Further tags

Πολυσχιδής και άκρως γαμοσλανγκοπρεπής εκδοχή του επιδέχομαι.

Μερικές πρακτικές εφαρμογές:

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για τη σωστή φωνητικώς ορθογραφία της λέξης, που σημαίνει πως βιάζομαι μεν, αλλά απο τον χρόνο δε, σε αντίθεση με την λέξη βιάζομαι, που αναφέρεται στον σεξουαλικό βιασμό.

-Θα πάω για ψώνια.
-Κοίτα να βιαστείς όμως, ε;
-Εεε;
-Εννοούσα, να μην βγιαστείς.
-Ααα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα σβαγκουροειδή πιπιναριά το κλίνουν πλέον το γιόλο κανονικά. Ωσεκτουτού λημματογραφούμε την σλανγκιά αυτή εν τη γενέσει της, στα σχολειά, τα ινσταγκράμια και στα ασκ.εφέμια.

Για να το κάνω πιο λιανά σε όσους γεννήθηκαν προ του 2000, γιολάρω σημαίνει προβαίνω σε κάθε λογής μαλακία, γιατί η ζωή είναι και καλά μικρή, και τις απαθανατίζω στο εξυπνόφωνο με ένα τσίου ή με μια σέλφικη ποζεριά, ποιούμενος πάντα την νήσσαν και με παρατεταμένα τον δείκτη και το μέσο δάχτυλο.

Βλ. το τελευταίο γιολάρισμα στην άσφαλτο γνωστού χιπχοπά (1ο μήδι).

1.
- Είδα τη λέξη «Σελφάρω».Έχω πάρει το λεξικό του Μπαμπινιώτη σκίζω μία μία τη σελίδα και τη μασάω.
- που να δείς και το «Γιολαρω». Όλη τη βιβλιοθήκη του Καποδιστριακού θα φας.

2.
- Θέλει αντοχές να ζεις χωρίς καταχρήσεις.. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι χάνεις το ωραίο κομμάτι αυτής της ζωής. Γιολάρουν.. και τέλος; έχουμε μία ζωή για να τα κάνουμε όλα πουτάνα...; ή μήπως για να τη ζήσουμε όσο καλύτερα γίνεται και να την αξιοποιήσουμε στο έπακρον.. Γιόλαρε το και άλλες πίπες. Ζήσε καλά.

3.
- «Δεν μπορώ τώρα, γιολάρω.» ~Barack Obama

4.
- γενικά γιολάρω τα σαββατοβραδα βλεποντας ταινιες

5.
- Τελικά ξεανγχωθηκα, δόξα τω θεω. Πέρα από το γεγονός ότι κατάλαβα ότι δεν έχω ξεχάσει τα πάντα όπως νόμιζα Razz συνειδητοποίησα ότι σήμερα είναι η τελευταία μέρα άγχους και από αύριο θα γιολαρω σα τις πουτάνες Laughing

6.
- ΓΙΟ ΓΙΟ ΚΑΤΣΑΡΙΔΑ ΜΕ ΜΑΓΙΟΟ ΠΟΥ ΓΙΟΛΑΡΕΙ ΣΑΝ ΤΡΕΛΟ ΓΙΟ ΓΙΟ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λειτουργεί, δουλεύει.

...
-Δηλαδή αν τρίψω αβοκάντο στις μασχάλες μου δεν θα ιδρώνουν;
-Ναι ρε! Το 'χω δοκιμάσει, πιάνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτίθεμαι με αυτά που λέω. Αυτά που λέω καταγράφονται και θα μου τριφτούν στα μούτρα όταν αποδειχθώ λάθος ή ανακόλουθος. Το ότι ακούγομαι είναι δεδομένο, το σκώμμα έγκειται στο ότι θα έπρεπε να μην μιλάω, να τα κρατώ για τον εαυτό μου.

Λέγεται και στον αόριστο.

Διάλογος οπαδών, αντιγραφή από μνήμης:

- Ο Άρης φέτος θα είναι στην πρώτη τετράδα.
- Πού θα είναι;
- Στην πρώτη τετράδα.
- Ακούστηκες.
- Γιατί ρε φίλε, δεν έχει ομάδα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μποστίζουσα ψευδοσλανγιωτατική εκδοχή του κατάλαβα. Εκφέρεται από αστειάτορες ή / και λουλούδες με λολαδερές ή / και χαριτωμενίστικες διαθέσεις.

1.
Μήπως είναι συμβολισμός για το τέλος μιας σχέσης (αυτό υπαινίσσονται αν κατήλαβα καλά οι στίχοι);

2.
Και πούσαι, την πλατεία τη γουστάρω, κάτι μαλάκες νεκροζώντανους δεν γουστάρω που την κάνανε σαν τα μούτρα τους, κατήλαβες πλί μου. Και τα κορίτσια που λες ψωνίζονται παραπάνω στη Σκουφά μια από τα ίδια είναι, πρέζα...

3.
dyk: - Αγαπητοί φίλοι, για να μην μένετε σε αγωνία, σας ενημερώνουμε ότι το σύστημα βαθμολογίας του slang.gr θα αλλάξει ολοκληρωτικά την 1 Ιουνίου 2010. Εκ της Διευθύνσεως.
καφέ van dyck: - Για όποιον τυχόν δεν κατήλαβε, του Αγίου Πούτσου ανήμερα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «είπα» ακολουθεί [μπινελίκια]. Απαντάται και στον πληθυντικό ως λέμε (σπάσε, λέμε). Γραμματικά είναι ρήμα, αλλά παίρνει τη θέση άναρθρου επιφωνήματος. Απαντάται πολύ σε σκοτεινούς σταθμούς μετρό (Παράδειγμα 1), γραφεία των Χρυσών Αυγών καθώς και σπανιότερα ως μια όχι και τόσο ευγενική υπενθύμιση (Παράδειγμα 3). Σε παραπέμπει λίγο στους ινδιάνους που γνωρίσαμε μέσα από τα επιμορφωτικά αναγνώσματα του Στέλιου Ανεμοδούρα (Παράδειγμα 4) και τους «ιθαγενείς της Βορείου Αμερικής» όπως απεικονίζονται ρατσιστικά και καθόλου στερεοτυπικά στις ιστορίες ενός φτωχού και μόνου καουμπόυ (Παράδειγμα 5)...

  1. - Ρεεεεεεεε! Τι κάνετε εκεί-γαμώ-την-7 σας;
    - Στα πατάμε μωρή πουτάνα! Χούλιγκαν των σπρεί! Κούνελε! Φύγε μη σε χαρακώσω! Γαμώ τη μάνα σου τη ξεκωλιάρα! Πούλο, είπα!

  2. - Ηλία έχεις δει το δονητάρι μου; Το χα αφήσει πάνω στην εφημερίδα με τη φάτσα του φυρερ...
    - Λοσπου είπα! Σε μισή ώρα μιλάω ανατροπή ρε μαλάκα Παναγιώταρε...

  3. - Άμστελ για Χάινεκεν είπες;
    - Άμστελ, είπα.

  4. - Θλιμμένε Μπούφε τι σκατά πίνεις;
    - Νερό της φωτιάς είπα.

  5. - Ουγκ.
    - Είπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το αγγλικό «stock» σημαίνει: «αποθηκεύω (ή γενικότερα συγκεντρώνω) σε συγκεκριμένο χώρο κάποια είδη· συνήθως προϊόντα ή εμπορεύματα».

Β) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το βενετσιάνικο «stocar» όπως βεβαιώνει ο Τριαντάφυλλος σημαίνει: «βάζω στόκο σε μια επιφάνεια ξύλου, μαρμάρου κτλ., για να κλείσω τους πόρους, τις ρωγμές ή για να καλύψω άλλες ανωμαλίες».

Σλαγκικότερα εμφανίζεται με την έννοια τού:

  • «μακιγιάρω υπερβολικά για να καλύψω ατέλειες» και χρησιμοποιείται, συνήθως στο τρίτο πρόσωπο, αρκετά συχνά από άντρες εκφράζοντας απέχθεια, και σπανιότερα από κακεντρεχείς κουτσομπόλες,

  • «μαλακίζομαι» / «πασαλείφω με τα χύσια μου», οπότε ενίοτε υπονοούνται μεγάλες καύλες, ανάλογη ποσότητα ψωλοχύματος, ακόμη και μια... βιρτουοζιτέ στην τεχνική.

Γ) Το «στοκάρω» που προέρχεται από το αγγλικό «stalk» (που προφέρεται «στοκ» με ελαφρά τραβηγμένο το «ο») είναι σαφώς πιο φρέσκο και σημαίνει: «παρακολουθώ στενά κι εξαιρετικά επίμονα κάποιον (ή γενικότερα τη δραστηριότητα κάποιου), συχνά σε βαθμό παρενόχλησης».

Για την ώρα χρησιμοποιείται συχνότερα για να περιγράψει τέτοια συμπεριφορά (όχι πάντα επικίνδυνη) κυρίως στο νέτι.

  1. Η είδηση κάνει το γύρο του κόσμου γιατί είναι πράγματι εντυπωσιακή: το Βέλγιο σχεδιάζει να κατασκευάσει τεχνητό νησί σε σχήμα δαχτυλιδιού που θα του επιτρέπει να στοκάρει την ενέργεια που θα παράγεται στα αιολικά του πάρκα στη Βόρεια Θάλασσα.

  2. Θέλω σε εξωτερικό τοίχο που έχει εμφανίσει τριχοειδείς ρωγμές να τις ανοίξω λίγο παραπάνω (3-4 χιλιοστά) , να τις στοκάρω και να τις ασταρώσω προκειμένου να ξαναβάψω τον τοίχο.
    (έως εδώ καθαρά διεκπεραιωτικά)

  3. Μμμ Έχετε ιδεί βλογιοκομμένο πρόσωπο το οποίον να έχει λακκουβάκια στην επιφάνεια τα οποία λακκουβάκια δημιουργήθηκαν από τα κενά που άφησε το πύον που αφαιρέθηκε ναι; Μάλιστα. Η «εθνική» «σταρ» Αλίκη που είχε πολλά τέτοια στο πρόσωπό της, τα στοκάριζε, κι έτσι κάλυπτε το σεληνιακόν τοπίον...

  4. Στοκάρισε τώρα την οθόνη σου παίχτη!!
    (μεταφερμένο από γκρίγκλις· σαν λεζάντα κάτω από προκλητικά σέξι φωτογραφία αλόγου παροτρύνει τον παραλήπτη σε μαλακία)

  5. Αφού τον σουτάρισε το Μαράκι, πέρασε έναν χρόνο να το στοκάρει στο Facebook και το Instagram για να δει με ποιον βγαίνει και πού πηγαίνει.

  6. Είδε τη φωτογραφία μου. Του άρεσε. Και το εξέφρασε με ένα απλό like και ένα σχόλιο. Παρόλο που στοκάρω ανελέητα όλους τους fb φίλους μου, έχω βρεθεί άπειρες φορές σε αντίστοιχη θέση και δεν έχω κάνει like ή comment για να μην θεωρήσει ο/η άλλος/η οτιδήποτε. Το ξέρω ότι δεν είναι φυσιολογικό, αλλά το ξέρω ότι δεν είμαι μόνος.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

(από σφυρίζων, 04/10/13)(από Khan, 01/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φεύγω ακριβώς στην ώρα μου στο τέλος της εργασιακής ημέρας. Παρομοιάζει δρομείς στίβου που ξεκινούν με το άκουσμα του πιστολιού.

- Έφυγε ο Γιώργος;
- Ναι ρε 'συ, πήγε 17:02. Αφού ξέρεις ό,τι το πιστολιάζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αχαγιώτικη βερσιόν του καπνίζω. Επίσης: καπινάω. Παράγωγο: το καπίνισμα.

  1. - Πόσα τσιγάρα καπίνισες χθες το βράδυ;

  2. - Απαγορεύεται το καπίνισμα!

  3. - Καπινάει το ένα τσιγάρο πάνω στ' άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified