Further tags

Το μπουρδελοξενοδοχείο. Συχνά θα ονομάζεται με κάποιο αρχαίο ελληνικό ή αιγυπτιακό όνομα, όπως «Όσιρις», «Τουταγχαμών», «Καλυψώ», «Άλκηστις», «Άρτεμις», «Κλεοπάτρα» κ.ά., το δε οικοδόμημα θα είναι είτε ετοιμόρροπο νεοκλασικό, είτε σε στυλ πολυκατοικίας ανατολικού μπλοκ.

— Τελικά τι έκανες με τη Μίνα;
— Την πήγα σε γαμοτέλ και περάσαμε αξέχαστα!

Να ένα γαμοτέλ τύπου "μπλοκ" (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 20/05/10)

Δες και γαμο-.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαλάκας, αυτός που παίζει το πέος του. Λογοπαίγνιο από το «θεομπαίχτης» και το «πέος». Κυριολεκτικά, βέβαια, θα σήμαινε «αυτός που εμπαίζει το πέος του», αλλά ποιος νοιάζεται;

Αντώνυμο: πεομπήχτης

— Θα 'ρθει και ο Μάκης. Τον θυμάσαι, έτσι;
— Αν τον θυμάμαι, λέει; Μεγάλος πεομπαίχτης!

Δες ακόμη: πεοκρούστης, ψωλοβρόντης / ψωλοκοπάνης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υμνητικό προσωνύμιο του γαλατικού παγανιστικού θεού «Bargalatsos», ο οποίος, κατά τη μυθολογία, εισέβαλλε ορμητικά στα μουνάκια των κοριτσιών άμα τη ενηλικιώσει των και τα γονιμοποιούσε.

Λογοπαίγνιο με την ονομασία του μεσαιωνικού όπλου που αποτελούταν από ένα μεγάλο κορμό δέντρου που κατέληγε συνήθως (αλλά όχι πάντα) σε ομοίωμα κεφαλής κριαριού, και χρησίμευε για να σπάνε τις καστρόπορτες («πολιορκητικός κριός»). Ο κορμός αντιστοιχεί στον κορμό του πέονος, ενώ η κεφαλή κριαριού αντιστοιχεί στην πεοκεφαλή.

— Θυμάσαι την πρώτη νύχτα που έκανες έρωτα, καλή μου Γελλοουσαμπμαρίνα;
— Θυμάμαι... Ήταν τα 18α γενέθλιά μου. Αποκοιμήθηκα γλυκά, όταν ήρθε στον ύπνο μου ο «Πολιορκητικός Κρύος» –μεγάλη η χάρη του. Από τότε δεν ησύχασα ποτέ, θέλω συνέχεια σεξ!

(από Αλάριχος Τεκέλογλου, 20/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα μέτρησης ακούσματος από χρήση ουσιών. Ιδανικά χρησιμοποιείται για μαύρο, αλλά σε πιο απλές καταστάσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για αλκοόλ.

Ενδεικτική κλίμακα:

  • 1 μάρλευ: κεφαλάκι
  • 2 μάρλευ: διαταραχές στην ομιλία και την όραση
  • 3 μάρλευ: dolby surround
  • 4 μάρλευ: έιπ

    Η μονάδα πάντως δεν έχει μετρηθεί επιστημονικά, κι έτσι ο χρήστης έχει σχετική ελευθερία να κάνει όποια υπερβολή θέλει κατά τη χρήση της (βλ. παράδειγμα).

Προέρχεται φυσικά από τον Bob Marley, πασίγνωστο μουσικό και εξέχοντα εκπρόσωπο του κινήματος των Ρασταφάρι, οι οποίοι ήταν ένθερμοι οπαδοί του χόρτου.

  1. (21:19) — Μαλάκα γουστάρω φάση. Κόβει βόλτες ο φοσμπά.
    (21:21) — Φίλε, έχω γίνει ζάντα αλουμινίου. Η μαστούρα μου έχει φτάσει τα 10.000 μάρλευ. (οι ώρες κλεμμένες από εδώ)

  2. — Μήπως δεν κάνω καλά που οδηγώ; Είμαι στα 5 μάρλευ αυτή τη στιγμή, ο δρόμος μού θυμίζει video game.
    — Φέρε να οδηγήσω εγώ μωρή πούτα, μην τα δώσουμε σε καμιά κολώνα.

5 Μάρλευ (από Vrastaman, 21/05/10)(από xalikoutis, 14/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο/λεξιπλασία με τον αγγλικό όρο homosexual και το «ωμός». Αναφέρεται σε άτομο μπρουτάλ, χωρίς συναίσθημα, παραδομένο στην ικανοποίηση των ορμών του. Η φιλοσοφία του είναι «κρέας θα μπει, κρέας θα βγει και το βούτυρο δικό σου».

Σούλα: Αχ για πες καλέ Μπία, τί έγινε με τον Νώντα τελικά;
Μπία: Καλός είναι μωρέ αλλά πολύ ωμοσέξουαλ το παλικάρι: βγάζει τόσο συναίσθημα όσο περίπου ένας νεροβούβαλος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση των αρχικών Α.Π.Θ. του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης.

Το ευαγές αυτό Ίδυρμα, από τα μεγαλύτερα των Βλακανίων, έχει προ πολλού ταυτιστεί με τη μοίρα της πόλης που το φιλοξενεί: Πλήρης παράκμα σε κάθε έκφανσή του, νεπωτισμός στο έπακρο στα υψηλά καπέλα, καταλήψεις, φράπα, κυλικεία-στέκια κουκουλοφλώρων, γκόμενες-ταγάρια, καταυλισμοί αθιγγάνων και ζάκια στον περίβολο της ΑΧΕΠΑ, αναμεμιγμένα με χαμένα χρόνια και απατηλά όνειρα φοιτητών, και όλαφ τα στο κέντρο της πόλης, μεταξύ Καυτατζογλείου και Παλαί ντε Σπορ (όπου κάποτε χτυπούσε η καρδιά του ελληνικού μπάσκετ, με τα αξέχαστα μαπίδια ανάμεσα σε Γκάλη-Πρέλεβιτς).

Τελέρε που θα σπουδάσω στο Αχρηστογέλειο –δεν πάω καλύτερα Κλουζ Ναπόκα;

αννα πρελεβιτς (από johnblack, 24/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιγκούνης. Το λήμμα παραπέμπει και σε πιγκουίνο.

Λέγεται έτσι για να γίνει εμφατικό το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό. Βέβαια, το κεχαριτωμένο πτηνό δεν έχει αποδειχθεί, από ηθολογικές μελέτες, ότι αποθηκεύει τρόφιμα (αν και θα έπρεπε, με τις συνθήκες που ζει). Συνεπώς η συσχέτιση έγινε μόνον εξαιτίας ομοήχων στοιχείων των σημαινόντων. (Τσίγκου-Πίγκου).

— Θα πληρώσεις;
Μισό, να βρω το πορτοφόλι μου... πού το έχω βάλει;
— Άσε ρε τσιγκουίνο, πληρώνω εγώ πάλι.

(από perkins, 23/05/10)(από perkins, 23/05/10)(από perkins, 23/05/10)O Pingu - τόνος στη λήγουσα (από poniroskylo, 29/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανώμαλα παραθετικά του κακός, που προέρχονται από λογοπαίγνιο με τη λέξη «χοίρος» και τα παραθετικά «χειρότερος, χείριστος».

Η έννοια είναι ακριβώς αυτή που καταλαβαίνετε: «πιο γουρούνι», «το απόλυτο γουρούνι». Πβ. και την έκφραση «το μη χοίρων βέλτιστον» (= αυτό που δεν αρμόζει στα γουρούνια είναι το καλύτερο).

Το α΄ συνθετικό «χοιρο-/-χοιρο» μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πλείστες όσες λέξεις, λογοπαίζοντας και με τη λέξη «χειρ-χειρός», π.χ. «χοιρόγραφο», «χοιροτεχνία», «εργόχοιρο», «χοιρούργος», «αυτόχοιρας» (όπου παίζουμε κατά τα γνωστά προπαροξύτονας εις -ας, π.χ. άνθρωπας, έμπορας κ.λ.π.), «χοιραφετημένος», «χοιραφέτηση», «εκεχοιρία»...

  1. Από εδώ:
    «Ήρθε ο καιρός να πάρω το αίμα μου πίσω. Τώρα αρχίζει ο αιώνας μου. Ο χοιρότερος αιών»

  2. (διάλογος σε εταιρεία εκτροφής χοίρων):
    - Άκου, αύξηση από μένα δεν παίρνεις! Βάλ' το καλά στο μυαλό σου! Και τώρα δίνε του!
    - Κύριε διευθυντά, ένα έχω να σας πω: είστε χοιρότερος και από τους χοίρους σας!

Θέλεις και λεζάντα, μωράκι μου; (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 24/05/10)(από jesus, 24/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σταμάτα να μιλάς (πιο ευγενικό από το σκάσε).

Από το σκάσε + σταμάτα.

Σκαμάτα πια! Μας ζάλισες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια σημαντικότατη ιδιότητα που περιλαμβάνεται στο προφίλ του τέλειου άνδρα, του άνδρα του σωστού, μαζί με το αλαβάστρινο απολλώνιο κορμί, το εξαπάκετο, όπου η γκόμενα τρίβει πάνω του το τυρί για την μακαρονάδα, και το θεληματικό πηγούνι.

Πάσα: Χότζας, ένα είναι το σλανγκρ, και ο Χότζας ο προφήτης του!

Γνωρίζεις τον γκόμενο της ζωής σου στο Facebook. Η φωτογραφία τα λέει όλα. Νέος, ωραίος, ψηλός, αρρενωπός, θεληματικό τσουτσούνι, φέτες οι κοιλιακοί. Σου ζητάει το MSN σου για να κάνετε chat. Εσύ μην ξέροντας τι είναι το MSN αναρωτιέσαι αν αυτό είναι το πολυτιμότερο πράγμα που έχεις και αν πρέπει να το δώσεις.

Ρίτα Σακελλαρίου: Νέος, ωραίος, πράσινα μάτια... (από HODJAS, 29/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified