Ο έμπορας ουσιών.
Πάω στον Μπομπ Ντίλιαν να μου πει κανα τραγούδι.
Ο έμπορας ουσιών.
Πάω στον Μπομπ Ντίλιαν να μου πει κανα τραγούδι.
Got a better definition? Add it!
Αλγεβρικό σύμβολο, κατά το οποίο το μι τίθεται εις τη νιοστή δύναμη. Πρόκειται απλώς για το γνωστό μας «μουνί», που έτσι έχει άλλη μια ευκαιρία να δηλωθεί γραφικά και υπαινικτικά στον επίσημο λόγο, χωρίς να ξεσηκώσει αντιδράσεις.
Έλα όμως που ξεσήκωσε! Ναι μεν ο όρος υπήρχε ανέκαθεν (από τα χρόνια των πατεράδων / παππούδων μας, ή κι απ' όταν οι Άραβες ανακάλυψαν την Άλγεβρα), όμως έγινε της μόδας από το βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη, που βιογράφησε τον βίο και πολιτεία πολλών διάσημων «μι εις τη νιοστή» της Ιστορίας και ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών.
Ο γελοιογράφος ΚΥΡ εφηύρε την έκφραση «το μι εις τη νιοστή σέρνει καράβι», και την παρέστησε ως εξής:
Μετά την αντίδραση στο βιβλίο του Ανδρουλάκη, το παπαδαριό κάνει πραξικόπημα και εγκαθιδρύει ένα καθεστώς χριστιανοταλιμπάν, με σκοπό την απαγόρευση του άσεμνου βιβλίου. Τότε οι υποστηρικτές του μι εις τη νιοστή εγκλείονται σε καράβι, που τους οδηγεί προς τη Μακρόνησο ως τόπο εξορίας. Κατ' αυτόν τον τρόπο «το μι εις τη νιοστή σέρνει καράβι».
(Εντάξει, λίγο Σεφερλή θυμίζει, αλλά τό 'πε ο πολύς ΚΥΡ, δεν φταίω εγώ!).
Got a better definition? Add it!
Δες και στα παπάκια μου.
Got a better definition? Add it!
Αγγλιά για το ναρκωτικό μεφεδρόνη. Πιθανόν προέρχεται από το ότι το ναρκωτικό ονομάζεται και 4-methylmethcathinone / 4-MM-CΑΤ, που θυμίζει (η αρχή του τελευταίου συνθετικού) την αγγλική λέξη για την γάτα, βλ. το αστικό λεξικό. Προσοχή, λοιπόν, στα τεχνητά γατόνια. Οι όροι μιάου και μιάου μιάου έχουν περάσει και στα ελληνικά, όπως με διαβεβαίωσε άγνωστός μου που περιμέναμε μαζί στην ουρά για το ΙΚΑ.
Η μεφεδρόνη, γνωστή στην «πιάτσα» των ναρκωτικών σαν «ντρόουν», «Μ-Κατ» και «μιάου μιάου», προκαλεί την ίδια ευφορία που δημιουργεί το ecstasy και οι αμφεταμίνες. Η επίδραση αρχίζει μισή ώρα μετά τη λήψη της και διαρκεί ως και τέσσερις ώρες. Ο χρήστης ενδέχεται να παρουσιάσει απότομες αλλαγές στη θερμοκρασία του σώματος, ταχυκαρδία, κρίσεις πανικού και μυϊκούς σπασμούς, ενώ έχουν αναφερθεί και περιπτώσεις χρηστών που είχαν παραισθήσεις. Πέρυσι, ένας νεαρός στη Βρετανία παραλίγο να αποκόψει το μόριό του υπό την επήρεια της μεφεδρόνης, ενώ πριν από λίγες ημέρες ένας άλλος συμπατριώτης του αυτοπυροβολήθηκε με περίστροφο στο κεφάλι.
(Δες)
Got a better definition? Add it!
Στην σλανγκ των φυλακόβιων, βρέχει σημαίνει ότι θα μπουν ναρκωτικά στην φυλακή.
- Θα βρέξει αύριο.
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για ποικιλία μαλακού ψημένου μαυρακίου με προέλευση συνήθως το Αφγανιστάν. Αγοράζοντάς το ενισχύετε τον αγώνα των χασασίνων.
- Ξένες συμμορίες πήραν το πάνω χέρι στον «πόλεμο» που μαίνεται στις πλατείες της Αττικής για τον έλεγχο της αγοράς των ναρκωτικών. Αλβανοί, κατά πρώτο λόγο, αλλά και -τελευταία- Νιγηριανοί και Πακιστανοί (που εισάγουν στη χώρα μας το αφγανικό χασίς, που είναι γνωστό στις πιάτσες με την επωνυμία «πλαστελίνη») ξαναμοιράζουν τις «περιοχές ευθύνης», τις περισσότερες φορές όχι αναίμακτα.
(εδώ)
- ...το χασίς. Επίσης γνωστό ως τσοκό, τσοκάδι, πλαστελίνη, κουράδι.
(εκεί)
- Το μαύρο που σου είπε ο Φούντας (το ψημένο δηλαδή) είναι το επεξεργασμένο. Παρασκευάζεται με κοσκίνισμα. Μούφα γενικά και οι πλαστελίνες (τα μαλακά ψημένα) μούφα γενικότερα. (παραπέρα)
Got a better definition? Add it!
Εισπνεόμενες ναρκωτικές ουσίες, σκόνες, ηρωίνη και κοκό.
- Θα τρομάξεις να το γνωρίσεις το Λάκη. Έμπλεξε εδώ και κάνα χρόνο με κάτι πλουσιόπαιδα και έχει εξελιχθεί σε καλλιτέχνη των μυριστικών.
Got a better definition? Add it!
Πορτοφόλι γεμάτο με χαρτονομίσματα, στην αργκό των κλεφτρονιών.
«Τα λεμονάδικα»:
Εμείς τρώμε τα λάχανα
βουτάμε τις παντόφλες
για να μας βλέπουν ταχτικά
τις φυλακής οι πόρτες.
βλ. και πράσο
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Επίσης «μπριζόλα», «μπριτζόλα» ή «μπριζολίδιο» σημαίνει η μπριζολοειδής, αλλά δυσάρεστη μυρωδιά που αναδύεται κατά τη καύση τιγρέ σπορακίων κάναβης, που έχουν παραπέσει στο «γάρο» ή «μπάφο» ή «κανόνια» κατά το στρίψιμο κάτω από δυσμενείς συνθήκες (βροχές, πάρκα, σκοτάδι, σε εξωτερικούς χώρους κ.λ.π.)
Got a better definition? Add it!