Further tags

  1. Γεωμετρικό σχήμα με τρεις πλευρές και τρεις γωνίες (ορθογώνιο, ισοσκελές, ανισοσκελές, σκαληνό κ.λπ.).

  2. Γλυκίσματα σε σχήμα τριγώνου, συνήθως σιροπιαστά. Τα πιο γνωστά και δημοφιλή είναι τα τρίγωνα Πανοράματος.

  3. Ο άνθρωπος έχει αχαλίνωτη φαντασία και, στο βωμό της ηδονής, την άφησε ελεύθερη να οργιάσει. Έτσι κατάφερε να κάνει πράξη και τις δύο αυτές σημασίες του τριγώνου, οργανώνοντας πάρτυ με ούζα τριών ατόμων, δημιουργώντας περιβάλλον με όλων των ειδών τα τρίγωνα και γλύκα περισσότερη αυτής των τριγώνων Πανοράματος. Τα σχήματα των τριγώνων δεν είναι αρκετά για να ικανοποιήσουν την όρεξη και, βάζοντας πάντα την φαντασία να οργιάζει, ο άνθρωπος κατάφερε να μετατρέπει το τρίγωνο σε τετράγωνο, πεντάγωνο κ.λπ., κατάφερε δηλ. να κάνει ένα απλό γεωμετρικό σχήμα σε πολυμορφικό.

Σημείωση: τα τρίγωνα Πανοράματος και γενικά τα γλυκά τριγωνικού σχήματος, κατασκευάστηκαν πολύ αργότερα της οργάνωσης των πάρτυ με ούζα, αλλά κολλάνε ωραία...

Το βράδυ θα βγω με την Λίλιαν. Είσαι να μας κάνεις παρέα, να κάνουμε φροντιστήριο γεωμετρίας; Η Λίλιαν γουστάρει πολύ την πρακτική εξάσκηση στα τρίγωνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μικρό και χαριτωμένο αμνο- ή/και ερίφιο που όσοι έχουν ζήσει σε χωριό για ικανό διάστημα έχουν τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους λατρέψει και πιστέψει ότι με τη δύναμη του έρωτά τους μπορούν να μετατρέψούν σε pet πόλης...

Αλίμονο, το αρνί δεν είναι ιγκουάνα (όπως αντίστοιχα και το μουνί δεν είναι αρνί).

Αυτός ο καταραμένος και δίχως αύριο έρωτας είναι μεγάλο λάθος να αφυπνίζεται κατά τη διάρκεια της Μεγάλοβδομάδας.

- Μαμά, κοίτα το αρνάκι μου, το πάω βόλτα;
- Μην το τραβολογάς από δω κι από κει παιδί μου και το κατσιάσεις...
- Γιατί να μην το κατσιάσω μαμά..;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Στις δεκαετίες του '60 και του '70 ο ψαγμένος κουλτουριάρης αριστερός. Ύστερα από τα σοβιετικά putz στην Βουδαπέστη και την Πράγα, οι διανοούμενοι ντρέπονταν πια να πουν ότι γούσταραν την ΕΣΣΔ, κι επειδή ο Μάο Τσε Τουνγκ τα 'σπασε με τους Σοβιετικούς, προσέφερε «μίαν κάποιαν λύσιν», κατά Καβάφη, στους διανοούμενους της γενιάς του Μάη του '68, όπως και το «Κίνημα των Αδεσμεύτων» (Νεχρού, Τίτο, Νασέρ). Το φαινόμενο περιγράφεται στην ταινία του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ: «Η Κινέζα». Οι επικριτές τους ονομάζουν αυτήν την γενιά «γενιά του Μαρξ και της κόκα κόλα», αλλά ο μαοϊστής δεν παύει να είναι ο ψαγμένος updated αριστερός (εκείνης της εποχής) με την τραγιάσκα και την γιαλούμπα.

  2. Ύστερα από το αρκτικόλεξο Μ.Α.Ο, που παράγεται από το ROFLMAO= Rolling on Floor Laughing My Ass Off, εν ολίγοις «ξεκωλώνομαι στο γέλιο», ο ''μαοϊστής« είναι ο ψαγμένος αστειάτορας, αυτός που λέει αστεία που προκαλούν έκρηξη γέλωτα! Και πάλι ο »μαοϊστής« είναι ο ψαγμένος διανοούμενος αστειάτορας της ιντελιγκέντσιας, όχι ο προλετάριος πλακατζής της ΚΝΕ. Είναι ο αιρετικός εναλλακτικός αστειάτορας που ξεφεύγει από την χιουμοριστική ορθοδοξία του Κ. Κόμματος.

  3. Φευ, ελλοχεύει μια παρεξήγηση καθώς καθ' αυτό, το Μ.Α.Ο. σημαίνει απλώς »My Ass Off«, δηλαδή ξεκωλώνομαι. Μήπως »μαοϊστής« είναι και ο ξεκωλιάρης; Βέβαια, παρόμοιες παρεξηγήσεις ελλοχεύουν και στα »Γανυμήδης«, »σπέκια για το μύδι«, »Αρχιμύδεια«, κ.τ.ό. (βλ. εδώ), και θεωρώ ότι αυτό δεν πρέπει να μας εμποδίσει να τα χρησιμοποιούμε.

Σλανγκασίστ: Mes, Dirty Talking, Vrastaman.

Ας πούμε σήμερα μαοϊστής (με την καλή έννοια) είναι ο GATZMAN για το λήμμα γεννήθηκε την ώρα που οι πλανήτες του βαρούσαν μαλακία κι ο Vrastaman για τα άλλη μια φορά ανύπαρκτα μήδια του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάθεται πολύ στο σπίτι και δεν ξέρει τόσο από τη ζωή έξω, ο αντικοινωνικός. Συνήθως λέγεται για τους καμμένους και τους μαμάκηδες.

- Ο Νίκος είναι τελείως άβγαλτος, όταν τα άλλα παιδιά μπλέκαμε με τη φούντα αυτός έπαιζε μανιωδώς Chessmaster στο PC.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια έκφραση που όπως ξέρουμε όλοι σημαίνει «εύκολο».

Μας ενδιαφέρει όμως επειδή αναφέρεται συγκεκριμένα και στα θέματα εξετάσεων (βλ. Πανελληνίων). Κατά τα καλοκαίρια της δεκαετίας του '90 ειδικά, είχε γίνει σωβρακολάστιχο και από τα ΜΜΕ αλλά και από τους μαθητές που μιλούσαν στους δημοσιογράφους που περίμεναν έξω από τα εξεταστικά κέντρα.

Παίζει σε ένα δίλεπτο ρεπορτάζ, η λέξη «βατό» να ακουγόταν 20 φορές.

Το αξιοπερίεργο είναι ότι αν τελικά ΟΛΑ τα θέματα ήταν βατά, τότε γιατί αποτελούσε γεγονός άξιο αναφοράς;;;;;

Παρουσιαστής: - Περνάμε τώρα στις Πανελλήνιες. Βατά χαρακτήρισαν καθηγητές μαθητές τα σημερινά θέματα της Ιστορίας. Περισσότερα, από τον ρεπόρτερ μας Τάδε Ταδόπουλο.
Ρεπόρτερ: - Κυρίες και κύριοι, τα θέματα της Ιστορίας ήταν βατά. Ας δούμε τι μας είπαν οι μαθητές.
Μαθητής 1: - Πιστεύω τα θέματα ήταν βατά. Καλά τα πήγα μάλλον.
Μαθήτρια 2: - Τα θέματα; Ναι, βατά ήταν.
Μαθητής 3: - Ναι, βατά ήταν τα θέματα.
Μαθητής4: - Μάλλον βατά ήταν.
κοκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πουθενάς, ο ανύπαρκτος, αυτός που κοιμάται στον πάγκο. Το είπε πρώτη φορά ο τιτανομέγιστος - τιτανοτεράστιος ΑΛΕΦΑΣ για τον Φερνάντο Σάντος.

- Ποιος Σάντος; Αυτός είναι μυρουδιάς. Τον πήρε η ΑΕΚ απ' την Πόρτο, μεγάλη μεταγραφή, το 'να τ' άλλο κι ο άνθρωπος κοιμότανε στον πάγκο.

(Ο Αλέφας έχει πει για το Σάντος και το κορυφαίο, στο Μακεδονία TV)

Ο Σάντος κοιμάται στον πάγκο. Θα ΄χουνε μπει οι Τούρκοι στη Σαλονίκη και στην Ελλάδα κι ο άνθρωπος θα κοιμάται!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ηγέτης που προβάλλεται όχι από τον λαό, αλλά από το κόμμα ΛΑΟΣ, με λίγα λόγια όλη η πάνιδα στο στυλ Άδωνι Γεωργιάδη, Θάνου Πλεύρη και Έφης Σαρρή με ηγήτορα τον Γιώργο Καρατζαφέρη. Και «λαοσπρόσβλητος», επειδή προσβάλλουν τη νοημοσύνη του λαού.

Ασίστ: Χανκ.

- Μυρώνεται από την χάρη του ο λαοσπρόσβλητος ηγέτης Γιώργος Καρατζαφέρης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι σφαλιάρες, οι φάπες. Παλιά έκφραση, μάγκικη, που την χρησιμοποιούσε κατά κόρον ο μέγας Τσιφόρος.

Μία από τις κατώτερες μορφές ξύλου, καμμία σχέση με το κλωτσομπουνίδι, το βαράτε, το βρωμόξυλο, το σάτα κιούτα.

Με τις ψιλές δεν κάνεις γκάιντα κανέναν, αλλά του σπας τον τσαμπουκά και τον κάνεις ξεφτίλα στον περίγυρο για να μην παίρνουν θάρρητα κι άλλοι. Έχει δηλαδή μία δόση υποτίμησης προς τον αποδέκτη, εννοώντας ότι δεν είναι και για παραπάνω, είναι για μισό μπουκέτο το πολύ.

Α, οι ψιλές συνήθως πέφτουν.

- Σιλάνς.
- Γιατί ρε, τι θα μου κάνεις; Θα μου κλάσεις μια μάντρα αρχίδια.
- Σιλάνς για θα πέσουν ψιλές λέμε.
- Σιγά τ' αυγ...
- [Φαπ]
- ...ά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αρσενικό της αγαθομούνας, δηλαδή ο αγαθιάρης, ο αφελής, ο καλοπροαίρετος μέχρι ανοησίας, τελικά ο μαλακάκος.

Να σημειωθούν:

  1. Ορισμένα (όχι όλα!) θηλυκά ουσιαστικά με β' συνθετικό το -μούνα έχουν αρχίσει να σχηματίζουν και αρσενικό αντίστοιχο. Κλασικό παράδειγμα το κλαψομούνης. Μάλλον όμως αποδίδουμε σ' αυτούς τους άντρες -μούνηδες μια βασικά θηλυκή συμπεριφορά (με την κακή έννοια).

  2. Το αρχαίο ιδανικό καλός καγαθός έχει σλανγκιστεί από το Νεοέλληνα με τελείως αρνητική σημασία ως καλοκαγαθιάρης , δηλαδή αγαθομούνης. Μια θεαματική ανατροπή!

Σύγκρινε: χαζομούνης, χαφτομούνης.

Αγαθομούνης σήμερα, κερατάς αύριο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αnal retentive, που λένε και οι αγγλόφωνοι. Είναι αυτός που, κατά τον λαό και κατά τον Φρόυντ, δεν έχει ξεπεράσει το πρωκτικό στάδιο. Το σφίξιμό του, είτε ξεκινάει από την ψυχούλα του και καταλήγει στην κωλοτρυπίδα του, ή το ανάποδο (που δεν νομίζω), έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την σφιχτοκωλίασή του, δηλ. την απόλυτη συστολή, σε σωματικό, αλλά και συμπεριφορικό επίπεδο.

Ο άνθρωπος αυτός είναι μεταφορικά και κυριολεκτικά δυσκοίλιος, επιφυλακτικός, συνεσταλμένος, μουλωχτός, τσιγκούνης, υποχόνδριος, αλλά κυρίως ντροπαλός. Μπορεί δηλαδή να μην είναι τίποτε από τα παραπάνω εκτός από απλά ντροπαλός. Πάντως το κωλί του το ξέρει.

- Λες να τα πάει καλά η Μαρία στη στη συνέντευξη;
- Μπα, αυτό το κωλοσφιγμένο; Αποκλείται!
- Μην το λες, κάτι τέτοιες,... δεν ξέρεις ποτέ πώς ξηγούνται στα μουλωχτά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified