Selected tags

Further tags

  1. Η αναποδιά, όπως φαίνεται στην έκφραση τρώω ψωλιά.

  2. Μια μαλακοκουβέντα ή μαλακοκατάσταση, κ. παπαριά, αρχιδιά, μπαρούφα κττ., εξ ου κι ο ψωλέμπορας που τις πουλάει, ή κάτι το οποίο θεωρούμε σκέτη σαχλαμάρα.

  3. Δε ρήαλ θινγκ, η κίνηση του πέοντα τη στιγμή που τα φλόκια πετάγονται α λα Πήτερ Νορθ.

  4. Κυριολεκτικά πάλι, το γαμήσι.

  1. Αλλά πάντα έτσι δεν γίνεται; Χρηματιστήριο; Ψωλιά το 1992, ψωλιά το 2.000. Δάνεια; Ψωλιά το 95, ψωλιά το 2010.
    Δεν μαθαίνει ρε ο Ελληνας, δεν μαθαίνει.

  2. ...είχε και καλό χαρακτήρα, γλυκό πρόσωπο και άκουγε και Madrugada και όλες τις ψωλιές αυτές.

  3. … και με γέμισε με τα χύσια του με μια δυνατή ψωλιά….

  4. Κάθισα αποκαμωμένη στον καναπέ ευτυχισμένη όμως από τις δυνατές ψωλιές που έφαγα…

-όλα διχτυωτά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Πάτρα - Ιόνιο) : Βρίσκομαι σε δύσκολη κατάσταση, καταστρέφομαι, χάνω το παιχνίδι, μου καταγιγνώσκεται ποινή (δικαστική, πειθαρχική ή γκολ).

Συνώνυμα : Τρώω πούτσα / καβλί / ψωλιά (μεταφορικώς) / τον ήπια κ.τ.λ.

  1. Μήτσο! Στείλε γρήγορα τα χαρτιά στο λογιστή, μη φάμε κανά παστέλι από την εφορία.
  2. Η ΑΕΚ έφαγε τρία παστέλια χτές απ' το γαύρο.
  3. Άσε, τρία χρόνια παντρεμένος με την Ουρανία, έχω φάει τρελό παστέλι. Μου' χει ψήσει το ψάρι στα χείλη η κουφάλα.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταλαιπωριέμαι, δεινοπαθώ, υφίσταμαι κακουχίες.

Το ξύλο νοείται εδώ μεταφορικώς. Αν φάμε κανονικό ξύλο, αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Τότε λέμε ότι τις μαζέψαμε, ότι μας τις έβρεξαν, ότι μας κοπάνησαν, ότι μας έκαναν ασήκωτους κλπ.

Εντούτοις, η έκφραση τρώω ξύλο αφορά κυρίως ταλαιπωρίες σωματικές. Διότι όπως έλεγε ο Foucault, σε τελική ανάλυση όλες οι εξουσίες και οι καταπιέσεις έχουν ως αποδέκτη το ανθρώπινο σώμα, και δεν επιδέχονται περαιτέρω αναγωγής σε κάτι πιο χειροπιαστό.

Παραδείγματα:

Ξύλο τρώω όταν έχει πέσει πολύ χώσιμο στη δουλειά και δεν προλαβαίνω ούτε να κλάσω.

Ξύλο τρώω όταν βρέχει καρέκλες και γω είμαι με το μηχανάκι στο δρόμο.

Ξύλο τρώω όταν είμαι (πάλι) με το μηχανάκι κι από τις πολλές λακκούβες του γαμόδρομου, έχω πάρει τη μέση μου στο χέρι.

Ξύλο τρώμε όταν είμαστε συνεπιβάτες σε αμάξι και από τα πολλά στροφιλίκια του δρόμου, κοντεύουμε να ξεράσουμε τ' αντέρια μας.

Ξύλο τρώμε σε πολύωρο ταξίδι με αερόπλανο, όπου από το στριμοκώλιασμα στην αεροπορική έχουμε γίνει σαν ανάποδο γαμώτο.

Υπάρχει όμως και η ψεχολογική (sic) διάσταση του θέματος:

Όταν π.χ. πάμε να γράψουμε εξετάσεις (σχολείο, πανεπιστήμιο κλπ) και τα θέματα είναι γενικώς απάλευτα, λέμε πως έπεσε ξύλο.

Η οποία ψεχολογική διάστασις είναι στο φινάλε σωματικός ντουβρουτζάς, διότι πας σπίτι σου μετά το εξεταστικό βατερλώ και απ' τα νεύρα σου πονάει το κεφάλι σου, οι αρθρώσεις σου, οι μύες σου και θες απαξάπαντος ένα τσιγάρο ρε πούστη μου να ισιώσεις. Γενικώς τις όποιες διακρίσεις μεταξύ σωματικού και ψυχολογικού τις έχουμε αποδομήσει προ πολλού (όπως και πολλές άλλες)...

Ξύλο δεν τρώνε μόνο οι άνθρωποι, τρώνε ενίοτε και τα αντικείμενα, ιδίως εκείνα που κατά όλες τις ενδείξεις έχουν ψυχή: τα μηχανοκίνητα.

Όταν π.χ. βγάζεις βόλτα το καινούργιο σου κωλοφτιαγμένο σαυρίδι κι αρχίζουν να τερματίζουν οι αναρτήσεις απ' τις ανωμαλίες του οδοστρώματος, τότε το έρμο το αμαξάκι τρώει ξύλο κι η καρδιά του κάβουρα κατόχου ραγίζει...

- Είδες ο Γιαννάκης αμαξάκι που χτύπησε; Μερσεντικό SLK καμπριούμπα περικαλώ... Τριάντα χηνάρια ζεστά ζεστά ακούμπησε.
- Ναι ρε, μαζί ήμασταν την Κυριακή και τραβηχτήκαμε προς Τρίπολη για να το ανοίξουμε λίγο και να ξεκαυλώσουμε.
- Και λοιπόν;
- Νταξ, στην Εθνική πάει χαρτί το εργαλείο, είναι στο φυσικό του περιβάλλον. Δεν ξέρεις όμως τι τραβήξαμε όταν χωθήκαμε κατά λάθος σ' ένα χωματόδρομο κοντά στην Κόρινθο. Κάναμε 6 χιλιόμετρα σε 30 λεπτά. Τέτοια ταλαιπωρία ούτε στον εχθρό σου. Έφαγε ξύλο το αμαξάκι, και μαζί φάγαμε κι εμείς.

κι αυτός τρώει ξύλο! (από BuBis, 08/06/09)κι αυτός τρώει ξύλο! (από BuBis, 08/06/09) (από xalikoutis, 10/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν ήδη δύο ορισμοί για το λήμμα, εγώ το ξέρω με διαφορετική σημασία...

Τραβάω τα βυζιά μου λοιπόν σημαίνει ότι βρίσκομαι σε μια εξαιρετικά δυσμενή κατάσταση και δεν την παλεύω κάστανο. Πολύ συχνά το λέει κανείς όταν μετανιώνει για κάτι που έκανε (ή δεν έκανε), γιατί τελικά έπαθε νίλα και τον πήγε γαμιώντα.

  1. - Το απόγευμα έχω ραντεβού με τη Χρύσα φίλε... Θα γίνει χαμός, έχω ξεμπουρδελιάνει τελείως!
    - Μην το μυριστεί η δικιά σου μόνο και τραβάς τα βυζιά σου μετά!

  2. (Από εδώ)
    μενω στο κερατσινι και ειμαι ετοιμος να βαλω hol double play...
    οποιο double play και αν κοιταξω εχουν προβλημα απο ολες τισ εταιριες.
    τελικα να βαλω με ρισκο hol;;
    εχει αλλος στο κερατσινι και να εινια ευχαριστιμενος;;;
    η στο τελος θα τραβαω τα βυζια μου;;;

  3. (Από εδώ)
    Απλά όταν είσαι ο εαυτός σου, ζείς! Όταν δεν είσαι ο εαυτός σου, είσαι ένας μ@λ@κας που κοροϊδεύεις εσένα κι άλλους χίλιους και στην ουσία φυτοζωείς. Η κατάληξη θα είναι να τραβάς τα βυζιά σου (όχι τα δικά σου, προς Θεου, έκφραση είναι) μετά από ένα χρονικό διάστημα γιατί δε σου κάθησαν τα πράγματα όπως θα ήθελες. Έτσι είναι το θέατρο. Καμία απόλυτη μίμηση δεν πέτυχε τόσο όσο το πρωτότυπο.thanks!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τη φράση την μεταχειριζόμαστε όταν θέλουμε να δείξουμε ότι σκυλομετανιώνουμε για μια πράξη ή παράλειψη μας.

Το επώδυνο τράβηγμα των βυζιών μας, σαν εκδήλωση αυτο-βασανισμού και αυτο-τιμωρίας, έρχεται να δηλώσει τη συντριβή μας αλλά και να λειτουργήσει καθαρτικά και να απαλύνει την οδύνη από τις τύψεις ή ενοχές που νιώθουμε.

Συνώνυμο: χτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο

Γνώρισα έναν τύπο στο τραίνο Άμστερνταμ-Βρυξέλλες, με κάτι φοβερά mp3 φορτωμένα στο lap top του, που τα σπάγανε. Μιλάμε, τράβαγα τα βυζιά μου που δεν είχα μαζί μου ένα φλασάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παροιμία η οποία ασφαλώς υποδηλώνει, ότι σε οτιδήποτε και αν κάνεις πρέπει να έχεις εμπειρία, αλλιώς θα κοπιάσεις πολύ για να επιτύχεις το στόχο σου.

- Μπαμπά, να ψήσω εγώ τις μπριζόλες στη σχάρα;
- Άσε ρε Γρηγοράκη. Το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται για να περιγράψει το μαρτύριο που τραβάμε όλοι μας σχεδόν κάθε Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Πάσχα. Η κατάσταση που είσαι όταν έχεις φάει τα πάντα, θέλεις να χωνέψεις, έχεις στουμπώσει για τα καλά και πας στην τουαλέτα νομίζοντας ότι θα ξαλαφρώσεις και τελικά βγάζεις ένα μικροσκοπικό κουραδάκι, περιγράφεται ως μαρτύριο της κουράδας..

- Ωχχχχ Παναγία μου! Τι την ήθελα τόση γαλοπούλα! Πάω στην τουαλέτα!
- Τι έγινε ρε αδερφέ; Έβγαλες τίποτα;
- Μπα... Πήγα, κάθισα και εκεί που νόμιζα ότι θα αδειάσω εντελώς έβγαλα ένα κατσικοκούραδο..
- Πω ρε φίλε ...Το μαρτύριο της κουράδας ε;
- Ναι άστα να πάνε....

(από Ladysapia, 26/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα του Λάκη Λαζόπουλου από τους «Δέκα Μικρούς Μήτσους». Το έλεγε ως χορεύτρια.

Γενικά το λένε χορεύτριες, αλλά και ο οποιοσδήποτε κλαψομούνης, για οποιαδήποτε δυσκολία- αναποδιά.

Όταν το λέει χορεύτρια, η απάντηση στο «τι τραβάμε» είναι εύκολη.

  1. -Δύσκολοι καιροί για επενδυτές! Άτυχη η γενιά μας ! Τι τραβάμε κι εμείς οι χορεύτριες!

  2. -Τι τραβάμε κι εμείς οι χορεύτριες μ' αυτήν την γενιά!
    -Θα σού 'λεγα τι τραβάτε, αλλά έχε χάρη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το βλέπω να έρχεται το κακό το μαντάτο, I can feel it coming in the air tonight, που έλεγε και ο Φιλ, τα βλέπω τα αναπόφευκτα μπλεξίματα από τα οποία δεν θα ξεμπερδέψω εύκολα.

  1. - Μαλάκα, έχω ένα σακουλάκι μαροκάνικο άλλο πράμα, μη ρωτάς πού το βρήκα, πάμε να κάνουμε κανα βέρι να κονομήσουμε κάνα ψιλό;
    - Δε θες πολύ ακόμα για να μπλέξεις για τα καλά μεγάλε, έτοιμος είσαι, τη βλέπω τη δουλειά...

  2. (εσωτερικό, αυτοαναφορικό κλπ)
    Τη βλέπω τη δουλειά, ο Βράστα θα με μπολντάρει, εγώ θα με ξεμπολντάρω, ο Βράστα θα με ξαναμπολντάρει, εγώ θα με ξαναξεμπολντάρω, έτσι θα πάει, μέχρι τελικής πτώσεως...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντίστροφα προς το «φασούλι το φασούλι, γεμίζει το σακούλι», η παροιμία αυτή δείχνει ότι από μικρές διαρροές σε μια κοινοβουλευτική ομάδα μπορεί και να πέσει η κυβέρνηση. Εκφράζει το άγχος κομμάτων που έχουν ισχνή αυτοδυναμία και δεν έχουν περιθώριο να τιμωρούν «αντάρτες» βουλευτές με αυτονομία λόγου και δράσης, αλλά πρέπει και να τους γλείφουν κιόλας. Αν πάλι καρατομηθούν, τότε αρχίζουν να ζώνουν τα φίδια. Ο λόγος βέβαια για τον βουλευτή Αρκαδίας Πέτρο Τατούλη, την κριτική του στον Καραμανλή και την μοίρα του.

Σλανγκασίστ: Hank.

  1. «Ελεύθερη Ώρα»: Τατούλη το... Τατούλη αδειάζει το σακούλι και ο Αρκάς βουλευτής καρατομήθηκε, γιατί όπως θα έλεγε κι ο Καζαντζάκης... Ήθελε λέει, νάταν λεύτερος... διαγράψτε τον.

  2. «Big Roads TV»: Αν ήταν όλοι οι επαναστάτες σαν τον Τατούλη, θα είχαμε ακόμα Τουρκοκρατία» είπε ο μπαμπάς μου και μετά άρχισε τραγουδάει : «Τατούλη τον Τατούλη / Αδειάζει το σακούλι» και τότε πετάχτηκε σαν πορδοβούλωμα η αρδεφή μου η Ευγενία και του είπε : «Θα ήθελες να ήσουνα κι εσύ σαν τον Τατούλη; Εκτός που τον έβγαλε στην εκπομπή του ο Λαζόπουλος, λένε πως θα του δώσει λεφτά η κυρία Γιάννα Αγγελοπούλου να κάνει δικό του κόμμα ! Κι εσύ, αντί να κάνεις κάτι, δουλεύεις και το απόγευμα ντελιβεράς σε πιτσαρία για τρείς κι εξήντα. Κακομοίρη !».

Πέτρος Τατούλης (από Dirty Talking, 19/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified