Further tags

Ο υπερβολικά τυχερός άνθρωπος. Από τον ήρωα Γκαστόνε Ντακ, ξάδερφο του Ντόναλντ στα Μίκυ Μάους. Είναι και νικ του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, του προπονητή του Παναθηναϊκού, επειδή έχει γιουγκοσλαβία στο να παίρνει τίτλους.

Είσαι πολύ τυχερός παιδάκι μου, πραγματικός Γκαστόνε. Γιατί δεν πας να παίξεις κανένα Τζόκερ;

Γκαστόουν (από Khan, 16/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερθετικός του φούστη. Με έλξη από την λέξη «φούστα», το «φουστάνι», την «φούστα-μπλούζα», την φούστα, μπλούζα κι ελαφριά πούδρα.

Οποιαδήποτε ομοιότητα με τον γνωστό πλαστικό χειρουργό Ανδρέα Φουστάνο είναι εντελώς συμπτωματική. Ίσως πάλι και να μην είναι...

Ίσως ο Φουστάνος να είναι ο φούστης που υπεβλήθη σε επέμβαση.

Trivia: Στα λατινικά «fustis» σημαίνει ξύλινο ρόπαλο. Ενδιαφέρον!

- Νομίζω ότι ο Σάκης την πλάθει την πλαστελίνη! Την έχει κάνει την φουστιά του! - Ουουου, έχει περάσει από Φουστάνους αυτός!

Ο Φουστάνος φούστης; Αλλα λέει η βιβλιογραφία (Κωνσταντίνου και Ελένης) (από GATZMAN, 06/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα εκατοντάδες συνώνυμα του πούστη. Από σλανγκική παραλλαγή του δύσμοιρου οικολόγου Jacques-Yves Cousteau, που μετατράπηκε σε Pousteau για τις σλανγκικές ανάγκες των Ελλήνων. Κι επειδή κατά βάθος η οικολογία και η γαλλική κουλτούρα δεν μπορούν παρά να καταστήσουν κάποιον ύποπτο για οικωλογία. Ο Πουστώ είναι κατά βάση ένας ευαίσθητος και συμπαθητικός πουστρίγκος, παρόλο που οι ομοφοβικοί θα τον αποκαλέσουν «η οικωλόπουστα». Είναι ο γκέι που εκτός από το να την τρίζει την όπισθεν, επίσης: Το βυθίζει το υποβρύχιο, την σώζει την καρέτα-καρέτα, την μοιρολογάει την φώκια, την βυθίζει την Καλυψώ(λη) (βλ. οπωσδήποτε το λήμμα Calypso lit- καλή ψωλή...), την έχει την οικωλογική ευαισθησία κ.ο.κ.

- Πολύ γκρηνιάρης έχει γίνει ο Σάκης τώρα τελευταία!
- Άσε μας μωρέ με τον Ζακ-Υβ Πουστώ! Δεν τό'χεις καταλάβει ότι την βυθίζει την Καλυψώ!

Την βάζει την Καλυψώ στο λιμάνι! (από Hank, 13/01/09)Θα το βυθίσουν το υποβρύχιο; (από Hank, 13/01/09)Πάντως Jacques Poustis υπάρχει και είναι τραγουδιστής! (από Hank, 14/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρωδία του ψευδώνυμου «Κώστας Μύρης» του κριτικού τέχνης Κώστα Γεωργουσόπουλου. Το «Μύρης» προέρχεται από ομώνυμο ποίημα του Καβάφη για έφηβο μυρωμένο με μύρα, το οποίο έχει πολλούς συμβολισμούς. Πάντως το ψευδώνυμο του γνωστού θεατροκριτικού παραφράζεται σλανγκικώς σε «καλομύρη» ή «κακομύρη», ανάλογα με τα γούστα του καθενός, αν του αρέσει η όχι το ιδιάζον ύφος του εν λόγω κριτικού.

Το σλανγκικό ενδιαφέρον του όρου είναι ότι με αφορμή τον Μύρη, ο όρος κακομύρης κατέληξε να χαρακτηρίζει όλους τους κριτικούς σινεμά και θεάτρου και γενικά δημοσιογράφους, οι οποίοι κακομυ(οι)ριάζουν, από την υπερβολική κουλτούρα τους μιζερεύουν και θάβουν ανελέητα και υπερβολικά τα έργα που μας αρέσουν, ενώ χρησιμοποιούν την εξεζητημένη εκφραστική τους δεινότητα για να επιτίθενται ανελέητα σε πρόσωπα και πράγματα. Δηλαδή για έναν γνωστό τύπο κριτικού που συνηθίζεται στην Ελλάδα. Μπορεί βέβαια να χρησιμοποιηθεί και για κάθε κριτικό του κώλου.

Ο όρος «καλομύρης» τώρα. Τακτική του Μύρη ήταν ότι, αφού καθιερώθηκε γράφοντας πολύ δριμείες και αυστηρές κριτικές, στην ωριμότητά του άρχισε τα γλυκόλογα και τις γεροντοκαψούρες. Και ιδίως προς θεατρικά έργα συγκεκριμένων σκηνοθετών (λ.χ. για τον Ευαγγελάτο τον έχουν χτυπήσει πολύ). Οπότε ο όρος «καλομύρης», με αφορμή μόνο τον Μύρη, αναφέρεται σε κριτικούς που επαινούν υπερβολικά. Μια ιδιαίτερη εκδοχή είναι οι κουλτουριάρηδες κριτικοί που επαινούν και έργα της ποπ κουλτούρας για να το παίξουν υπεράνω και άνετοι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν οι έπαινοι ορισμένων κριτικών για την ερμηνεία της Καλομοίρας στο Ηρώδειο, όπου προσκλήθηκε από τον φίλο του Μύρη, Διονύση Σαββόπουλο. Οπότε ο όρος «καλομύρης» ήρθε κι έδεσε με την Καλομοίρα. Προς τιμήν πάντως του Σαββόπουλου, είπε μια υπέροχη ατάκα: «Είδατε; Εμένα μου πήρε σαράντα χρόνια να με δεχτούν στο Ηρώδειο, ενώ της Καλομοίρας της πήρε λίγους μήνες»...

- Πάμε να δούμε το «Ο Χάρρυ Πόττερυ και το πήλινο δοχείο νυκτός»;
- Α πα πα! Τό 'θαψε ο κριτικός του Βήματος!
- Άσε μας μωρέ με τον Κακομύρη! Για να τό 'θαψε αυτός, πάει να πει πως είναι καλή η ταινία!

Ο Κώστας Μύρης, "καλομύρης" ή "κακομύρης", ανάλογα με τα γούστα σας... (από Hank, 10/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρωδία που έμεινε να χαρακτηρίζει τις ταινίες και βιβλία με ήρωα τον μάγο Χάρρυ Πόττερ, οι τίτλοι των οποίων κατασκευάζονται με παρόμοια τεχνική που σύντροφος σλανγκιστής εντόπισε στην κατασκευή τραγουδιών του Φοίβου, ήτοι με title-generator και film-generator. Γενικότερα δηλώνει κάθε παραπλήσια αμερικλανιά. Οι τίτλοι σχηματίζονται με το όνομα του υπερήρωα, κι ένα μυθικό-χιμαιρικό-μυστικιστικό υπεραντικείμενο που θα σαγηνεύσει το μαγικό ενδιαφέρον του Χάρρυ μέχρι το επόμενο μπεστ-σέλλερ. Το μόνο βέβαια γνήσιο ταχυδακτυλουργικό είναι πώς έχουν καταφέρει να βγάλουν τόσα λεφτά από την τσέπη μας και να τα βάλουν στην δική τους. Στην σλανγκική παρωδία, το ενδιαφέρον του μαθητευόμενου μονοπωλείται από το δοχείο νυκτός του, ήτοι το καθικάκι του. Ο παρωδιακός τίτλος κυκλοφορεί με δύο παραλλαγές, είτε Πρώκτερ για να συμφωνεί με το «δοχείο νυκτός», είτε Πόττερυ για να συμφωνεί με το «πήλινο». Θέμα της ταινίας είναι η δυσκοιλιότητα του σφιχτομούρη Χάρρυ Πρώκτερ, αλλά και κάποια ευκοίλια απρόοπτα. Μια ταινία με σασπένς για όλη την οικογένεια.

Σημειωτέον ότι το «Χάρρυ Πρώκτερ» αποτελεί και υπαινιγμό ότι ο Χάρρυ μπορεί τελικά και να το υψώνει το μαγικό ραβδάκι... Ή τέλος πάντων να είναι καθηλωμένος στο «πρωκτικό στάδιο» ανάπτυξης.

  1. Ο Χάρι Πότερρυ και το πήλινο Δοχείο Νυκτός, γιούπι, γιούπι, ο ξινομούρης σφίγγεται, δεν το κουνάει ρούπι. Τα λόγια περιττωματεύουν. Με έξτρα άμυλο και σκηνοθετικά εφάμιλλο της Λίμνης των Στεναγμών. Ο Λεκτικός έρχεται και στην κορφή Κρουέλα. (από χρήστη του φόρουμ του Αθηνοράματος με υψηλό δείκτη σλανγκοσύνης)

  2. – Πάμε να δούμε στο σινεμά το «η Αυτοκρατορία ξαναμανα-αντεπιτίθεται»; Είναι το ενδέκατο σίκουελ του Star Wars.
    – Να πάμε! Μόνο μην είναι κανένα «Ο Χάρρυ Πρώκτερ και το πήλινο δοχείο νυκτός» κι αυτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λιγούρα για ευρωπαϊκά κονδύλια. Παράγεται από το «λόρδα» και τον πολιτικό Jacques Delors, γνωστό για την διοχέτευση των ομώνυμων «πακέτων Ντελόρ». Το φαινόμενο ήταν παλιότερο κυρίως στην Ελλάδα, γιατί τώρα με την κρίση είναι σκούρα τα πράγματα. Αλλά σαν νοοτροπία, αίσθημα, αλλά και πρακτική ακόμη, παραμένει.

Η σλανγκενεργός έκφραση χρησιμοποιήθηκε και ως τίτλος επιθεώρησης.

Ορθογραφική παρατήρηση (αφιερωμένη στον Πάνο Β'): Ίσως το «λόρδα» προέρχεται ετυμολογικά από το «λωρίδα», που σημαίνει την ταινία, το παράσιτο των εντέρων. Γι' αυτό λέμε και «με κόβει λόρδα». Οπότε σε αυτήν την περίπτωση, που είναι πάντως αβέβαιη, η σωστή ορθογραφία θα ήταν «λώρδα» και «ντελώρδα».

- Τι έγινε με όλες αυτές τις νέες χώρες, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σλοβακία, κτλ, τις έκοψε κι αυτές ντελόρδα;
- Εμ! Εκεί που είναι ήμασταν, κι εδώ που είμαστε θά 'ρθουν.
- Όχι ακριβώς! Είναι δύσκολες οι συνθήκες τώρα Μήτσο! Κι εμάς μας ένοιαξε μόνο πώς να καλμάσουμε την ντελόρδα μας, δεν κοιτάξαμε να αναβαθμίσουμε μακροπρόθεσμα την οικονομία μας...

Jacques Delors (από Hank, 10/01/09)(από Khan, 25/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αφρώδες μείγμα λιπαντικού και κοπράνων, που αποτελεί κάποιες φορές παράπλευρη απώλεια κατά το πρωκτικό σεξ, το γνωστό πρωκτοζούμι.

Από το επώνυμο του αμερικανού πρώην γερουσιαστή Ρικ Σαντόρουμ.

Η λεξιπλασία έχει ηθικό εμπνευστή τον Νταν Σάβατζ, ο οποίος θέλησε με αυτόν τον τρόπο να αντιδράσει σε δηλώσεις του γερουσιαστή, κατά τις οποίες η ομοφυλοφιλία οφείλει να αντιμετωπίζεται ακριβώς όπως, μεταξύ άλλων, η σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκου και η κτηνοβασία, πράξεις που αντίκεινται στο θεσμό του γάμου και της οικογένειας και έτσι πλήττουν την κοινωνία.

Σε σύγκριση συνεπώς με το πρωκτοζούμι, το σαντορούμι αρμόζει σε ομοφυλοφιλικότερα συμφραζόμενα.

Πηγές: ο σχετικός ιστοχώρος του Σάβατζ, η σελίδα όπου πρότεινε την λεξιπλασία, σχετικά άρθρα της αγγλόφωνης Βικιπαίδειας για την λεξιπλασία και για τις δηλώσεις.

  1. Περάσαμε και γαμώ χθές με το τεκνό, αλλα γεμίσαμε τα σεντόνια σαντορούμι ρε να πάρει.

  2. Κάθε φορά που είναι να σοδομίσω τον γκέη ανύπαντρο σκύλο μου, του βάζω πρώτα κλύσμα, για να μήν μου κλάνει μετά σαντορούμι.

λήμμα [σχολής βράστα] (από xalikoutis, 26/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο γνωστού υπουργού. Προέρχεται από την λέξη «χύνω» και το όνομα Φώτης.

Μαρτυρίες μπανηστιρτζίδων στην ορεινή Μακρινίτσα λένε πως, από το σπίτι του κυρ-Φώτη, κατά την διάρκεια συνουσίας ακούστηκε η κυρα-Αγγέλα να φωνάζει «χύνω-Φώτη».

Γι' αυτό, καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει το «άθλημα» του μπιλιάρδου και (υπήρχε;) το μπιλιάρδο στις υπόγες με σκεβρωμένες στέκες, ληγμένα σάντουιτς κ.τ.λ. Στην ορολογία του δεύτερου είδους, Θανάσης είναι η στέκα η οποία φέρει στην άκρη της ειδικό στήριγμα (γέφυρα) για να χτυπάει ο παίκτης μακρινές μπαλιές.

Ρε συ πιάσε τον Θανάση, ούτε με τα κυάλια δεν τη βλέπω τη μπάλα από 'δώ που είμαι.

Θανάσης Βισκαδουράκης (από nasos, 20/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεκινάω με τις από καρδιάς ευχαριστίες στο φίλο Gizaha για το πολύ καλό λήμμα. Thanks.

O Καπετανάκης του τραγουδιού «Δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη» (Παράρτημα/χώρος παραδειγμάτων) ήταν διευθυντής των φυλακών της Παλιάς Στρατώνας, κατά τη δεκαετία του '30 . Οι φυλακές αυτές βρίσκονταν στο Μοναστηράκι και, μαζί με τις φυλακές του Ναυπλίου και του Γεντί Κουλέ, ήταν οι γνωστότερες της εποχής. Με αυτόν τον Καπετανάκη φαίνεται να «τα μίλησε/συμφώνησε» ο ήρωας του τραγουδιού, για να μην ξαναμπεί στη φυλακή.

Στο τραγούδι αυτό εκφράζεται το παράπονό του ήρωα για την ύβρη του διευθυντή προς τη μάνα του (την «πότισες φαρμάκι»), της οποίας το ήθος προφανώς θα αμφισβήτησε ο διευθυντής σε κάποιο επισκεπτήριο, εξ ου και η εξήγηση για το υπονοούμενο περί «μελιτζανιών» (εσωρούχων που φορούσαν οι πόρνες). Στις αρχές του 20ου αιώνα, οι πόρνες χρησιμοποιούσαν, για αντισηπτικό, διάλυμα υπερμαγγανικού καλίου, το οποίο έχει χρώμα μοβ. Για να μη φαίνονται οι λεκέδες στα εσώρουχα, χρησιμοποιούσαν υφάσματα σε χρώμα μελιτζανί. Έτσι η φράση «τα μελιτζανιά να μην τα βάλεις πια» σημαίνει «δε θα είσαι πια πόρνη και δεν θα φοράς μελιτζανιά εσώρουχα».

Και πάμε τώρα στην αρχική σημασία της λέξης ντούγκλα. Παρόλο που η λέξη φέρνει λεκτικά στη λέξη μπούκλα, εντούτοις δεν παίζουν έτσι τα πράγματα.

Αρχικά ο στίχος ήταν «που 'χει Ντούγκλας το μουστάκι» και εννοούσε ότι έχει μουστάκι σαν το μουστάκι του ηθοποιού Douglas Fairbanks. (Αυτός γεννήθηκε το 1883 στο Ντένβερ του Κολοράντο και μεσουρανούσε όταν γράφτηκε το τραγούδι. Πέθανε το 1939. Η φωτογραφία στο λινκ είναι προσφορά στους τριχοφοβικούς φίλους.) Το μουστάκι α λα Fairbanks Douglas είναι λεπτότριχο και μακρύ (βλ. φωτογραφίες).

Η γνώση των αγγλικών εκείνη την εποχή ήταν μηδαμινή κι έτσι το Ντάγκλας έγινε εύκολα Ντούγκλας. Αργότερα το Ντούγκλας έγινε Ντούγκλα.

Κατά μια λιγότερο ισχυρή εκδοχή, γίνεται αναφορά στην αλοιφή «Douglas» που χρησιμοποιούσαν οι τότε ρεμπέτες ως ζελέ για τα μαλλιά και το μουστάκι. Πιθανά να παντρεύτηκαν οι δυο παραπάνω περιπτώσεις και επ' ευκαιρία να βρήκε τρόπο να διαφημιστεί κι η κρέμα αυτή.

Η σημαντικότερη λοιπόν εκδοχή αυτής της πρωταρχικής σημασίας ήταν: μουστάκι α λα Fairbanks Douglas. Ωστόσο όμως, με την πάροδο του χρόνου, ο ζωντανός χαρακτήρας της γλώσσας έχει προσδώσει στη λέξη επιπρόσθετες σημασίες, ώστε η γλωσσική χρήση του όρου να μπορεί να εξυπηρετεί και πρόσθετες γλωσσικές χρηστικές ανάγκες.

Έτσι κάποιοι που αγνοούν την προέλευση της, λόγω της παρεμφερούς λεκτικής μορφής της με τη λέξη μπούκλα, τη χρησιμοποιούν για φουντωτά μπουκλοειδή μουστάκια (καθ' όλο το μήκος τους/στα άκρα τους, βλ. παράδειγμα 1).

Κάποιοι άλλοι μπορούν να συνδέσουν την αγριότητα του Καπετανάκη με το τσιγκελωτό μουστάκι, ή με το μουστάκι που έχει γυριστές τις άκρες του.

Πολλές φορές ακόμα, δε χρησιμοποιείται η λέξη για να περιγράψει τον τύπο ενός μουστακιού, αλλά μέσω των λέξεων-κλειδιών του τραγουδιού (φυλακή, Καπετανάκης, κλπ) και του κλίματος της εποχής (στο οποίο δημιουργήθηκε το τραγούδι), μπορεί να παραπέμψει εμφατικά στα παρακάτω χαρακτηριστικά που μπορεί ενδεχομένως να χαρακτηρίζουν κάποιον μουστακοφόρο. Μπορεί λοιπόν να παραπέμψει:

α) Στην αγριόφατσα, ή/και στο σκληρό-αγριωπό και αρρενωπό χαρακτήρα ενός μουστακοφόρου. (Ωστόσο πολλές φορές ένα τέτοιο λουκ μπορεί να λειτουργεί ως φερετζές του πούστη, βλ. παράδειγμα 2).

β) Σε μαγκιά (πραγματική ή τεχνητή, δες εδώ αλλά και στο παράδειγμα 3).

γ) σε κάποιον μουστακοφόρο που το στυλ του μας κάνει εντύπωση. (Το μουστάκι του για παράδειγμα μπορεί να παραπέμπει στην εποχή που δημιουργήθηκε το τραγούδι, συμβάλλοντας τα μέγιστα στο σχηματισμό της εντύπωσης αυτής, βλ. παράδειγμα 4.)

Θα μπορούσαμε τέλος να αναφερθούμε σε γυναίκες που έχουν έντονη τριχοφυΐα μεταξύ μύτης και στόματος (μουστάκι λάιτ, βλ. παράδειγμα 5), στοιχείο που αντιτίθεται στη θηλυκότητα μιας γυναίκας.

Κλείνοντας, ζητώ συγνώμη από την Μαρία την όμορφη, που μπορεί να διαβάσει για άλλη μια φορά ένα θέμα που αφορά τριχοφυΐα.

Από φόρουμς
1. [...] από σήμερα υιοθετούμε το στυλ «με τον Καπετανάκη που 'χει ντούγκλα το μουστάκι, ή μπούκλα στο μουστάκι».
Δες

  1. Μην ανησυχείτε, υπάρχουν άντρες που έχουν ντούγκλα το μουστάκι και έχουν τα μπράτσα πέτρες κι όμως την αρμέγουν την σαύρα...
    Δες

  2. Εξετάστηκε από το ΚΥΣΕΑ (Κυβέρνηση Σεσημασμένων Αμερικανοτσολιάδων σύμφωνα με παλαιότερη ρήση του Τζιμάκου) η πρόταση του υπουργού Εθνικής Αυτοϊκανοποίησης Βαγγέλα Μεϊμαράκη που 'χει ντούγκλα το μουστάκι για την αντιμετώπιση της «λειψανδρίας» στα ελληνικά στρατά. Ο υπουργός καταχειροκροτούμενος από νεολαίους της ΟΝΝΕΔ και τους ΛΑΟΣ που είχαν προσκληθεί στα πλαίσια του διαλόγου με την νέα γενιά για το εν λόγω ζήτημα, πρότεινε το παιδομάζωμα όλων των αγοριών ηλικίας 13–18 ετών.
    Δες

  3. Α ωραία... Ξέρω μια καλή καφετέρια (ή καφετερία, όπως έλεγε η προγιαγιά μου) Σολωμού και Γ' Σεπτεμβρίου, δίπλα στον Ερυθρό Σταυρό, δυο βήματα από τον ΟΚΑΝΑ. Ό,τι πρέπει για συνάντηση! Εκεί θα δούμε και τον Καπετανάκη, που 'χει ντούγκλα στο μουστάκι. Ειδάλλως, θα αναγκαστούμε να πάμε στο Μοναστηράκι. Κλαψ!
    Δες

  4. Αλλά... ούτε μια κουβέντα για τα φιλιά στις θείες με τη ντούγκλα στο μουστάκι.
    Δες

Παράρτημα

Δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη

Δεν ξανακάνω φυλακή
με τον Καπετανάκη που 'χει ντούγκλα στο μουστάκι
τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε

Τη δόλια τη μανούλα μου
την πότισες φαρμάκι
αχ εσύ Καπετανάκη τα μελιτζανιά να μη τα βάλεις πια

Ξυπνώ και βλέπω σίδερα
στη γη στερεωμένα
τα παιδάκια τα καημένα
τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε

Στίχοι: Πάνος Μιχαλόπουλος
Μουσική: Λεονάρδος Μπουρνέλλης
Πρώτη εκτέλεση: Πάνος Μιχαλόπουλος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified