Selected tags

Further tags

Έτσι χαρακτηρίζουμε ένα άτομο sui generis, αδέσποτο, ανένταχτο και περίεργο (όχι όμως πάντα με την σεξουαλική έννοια). Μπορεί να είναι ανωμαλιάρης ή και αχαρτογράφητος ή απλώς μπορεί να μην έχει την τυπική εμφάνιση και συμπεριφορά που θα περίμενε από αυτόν η παρέα του. Το σίγουρο είναι ότι φέρνει τον περίγυρό του σε αμηχανία με τον λόγο, τις πράξεις ή τις επιλογές του.

Παρόμοιο το: μια κατηγορία μόνος του.

Η έκφραση πέρασε στην γλώσσα προφανώς εξ αιτίας των ανωμάλων ρημάτων της αρχαίας ελληνικής και της δυσκολίας εκμάθησής τους. Σήμερα μάλλον είναι ή ακούγεται μπαμπαδίστικη. Μπορείς να την πεις και φιλολογική αργκό.

Βλ. και εδώ για σοβαρή γλωσσολογική ανάλυση. Μπάμπη, φάε τη σκόνη μου ουάν μορ τάιμ.

  1. Ξύπνα ρε, αυτή η χώρα που ζούμε είναι το πιο ανώμαλο ρήμα του κόσμου... Βούρλο!

Από τον «Οργισμένο Βαλκάνιο» του Νίκου Νικολαϊδη.

  1. - Έλα, μας χτυπάνε ο Τάκης και ο Γιώργος να κατεβούμε να πάμε στο πάρτυ.
    - Όχι πάλι ο Γιώργος, θα μας ξεφτιλίσει, είναι ανώμαλο ρήμα ο τύπος. Τις προάλλες στο σπίτι της Κατερίνας μέθυσε, έσκισε μια πολυθρόνα με μαχαίρι και μετά προσπάθησε να τη γαμήσει.
    - Σιγά ρε, πώς κάνεις έτσι, και 'γω μια φορά γάμησα ένα πουφ.
    - Την Κατερίνα εννοούσα.
    - Μπίρες πήρες;

βλ. και ου μπλέξεις με ανώμαλα ρήματα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση «ανασταίνεις τσιμούχες» λέγεται σε άντρες που συνηθίζουν να πηγαίνουν με μπαζογύναικα και γενικά γυναίκες που δεν βλέπονται και έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Καλά ρε Μήτσο πάλι με μπάζο κυκλοφορείς; Έχεις αναστήσει όλες τις τσιμούχες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που μας έμεινε από την εποχή (εβδομήνταζ-ογδόνταζ) κατά την οποία οι σινεμάδες (όλοι, όχι μόνο οι τσοντοσινεμάδες) έπαιζαν από το πρωί. Κάποιοι από τους πρωινούς θεατές ξεμέναν μέσα στην αίθουσα γιατί τους έπαιρνε ο ύπνος ή γιατί ήθελαν να δούνε την ταινία ξανά και ξανά. Τους αφήνανε, αλλά όταν έφτανε η ώρα των απογευματινών παραστάσεων και γέμιζε ο σινεμάς, έπρεπε να τους διώξουν για να χωρέσει ο κόσμος. Και ο προβολατζής φώναζε: «Να φεύγουν οι πρωινοί...».

Σήμερα πια το λέμε όταν θέλουμε να διώξουμε κάποιον από κάπου γενικά, ώστε να ελευθερωθεί ο «χώρος» και για άλλους.

  1. Να φεύγουν οι πρωινοί Oι τίτλοι τέλους «έπεσαν» για τρεις παίκτες της Manchester City, πριν από λίγο με ανακοίνωση της ομάδας μέσω της επίσημης ιστοσελίδας της. Ο λόγος για τους Martin Petrov, Sylvinho και Benjani, οι οποίοι είναι πλέον ελεύθεροι να διαπραγματευθούν τις μεταγραφές τους σε ομάδες της αρεσκείας τους.

  2. γαμωτο μου ειναι δυνατον ο Δαβαρης να περιμενει να αγορασει καποιος το Tuscon, για να ξεστοκαρει το μοντελο; ουτε με παρακαλετα σε εταιρειες leasing δεν προκειτε να τα δωσει!! αντε να φευγουν οι... πρωινοι!! (τα 2λιτρα δηλαδη)

  3. Άλλη φυσιογνωμία «ουφάδικου» ήταν ο «ανυπόμονος». Συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας , έσκαγε μετά τη δουλειά και φώναζε «άντε να φεύγουν οι πρωινοί», απ'το κατειλημμένο μηχάνημα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «κρέμα» αποτελεί αντιδάνειο από το ιταλικό crema, αυτό από το γαλλικό crème, που προήρθε από το λατινικό chrisma, αυτό από το αρχαίο χρĩσμα, κι αυτό από το χρίω: απλώνω ομοιόμορφα μια ουσία πάνω σε επιφάνεια.

Πρόκειται βεβαίως-βεβαίως για το γλύκισμα από γάλα, αυγά, αλεύρι και ζάχαρη κι όχι μόνο, που εκτός από μόνο του σε διάφορες εκδοχές, αποτελεί βασικό συστατικό και άλλων γλυκών.

Η διευκρίνιση κρίθηκε αναγκαία μια και θλιβερή πείρα έχει αποδείξει πως ο νους πλείστων όσων Ελλεεινίδων πηγαίνει πρωτίστως στις κρέμες-καλλυντικά και ουχί στο γλύκισμα. Όχι πως το αντίθετο είναι πάντα επιθυμητό (παρακαλώ να μην ληφθεί σαν σπόντα κατά των κυριών του σαϊτός).

Σημαίνει «παίρνω ό,τι καλύτερο από κάτι» και ασφαλώς υπονοείται πως απέμεινε ο κατιμάς για τους λοιπούς. Συνήθως έχει να κάνει με ακίνητη περιουσία, χρήμα αλλά κι ό,τι έχει κάποια αξία έστω και περιστασιακά.

Ως γνωστόν όμως, το καλύτερο από κάτι, συνήθως δεν το επιθυμεί μόνο ένας και κατά συνέπεια, αφού οι άλλοι δεν είναι μαλάκες να σ' αφήσουν να πάρεις αυτό που όλοι έχουν στο μάτι, η έκφραση υπονοεί πως «παίρνω / διαλέγω κάτι πρώτος».

Εξού και η σλανγκικότερη σημασία «παίρνω την παρθενιά» –συνήθως την κυριολεκτική παρθενιά κορασίδος, αλλά επειδή περί ορέξεως ... κολοκυθόπιτα και επιπλέον, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, κάντε μόνοι σας τους πιθανούς συνδυασμούς.

Παρότι το κοκό της βετεράνου είναι χωρίς αμφιβολία το δέκα το καλό και η παρθενιά δεν θεωρείται πλέον ό,τι πολυτιμότερο σε μια γυναίκα, η ιδιότητα του κατά συρροή διακορευτή αυξάνει το status κάθε αρσενικού ακόμη και παρά τη ρετσινιά(;) του παιδέρα.

Ο ακατάλυτος δεσμός μεταξύ των εραστών έστω σε επίπεδο μνήμης; Το ιστορικό της στιγμής έναρξης της σεξουαλικής ζωής; Κατάλοιπα χιλιετιών; Το κοινωνικά πολυσήμαντο βαρίδι του «πρώτος» γενικά; Ένα ταμπού που επιβιώνει εξαιτίας της θρησκείας, της ψυχολογίας, της κότας της διπλανής πόρτας, του φόβου για παράσημα, ή μούλικα; Απόρροια της αντίληψης της γυναίκας σαν περιουσία; Λίγο το 'να, λίγο τ' άλλο, όλα παίζoυν.

Κυκλοφορούν και: το τρώω την κρέμα και για μεγαλύτερη έμφαση τα παίρνω/τρώω την κρεμ ντε λα κρεμ, παίρνω/τρώω τον αφρό.

  1. …άλλο να είσαι στο ξεκίνημα ενός ΚΠΣ, άλλο να είσαι στην 'μέση' όταν ο προηγούμενος πήρε την κρέμα, και άλλο στο τέλος, όπου γίνεται ένας πανικός για να απορροφηθούν κονδύλια.

  2. Τα δικά μας τα σαΐνια, πήραν τον αφρό άμεσα (κόψιμο μισθών και κυρίως, συντάξεων), μάζεψαν ό,τι πρόλαβαν με ΦΠΑ και περαιώσεις, και τώρα έμειναν με τον ..βούρκο.

(από το δίχτυ)

  1. - Τα 'μαθες; Η Πάτι πάντρεψε την μικρή του γείτονα.
    - Ναι ε; Με ποιόν;
    - Με έναν οικονομοκάτι, δεν πολυκατάλαβα, πτυχιούχο του ...Πόλυστερ, ...Καντάφιστερ.
    - Πούτσεστερ;
    - Κάτι τέτοιο. Δε μου φάνηκε σόι. Σα να χαλβάδιαζε τον παπα-Μπάμπη, ένα πράμα. Κρίμα την καημενούλα την Κούλα, τέτοιο κορίτσι για σπίτι, σαν τα κρύα τα νερά!
    - Σιγά! κόψε κάτι!
    - Ναι γιατί άσχημα θα σου 'πεφτε για νύφη! Μας το πήρε ο φλώρος το μαναράκι μεσ' απ' την αυλή μας!
    - Μπααα! Μη σκας! Άλλος πήρε την κρέμα!
    - Τι;! Βρε τ' αλάνι! Εμ!! Είχε παππού να μοιάσει. Που 'ν' τος τώρα;
    - Μάλλον με την κουμπάρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που εννοεί την σύναψη σχέσης ερωτικού περιεχομένου.

Κυρίως παιδική σλανγκ που δηλώνει πως μόλις απέκτησα γκόμενο/α.

Συναντάται επίσης και στην κλασσικότατη ερώτηση «Θέλεις να τα φτιάξουμε;» για να ακολουθήσει, τις περισσότερες φορές, η γνωστή χυλόπιτα.

Αντώνυμο: τα χαλάω.

- Κερνάω!
- Μπα! Πώς κι έτσι;
- Τα 'φτιαξα με τη Μαρία!
- Αλήθεια! Άσε, κερνάω εγώ.
- ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την γνωστή ταινία της Ρένας Βλαχοπούλου «Η Παριζιάνα».

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν απάντηση σε οποιοδήποτε άτομο ισχυρίζεται πως, παρά την παρατεταμένη δίαιτα που ακολουθεί, προς μεγάλη του έκπληξη δεν αδυνατίζει ή αντίθετα παίρνει παραπάνω βάρος. Το όνομα παραμένει πάντα το ίδιο, ανεξαρτήτως του συνομιλητή, ώστε να παραπέμπει στην ευτραφή κυρία της ταινίας.

Μαρία: - Άσε με βρε Πέτρο, ένα μήνα τώρα κάνω δίαιτα και γυμναστήριο και η ζυγαριά με δείχνει ένα κιλό περισσότερο...
Πέτρος: - Δεν φταίει η ζυγαριά... Τρως! Σούζη, τρως!
Μαρία: - Τι τρώω μωρέ; Αφού με σαλάτα και γιαούρτια τη βγάζω κάθε μέρα...
Πέτρος: - Σούζη και ψεύδεσαι και τρως!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία χρησιμοποιείται για χαρακτηρισμό σε άτομα με γελοία εμφάνιση. Κυρίως όταν αυτοί προσπαθούν να εντυπωσιάσουν και να προσελκύσουν το ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα η προσπάθεια αυτή να είναι αποτυχημένη!

Συνήθως χρησιμοποιείται με προσβλητική σημασία.

  1. - Ρε μαλάκα πώς είσαι έτσι;
    - Γιατί ρε μαν, τι έχω;
    - Ρε σαν γλειμμένο μουνί είσαι!

  2. - Ποο φίλε, είδες χθες τον Αλέξη στον χορό;
    - Όχι γιατί;
    - Άσε, σαν γλειμμένο μουνί ήταν, 5 τόνους ζελέ έβαλε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει την υπερβολική γελοιότητα και αστειότητα κάποιας πράξης ή ενός ανθρώπου.

- Ο Λούλης κατεβαίνει υποψήφιος στις δημοτικές εκλογές!
- Όχι ρε! Με τέτοια φάτσα και τέτοιο μυαλό; Ρε, θα γελάσουν και τα τσιμέντα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα γίνει πάταγος. Χαμός στο ίσωμα. Θα προκληθεί τέτοια αναστάτωση και πατιρντί, που θα γκρεμιστεί το σύμπαν.

Φράση-πασπαρτού που κολλάει για να περιγράψουμε οποιαδήποτε κατάσταση συγκεντρώνει τα άνωθι. Προκύπτει από την μαγική εικόνα ενός τσιμεντένιου (συνεπώς και στιβαρού) οικοδομήματος να καταρρέει.

Γνωστή κυρίως από Αλέφαντο, αν και πιθανότατα δεν ήταν ο ίδιος ο εισηγητής της εις το λεξιλόγιον μας.

- Ρε τι να λέμε τώρα, θα πέσουν τα τσιμέντα, μιλάμε... Το 'να τ' άλλο από 'δω από 'κει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεπερνάω τον εαυτό μου. Αγγλιά ολκής.

Επίσης, αν δεν απατώμαι (διορθώστε με), είναι όρος στο Στοίχημα.

  1. Ο Μάκης που δε μιλάει ποτέ, έκανε όβερ χθες το βράδυ και όλη νύχτα της τα έσουρε της Σάσα κανονικότατα.

  2. Αφού έκανες όβερ μέχρι και τη Μπουλόν, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified