Further tags

Χρησιμοποιείται ενίοτε και από άτομα τα οποία γνωρίζουν πολύ καλά ότι φυσικά και δεν υφίσταται η «γωνία» Ανθίμου και Γαζή, αλλά θέλουν να υποδηλώσουν το ... ανύπαρκτο ή την αποφυγή ενός τρίτου ατόμου το οποίο δεν έχει γνώση αυτής της ... «ιδιαιτερότητας» (sic).

  1. - Πού θα σε βρώ αύριο;
    - Ανθίμου και Γαζή γωνία ρε μαλάκα... Αφού σου είπα ότι θα είμαι με την Τζούλια από το πρωί αύριο και θα βγάζουμε τα μάτια μας όλη μέρα... Πόσο μαλάκας είσαι;

  2. - Τί έγινε ρε μαλάκα με τον κ. Τρεχαγυρεύοπουλο;
    - Του έδωσα ραντεβού Ανθίμου και Γαζή γωνία του μαλάκα για αύριο... Και «τσίμπησε» ο βλάκας... Θέλω να τον δω να ψάχνει την ... γωνία...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Εξαιρετικά μεγάλη συγκέντρωση μαύρων ανά τετραγωνικό μέτρο. Λέγεται ιδίως για κυριλάουα νυχτερινά μαγαζιά που οργανώνουν κάθε τόσο «μαύρες» βραδιές με μουσική hip hop, r'n'b και τα σχετικά. Τα μαγαζιά αυτά δεν είναι τα ορίτζιναλ «μαυράδικα» (που βρίσκονται σε ψιλοπαρακμιακές περιοχές και προσελκύουν σχεδόν αποκλειστικά μαύρους).

  2. Το σύνολο των προαναφερθέντων μοντέρνων «μαύρων» ακουσμάτων (τη τζαζ όσο να 'ναι δεν τη λες μαυρίλα).

  3. Γενικά η λεγόμενη «μαύρη» κουλτούρα στις αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης. Κατά βάση είναι η αφροαμερικάνικη κουλτούρα, όπως αυτή προσλαμβάνεται και προσαρμόζεται από τα εκατομμύρια των αφρικανών που ζουν στη Γριά Ήπειρο.

Η έκφραση χρησιμοποιείται και στις 3 περιπτώσεις με ελαφρώς υποτιμητική / σαρκαστική διάθεση, από λευκούς που πιστεύουν πως οι μαύροι (λόγω μεγάλης πούτσας) και οι αλβανοί βεβαίως βεβαίως (που είναι πιο μπρουτάλ ρε πστ μου) μας έχουν φάει όλες τις γκόμενες κι έχουμε μείνει να βροντάμε την ψωλή μας.

  1. - Φίλε, παίζει για καλοκαιράκι να δουλέψω στο Mao. Έχω έναν γνωστό εκεί και μου είπε αν είναι να πάω για πορτιέρης.
    - Τι να πα να κάνεις εκεί στη μαυρίλα ρε αγόρι;

  2. - Θυμάσαι ρε μαλάκα τη Τζέσι, το πορνίδιο που τραβιόμουνα πέρσι; Το γύρισε και από σκυλού ακούει μόνο μαυρίλα πλέον. Σκάει και με κάτι χαμηλοκάβαλα τζιν να φαίνεται κι η κωλοχαράδρα της φάτσα φόρα...
    - Θα ρουφάει καμιά μαύρη ψωλή αγόρι μου και γι' αυτό έχει κολλήσει... Εμ βλέπεις, τι να κλάσει κι η δικιά σου η δεκαπεντάποντη μπροστά στο βόα;

(από johnblack, 22/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο συντομότερος δρόμος. Συνήθως λέγονται οι δρόμοι που δεν πολυφαίνονται, πιο κακοτράχαλοι, αλλά που καταλήγουν στον προορισμό πιο σύντομα. Μες στην πόλη ίσως το ακούσεις και ως καβατζόστενο, στενό μέσω του οποίου παρακάμπτεται η κυκλοφορία των κύριων οδών.

Προέλευση από Κρήτη.

  1. - Μαλάκα πού να τρέχουμε τώρα μέχρι εκεί; Θα μας πάρει μισή ώρα.
    - Άσε ρε... ξέρω κονταρίδα τρελή σου λέω. Σε 10 λεπτά θα 'μαστε εκεί.

  2. Έχω τερματίσει όλες τις πίστες στο Colin Mcrae. Τις ξέρω όλες απ' έξω ρε... Στροφές, πετάγματα... Κονταρίδες... Όλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέρος όπου κάνει πολύ κρύο, με εσάνς μεξικανικού / τεξανικού τοπωνυμίου.

Πηγή: The inq.

Μην μας πας πάλι στο Λος Ψόφος για χριστουγεννιάτικες διακοπές, θα γίνουμε αρχαίοι!

(από polemarxos90, 29/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O άνευ ενδιαφέροντος και τεκταινόμενων τόπος (υποκειμένικά, έτσι;), όπου ακόμη και η αλώπηξ και ο γλαυκίσκος, χαρακτηριστικοί και επίμονοι νυκτόβιοι θηρευτές, ελλείψει εναλλακτικών, άγουσιν προς τούφα.

Αντλεί από την λαϊκή μας παράδοση και διατίθεται σε 15-σύλλαβο.

- Εγώ, κύριοι, για το καλοκαιράκι σας αφήνω γεια, Κηπουριό Γρεβενών και κάντε τα κουμάντα σας! - Τι λες ρε ανώμαλε, εκεί που λέει η αλεπού στον γκιώνη καληνύχτα;
- Έτσι, έτσι, εσείς να πάτε στην Καλλιθέα να πήξει η μούνα σας! Λέμμινγκς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι απόλυτες εσχατιές, εκεί που χωρίζουν τα οικόπεδα του Αληθινού Θεού από του αλλουνούνα!

Τελευταίως και η πλατεία Ομονοίας.

- Κυκλαμίνων 506, στους Νέους Επιβάτες παρακαλώ!
- Τι λες βρε παιδί μου, τέρμα Θεού, αρχές Αλλάχ! Να σε πω, να αφήσουμε και το παλληκάρι Μενεμένη που βολεύει;

Got a better definition? Add it!

Published

Όχι, δεν μιλάμε εδώ για φαρμακαποθήκες (εταιρείες που λειτουργούν ως μεσάζοντες, μεταξύ φαρμακευτικών βιομηχανιών και φαρμακείων, προμηθεύοντας τα φαρμακεία με φάρμακα).

Ο συγκεκριμένος όρος ενέχει το στοιχείο της υπερβολής και αναφέρεται στα σπίτια που, λόγω υπερεπάρκειας φαρμάκων, θυμίζουν και καλά φαρμακαποθήκες.

Πολλά άτομα διπλογράφουν και τριπλογράφουν φάρμακα στο ΙΚΑ, για κάθε ιατρικό πρόβλημα (οσοδήποτε απλό) που αντιμετωπίζουν ή που νομίζουν πως αντιμετωπίζουν, ή απλά για να μην αντιμετωπίσουν μελλοντικά, μ' αποτέλεσμα σε βάθος χρόνου να 'χουν συγκεντρωθεί στο σπίτι τους (σε επίπεδο οικογένειας) τα... φάρμακα. Πολλές φορές πολλά από αυτά τα φάρμακα έχουν λήξει, αλλά τίποτα δεν τα εμποδίζει να κάνουν παρέα με τα άλλα.

Μιλάμε για ένα σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο στη βάση του οποίου κρύβεται η συσσωρευμένη ανασφάλεια για τη ζωή κάποιου, καθώς και η αξιοποίηση της συγκυρίας (ευκολία γράψιμου φαρμάκων στο ΙΚΑ).

Όσο μεγαλώνει βέβαια ο άνθρωπος, τα προβλήματα υγείας πληθαίνουν και το άγχος για τη διατήρηση της ζωής του μεγαλώνει, μ΄αποτέλεσμα, το στοκ των φαρμάκων να μεγαλώνει κι αυτό. Στα σπίτια των συνταξιούχων... χαμός γίνεται.

Το φαινόμενο χτυπάει κόκκινο σε περιπτώσεις που αφορούν άτομα που πάσχουν από ανίατο πρόβλημα υγείας, άτομα που είναι έτοιμα για cut paste στην τελευταία κατοικία τους περιμένοντας το ΦΕΚ, κλπ.

- Όλοι στην οικογένεια του Γιώργου... με το παραμικρό τρέχουν στο ΙΚΑ. Δε μιλάμε για σπίτι... Για φαρμακαποθήκη μιλάμε... χα χα χα. - Λογικό είναι. Όταν τρέχουν με το παραμικρό στον γιατρό, λογικό είναι να έχει δημιουργηθεί στο σπίτι τους το... στοκ. Το σπίτι μικρό... αλλά το στοκ μεγάλο. Όπως πάνε, σε λίγο θα νοικιάσουν χώρο για να αποθηκεύουν τα φάρμακα. Και να πεις ρε γαμώτο πως έχουν και κανένα σοβαρό πρόβλημα υγείας; - Ασ' τα... Αν τύχει ο φαρμακοποιός της γειτονιάς τους και ξεμείνει από φάρμακα... ξέρει ποια πόρτα θα χτυπήσει... χε χε χε.
- Μάγος είσαι;

(από GATZMAN, 29/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκεί που στήνεσαι και βλέπεις όλον τον κόσμο να περνάει, το μέρος από όπου περνάνε όλοι. Με κατάληξη σε -άδα, όπως προμενάδα, βαρκάδα κ.ο.κ.

Πηγή: Κνάσος.

- Πάμε περαντζάδα να μας δει λίγος κόσμος ρε μαλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλοκαιρινός όρος για υπερσυγκέντρωση ιδρωμένων γυναικών σε παραλίες, κλαμπ και μπαράκια. Από το κουφόβραση, καύσωνα δηλαδή με συννεφιασμένο ουρανό.

Αν φυσήσει λίγο αεράκι και δροσίσει λέγεται και μουνοθύελλα.

Αν η παραλία είναι σε κατηφοριά λέγεται και μουνοπλαγιά.

- Πω ρε μάγκα! Τι μουνόβραση γίνεται εδώ μέσα! Ίδρωσε το μάτι μου!
- Kαι τι άρωμα όμως, ε;

βράζει γενικώς! (από BuBis, 27/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακριβώς μπροστά, ενώπιον, σε πρώτο πλάνο (τοπικό επίρρημα).

Η προέλευση της φράσης πιθανό να προέρχεται από το ποδόσφαιρο, και συγκεκριμένα την επίδειξη κάρτας σε παίκτη από το διαιτητή, η οποία οφείλει να γίνεται με τον σαφέστερο δυνατό τρόπο.

  1. [...] με ενοχλεί η σελίδα του [...], που μου βγάζει φάτσα κάρτα τα εθνικά σύμβολα —σημαίες και μακεδονίες—, με τα οποία λόγω ιδεών δεν τα πάω και τόσο καλά... Αλλά ας κάνει ότι θέλει το παιδί. (από συζήτηση στη Βικιπαίδεια)

  2. Περίπτερο φάτσα κάρτα στην παραλία Ωρεών: Πολλές διαμαρτυρίες είχαμε από τους Ωρεούς για την εγκατάσταση του περιπτέρου [...] ακριβώς δίπλα από την προβλήτα και στο μέσον του δρόμου που το καλοκαίρι σφύζει από κίνηση. Οι κάτοικοι ισχυρίζονται ότι είναι αντιαισθητικό και δε βοηθά την τουριστική εικόνα της παραλίας. (από τον Σερβιτόρο της Εύβοιας)

  3. Συναγερμός έχει σημάνει στην Ρόδο μετά την ανακοίνωση ότι ανώριμος ιδιώτης άφησε ελεύθερο έναν πύθωνα μήκους 5 μέτρων σε δασική περιοχή του Ασκληπειού. [...] οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να ανησυχούν πάρα πολύ για την σωματική τους ακεραιότητα, αλλά για καλό και για κακό ας είναι όλοι προσεκτικοί. Δεν είναι και λίγο να έρθεις φάτσα κάρτα με έναν πύθωνα στα καλά καθούμενα! (από το newsfilter.gr)

(από vikar, 29/05/09)

Φάτσα με φάτσα: φάτσα κάρτα, φάτσα μπάτσα, φάτσα παρτίδα, φάτσα φιγούρα, φάτσα φόρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified