Selected tags

Further tags

Ανήκει στο ιδίωμα του κόσμου του θεάτρου και σημαίνει ότι τα μέλη ενός θιάσου έχουν πολύ καλές σχέσεις μεταξύ τους στην πραγματική ζωή με ευεργετική επίδραση και για το πώς συνεργάζονται για την παράσταση.

Η συνηθέστερη κλισεδιάρικη φράση είναι «κάνουμε καλό καμαρίνι κι αυτό βγαίνει στην σκηνή», ή κάποια παρόμοια (βλέπε παραδείγματα), η οποία όμως όταν λέγεται ως απάντηση σε πρωινατζούδες βγάζει μια ξανθεμετική μικροαστίλα και έναν πολύ έντονο ναρκισσισμό τύπου «χαιρόμαστε που όλοι εμείς τα σελεμπριτόνια περνάμε τόσο καλά μεταξύ μας και αυτό περνάει και σε εσάς που μας θαυμάζετε». Συναφής φράση το «περνάμε υπέροχα και αυτό βγαίνει στον κόσμο». Η κινηματογραφική ή τηλεοπτική εκδοχή είναι «περνάμε υπέροχα/ τέλεια στα γυρίσματα και αυτό βγαίνει στον κόσμο».

Παρόμοιες φράσεις μπορούν να λεχθούν και ευρύτερα όταν μια ομάδα έχει συναίσθηση ότι αποτελεί τρελό παρεάκι και περνάει τόσο καλά, ώστε μεταδίδει το καλό μουντ (τ. αξίζω) και την ωραία ατμόσφαιρα και στους θεατές της, εννοείται με (αυτο)ειρωνική διάθεση.

  1. - Περνάμε καλά στα καμαρίνια κι αυτό βγαίνει στην σκηνή!
    Καλά μιλάμε, τα μέλη του συγκεκριμένου κυβερνητικού σχήματος, πρέπει να περνάνε πολύ καλά στα παρασκήνια. Φαίνεται αυτό, κάνει μπαμ από χίλια μέτρα! Εκρήγνυται μπροστά στα μάτια μας αυτό το περίσσευμα αγάπης, η στοργή, η τρυφερότητα, τα βαθιά φιλικά αισθήματα που τρέφουν ο ένας για τον άλλον:
    - Μαζί στη ζωή, μαζί και στον θάνατο (σου)!
    Περνάνε καλά στα καμαρίνια τα παιδιά… Κι αυτό βγαίνει στη σκηνή… Βγαίνει επίσης και στη μικρή οθόνη. Ξέρετε, το κλασικό το πλάνο που μπαίνουν ένας – ένας για υπουργικό συμβούλιο. Η κάμερα είναι τώρα… που να σου πω… πως κάνουμε το σταυρό με το δεξί το χεράκι; Καμία σχέση! Έξω αριστερά. Και περνάει ο θίασος να μπει μέσα. Και τη βλέπεις, αγάπη μου, την ξινίλα! Το βλέπεις το μάτι το στριτζωμένο, το κολλημένο χαμόγελο – η χαρά του συρραπτικού. Βλέπεις πως καρφώνουν το βλέμμα στην πλάτη του μπροστινού. Αυτό δεν είναι βλέμμα… Αυτό είναι «ένα μικρό μικρό μαχαίρι» που έλεγε κι ο Λόρκα – μια που μιλάμε για θέατρο… (Όχι κύριοι υπουργοί, ο Λόρκα δεν πήρε μεταγραφή στον Πανιώνιο, συγγραφέας ήτανε, τίποτα σπουδαίο, μην θορυβείστε)…

- Περνάμε καλά στα καμαρίνια κι αυτό βγαίνει στη σκηνή!

Η Μπιρμπίλη σκοτωμένη με τον Ρέππα και τον Ραγκούση. Ο Ραγκούσης με τον δόλιο τον Ντόλιο. Ο Διαμαντίδης με τον Βλάχο. Οι Χρυσοχοΐδης με τον Παπακωνσταντίνου. Ο Παπουτσής με τον Παπακωνσταντίνου. Ο Βενιζέλος με τον Παπακωνσταντίνου. Ο Παπαϊωάννου με τον Παπακωνσταντίνου. Ο Καστανίδης δεν θυμάμαι. Ο Πάγκαλος με το σύμπαν: Όσους τα φάγανε κι όσους τα φτύσανε. (Εδώ).

  1. (Κυριολεκτική χρήση εδώ)

«Περνάμε καλά στα καμαρίνια και αυτό βγαίνει και προς τα έξω». Αυτή είναι μια κλισέ φράση που χρησιμοποιούν συχνά οι ηθοποιοί. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως φαίνεται να ισχύει, αφού και το καμαρίνι παίζει το ρόλο του… [...] Δεν είναι όμως ένα καμαρίνι σαν όλα τα άλλα… Όπως έγραψε και ο ίδιος ο Αργύρης Αγγέλου, είναι: «Το ωραιότερο θερινό καμαρίνι!». Μεγάλο, ανοιχτό, καθαρό και γεμάτο αφίσες από ταινίες του Hollywood. Πώς να μη σου φτιάξει τη διάθεση προτού βγεις στη σκηνή, λοιπόν;

  1. Στις πρόβες περνάμε υπέροχα και αυτό βγαίνει προς τα έξω και το εισπράττει ο κόσμος. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδού και ο έτερος Καππαδόκης (ολοκληρωμένη έκφραση). Σημαίνει, να κι άλλος ομοϊδεάτης (με την έννοια του παγαπόντη ή μπαγαπόντη), που έρχεται για υποστήριξη του υπάρχοντος.

Παρότι είναι έκφραση του Μέγα Βασιλείου (του έλληνα Άη Βασίλη, και ενός εκ των τριών ιεραρχών, που έζησε στην Καππαδοκία), εγώ θα την χρεώσω βέβαια στον Λάμπρο Κωσταντάρα από την ταινία «Υπάρχει και φιλότιμο», όπου ο Μαυρογιαλούρος την εκφωνεί με φοβερό στόμφο, όταν εμφανίζεται ο Παπαγιαννόπουλος σε υποστήριξη του Ντούζου (ή ανάποδα), προσπαθώντας ο ένας να καλύψει τον άλλον.

— Χθες, ήταν δηλαδή αστείο αυτό που κάνατε;
— Έλα μωρέ, πολύ ευέξαπτος έχεις γίνει. — Ρε, θα μου την πληρώσετε και οι δύο. Θα σας κάνω να τρέχετε με το χουνέρι που μου ανάψατε....
— Έρχεται κι ο Γιώργος να σε ηρεμήσει, μια πλάκα ήταν...
— Μμμμ... Ιδού κι ο έτερος καππαδόκης. Φίδια κολοβά είστε εσείς, όχι φίλοι.

Ο ορίτζιναλ έτερος Καππαδόκης Γρηγόριος Ναζιανζηνός τουπίκλην Θεολόγος. (από Khan, 27/08/09)(από electron, 30/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να γνωριστούμε καλύτερα.

Πρωτοακούστηκε στην ταινία Ο κατεργάρης του Δαλιανίδη του 1971.

Η Νόρα Βαλσάμη κόρη πτωχού πλην τιμίου υπαλλήλου (Χρόνης Εξαρχάκος) ερωτεύεται τον κανακάρη του εργοστασιάρχη αφεντικού του πατέρα της και ζητάει την άδειά του για να κάνει πάρτυ για «to know us better», το οποίο παραφράζεται από την αμόρφωτη μάνα της (Κατερίνα Γιουλάκη) σε αζμπέτε. Μια από τις γλυκανάλες του Δαλιανίδη πριν το γυρίσει στις ταινίες κοινωνικής διαμαρτυρίας ή «κουλτούρα να φύγουμε» όπως το Βασικά καλησπέρα σας και Τα τσακάλια.

- Θά 'ρθεις το βράδυ σπίτι να σε γνωρίσουν οι γονείς μου για να με αφήνουν να βγαίνω πιο αργά.
- Το σκουλαρίκι να το βγάλω;
- Όχι καλέ, αφού ο μπαμπάς μου είναι πουρέιντζερ, παλιά άφηνε και ... φαβορίτες.
- Άσε καλύτερα μη μου πρήξει τ' αρχίδια. Δεν είμαι εγώ για αζμπέτε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι δραστηριότητες που γίνονται με ζευγάρια. Το όνομα προέρχεται από την Κιβωτό του Νώε, όπου και τα ζώα εισέρχονταν σε ζευγάρια.

Αντίθετο: τσατσάρα

- Φεύγω αύριο Πήλιο για τριήμερο.
- Με φίλους;
- Όχι ρε, τρία ζευγάρια θα 'μαστε.
- Κατάλαβα. Κιβωτός φάση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτελεί σύντομο διάλογο σε μπαφοκατάσταση. Μετά το πέρας αρκετών γύρων του μπάφου που έχει αρχίσει και επέρχεται σχετικά ο κορεσμός των συνδαιτυμόνων σε THC ή σε λιγότερο οργανωμένες παρέες που δεν τηρούν τον κανόνα του ρολογιού (το τσιγάρο να γυρίζει αυστηρά από το ένα άτομο μόνο προς αυτόν που κάθεται αριστερά του, ώστε να γίνεται ένας κύκλος) ο κάτοχος του μπάφου λέει τη λέξη «Μποπ» και όποιος από την παρέα απαντήσει τη λέξη «Μάρλεϋ» τον παίρνει.

Αυτή η μέθοδος είναι πολύ αποτελεσματική στο να εξασφαλίζει γρήγορα και άκοπα τη διαδοχή του μυρωδάτου τσιγάρου προς το άτομο της παρέας που το θέλει περισσότερο, ενώ είναι και αποδεδειγμένα λιγότερο κλασμένος από τους άλλους, αφού κατάφερε να συγκεντρωθεί και να απαντήσει πρώτος στο κάλεσμα του χόρτου. Επίσης είναι και ένας εύκολος τρόπος για τον κάτοχο του γάρου να το γυρίσει χωρίς να χρειαστεί να σκεφτεί τίνος σειρά είναι και να μπει στον κόπο να ειδοποιήσει τον επόμενο στη διαδοχή, ο οποίος ίσως είναι τελείως ζάντα για να ανταποκριθεί γρήγορα ή μπορεί να έχει δηλώσει στον προηγούμενο γύρο πως δεν θέλει να πιει άλλο. Τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό πλεονέκτημα για τον εκκινητή της διαδικασίας Μπομπ-Μάρλεϋ είναι πως δεν είναι υποχρεωμένος να σηκωθεί/τεντωθεί/ζοριστεί για να περάσει το τσιγάρο στον επόμενο, καθώς αυτός που θα πει το «Μάρλεϋ» έχει την ευθύνη να πάει να το παραλάβει ο ίδιος.

Ο διάλογος αυτός αποτελείται από το όνομα του θρυλικού μουσικού Bob Marley, ο οποίος είναι γνωστός πέρα από τη μουσική του και για τη συχνή και βαριά χρήση μαριχουάνας, οπότε αποτελεί ένα φόρο τιμής στο πρόσωπό του. Ο διαλογικός τρόπος εκφοράς του ονόματος του Bob Marley φαίνεται να είναι εμπνευσμένος από το παιχνίδι Marco Polo, το οποίο είναι ένα είδος τυφλόμυγας στο οποίο ο παίχτης που έχει δεμένα τα μάτια του φωνάζει «Marco», ενώ οι υπόλοιποι παίχτες «Polo» και ο πρώτος παίχτης προσπαθεί να ακολουθήσει τη φωνή τους για να τους πιάσει.

(21:21) Θάνος: Μπομπ
(21:22) Νάσος: Μάρλεϋ
(21:23) Θάνος: Φφφφφ, μια τελευταία τζούρα.
(21:25 και 3 τζούρες μετά) Θανάσης: Μάρλεϋ
(21:26) Νάσος: Ε το έχω ζητήσει ήδη ρε φίλε, με 3 τζούρες είμαι όλο το βράδυ. Εσείς έχετε πιάσει τα 7 μάρλευ και εγώ δεν έχω φτάσει ούτε το πρώτο.
(21:27) Θανάσης: Καλά ρε φίλε, άραξε θα στρίψουμε κι άλλο. Πήγαινε φέρε τα χαρτάκια.
(21:28) Νάσος: Πάλι εγώ να σηκώνομαι;
(21:39) Θανάσης: Μόνος σου το είπες πως είσαι χαμηλά στην κλίμακα.
(21:45) Θάνος: Έλα πάρ'το.
(21:46) Νάσος: Τι πάρ'το ρε; Αυτή είναι μόνο η τζιβάνα!
(21:47) Θάνος: Άραξε μωρέ έχουμε σταφ. Φέρε τον τρίφτη. Και καμία σοκολάτα.
(21:55) Θάνος: Μποπ
(21:56) Θανάσης: Μάρλεϋ
(22:00) Νάσος: Πάλι δε θα πιω τίποτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψυχρός στο πνεύμα, το μυαλό, την ψυχή, το αίσθημα και τον έρωτα, αναίσθητος, ανίκανος να συγκινηθεί, πολύ κρύος μιλάμε, ακόμη και στο πιο θερμό σημείο του ανθρωπίνου σώματος: τον κώλο. Ξενέρωτος και με ολέθρια αίσθηση του χιούμορ, ξινός, ιδανικός στο να χαλάει την παρέα.

Χρησιμοποιείται επίσης και ως ρατσιστικός χαρακτηρισμός των βορείων εταίρων μας, που επεξηγεί το πολιτιστικό χάσμα και εντοπίζει την ειδοποιό διαφορά μεταξύ μας όχι στο μορφωτικό επίπεδο, το κοινωνικό κράτος, τον πλούτο, την οργάνωση της κοινωνίας κλπ. κλπ., αλλά στην ψυχική και ερωτική θέρμη, την οποία εμείς μεν διαθέτουμε σε περίσσεια, αυτοί δε στερούνται.

  1. -Κι αυτό νονέ είναι το δικό σου δώρο! -Α! Χμμ.. ευχαριστώ…
    (Η μαμά ψυθιριστά:)
    -Πες καμιά καλή κουβέντα στο παιδάκι ρε κρυόκωλε, δυο ώρες παιδευόταν για να σου το φτιάξει!

  2. (Σπουδαστής εξ Εσπερίας σε διακοπές:)
    -Δε γυρνάω σπίτι απόψε! Έχω πήξει εκεί πάνω, από τις έξι το απόγευμα όλοι οι κρυόκωλοι κλείνονται στα σπίτια τους.

  3. Περσινά ξινά σταφύλια με ελάχιστες δόσεις ταλέντου στην πρεμιέρα του Greek Idol. Κιτς ντύσιμο Ρούλας Κορομηλά, κρυόκωλοι κριτές και βίντεο από την εκπομπή. εδώ

  4. Όχι παιδιά στις ψόφιες, όχι και στους κρυόκωλους
    Όχι παιδιά στις ψόφιες,
    όχι στους σοβαρούς
    (Λουκιανός Κηλαηδόνης, Ο ύμνος των μαύρων σκυλιών)

Στο 3.15. (από Khan, 05/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έξοδος του Σαββατόβραδου θεωρείται για πολλούς η σημαντικότερη έξοδος από τη ρουτίνα της βδομάδας με στόχο τη διασκέδαση και τη χαλάρωση παρέα με φίλους, γνωστούς, συγγενείς, κλπ.

Ωστόσο, όταν κάποιος εντός ή ακόμα και εκτός παρέας, αντιληφθεί πως τα άτομα μιας παρέας δεν είναι δεμένα με πραγματικούς δεσμούς φιλίας και γνήσιου ενδιαφέροντος, άλλα απλά σμίγουν για να περάσουν μαζί λίγες ώρες και τίποτα παραπέρα (π.χ. συζήτηση περί ανέμων και υδάτων, προσωπικές κόντρες, καμιά διάθεση ανοίγματος των προσωπικών του ενός στον άλλον, αδιαφορία για τις ανάγκες του άλλου, ανυπαρξία πνεύματος αλληλοβοήθειας, ανυπαρξία επαφής στις σημαντικές στιγμές κάποιου κλπ), τότε μπορεί να αποκαλέσει αυτό το σύνολο ατόμων ως σαββατοπαρέα.

Μια τέτοια διαπίστωση εμφανίζεται συνήθως σε περίπτωση που κάποιο μέλος της παρέας έχει ψηλά τον πήχη για τους υπόλοιπους ή για κάποιους εξ αυτών, μέχρι να έρθει συγκυριακά η στιγμή που τα συναισθήματα των άλλων δοκιμάζονται και αποδεικνύονται ανεπαρκή για τις προσδοκίες του.

Θεωρούσα πως είχα φίλους, αλλά η πράξη απέδειξε πως μια σαββατοπαρέα ήμασταν. Τίποτα παραπέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουτσομπολιά, συζητήσεις χωρίς θέμα, απλά κουβέντα να γίνεται, συνηθίζεται στην Β. Ελλάδα.

-Πέρνα από δω, είμαστε με την Μαρία και λέμε μασάλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Πάτρα): Ομάδα, (αντρο)παρέα, σκυλολόι, μπουλούκι.

Προφανώς από τους τούρκους τσέτες = μπουλούκι ατάκτων στρατιωτών.

Συνώνυμο: πουτσαρά-μπουλούκ(ι).

Θά 'ρθεις το βράδυ στο Σκέτζο; Θα μαζευτεί όλη η τσετία εκεί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σε Μακεδονία και Θράκη. Η Προέλευση της σλαβική-βουλγάρικη, bratim= στενός φίλος, ο μακαντάσης ή βλάμης.

Α ρε λέων... εσύ είσαι και Έντιμος και Μπράτιμος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified