- Πολύ κοντό ή/και σκισμένο σορτς, συνήθως γυναικείο, που αφήνει να φαίνονται τα κωλομέρια
- (κατ’ επέκταση) Το τμήμα του σώματος που φαίνεται από το άνοιγμα αυτό
Περιφραστικά: ντεκολτέ του κώλου
Περιφραστικά: ντεκολτέ του κώλου
Got a better definition? Add it!
Έκφραση χρησιμοποιούμενη σε παλιότερες εποχές (προσωπικά τη θυμάμαι από τη δεκαετία του '60, αλλά πιθανότατα υπήρχε και πιο παλιά) που σημαίνει ότι κάποιος μιλάει με ακαταλαβίστικο τρόπο, χρησιμοποιώντας γλώσσα και όρους που δεν γίνονται αντιληπτοί από τον πολύ κόσμο. Την εποχή εκείνη αναφέρονταν κυρίως σε ανθρώπους που μιλούσαν στην καθαρεύουσα, σε συγκεκριμένους χώρους, όπως π.χ. δικαστήρια, ή χρησιμοποιούσαν δυσνόητους επιστημονικούς όρους π.χ. γιατροί. Πολλοί (συνήθως σπουδαιοφανείς ή απατεώνες) το έκαναν και για λόγους εντυπωσιασμού ή εξαπάτησης, κρύβοντας πίσω από ελληνικούρες και μπουρδολογήματα τις πραγματικές τους προθέσεις. Ο ελληνικός κινηματογράφος της εποχής μας έχει δώσει πολλά τέτοια δείγματα.
Η χρήση (και μάλιστα διαδοχικά) των δύο προθέσεων "περί" και "δια", που δεν χρησιμοποιούνται στην καθομιλουμένη, γίνεται για να δώσει έμφαση στο "αρχαιοπρεπές" του πράγματος.
Πολύ περί δια γραμμάτου μας τα λες ρε παιδάκι μου. Γιά κάντα πιο λιανά να τα καταλάβουμε κι εμείς, ο χοντρός λαός.
Got a better definition? Add it!
Λολοπαιγνιώδης εκδοχή του καίτοι (μολονότι) στο γραπτό και δη στο ιντερνετικό σλανγκικό ντισκούρ.
- Η δίψα της για Ζωή Φυτούση Καίτη Φθισική, την ωθούσε να το σκάνει μεταμεσονυκτίως απ' τη «Σωτηρία» και να σουρτουκεύει με διάφορους ρεμπεσκέδες της εποχής (εδώ)
- οι αναρχικοί ποτέ δεν χαρακτηρίστηκαν συλλήβδην λούμπεν απ' τους μαρξιστές, καίτη οι 1οι δεν ασπάζονται τον μαρξισμό. παρόμοια οι σοσιαλιστές / σοσιαλδημοκράτες / ρεφορμιστές / σοσιαλσοβινιστές και λοιποί προδότες της τάξης τους (εκεί)
- Ας πούμε ότι ο Βράστα για χψ ακαφελόγιστους λόγους έγραφε ακριβώς από κάτω από μένα ότι Καίτη μεγαλοστέλεχος ομίλου φαλαινοκαρχαριών τελικά συμμερίζεται ή συναινεί στο αναπτυξιακό σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ. Τι θα έλεγε ο Τσίπρας...(παραπέρα)
- μερσί για την προσθήκη, πολύ ορθώς εμίλησες καίτη καθιστός έγραψες (παραδίπλα)
Εδώ ανοίγουμε ένα νέο κεφάλαιο που χρήζει περαιτέρω αμάλυσης και σλανγκαρχιδισμού: τις σλανγκιές και τα λολοπαίγνια που δεν αφορούν στον προφορικό λόγο αλλά περιορίζονται στο νέτι και στα σόσιαλ.
Βλ. πιχί: πιχί, κυνοβούλιο, συνδικαληστής, ευρωπέος, δειμοκρατία, θεγκζ, οΘντκ, ςτφ, e-λληνάρας, @@, +1, +5, κ.ταλ..
Got a better definition? Add it!
Δεν αναφερόμαστε στο Μπαγκλαντές, αλλά στον μπαγκλαντέ, πρόκειται δηλαδή για έναν μειωτικό τρόπο να ονομαστεί ο μπαγκλαντεσιανός, ο εκ του Μπαγκλαντές προερχόμενος, ιδίως στον πληθυντικό: οι μπαγκλαντέδες. Με άλλα λόγια παρερμηνεύεται ηθελημένα το όνομα της χώρας Μπαγκλαντές σαν να ήταν ελληνικό αρσενικό ουσιαστικό σε -ες, πληθυντικός -έδες, πώς λέμε κουκουές / κουκουέδες, τζες/τζέδες ένα πράμα. Η ιδιότυπη αυτή ένταξη στο ελληνικό κλιτικό σύστημα χρησιμοποιείται μειωτικά και ρατσιστικά συχνά από κοινού με το πάκης/ πάκηδες ή πάκι/ πάκια.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που έχει χαλασμένο μυαλό. Μπορεί να είναι και σκατόψυχος σαν χαρακτήρας, αλλά η έμφαση είναι και στο ότι έχουν επίσης διαταραχτεί οι διανοητικές του ικανότητες από τη σκατοψυχία του.
Got a better definition? Add it!
Παρατσούκλι που είχαν δώσει κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου 1946-49 οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού στους άνδρες της νεοσύστατης Εθνοφρουράς. Τα μέλη της (οπλίτες και αξιωματικοί) ήταν παλαιοί έφεδροι προπολεμικών κλάσεων που αξιοποιούνταν σε δευτερεύουσες αποστολές, δηλαδή δεν ήταν μάχιμοι πρώτης γραμμής.
Η ονομασία αποτελεί προφανή αναφορά στον υπέργηρο πρωθυπουργό του Εμφυλίου Θεμιστοκλή Σοφούλη, πιθανώς δε και στη σχετικά προχωρημένη ηλικία των εν λόγω ενστόλων (32-35 ετών).
Ο γούγλης δίνει δύο χτυπήματα αλλά η πρώτη καταγραφή έχει πάρει το μπούλο με συνοπτικές διαδικασίες. Το βιβλίο με τη δεύτερη, ατυχήσατε. Ένεκα η στενότης προτίμησα να ξαναπάρω την Ιλιάδα που μου έλειπε χρόνια (φτου μου). Να βολευτείτε με τα βρισκούμενα, α μα πιά.
Το νέο σώμα της Εθνοφρουράς προέκυψε από την ανάγκη να περιοριστούν οι μονάδες των ΜΑΥ και ΜΑΔ [...] κατέληξαν στην απόφαση για την δημιουργία εκατό ταγμάτων [...]. Ο τελικός στόχος ήταν η πλήρης απαλλαγή του στρατού εκστρατείας από στατικές αποστολές και υποχρεώσεις φρούρησης. [...] κλήθηκαν υπό τα όπλα κλιμακωτά οι παλαιές κλάσεις του 1934 ως και του 1936 [...]. Η ονομασία πάντως που τους έδωσε ο αντίπαλος, οι μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού ήταν "γεροσοφούληδες"!
Γιώργος Μαργαρίτης, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1946-1949. Εκδ. Βιβλιόραμα 2001.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τραγουδάρα απ' τον προσωπικό δίσκο της Στανίση "Αναστατώνομαι" (1992). (Στίχοι, Μουσική: Νίκος Καρβέλας).
Έχει χρησιμεύσει σε λογοπαίγνια ων ουκ έστιν αριθμός, λόγω των στίχων, της καίριας ερώτησης του τίτλου, καθώς και της αξεπέραστης ερμηνείας της φράσης και όλου του τραγουδιού από την πολύ καλή αυτή λαϊκή τραγουδίστρια.
Όπως φαίνεται από τα πολλά παραδείγματα παρακάτω, η φράση χρησιμοποιείται ευρέως, σε προσωπικά/ γκομενικά θέματα μέχρι και την πολιτική.
Τελευταία, η φράση έγινε βάιραλ μετά από παραπλήσια -για πολλούς- ερώτηση που απηύφθηνε σε δημοσιοσιογράφο η ΠτΒ, Ζωή Κωνσταντοπούλου ("Εσείς ποιος είστε; Πώς λέγεστε; Από ποιο κανάλι είστε;").
Από δω.
-σ αγαπάω
-συγνώμη κύριε ποιος είστε? (εδώ)
Δικαστής Τζο Ντρεντ: Έχετε βιβλία για λαϊκές τραγουδίστριες;
- Συγνώμη κύριε ποιος είστε; (εδώ)
-Εσεις ποιος ειστε; Πως λεγεστε; Απο ποιο καναλι ειστε;; ΖΚωνσταντ/λου
-Συγνωμη κύριε, ποιος ειστε;; Κατερινα Στανιση (εδώ)
Ραχήλ για Καμμένο: Συγνώμη κύριε ποιος είστε; (εδώ)
-Ρε φιλε σε θεωρω κολλητο μου.
-Και εγω ρε μαλακα.
-Δανεισε μου 2.500ευρο, καιγομαι.
-Δεν ακουσα, πως ειπατε, οριστε? Συγνωμη κυριε ποιος ειστε? (εδώ)
-Μου ειπε οτι παταω σπανια στο μαθημα του
-Κι εσυ τι του πες?
-Συγνωμη Κυριε ποιος ειστε? (εδώ)
Got a better definition? Add it!
Είδος επινοημένης ανθρωπίλας που σλανγκική ἀδείᾳ προσάπτεται σε αθρώπες του τΣΥΡΙΖΑ, στα έργα τους και τις ημέρες τους. Πέον να σημειωθεί χάριν κορεκτίλας ότι η συριζίλα εκφέρεται τόσον από δεξιόστροφους σλάνγκους:
- Μυρίζεις συριζίλα από μίλια. Μόνο ένας συριζαίος θα δικαιολογούσε τους ισλαμοφασίστες.... (εδώ)
...όδο κι από αριστερόστροφους μη Συριζαίους σλάνγκους:
- Η παρατήρηση κάποιων ότι ζούμε περίεργες ώρες δηλαδή πρέπει να μας οδηγεί στα μηδενιστικά σου σχόλια για τους αναρχικούς και άρα στην αγγαλιά της μόνης ελπίδας μας του συστημικού σύριζα ? Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις θεωρώ ότι τα σχόλια βρομάνε κυβενητική συριζίλα αλλά ακόμη και αν είναι η ιδέα μου είναι σίγουρα προβοκατόρικα (εκεί)
Άλλοι πάλι το τερματίζουν:
- Χωμενίδης: Ο ΣΥΡΙΖΑ μου θυμίζει αξύριστες μασχάλες και μυρωδιά μπύρας (παραπέρα)
...προς εύλογη αγανάκτηση των φίλων του ΣφΥΡΙΖΑ:
- Πάντως από τη χρήση λέξεων τύπου συριζίλα και κομουνισταριό προτιμότερη η ξύλινη γλώσσα (παραδίπλα)
Βλ. επίσης άλλες πολιτικίλες: αριστερίλα, κομμουνίλα, πασοκίλα, κλπ.
Got a better definition? Add it!
Συνδυασμός των λέξεων γριά και καριόλα. Συναντάται συχνά και ως "γριόλι".
-Γαμούσε ένα γριόλι και του 'μεινε στα χέρια από καρδιακή προσβολή.
Got a better definition? Add it!
Είναι υποκοριστικό του γύφτος αλλά και το ανήλικο γυφτάκι.
Σημείωση: Με μπολντ κάποια συνώνυμα του "γύφτου".
Να λέμε εφεξής «χασαπόγυφτους» τους αιρετούς που αντιδρούν στην εγκατάστασή τους, «γιούφτους» αυτούς που τους στερούν την κοινωνική βοήθεια, «τσιγκενέ μαχαλάδες» τα αυθαίρετα που έχουν ρεύμα, νερό και λεονταράκι στην πόρτα των λευκών, αμώμων νεοελλήνων, και μπορείτε να διαλέξετε τίτλους και απονομές για τα ονόματα «αθίγγανος», «αράπης», «γυφτσέλι», «γύφτουλας» και τα λοιπά, που πλέον πρέπει να κοσμούν τις δικές μας συμπεριφορές, την αδιαφορία και τη γαϊδουριά.
Πηγή εδώ
Μήπως, συμπατριώτες μου, Αθηναίοι του κέντρου, αρχίσατε να καταλαβαίνετε λίγο περισσότερο τους γύφτους, που όταν ένα γυφτσέλι σκοτώνεται στην άσφαλτο μαζεύονται οργισμένοι και κάνουν θερινά τα σύνορα των συνοικιών τους; Ή δε χαμπερίζετε και τρέχετε σύμφωνα με τη μόδα και τους δήθεν ελληναράδες και τα ρίχνετε στους μαύρους και στους εξωτικούς που φταίνε για τη βίαιη εγκατάλειψή σας; (εδώ)
Μύριες φορές μιλώ και γράφω για γυφτσέλια, αράπηδες , φιλελέδες και εναλλάδες, διατεινόμενος πως υπερασπίζομαι την ιερή ασωτεία του Λόγου. (εδώ)
Η ράπ γενικά είναι πολυ περισσότερο κατανοητή στην Αμπχαζία, στα γυφτσέλια των Βαλκανίων, στους πορτογαλόφωνους γενικώς, σε τούρκους, μογγόλους (πολύ δυνατοί!) και σε ένα σωρό εξωτικούς. (εδώ)
Got a better definition? Add it!