Further tags

«Καρντάσης» και «καρντασάκι»:αδελφός, αδελφάκι απ' το τούρκικο kardash.

Χρησιμοποιείται στη Μακεδονία μεταξύ φίλων.

- Ρε καρντασάκι, πότε θα βρεθούμε για κάνα καφέ;
- Χαλαρά δικέ μου, όποτε θες μέσα.

Δες και θεσσαλονικιώτικα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηθική υποχρέωση σε βορειοελλαδίτικους γάμους όπου συγγενής ή φίλος του γαμπρού ή της νύφης χρηματίζει, ήτοι «ασημώνει», την ορχήστρα και ο τραγουδιστής αναλαμβάνει την υποχρέωση να μνημονεύσει την σχετική κίνηση που όλοι γύρω σέβονται και αναγνωρίζουν.

Ο στενός συγγενής που δεν θα προχωρήσει σε κίνηση «σάμπα» κινδυνέύει να απολέσει τον χαρακτηρισμό του μπρούκλη ή ακόμα και αυτόν του μανχάτα και να θεωρηθεί τσίπης.

Τραγουδιστής σε γάμο :

- Κορή καραβοκύρη - ο πεθερός σου Σάμπα !!-, και ομόρφη κοπελιά - ο κουμπάρος ο Μάκης Σάμπα !!- κορμί κυπαρισένιο λυγάει σαν λυγαριά..

Σάμπααα!!! Από το istoriesskyladikou.blogspot.com (από poniroskylo, 23/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξύλινο παραθυρόφυλλο, η περσίδα, το πέτασμα. Η λέξη προέρχεται από το τουρκικό kanat που σημαίνει φτερό, φτερούγα. Το pencere kanat στα τούρκικα είναι το παραθυρόφυλλο του παντζουριού.

Αντιγράφοντας 2 ετυμολογίες από το el.wiktionary.org :

1 κανάτι < μεσαιωνική ελληνική κανάτι < κανάτα < μεσαιωνική λατινική cannata < λατινική canna < αρχαία ελληνική κάννα (καλάμι) (αντιδάνειο) < ακκαδική (qanû: καλάμι) < σουμεριακή (gi.na)

2 κανάτι < τουρκική kanat < παλαιοτουρκικά kanat (φτερό) < πρωτοτουρκική **Kājnat*

Όχι τόσο συνηθισμένη, όμως χρησιμοποιείται η έκφραση στη Βόρειο Ελλάδα.

Πολύ σκοτείνιασε εδώ μέσα ρε παιδάκι μου, άνοιξε κάνα κανάτι να μπει λίγο φως.

κατασκευαστική λεπτομέρεια από σύγχρονα τούρκικα κανάτια αλουμινίου

φτερούγα κοτόπουλου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πούφκα λέγεται η πορδή στη Μακεδονία, αλλά και η μπούρδα που ξεφεύγει απ' το έρκος των οδόντων, πιθανόν δε και το ψέμα. (εδώ).

Αμόλησι την πούφκα τ' κι νόμισι οτι δεν καταλάβνισκα.

Έχω την εντύπωση οτι πούφκα λένε και το μανιτάρι αλεποπορδή. Στη φάση της ωρίμανσής του, από την κορυφή του θαλλού εξέρχεται πρασινοκίτρινη σκόνη με τη μορφή σύννεφου -εικόνα που είναι και γαμώ τα οπτικοακουστικά μήδια για το πέρδεσθαι- εξ ου και το επιστημονικό όνομα Lycoperdon (της τάξης των λυκοπερδωδών, βεβαίως- βεβαίως).
αλεποπορδή
Σημείωση: Το παράδειγμα απηχεί μνήμες μου και επιβεβαιώθηκε από ηλικιωμένο συγγενή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφερόμεθα στο μπαοκικής προέλευσης ρατσιστικό ποδοσφαιρικό μπινελίκι εις βάρος του Άρη, του επονομαζόμενου και σκουληκιάρη ή ερπετού: πριν ακόμα ανακαλύψουν την Ιντιφάντα στην μέση ανατολή, εμείς στην Θεσσαλονίκη απολαμβάναμε επικά μαδομούνι μεταξύ εβραίων και μωαμεθανών.

Από που κι ως πού Εβραίοι οι Αρειανοί; ίσως επειδή στο παρελθόν πολλοί ιουδαίοι αθλητές διέπρεψαν στην ομάδα, όπως γράφει και η ιστιοσελίδα του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου. Επίσης, σύμφωνα με ανεξακρίβωτες αναρτήσεις στο διαδίκτυο, στους ιδρυτές του Άρη συγκαταλέγεται κι ο ελληνοεβράιος Κάρολος Σαλούστο.

Πέον να σημειωθεί κι ο αστικός μύθος ψεκασμένων ΜΠΑΟΚτσήδων πού θέλει ανθρώπους Αρειανούς παράγοντες να ««εξαφάνισαν» τα εβραϊκά ονόματα από το καταστατικό ίδρυσης του σωματείου, ενώ κατά καιρούς ΠΑΟΚτσήδες έχουν εμφανίσει και καταστατικό με τα πραγματικά, κατά τους ισχυρισμούς τους, και εβραϊκά ονόματα των ιδρυτών του Άρη» (βλ. σχόλιο εδώ). The plot thicken εάν αναλογιστούμε ότι ακόμα και ορισμένοι οπαδοί του Άρη αποκαλούν το γήπεδο τους στην Χαριλάου «Νταχάου». Ίσως εν είδει αντιηρώωνε, σαν τα Μπαόκια που κραδαίνουν Βουλγαρικές σημαίες. Tottenham, ένα πράμα.

Κλείνουμε σημειώνοντας ότι η μπάλα παραμένει ένα χαρούμενο πολυπολιτισμικό φεστιβάλ ρατσισμού και μισαλλοδοξίας, με Τούρκους, τουρκόσπορους και χανούμια ΑΕΚτζήδες, Τουρκόγυφτους, βούλγαρους και μωαμεθανούς ΜΠΑΟΚτσήδες, ιεχωβάδες Απολλώνιους, και ταλιμπάν.

Πάσα από το δουπού: Khan. Βλ επίσης: βουλγαροεβραίοι, Μακάμπι Θεσσαλονίκης.

1.
MAΘΑΤΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΚΑΡΑΜΕΛΑ ΟΤΙ ΚΑΙ ΚΑΛΑ Ο ΑΡΗΣ ΕΧΕΙ ΕΒΡΑΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ..ΑΠΟ ΠΟΥ ΡΕ;;ΠΑΡΤΕ ΕΝΑ ΒΙΝΤΕΟ ΝΑ ΔΙΕΤΕ ΟΤΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΥΔΡΗΣΑΝ ΤΟΝ ΑΡΗ ΜΠΟΥΦΟΙ..

2.
Ο άρης είναι επίσης αδελφοποιημένος με το (εναπομείναν) εβραϊκό στοιχείο της πόλης και την τοπική μακάμπι, παράλληλα όμως ήταν από τους ευνοούμενους της κατοχής, σύμφωνα με την κυρίαρχη ασπρόμαυρη προπαγάνδα –κι ας τον αποκαλούν ‘εβραίο’ κι αυτοί σε κάποιο σύνθημά τους (στη μελωδία του «σαρά περκέ τι άμο»).

3.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟ ΕΒΡΑΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΕΧΩ ΔΕΙ ΝΑ ΚΑΘΥΒΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΑΔΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟΥ ΠΑΟΚ ΘΥΡΑ 4. ΥΠΗΡΧΕ Η ΑΠΟΨΗ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΛΕΦΤΑΔΩΝ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΟΜΑΣΟΝΩΝ.

4.
Εφτιαξα αυτο το βιντεο επειδη βαρεθηκα να βλεπω την ατελειωτη προπαγανδα ιδιαιτερα απο την πλευρα των τουρκων-ρουφιανων της πολης οι οποιοι διαδιδουν την προπαγανδα οτι ο ΑΡΗΣ ειναι εβραιος μιας και ξερουν οτι ειναι τουρκοι και τπτ παραπανω..

(από σφυρίζων, 26/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαστούκι, σφαλιάρα. Εις την αργκό της συμπρωτευουσιάνικης ημι-trash οπαδικής τηλεόρασης (Μαρμίτα).

Άμα φας κανένα πλακόνι με το δαχτυλίδι του συγχωρεμένου του παππού, θα σου πω εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην Βόρεια Ελλάδα (Νομός Πέλλας σίγουρα) είναι το τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο. Στην υπόλοιπη χώρα η λέξη χρησιμοποιείται μόνο για το ιταλικό ποτό που συγγενεύει με το τσίπουρο, την grappa.

Σε αντίθεση με την λέξη «τσίπουρο», όπου συνήθως πρέπει να διευκρινίσεις αν θέλεις με γλυκάνισο ή χωρίς, με την γράπα η συνεννόηση είναι γκαραντί. Και το ποτό έρχεται, συνεπώς, γρηγορότερα.

- Μάστορα! Βάλε δυο τσίπουρα και δυο-τρεις μεζέδες!
- Με γλυκάνισο το τσίπουρο;
- Όχι, φέρε γράπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Νάουσα Ημαθίας) Έκφραση που χρησιμοποιείται, όταν κάποιος είτε δεν καταλαβαίνει τα τεκταινόμενα ή την συνομιλία, είτε είναι αφηρημένος και δεν προσέχει. Bλ. και στον Πύργο λειτουργάνε.

Στην κυριολεξία, αναφέρεται σε κυκλικό δημοτικό χορό, κατά τον οποίο, κάποιος αφηρημένος χορευτής, δεν ακολουθεί τον βηματισμό των υπολοίπων και τραβάει κατά τον τοίχο μόνος του...

Μεταφρασμένο, βλάχικης ή ντόπιας (μακεδονίτικης) προελεύσεως.

- Κατέβηκα Σαλονίκη και είδα το Στόκα στο Μύλο. Πολλά γούστα φιλαράκι!
- Καλά ρε συ, σίγουρα πήγες ή μας παραμυθιάζεις; Αφού ο Μύλος έχει κλείσει για επισκευές για. Ρε μήπως ήσουνα στη Λαζαριστών; Ήταν σε ύψωμα ή κοντά στη θάλασσα;
- Ωχ! καλά που με το είπες, εκεί ήμουνα.
- Καααλά. Κατ' τον ντοίχο το χορό είσαι, με φαίνεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πέσιμο. Συνήθως από γλίστρημα ή σε ατύχημα. Συναντάται στην Β. Ελλάδα. Λέγεται και σαβούρντα ή σαβούρα στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Έτρεχε ο μαλάκας και πατάει το κορδόνι του και τρώει μια σαβούρτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπουρδελόβιος και κατά συνυποδήλωση οποιοσδήποτε ανάξιος και ευτελής. Προέρχεται από την τουρκική λέξη kerhaneci με παρόμοια έννοια.

- Είδες πόσα λεφτά έφαγαν εκείνοι οι τύποι στον δήμο; - Ντιπ κερχανατζήδες είναι αφού, να κάνουμε κάτι να φύγουν.

Δες και μπουρδελιάρης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified