόλο του τσιγκούνη γερο-Λαδά.
- Ρε Σταρένιο, 80 χρονών είσαι, παιδιά σκυλιά δεν έχεις... Ζήσε λίγο τη ζωή σου. Μαζεύεις, μαζεύεις... Μαζί σου θα τα πάρεις;
Got a better definition? Add it!
Φόρος τιμής στον πιο πλούσιο Έλληνα που γνώρισε ποτέ η χώρα, και είναι πια συνώνυμο του υπερβολικά μεγάλου πλούτου και της χλιδής.
Ποιος νομίζει ότι είναι; Κερδισε μερικά λεφτά στο καζίνο και το παίζει Ωνάσης! Αγόρασε ενα πανάκριβο αμάξι και καπνίζει πούρο, αλλα πάλι με ενοίκιο μένει...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified