Ο μυξιάρης, που ψάχνει για κοιτάσματα πετρελαίου στα ρινικά του σπήλαια.
- Καλώς το μυξοβοσκό! Βρήκες κάνα κοίτασμα ή θα παγώσουμε πάλι, τόσο ακριβό που είναι το πετρέλαιο;
Ο μυξιάρης, που ψάχνει για κοιτάσματα πετρελαίου στα ρινικά του σπήλαια.
- Καλώς το μυξοβοσκό! Βρήκες κάνα κοίτασμα ή θα παγώσουμε πάλι, τόσο ακριβό που είναι το πετρέλαιο;
Got a better definition? Add it!
Ο ομοφυλόφιλος. Μάλλον προέρχεται από τις θηλυκοπρεπείς κινήσεις τους.
Δες, ρε, τον ντιγκιντάγκα τον Λούλη, που έρχεται με διχάλα 1-4 στο μπαρ!
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει οτι κάποιος είναι λαμόγιο ή επιρρεπής στη λαμογιά (κοινώς, καβαντζοπουστας).
- Να πληρώσω τους καφέδες η τους κέρασε ο Μήτσος;
- Πλήρωσε τους γιατί ο άλλος την έκανε πάου νιάου!
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει καποιον σκουρόχρωμο.
Είναι για έναν τόνο πιο σκούρες αποχρώσεις από το μπέζ.
Ρε Πόπη, γιά φώναξε τον φιμέ να πάρουμε κανένα cd...
Got a better definition? Add it!
Εννοούμε τον άβουλο άνθρωπο, που δεν έχει δικαίωμα επιλογής ή πρωτοβουλίας και εκτελεί τις εντολές κάποιου άλλου που δρα παρασκηνιακά και δεν θέλει να φαίνεται.
- Δε φταίνε οι διαιτητές για τα χάλια του ελληνικού ποδοσφαίρου, αυτοί είναι απλά μαριονέτες, πίσω απο αυτούς βρίσκονται παράγοντες, διοικήσεις και πρόεδροι σωματείων που κινούν τα νήματα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο άνεργος.
- Αυτός τελικά τι δουλειά κάνει; Όλο τον βλέπω να κάθεται...
- Αυτός; Καταναλωτής πατρικού εισοδήματος! Δεν δούλεψε ποτέ!
Got a better definition? Add it!
Βγαίνει από το πουτάνα, η πόρνη, η κοπέλα που πηγαίνει ή φασώνεται με όλους και είναι συνήθως Barbie.
-Στο μπαράκι που ήμασταν μπαινόβγαινε συνεχώς στην τουαλέτα, και όλο με διαφορετικά αγόρια... Πόσους πήρε σε μια νύχτα;
-Έλα ρε συ, αφού είναι τάνα η κοπέλα, έχει αντοχές!
Got a better definition? Add it!
Από τον συνδυασμό χυδαίο και χλιδή.
- Είδες σπίτι ο κυρ Μπάμπης;! Κέρδισε το Λόττο, κι έβαλε χρυσούς μπιντέδες και πισίνα με συντριβάνια! Άσε, πολύ χλιδαίος ο τύπος!
- Μα τώρα, σοβαρά σκέφτεσαι να δώσεις 3000 ευρώ γι' αυτή την ρόδο-μπορντώ-κοκκινί γούνα με την χρυσή φόδρα! Είναι τόσο χλιδαία, έλεος!!
Χλιδοκαταχωρίσεις: χλιδαίος, χλιδάμπουρας, χλιδάνεργος, χλιδάντερος, χλιδάφραγκος, χλιδοπαπάτζα, χλιδότσουλο.
Got a better definition? Add it!
(Theo) - Μια ώρα κάθομαι σαν τον μαλάκα και προσπαθώ να εξηγήσω στον Fiedrich πως δολώνουν το αγκίστρι, αλλά αυτός τίποτα! Όλο φτού και από την αρχή πάμε.
(Saki) - Tι χαλιέσαι ρε Theo, αφού είναι τελείως γκαγκά ο τύπος!
Got a better definition? Add it!
Ο τελείως τρελαμένος, φευγάτος, ο αλλού γι' αλλού.
Τheo: Κοίτα ρε μαλάκα, σαν την κοκκινοσκουφίτσα ήρθε αυτή ντυμένη στη κηδεία του θείου. Saki: Άσε, την ξέρω, είναι πολύ τσίου το άτομο.
Got a better definition? Add it!