Further tags

ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΟΧΗ σε αυτά.

Κυριολεκτικά: γράμματα ψιλά δηλαδή λεπτά ή μικρά τόσο που σχεδόν δεν είναι ορατά από ανθρώπινο μάτι. Τα παλιά χρόνια που όλα τα κείμενα ήταν χειρόγραφα, ο συγγράφων συνέγραφε τα ψιλά γράμματα με τη χρήση μεγεθυντικού φακού. Θεωρούνται δευτερευούσης σημασίας αλλά…
Μεταφορικά: «Το πέρασα στα ψιλά (ενν. γράμματα)» σημαίνει: δεν του έδωσα σημασία, το προσπέρασα.

Απαντώνται: (ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΙΠΑΜΕ… ΔΙΑΒΑΖΕ)
Σε συμβόλαια, τραπεζικά κυρίως, στα οποία αναγράφονται με ψιλά γράμματα όροι φαινομενικά δευτερεύοντες και τυπικοί, αλλά ουσιαστικά τόσο δεσμευτικοί για τον υπογράφοντα που, αν τους διάβαζε (αν δεν βαριόταν ή αν τον άφηναν), θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να υπογράψει το συμβόλαιο.

Σε τηλεοπτικά σποτάκια χρηματοδοτικών κυρίως προγραμμάτων. Εμφανίζονται στο κάτω μέρος της οθόνης σε μέγεθος και ανάλυση τέτοια που να είναι δυσανάγνωστα από τον τηλεθεατή. Μετεξέλιξη των τηλεοπτικών ψιλών γραμμάτων είναι τα κυλιόμενα, κανονικού μεγέθους, γράμματα με υψηλό όμως ρυθμό κίνησης (ταχύτητα) ώστε και πάλι να επιτυγχάνεται ο ίδιος σκοπός. Να αναφέρονται μεν, να μη διαβάζονται δε.

Σε ιστοσελίδες κερδοσκοπικές ή φαινομενικά αφιλοκερδείς (τίποτα στη ζωή δεν είναι αφιλοκερδές) που έχουν την νομική υποχρέωση να πληροφορούν και να προειδοποιούν τον επισκέπτη για τους όρους χρήσης της σελίδας και για την νομή και κατοχή των πνευματικών δικαιωμάτων που παρέχει ο χρήστης στον κάτοχο του διαδικτυακού τόπου. Τα ψιλά γράμματα, στην διαδικτυακή ηλεκτρονική τους εκδοχή, είναι επίσης ηλεκτρονικά συμβόλαια που βρίσκονται (αν βρίσκονται) σε συνδέσεις υψηλού επιπέδου (όχι δηλαδή σε εμφανές σημείο), είναι δε μακρόσυρτα και μακροσκελή κείμενα τα οποία αρχίζουν με γενικότητες, ίσως να οδηγούν και σε άλλες υπο-συνδέσεις, δείχνουν κουραστικές και περιττές, αλλά σε κάποια σημεία ορίζουν τον τρόπο που διαχειρίζεται ή και παραχωρείται η πνευματική ιδιοκτησία των ψηφιακών δεδομένων (φωτογραφίες, κείμενα, ήχοι, βίντεο κλπ).

Προβλήματα που προκύπτουν: (ενδεικτικές αναφορές)
Στα έντυπα συμβόλαια ο υπογράφον μπορεί, αν εν αγνοία του παραβιάσει κάποιον από τους όρους του συμβολαίου, να βρεθεί αντιμέτωπος με καταστάσεις που δεν είχε εξ αρχής υπολογίσει.

Το θύμα των τηλεοπτικών «ψιλών γραμμάτων» ταλαιπωρείται επισκεπτόμενο τα εν σποτακίου διαφημιζόμενα καταστήματα, έχοντας στο μυαλό του άλλους όρους από αυτούς που πραγματικά ισχύουν.

Στη διαδικτυακή τέλος τεχνολογία, ο χρήστης μπορεί να παραχωρήσει πληροφορίες (έγγραφα, κείμενα κλπ) τα οποία να γίνουν αντικείμενο κερδοσκοπικής εκμετάλλευσης, κάτι που αρχικά δεν είχε υπολογίσει, καθώς και στη χειρότερη περίπτωση προσωπικά στοιχεία-πληροφορίες (ΑΦΜ, ΑΑΤ, Αρ. Πιστωτικών καρτών κλπ).

Ποιοι την πατάνε: Σχεδόν όλοι. Ο x λόγω αγραμματοσύνης, ο ψ λόγω βαρεμάρας, ο z λόγω υπερβολικής σιγουριάς. Το βέβαιο είναι ότι όλοι είναι εν δυνάμει θύματα των ψιλών γραμμάτων και ειδικότερα στα διαδικτυακά ψιλά γράμματα την πατάνε σχεδόν όλοι. Αλήθεια ποιος έχει διαβάσει (facebook, slang.gr, ….) και ακόμη περισσότερο ποιος σκέφτηκε ποτέ μέχρι που μπορεί να πάει η βαλίτσα; Όλοι λίγο πολύ, άλλος λόγω αμορφωσιάς, άλλος λόγω απολύτου εξειδικευμένης μορφώσεως, έχουμε περιορισμένη δυνατότητα αντίληψης του Αριστοτελικού «όλον», το οποίο όλον βρίσκεται στο διαδίκτυο. Σε όλες τις μορφές του, τις καλύτερες και τις χειρότερες.

Συμβολή του συντάκτη: ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΑ ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

  1. - Έχει πιτυρίδα το ξέρεις;
    - Έλα μωρέ τώρα, ψιλά γράμματα.

  2. - Καλά ρε, δεν είδες ότι δεν είχες νερό στο ψυγείο;
    - Δεν το έλεγξα. Το πέρασα στα ψιλά.
    - Ε! τότε καλά να πάθεις. Τώρα πλερό...

Απαραίτητο παρελκόμενο (από Stravon, 06/09/09)ψιλα γράμματα μεν... (από BuBis, 07/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι και πολύ τσιγκούνης όμως!

Φράγκα+φόνος.

Κανονικά θα σήμαινε ότι κάποιος είναι πολύ σπάταλος και «σκοτώνει», δλδ ξοδεύει τα φράγκα, αλλά έχω δύο εξηγήσεις:

Α: Το λέμε ειρωνικά
Β: Σκοτώνει τον σκοπό των χρημάτων, δλδ να τα ξοδεύσουμε.

(βλ. και φραγκοκίλερ, φραγκοκτόνος, ταλιροφονιάς)

Το λήμμα ήταν μια προσφορά στο δημόσιο πρόχειρο.

Καλά μιλάμε ο Γιάννης πολύ φραγκοφονιάς! Στα γενέθλιά του μας κέρασε γκαζόζες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυπικά, εισιτήριο για το ματς με τιμή εξαιρετικά χαμηλή. Στην πράξη, εισιτήριο ελευθέρας εισόδου.

Το φοράκι εδώ είναι υποκοριστικό του φόρου. Τα παλιότερα χρόνια, ο γηπεδούχος σύλλογος κρατούσε μερικά από τα εισιτήρια που εξέδιδε, απέδιδε στην Εφορία προκαταβολικά το νόμιμο φόρο -γύρω στο 10% τότε- και μετά τα εισιτήρια αυτά τα διένειμε δωρεάν σε φίλους και συγγενείς παικτών και παραγόντων, σε μαθητές και στους πρωτοεμφανιζόμενους στη δεκαετία του '60 συνδεσμίτες. Σπανιότατα κάποιος απ' αυτούς πλήρωνε στην ομάδα έστω και το αντίτιμο του φόρου, όπως τυπικά θα έπρεπε. Εννοείται ότι το φοράκι ήταν μεγάλη εύνοια και περιζήτητο πράγμα.

Τα φοράκια βαθμιαία αντικαταστάθηκαν από έναν συνδυασμό προσκλήσεων και φτηνών εισιτηρίων που οι οργανωμένοι οπαδοί παίρνουν χοντρικά μέσω των συνδέσμων. Η λέξη επιβιώνει οριακά.

  1. Tο ποδόσφαιρο, το λαοφιλέστερο των αθλημάτων, έχει φτάσει στο τέλμα επειδή μερικοί επιτήδειοι θέλουν να το κάνουν τσιφλίκι τους... Όμως αυτός που ουσιαστικά είναι ο χαμένος του παιχνιδιού είναι ο απλός πολίτης, ο ρομαντικός που είχε συνδέσει κάποτε την Κυριακή του με το γήπεδο, με το σάμαλι, το κορνέ, την πορτοκαλάδα στο πλαστικό μπουκάλι «μπόμπα», το φελιζόλ μαξιλαράκι, το περιβόητο και δυσεύρετο... φοράκι (σ.σ. για τους νεότερους οικονομικό εισιτήριο). (Από τον «Ριζοσπάστη», 31/01/2003)

  2. Αυτός ο Ολυμπιακός του 2006 ούτε με φοράκι δεν έχει θέση στην Ευρώπη. Ούτε με φοράκι σημαίνει ούτε δωρεάν δεν μπορεί να μπει στο πανηγύρι της Ευρώπης. Ουσιαστικά είναι δωρεάν το εισιτήριο όταν πληρώνεις μόνον τον φόρο, το φοράκι. (Από φόρουμ στο stadia.gr)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φιλέτο είναι οτιδήποτε ζωικό προς βρώσιν απαλλαγμένο από (ή από την ανατομία του μη περιέχον) ίνες, κόκκαλα, πέτσες, λίπη κλπ, είναι μαλακό, ευμαγείρευτο, υγιεινό, ακριβό, εύγευστο και πασπαρτού: μπορεί να γίνει από διαιτητικό πιάτο μέχρι έξτρα γκουρμέ δεγκζερωτί.

Ωσεκτουτού, φιλέτο εις την μεταφορικήν σλανγκικήν είναι οτιδήποτε χαρακτηρίζεται ως καλή επένδυση, καλό κομμάτι, κελεπούρι, περιζήτητο, δυσεύρετο, ευκαιρία, και ταλιμπάν.

Η έκφραση χρησιμοποιείται κυρίως για οικοπεδοποιήσιμη γη (και μάλιστα πρόκειται για καθιερωμένη ζαργκόν των αγγελιών), αλλά και γενικότερα.

  1. (από αγγελία)
    «αγορά 4.000τμ αγροτεμάχιο ανάμεσα σε δύο δρόμους 600.000€ 11.000τμ φιλέτο τετραγωνισμένο 1.000.000€ 3.300τμ πρώτο στο δρόμο διαμπερές 1.500.000€. Κομμάτια μεγάλης προβολής ευκαιρίες για κάθε χρήση εμπορική, κάθε μορφής. Σίγουρη επένδυση με μεγάλη απόδοση για έξυπνους επενδυτές»\

  2. (από φορουμαγγελία)
    - Μηλαμε για ΦΙΛΕΤΟ, οχι ευκερια. ΤΗΛ επικινονειας;Και μην μου πης πως αργησα ,γιατη θα τρελαθω.
    - Μόνο φιλέτο; εδω μιλάμε για νουά παρθένο ζουμερό! Ομως μέχρι να μου απαντήσεις έμαθα πως βρέθηκε νερό κοντά στο αγροτεμάχιο που θέλεις, οποτε οπως καταλαβαίνεις ανεβαίνει η αξία του. Επίσης έμαθα πως σε 200-300 χρόνια θα γίνει και σταθμός του Μετρό, οπότε παίρνεις τον αφρό όπως καταλαβαίνεις! Εγώ τελος πάντως θα στο δώσω σε καλή τιμή. Στείλε μου 2-3.000 ευρώ για τα πρώτα έξοδα, χαρτιά, χαρτόσημα, καταλαβαίνεις. μην ανησυχείς, το αγροτεμάχιο θα το πάρεις εσύ, με το κλειδί στο χέρι. Τυχεράκια!
    - Σευχαριστω δεν εχω λογια.Παντως δεν με πηραζει να περιμενω 200-300 χρονια,ο καιρος περνα χωρις να το καταλαβουμε.Της λεπτομεριες απο κοντα.Ακομα δεν μπορω να το πιστεψω. ΜΠΡΑΒΟΜΟΥ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεσπόζουσα λέξη στο λεξιλόγιο της νεοελληνικής. Το υποκοριστικό ενός τόσο συνηθισμένου ουσιαστικού, του φακέλου στον οποίο ταχυδρομούμε επιστολές, είναι συνώνυμο του χρηματισμού στο χώρο της υγείας, του γνωστού «λαδώματος». Υποτίθεται ότι το μπαχτσίσι παραδίδεται μέσα σε ταχυδρομικό φάκελο, εξ ου και «φακελάκι».

Η σχέση του Νεοέλληνα με το φακελάκι είναι ανάλογη με τη σχέση του πρώην Ανατολικογερμανού με τη Στάζι: τουλάχιστον οι μισοί Νεοέλληνες έχουν δώσει φακελάκι σε γιατρό, όπως οι πρώην Ανατολικογερμανοί πληροφορίες στις πάλαι ποτέ κραταιές μυστικές υπηρεσίες της χώρας τους.

Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, η αποφυγή του φακελακίου εν Ελλάδι συνεπάγεται κάκιστες υπηρεσίες υγείας προς τον ασθενή.

  1. Απόσπασμα υποθετικής συνέντευξης με γιατρό:
    ΕΡ. Γιατρέ, τώρα με την Αμαλία, έχουν ακουστεί τόσα πολλά για το φακελάκι που παίρνετε εσείς οι γιατροί. Όλος ο κόσμος αναρρωτιέται: γιατί το παίρνετε;
    ΑΠ. Είναι τόσο απλό. Για δύο λόγους παίρνουμε φακελάκι. Πρώτον, επειδή ο μισθός μας στο ΕΣΥ ή τα έσοδα από το ιατρείο μας δεν μας φτάνουν για να ζήσουμε με αξιοπρέπεια, σε σχέση με το κουραστικό και ψυχοφθόρο επάγγελμα που κάνουμε. Και δεύτερον, είναι θέμα προσφοράς και ζήτησης: δεν θα παίρναμε φακελάκι αν εσείς δεν το δίνατε.

  2. Απόσπασμα σχολίου από blog:
    Το “φακελάκι” και το πολιτικό ρουσφέτι οργιάζουν σε ποσοστό άνω του 80% στα νοσοκομεία της Κρήτης, προκειμένου οι ασθενείς να έχουν άμεση και σωστή εξυπηρέτηση και φροντίδα! Παράλληλα δε, το ίδιο το σύστημα υγείας στο νησί “νοσεί” βαρύτατα από την δραματική έλλειψη προσωπικού και υλικοτεχνικής υποδομής, με συνέπεια την ελλιπή εξυπηρέτηση-νοσηλεία των ασθενών, αλλά και τις πολυήμερες ή πολύμηνες αναμονές τους σε “ουρές ραντεβού” για βασικές εξετάσεις με κίνδυνο τη ζωή τους!

fuck-a-Laki (από allivegp, 30/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι τα οικονομικά μας δεν πάνε καθόλου καλά.

Σλανγκ σύνθημα της παιδικής, προσχολικής ακόμη ηλικίας, που όμως παραμένει κοινός παρονομαστής και στην ενήλικη ζωή, ως τα βαθιά γεράματα και που έχει γίνει εξαιρετικά επίκαιρο στις μέρες που διανύουμε.

- Ήρθε η καινούρια ΔΕΗ με το χαράτσι φτού κι΄απ' την αρχή...
- Ακόμη δεν πληρώσαμε το προηγούμενο! Το ταμείον είναι μείον.

Στην αρχή (από Khan, 02/02/12)Παλιός καλός Μηλιώκας! Κάπου στην αρχή. (από Khan, 02/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κιμωλία. Κατά συνεκδοχή, η αγορά επί πιστώσει. Κι αυτό γιατί οι παλιοί ταβερνιάρηδες είχαν ένα μικρό μαύρο πίνακα –την πλάκα– και εκεί σημείωναν με κιμωλία, με το τεμπεσίρι, τα βερεσέδια των πελατών, τα χρωστούμενα.

Η λέξη έχει επιβιώσει (just) με αυτή την έννοια στην έκφραση γράφω τεμπεσίρι –θέλει να πει η έκφραση πως σημειώνω ότι κάτι μου χρωστάς αλλά είτε δεν με νοιάζει να το ξεπληρώσεις, γιατί είναι ασήμαντο, είτε ξέρω ότι δεν πρόκειται να το ξεπληρώσεις, γιατί είσαι μπαταχτσής.

Υπάρχει επίσης και η έκφραση εσύ έχεις την πλάκα, εσύ και το τεμπεσίρι –δηλαδή, όλα τα εργαλεία και τα ατού τα έχεις στα χέρια σου και κάνεις κουμάντο.

Η προέλευση της λέξης, όπως έχει ήδη πει ο vikar, είναι από το τούρκικο tebeşir που σημαίνει ακριβώς κιμωλία και η σαφώς πιο συνηθισμένη σημασία της είναι η κιμωλία του μπιλιάρδου.

  1. Κάποιοι Έλληνες συνταξιούχοι με ένσημα μιας ζωής παίρνουν συντάξεις πείνας. Τους βλέπουμε κάθε μήνα στις ουρές να περιμένουν για λίγα ευρώ που θα τους φτάσουν για μια εβδομάδα και μετά αρχίζουν το τεμπεσίρι (αγοράζουν βερεσέ) για να μπορέσουν να επιβιώσουν. (από το blogathinaios.blogspot.com)

  2. (Από το τραγούδι «Μονά ζυγά τα χάνουμε» (1973), Στίχοι: Γ. Καλαμαριώτη, μουσική: Γ. Μητσάκη, ερμηνεία: Ρ. Κουμιώτη)

Σ' ένα στενό στην Κοκκινιά / στενάζει η φτωχογειτονιά / καρτούτσο ξεροσφύρι / Στο καπηλειό του Βελωνιά / στη μουχλιασμένη τη γωνιά / και γράφε τεμπεσίρι.

  1. – Μεγάλο καλό, αδερφέ... θα στο χρωστάω...
    – Ναι ρε, εντάξει... θα το γράψω τεμπεσίρι...

  2. Ποιος είναι ρε, το κουμάντο σ' αυτό το ψιλικατζίδικο; O Ταρζάν και η τσίτα; Αυτοί δεν είναι που κρατάνε την πλάκα και το τεμπεσίρι; (Ρητορικές ερωτήσεις από το xanthiblogs.gr, οι «αυτοί» που αναφέρει είναι η κυβέρνηση)

Πλάκα και τεμπεσίρι (από poniroskylo, 05/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό με έννοια επιρρήματος. Στην αργκό μεταφορικώς σημαίνει το minimum τίμημα μιας υπηρεσίας ή δοσοληψίας εν γένει, δηλ. όπως λέμε «ακατέβατα», το οποίο ορίζεται είτε μονοπωλιακά ή συντεχνιακά, είτε αριστίνδην, είτε καταχρηστικά, ως ελάχιστο αναμενόμενο μπουγιουρντί.

Προέρχεται από την ελάχιστη τιμή της «κούρσας» ή «σημαίας» (πλέον κομίστρων) των ταξιτζήδων, που καθορίζεται με υπουργική απόφαση.

Στην Ελλάδα μέχρι πολύ πρόσφατα, οι ελάχιστες τιμές πολλών αγαθών ήταν υπερτιμημένες (μεταξύ άλλων) λόγω ευδαιμονίστικης (κνίτικη αναβίβαση τόνου) επίδειξης των καταναλωτών, αλλά και λόγω έλλειψης συλλογικότητας στην αντιμετώπισή τους, αλλά πάνε πια αυτά (βλ. σχόλια εδώ)...

  1. — Για πού το 'βαλες με τη σακούλα;
    — Πάω κατά Μοναστηράκι να σκοτώσω έναν καινούριο επενδύτη που βούταρε ένας φίλος απ' τον ιματισμό του Παλάσκα. Πόσα λες να πιάσει;
    — Ξέρω γω; Κάνα εικοσάρικο...
    — Εικοσάρικο καινούριος ολόμαλλος επενδύτης; Αφού τους πουλάνε 150-200 το κομμάτι! — Γιατί, μαζί το 'χετε το μαγαζί; Να βγάλω και κάτι σου λέει ο άλλος...
    — Είπα γω όχι; Αλλά όχι ρε φίλε και να με γδάρουνε έτσι! Αμ δε σφάξανε, θα πάω αλλού.
    — Όπου και να πας, ταρίφα είναι. Αφού είναι συνεννοημένοι και κρατάνε τιμές, χώρια που ξέρουν πού το βρήκες...

  2. Είσαι για πίστες απόψε;
    — Έχεις να δώσεις εκατό φράγκα ν' ακούσεις τα σκυλιά; — Έλα ρε, θα πάρουμε και τα κορίτσια μαζί, που γουστάρουνε, πόσο θα μας έρθει;
    — Ένα εκατομπενηντάρι το τραπέζι ταρίφα, δυο μπουκάλια τουλάχιστον –χώρια κάτι σου 'πα κάτι μου 'πες, κατοστάρικο το κεφάλι θα πάει (κι αυτό αν δεν έχουν και την απαίτηση να τις κεράσουμε)...
    — Σαν πολλά...
    — Εμ, δε σου λέω εγώ; Άσε, πάμε 'δώ σ' ένα συνοικιακό που παίζει ντάμπα-ντούμπα και μετά τις κερνάμε πατσά, να μας δει κι ο Θεός...

  3. — Ψάχνω να νοικιάσω κανα δυαράκι προς Εξάρχεια μεριά, έχεις τίποτα υπ' όψη σου;
    — Δεν ξέρω τίποτα συγκεκριμένο, αλλά είναι γεμάτος ο τόπος από ενοικιαστήρια, κάτι θα βρεις.
    — Πόσο περίπου λες να πάει το μαλλί, θα με φτάσουν 300-350 ευρά;
    — Μπααα, ούτε γι' αστείο! Για 450-500 στο νερό σε κόβω να δίνεις, το 'χουν ταρίφα οι πούστηδες. Εκτός κι αν μείνεις σε κάνα γκρεμίδι...

  4. — Πώς να το παίξω, Πανσερραϊκός-ΠΑΟΚ;
    — Ξερό διπλό! Αφού τους έχουνε δέκα χρόνια τώρα, δυο μπαλάκια ταρίφα...

Radio Tarifa (από HODJAS, 09/06/10)Tarifas (από perkins, 10/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος προερχόμενος από την πόκα. Τα βλέπω - ή, σε βλέπω - στην πόκα σημαίνει «ακολουθώ» το ποντάρισμά του προηγούμενου παίκτη.

Το «ακολουθώ» είναι σε εισαγωγικά, διότι εννοεί την ακολουθία στο ποσό (και όχι κάποιο ανέβασμα), αλλά επίσης διότι σλανγκοποιεί την έκφραση εκτός της πράσινης τσόχας. Όπου, Τα βλέπω σημαίνει σε ακολουθώ, συμφωνώ, τα λες καλά, μαζί σου.

Άλλος ένας όρος που ξεφεύγει σε ποκαδόρους, όπως το πάσο, ή το ντούκου...

  1. - Λέω σήμερα να πάμε από Θησείο μεριά....
    - Πάλι; - Εσυ ρε Πάνο, τι λες:
    - Εγώ σας βλέπω σε ότι αποφασίσετε. - Εντάξει, πάσο από μένα, πάμε Θησείο.

  2. - Λοιπόν συνεχίζουμε για ορεινή Αρκαδία;
    - Μέσα, ας το εξαντλήσουμε, αφού φτάσαμε ως εδώ, και ακόμα δεν νύχτωσε. Εσύ Μήτσο;
    - Τα βλέπω... εγώ θα χαλάσω την παρέα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο τσιγκούνης.
  2. Αυτός που έχει πολλά λεφτά.
  1. - Αυτός ο Αντώνης είναι πολύ Σκρουτζ, δεν δίνει τίποτα σε κανέναν!

  2. - Ο ιδιοκτήτης της Microsoft έχει τόσα λεφτά, όσα είχε ο Σκρουτζ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified