Further tags

Ο καραγκιόζης, ο σκουληκαντέρης. Ο «έχω πάντα την σωστή, καλή, ανυπέρβλητη άποψη». Ο γλείφτης κώλων, το τσιράκι, το λαμόγιο, ο ξερόλας, ο φλούφλης. Ο ανίκανος γιάπης γραφιάς. Το παράδειγμα προς αποφυγή κάθε αποφοίτου των ΜΜΕ.

1
«Και προσοχή μην καταντήσετε Πρετεντέρηδες»
(λόγος καθηγητή προς τους πτυχιούχους των ΜΜΕ)

2
Μην είσαι τόσο Πρετεντέρης, ρε μαλάκα. Μου σπας τον πούτσο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να τονίσουμε την τάση ενός ατόμου να προδίδει. Το καρφί, ο δοσίλογος.

- Του είπα τι έγινε χθες και το μοιράστηκε με όλο τον κόσμο ο Αρτέμης Μάτσας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση για μεθύστακες εμπνευσμένη από τον αθάνατο ελληνικό ήρωα των ταινιών του 50-60.

Κάθε μέρα ο γέρος μου γυρνάει μεθυσμένος. Έχει γίνει Ορέστης Μακρής.

(από rigo21, 07/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ταλαίπωρος, ο άνθρωπος που τρέχει και δε φτάνει, που το φυσάει και δε λέει να κρυώσει. Πάντα ολοκληρώνει κάτι ακριβώς κατά την εκπνοή της προθεσμίας και πάντα έχει κάτι ακόμα να κάνει.

Ο χαρακτηρισμός προφανώς προκύπτει απ' τον δημοφιλή ηθοποιό Θανάση Βασιλείου Βέγγο, ο οποίος στις περισσότερες ταινίες του πρέπει να θρέψει 17 στόματα, να παντρέψει 12 αδερφές, να κατεβάσει τη γάτα της γειτόνισσας απ' το δέντρο, να τρέξει λίγο γύρω από μια κολόνα προσπαθώντας να βρει το δρόμο του, να ανέβει σε ένα τρακτέρ ανάποδα και να ψάχνει το τιμόνι, να τον κυνηγήσει ο ιδιοκτήτης του σπιτιού του για το νοίκι και να βγει στο δρόμο με σακάκι, λουστρίνι κι από κάτω ριγέ σωβρακοφανέλα χωρίς καλό λόγο.

- Πετάξου μετά τη δουλειά να δεις αν είναι έτοιμα τα ρούχα στο καθαριστήριο. Και πάρε ντομάτες και ψωμί απ' το σούπερ μάρκετ. Και πήγαινε και δίπλα στη ΔΕΗ να πληρώσεις το λογαριασμό. Κι όπως έρχεσαι φέρε και τα παιδιά απ' το σχολείο.
- Αμάν ρε Σούλα, Βέγγος έχω γίνει! Πού να τα προλάβω όλα αυτά; Εσύ τι θα κάνεις δηλαδή;
- ΓΚΡΙΝΙΑ Τι θες να πεις;! Ότι δεν κάνω τίποτα; Ποιος καθαρίζει εδώ μέσα; Ποιος μαγειρεύει; Ποιος... ΓΚΡΙΝΙΑ
- Καλά καλά... πάω. Κι ευχαριστώ ε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικό παρατσούκλι για τον κ. Χριστόδουλο. Προκύπτει από:

μαύρη μπέρτα + Χριστόδουλος = Μπερτόδουλος

-Άκουσες το καινούργιο ανεκδοτάκι του Χριστόδουλου;
-Άσε με μωρέ με το Μπερτόδουλο και τις σάχλες του. Ο άνθρωπος έχει περισσότερο airtime κι από το Σεφερλή.

(από xalikoutis, 10/10/08)Μπερτόδουλος; (από BuBis, 07/09/09)Μπερτόδουλος; (από BuBis, 07/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που διακρίνεται για την αστείρευτη φαντασία του. Από τον γνωστό σεναριογράφο / σκηνοθέτη που μαστίζει την ελληνική τηλεόραση εδώ και χιλιάδες χρόνια.

- Αντί να μας κάνει μάθημα, κάθε φορά μας διηγείται ό,τι νά 'ναι ιστορίες. Σκέτος Φώσκολος ο δικός σου!

(από beth, 21/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καθυστερημένος, βλάκας, αρκετά ηλίθιος. Από τον γνωστό πολυτάλαντο καλλιτέχνη.

- Πήρα τηλέφωνο στο ΚΕΠ να κανονίσω τα χαρτιά μου, και μου βγήκε ένας Κατέλης και δεν έβγαλα άκρη...

Στου γιαλού τα πουτσαλάκια! (από Cunning Linguist, 19/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδιότητα που χαρακτηρίζει καθυστερημένο, ηλίθιο άτομο. Από τον Κατέλη.

Με τον κατελισμό που τον διακρίνει, πως να μην τα σκατώσει ο βλάκας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται από τις αρχές του 1900, αντί του μπεκροκανάτα, δηλ. του μόνιμα μεθυσμένου.

Ο ρεμπέτης Κώστας Ρούκουνας.

(από xalikoutis, 24/03/09)

Βλ. και τσικουδόχοιρος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χάλιας, τόσο από εξωτερική εμφάνιση, όσο και ψυχολογικά.

- Έτσι θα πας στη συνέντευξη ρε; Χαλιαμπάλιας;

(από poniroskylo, 09/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified