Further tags

Σκωπτικό παρωνύμιο για την ομάδα του Ολυμπιακού, επειδή θεωρείται ότι είναι ομάδα του δημοσίου, Δ.Ε.Κ.Ο., δημόσιο φορέβα κιέτσ', λόγω του ότι και καλά έχει ευνοηθεί/ διευκολυνθεί από το κράτος, έχει ευνοηθεί από διαιτησίες και παράγκες, ώστε να αναδεικνύεται πρωταθλητής κατά διορισμό και όχι με το σπαθί του κ.ο.κ. (Βλ. ομάδα του δημοσίου για περισσότερα).

1. Άγριο ξεβράκωμα του διορισμένου πρω(κ)ταθλητή στο Γ. Καραϊσκάκης. Ο ψυχωμένος Παναθηναϊκός του Βονόρτα, του Χουχούμη, του Μπαρμπαρούση και του Τριανταφυλόπουλου στην καλύτερή του φετινή εμφάνιση απέσπασε ισοπαλία 1-1 και ανάγκασε 35.000 κόσμου να γιουχάρει άγρια τους γηπεδούχους…

2. Ποιος «διορισμένος»; Πραξικοπηματικά ΜΟΝΑΡΧΗΣ

3. Βγαλμένη από τις χειρότερες εποχές της ποδοσφαιρικής παράγκας η σφαγή της ΑΕΚ απο τον διορισμένο και στο βόλεϊ Ολυμπιακό. Η ομάδα του λίμανιου πήρε αλλη μια νίκη-ντροπή, μια νίκη-ονειδος, αυτή την φορά στο βόλεϊ με 3-1 χάρη, στον διαιτητή Γεροθόδωρο.

Χακερόνι κάνει πλάκα με την Βικηπαίδεια (από Khan, 15/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπασμένη πρέζα ή σπασμένη κόκα, η νοθευμένη με διάφορες άλλες (από στρυχνίνη, καφεΐνη, κοπανισμένα χάπια... μέχρι σοβά) σκόνη.

Αντώνυμο της καθαρής.

Σπάσιμο της Χ με Ψ (η νόθευση της Χ της με Ψ).

(Σ.σ. Εκλιπόντες σλάνγκοι θα έκαναν ολόκληρη διατριβή περί νοθείας και αποτελεσμάτων κατά περίπτωση. Εγώ ως εδώ μπόρεσα...)

  1. Κατα το σπάσιμο και το άκουσμα (ναρκοπαροιμία).

  2. Σπασμένες είναι όλες (οι πρέζες), η καθαρή σε στέλνει μια κι έξω.

  3. Η σπασμένη (κόκα) με στρυχνίνη χτυπά στο στομάχι. Η καφεΐνη τσιτώνει παραπάνω κι έχει άλλη πίκρα (στο στόμα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν πολλές μεγάλες κατηγορίες φευγάτων ανθρώπωνε, ας τους καταμετρήσουμε:

Δεν υπήρχε, κάποιος δεν θα’ πρεπε να το λημματοδοτήσει;

1.
Επίσης, γνωρίζω πάρα πολύ καλά ότι του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ, όπως λέει η παροιμία, αλλά ο φευγάτος ήρωας δεν έχει γίνει ποτέ. Και την Ελλάδα του 21ου αιώνα, όπως είναι σήμερα, δεν την έκαναν οι φευγάτοι. Την έκαναν αυτοί που έμειναν, αγωνίστηκαν και όταν χρειάστηκε έπεσαν.

2.
Φευγάτο ασιατικό tapas

3.
Ο Πάνος Μουζουράκης έχει χαρακτηριστεί αρκετές φορές ως «αντισυμβατικός» και «φευγάτος»

4.
Το λήμμα είναι για δύο φευγάτους του σάιτ, την Πειρατίνα και τον Τζήζαντα.

5.
Η φαντασία μου αρνιόταν ότι ήταν τέζα
φευγάτος πρόωρα απ’ την πολλή την πρέζα.

6.
Φευγάτος ο Σαλπιγγίδης. Πολύ δύσκολα θα παραμείνει και του χρόνου στον ΠΑΟΚ ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης, καθώς εκτός από τον ίδιο επιθυμεί και ο σύλλογος την αποχώρηση του.

(από Khan, 16/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν έχει πάρει «μυρωδιά», όσον αφορά στο αντικείμενο με το οποίο ασχολείται. Ανάλογα με την ασχετοσύνη, κλιμακώνεται ως εξής: μύρος, μυρώδης, αρχιμύρος, εκατομύριος, μύραρχος.

...

Βλ. και μυρωδιάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για συνδυασμό του σαμπρέλα + καμπριολέ. Χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες (που δε ντρέπονται να κλάσουν μπροστά σε γκόμενο και καταπίνουν 3 σουβλάκια/sec) όταν τους λες κάτι βαρετό, εκνευριστικό ή μουρμουράς και είσαι κλαψοκώλης.

Τουλίτσα θες να μιλήσουμε για κάτι άλλο; Μου 'χεις κάνει το μουνί σαμπριολέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σωματώδης άνθρωπος. Πιθανολογείται ότι προέρχεται από τον χαρακτήρα ελαστικών της εταιρίας Michelin (βλ. Bibendum).

Συν. φουσκωτός, μπράβος.

Μιλάμε το καινούργιο κλαμπ που άνοιξε θυμίζει παλαίστρα! Γεμάτο λαστιχένιους ήταν μέσα, νόμιζα ότι αν σκοντάψω σε κανέναν θα με κατεδάφιζαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικά, οι ομάδες του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού, των λεγόμενων «αιωνίων αντιπάλων». Επίσης, οι οπαδοί αυτών των ομάδων.

Η λέξη φαίνεται να χρησιμοποιείται ιδιαίτερα από τους οπαδούς της Α.Ε.Κ.

  1. Από εδώ:

Για τον Καλόπουλο ξεκαθαρίστηκε ότι αφορά την διαιτησία του για το ντέρμπι των απαταιώνιων στο καραισκάκη.Το πέρασμα Ψωμιάδη απο την ΑΕΚ ζημίωσε την ομάδα δεν την ωφέλησε σε κάτι και έφυγε κακήν κακώς,αφήνοντας συντρίμια.

  1. Από εδώ:

Ούτε ιερό ούτε όσιο έχουν οι οπαδοί των απαταιώνιων, οι οποίοι πήγαν στην Πόλη για να δούνε το Final 4 και πήγαν να ξεκαθαρίσουν τις διαφορές τους μέσα στην Αγιά Σοφιά! Ναι καλά ακούσατε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πατσαβουρέξ:

Εκ της πατσαβούρας, στον υπερθετικό βαθμό χάρη στο υποτιμητικό γαμοσλανγκοτέτοιο -εξ.

1.
- γαμωω τηννν πουταναα σουυυ παλιο μαλακισμενηη την νικολετα μην την ξαναενοχλήσεις γτ θα σου γαμησω οτι εχεις και δεν εχεις παλιο πουτανι αντεεε πατσαβουρεξ μπαζοοο εισαιιι εσυ ξεκωλιάρα ψαντεεεε τωραα γτ θα ξεσπάσω σε σενα ολη μου την ψυχολογία!!! .!.‎

2.
- Αγόρασα λάδι 10-40 ημισυνθετικο μάρκας ΜPΜ, 5λιτρο, και ένα φίλτρο λαδιου Πατσαβουρέξ με σύνολο 21€ με ΦΠΑ. το λάδι κάνει 4€ το λίτρο.
- Τι μαρκα λεει το κουτι; Purflux μηπως;

Πατσαβούρα της Βέρμαχτ (από Khan, 16/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαρχιώτης, συνήθως μεγαλόσωμος με έντονο κόκκινο χρώμα στα μάγουλα από την έκθεση στον ήλιο ή στο κρύο.

Έφτασε ένα λεωφορείο με κοκκινομάγουλους στην πλατεία και οι σερβιτόροι δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι θέλανε να παραγγείλουν. Ι-ΧΑ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυχερός εραστής μίας όμορφης γυναίκας.

Τον ζηλεύω τον Κώστα, είναι πολύ ομορφομούνης ο μπαγάσας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified