Further tags

Η κατάληξη των ρημάτων σε -ε ή -αι, αποτελεί ένα εφιάλτη για όσους χρησιμοποιούν τον γραπτό λόγο. Πράγματι, ενώ οι πιθανότητες να πετύχει κανείς το σωστό είναι 50-50, εντούτοις, για κάποιο άγνωστο μέχρι στιγμής λόγο, οι λάθος επιλογές υπερτερούν κατά πολύ των σωστών. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου συντάκτες κειμένων χρησιμοποιούν σε όλες τις περιπτώσεις τη λάθος επιλογή.
Τα παραδείγματα αφθονούν - δειγματοληπτικά μόνο αναφέρονται μερικά:

  1. (πινακίδες)
    ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΕ ΝΑ ΚΑΠΝΙΖΕΤΑΙ
    MH ΠΑΡΚΑΡΕΤΑΙ - ΑΦΑΙΡΟΥΝΤΕ ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ
    ΓΙΑ ΣΤΑΣΗ, ΠΑΤΗΣΤΑΙ ΤΟ ΚΟΥΔΟΥΝΙ
    ΠΩΛΟΥΝΤΕ ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ

  2. (ανακοινώσεις)
    «Όσοι δεν προλάβαται να καταθέσεται τα δικαιολογητικά σας, μπορείται να το κάνεται μέχρι 1 Ιουλίου.»
    «Παρακαλούντε οι κάτοχοι εισιτηρίων διαρκείας να προσέρχοντε στο γήπεδο μισή ώρα νωρίτερα.»

  3. (από βλόγιο)
    Νομίζεται ότι ξεχάσαμαι αυτά που περάσαμαι επί των ημερών σας;
    Αν ναι, κάνεται λάθος! Αυτά δεν διαγράφοντε από τη μνήμη του λαού ούτε και αν περάσουν 100 χρόνια!

Υποβάλλοντας την εσωτερίκευση μάλλον παρά την επιβολή των κανόνων με εργαλείο την κατά συνθήκη, "επικοινωνιακή" όσο και αθέλητη ανορθογραφία  (από xalikoutis, 20/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ακολουθώντας τον συγκεκριμένο γραμματικό κανόνα, τα ρήματα στο β' πρόσωπο του πληθυντικού παίρνουν κατάληξη -ούτε αντί για όλες τις άλλες που ξέραμε ως τώρα. Αυτό ισχύει σε κάθε έγκλιση και χρόνο. Οι ρίζες του κανόνα αυτού, χάνονται κάπου κάτου απ' τ' αυλάκ', αλλά απαντάται και σε άλλα μέρη της Ελ.

  1. Θα έρθουτε στο γλέντι; Μη ξεχάσουτε να πάρουτε μαζί και τα παιδιά.

  2. Μήπως θέλουτε να χορέψουτε; Να τραγουδήσουτε;

  3. (από πινακίδες): ΜΗ ΚΥΝΗΓΟΥΤΕ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ ΜΗ ΠΑΤΟΥΤΕ ΤΟ ΓΚΑΖΟΝ ΜΗ ΚΑΤΟΥΡΟΥΤΕ ΕΔΩ ΜΗ ΑΔΕΙΑΖΟΥΤΕ ΜΠΑΖΑ κ.ο.κ.

  4. (σε σύλληψη επ' αυτοφόρω μπανιστιρτζή) - Ωχ! Αμάν! Μη βαρούτε όλοι μαζί, βρε παιδιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια από τις ιδιαιτερότητες της Ελληνικής Γλώσσας είναι όχι ότι προέρχεται μόνον από τον Σείριο, αλλά και ως άκρως ερωτική έχει δημιουργήσει χιλιάδες ερωτικές «φωλίτσες» στις σελίδες των άγραφων λεξικών της.

Τι Μπαμπινιώτηδες και Εμπειρίκοι, το αληθινό φιρίκι το βγάζει ο Μπάμπης ο Σουγιάς, αλλά και κάθε σλανγκικά σκεπτόμενος Έλλην.

Το τι γαμάμε δε, δεν περιγράφεται, αλλά γράφεται στα παραδείγματα του σεμνού αλλά γαμάτου αυτού λήμματος. Συνοδεύεται κυρίως από σου, μου, σας, μας και άλλα κτητικά αλλά και την λέξη γαμώ επαναλαμβανόμενη, για όσους δεν το κατάλαβαν την πρώτη φορά. Πολλές φορές γαμάμε μέσα, αν ντρεπόμαστε ή κρυώνουμε.

Η version και γαμώ, (και γαμώ το αμάξι, π.χ.) δεν καλύπτει τους σκοπούς αυτού του λήμματος, οπότε δεν την συμπεριλαμβάνω.

(από Khan, 20/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απολεξικοποιημένα ρήματα με ευρύτατη χρήση στη σλανγκ και γενικότερα στον οικείο, ανεπίσημο λόγο.

Απολεξικοποιημένα ρήματα είναι εκείνα που, μαζί με ένα ουσιαστικό, αντικαθιστούν το μονολεκτικό ρήμα που αντιστοιχεί στο ουσιαστικό. Π.χ. αν αντί να σας ενημερώσω πούμε να σας κάνω μια ενημέρωση, το κάνω είναι απολεξικοποιημένο ρήμα: δεν έχει λεξική έννοια που να προσθέτει κάτι στην έννοια του ουσιαστικού, φέρει μόνο γραμματικές πληροφορίες (πρόσωπο, αριθμό, χρόνο, διάθεση).*

Τα ρήματα ρίχνω, τρώω και πέφτω, ως απολεξικοποιημένα, χρησιμοποιούνται ως εξής:

-ρίχνω + αντικείμενο: εκφράζει μία πράξη από τη σκοπιά εκείνου που την πράττει (ενεργητική διάθεση), π.χ. ρίχνω ξύλο [σε κάποιον] = δέρνω [κάποιον].

-τρώω + αντικείμενο: εκφράζει την ίδια πράξη, από τη σκοπιά εκείνου που τη δέχεται (παθητική διάθεση), π.χ. τρώω ξύλο [από κάποιον] = [κάποιος] με δέρνει.

-πέφτω, με υποκείμενο τη λέξη που στις δύο προηγούμενες συντάξεις ήταν υποκείμενο: εκφράζει την ίδια πράξη, με μία σκόπιμη αοριστία τόσο ως προς τον δρώντα όσο και ως προς τον δέκτη, π.χ. πέφτει ξύλο = κάποιοι δέρνουν κάποιους, δε μας αφορά, πάμε πιο πέρα καλύτερα.

Το αντικείμενο του ρίχνω και του τρώω και το υποκείμενο του πέφτω εκφέρονται συνήθως με κάποια αοριστία ως προς την ποσότητα: αν μεν πρόκειται για μη μετρήσιμο ουσιαστικό, όπως το ξύλο, εκφέρεται χωρίς άρθρο ή μαζί με δείκτες όπως πολύ, λίγο. Αν είναι μετρήσιμο, τότε εκφέρεται στον μεν ενικό με αόριστο άρθρο (π.χ. ρίχνω έναν πούτσο) ή με την αόριστη αντωνυμία κανένας, (π.χ. θα ρίξω καμιά Χριστοπαναγία), στον δε πληθυντικό με άλλες αόριστες αντωνυμίες όπως κάτι, τίποτα (π.χ. φάγαμε κάτι κολλήματα) ή ασυνόδευτο (π.χ. ρίχνω ύπνους).

Υπάρχουν και εξαιρέσεις, π.χ. του 'ριξα δυο σκαμπίλια, αλλά σε γενικές γραμμές ένας κάποιος βαθμός αοριστίας αποτελεί επιδίωξη.

*Πηγή: Μπάμπης.

ρίχνω ξύλο - τρώω ξύλο - πέφτει ξύλο
ρίχνω ένα κατούρημα ρίχνω μάσες - πέφτουν μάσες
ρίχνω ένα βρισίδι - τρώω ένα βρισίδι - πέφτει βρισίδι
ρίχνω ύπνους - έπεσαν (κάτι) ύπνοι
τρώω ήττα
τρώω φλασιά
τρώω φρίκη
τρώω πακέτο
τρώω σούπα / χύμα / σαβούρδα / γλίστρα
ρίχνω ένα καβγά - έπεσε ένας καβγάς
ρίχνω χυλόπιτα / τρώω χυλόπιτα / έπεσε [η] χυλόπιτα
ρίχνω ένα σάλτο
έπεσε ένα τηλεφώνημα
ρίχνω διάβασμα / πέφτει διάβασμα
ρίχνω δουλειά / πέφτει δουλειά
ρίχνω ένα συγύρισμα / ξεσκόνισμα / σφουγγάρισμα
ρίχνω έναν πήδουλο / έπεσε ο σχετικός πήδουλος
ρίχνω έναν πούτσο / τρως έναν πούτσο (εσύ, εγώ ποτέ!) / πέφτει ένας πούτσος
ρίξαμε κάτι χορούς / έπεσαν κάτι χοροί
ρίχνω μια πενιά / έπεσαν κάτι πενιές (δηλαδή παίχτηκε και λίγη μουσική)
έφαγα 5Φ / μου 'ριξε 5Φ / θα πέσουν πολλά Φ (5Φ = πέντε μέρες φυλακή, στο στρατό)
ρίχνω πρόστιμο / τρώω πρόστιμο / πέφτουν πρόστιμα

...και πλείστα όσα άλλα.

Άλλα απολεξικοποιημένα της αργκό: πατάω, πετάω, τραβάω, χτυπάω, χώνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε πολλά μέρη της Πελοποννήσου η κατάληξη της Γενικής Πληθυντικού -ων σχηματίζεται ως -ωνε. Από εκεί καθιερώθηκε στην σλανγκ, με την βοήθεια του Χάρρυ Κλυνν που προμόταρε τον ιδιωματισμό στον δίσκο «Μαλακά, πιο μαλακά» (αρχές '80ς).

Ταμείο Παρακαταθηκώνε και Δανείωνε.

Σύλλογος για τα Δικαιώματα των Ομοφυλοφίλωνε.

Ευρωπαϊκώνε προδιαγραφώνε.

(Παρακαλείσθε να προσθέσετε κι άλλα που υπέπεσαν στην αντίληψή σας).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην διάλεκτο των αρχαιόκαυλων φιλολόγων και όσων επιμένουν στο πολυτονικό, σημαίνει το πρωκτικό σεξ, το λεγόμενο «παρά φύσιν» - αν και κανείς δεν ρώτησε την ίδια την φύση τι πραγματικά γουστάρει - το ξεκώλιασμα, βρε αδερφέ!

Από την εικόνα που δίνει το ωμέγα ως κώλος, στον οποίο διεισδύει το υπογεγραμμένο γιώτα δίκην πέοντος.

Αντώνυμα: Παραγεγραμμένη στο ωμέγα, υπογεγραμμένη στο ήτα.

Επιμένει στο πολυτονικό ο Λούλης! Την βάζει την υπογεγραμμένη στο ωμέγα!

Απαραίτητη η γονική συναίνεση (από Khan, 30/10/09)(από Khan, 21/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση-απάντηση σε ενθουσιώδεις προτάσεις που μας βρίσκουν αδιάφορους. Κάνει χρήση της βρετανικής τεχνικής της συσσώρευσης (buildup) και της κατάρρευσης (collapse) των συναισθημάτων του ακροατή, ο οποίος από το πρώτο μισό προκαταλαμβάνεται για την ντεμέκ θετική μας στάση και στο δεύτερο μισό τσιμπάει το άκυρό του.

Σ.σ.: Ράντομ σάιενς, μην τα πάρετε τοις μετρητοίς...

- Λοιπόν, πολύ χαίρομαι που βγήκαμε τελικά για έναν φρέντο.
- Κι εμείς Χαρίλαε, κι εμείς! Έτσι αγάπη μου;
- Ναι, ναι...
- Κι όποτε θέλετε και μπορείτε να πάμε στην Πανεπιστημίου, στην Λυρική, που έχει φέτος κάτι παραστάσεις σούπερ!
- Α, τι καλά! Τι λες μωρό μου;
- Να μαζευτούμε να πάτε αγάπη μου...

Mel Brooks, Blazing Saddles, 1974. Το απόσπασμα αφορά τα σχόλια. (από patsis, 25/04/11)

Δες και κάποιος περισσεύεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό που, σλανγκιστί, κλίνεται σε όλα τα γένη: το βυζί, ο βύζος, η βυζάρα.
Πρβλ. ο πούτσος, η πούτσα, το πουτσίδι.
Ο πούτανος, η πουτάνα, το πουτανάκι.
Ο πούστης, η πούστρα, το πουστρόνι.

Μυδασίστ: Τζον Μπλακ (από Khan, 30/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

λέμε / λέμετε:

(δήλωση), λέμε(!): α' πληθυντικό ενεστώτα του ρήματος «λέω - λέγω». Χρησιμοποιείται, συνήθως στο τέλος μιας δήλωσης αλλά και ενδιάμεσα σε πρόταση, ως εμφατικό.

Υπενθυμίζει στον συνομιλητή ότι θα έπρεπε να αντιμετωπίσει το θέμα που θίγεται ως αδιαμφισβήτητο. Δηλαδή σαν να λέμε, κάτι το λέμε και το ξαναλέμε για να το εμπεδώσει ο αδαής μέσω της επανάληψης (κυρίως αν δεν υφίσταται επανάληψη καθεαυτή). Παράδειγμα 1

Όταν πραγματικά υφίσταται επανάληψη, έχει χροιά έντασης και εκνευρισμού. Παράδειγμα 2

Αντίστοιχες μορφές του ίδιου ρήματος με την ίδια χρήση είναι τα «είπα!» και «λέω!», όμως, όπως και να το κάνουμε, το α' πληθυντικό δίνει μεγαλύτερη υπόσταση και αντικειμενικότητα στον λόγο μας, δεδομένου ότι, άλλο να λέω κάτι εγώ, άλλο να το λέμε όλοι.


(δήλωση), λέμετε(!): Ανύπαρκτη μορφή ρήματος «λέω - λέγω» στην Ελληνική γλώσσα - λεκτική επινόηση. Χρησιμοποιείται:

  • ως απλό εκφραστικό λάθος επειδή ο άσχετος δεν διάβαζε γραμματική στην τρίτη δημοτικού (δεν είναι σλανγκ σο δεν μας αφορά στο προκείμενο)

  • ως χαριτωμενιά για να δώσει μια ελαφρότητα και μια παιγνιδιάρικη χροιά στον λόγο. Παραδείγματα 3, 4, 5

  • ως εναλλακτικό του ανωτέρω «λέμε!» για να δοθεί μια ελαφρά μεγαλύτερη έμφαση - Παραδείγματα 6, 7 - ακολουθεί επεξήγηση:

Η αποτελεσματικότητα της χρήσης του στηρίζεται σε καθαρά ψυχολογικούς λόγους: Έχει ως αποτέλεσμα, ο συνομιλητής, που εντοπίζει την ασυνέπεια με τους κανόνες της γραμματικής, να σκαλώσει περισσότερο για μερικά κλάσματα δευτερολέπτου. Έχει δηλαδή αντίκτυπο αντίστοιχο με αυτό των italics σε ένα κείμενο: ανεπαίσθητα τραβούν την προσοχή, χωρίς την καταπιεστικότητα των bold, που μπορούν να εκληφθούν και ως «σε αυτό το σημείο είναι ουσία ρε καθυστερημένε» και να έχουμε παρεξηγήσεις, συνεπώς η χρήση τους πρέπει να είναι φειδωλή.

Συνοψίζοντας, το «λέμετε» είναι ένας ψυχολογικός εξαναγκασμός του συνομιλητή να δώσει βάση στο νόημα.

Αατα.

Παράδειγμα 1:
-Καλά, άκουσες την μαλακία που πέταξε ο Στάθης στις γκόμενες; Τι είναι αυτός ρε, τον ακούν οι μουνίτσες και κάνουν μπραφ! Δεν είναι να τον ξαναπάρουμε μαζί τον παπάρα!
-Άσε ρε μαλάκα, το άτομο δεν υπάρχει λέμε!

Παράδειγμα 2:
[το πάρτυ στο σπίτι του Παύλου προς το τέλος του - σκάει μύτη ο Κώστας]
-Ρε συ Παύλο, τέλειωσαν τα μπυρόνια παίζει καμια καβάτζα;
[ο Παύλος έχει στο μπίρι-μπίρι μια κοπελίτσαεδώ και ώρα - χωρίς να γυρίσει το κεφάλι απαντάει]
-Στο ψυγείο στο διάδρομο.
[Ο Κώστας δεν άκουσε]
-Παύλο, έχεις πουθενά καβατζωμένη καμιά μπύρα;
[Ο Παύλος γυρίζει τσαντισμένος]
-ΣΤΟ ΨΥΓΕΙΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΡΟΜΟ ΛΕΜΕ!!!

Παράδειγμα 3
[Forum]: Εσύ ξαναβάλε το άβαταρ με τον Zippo...κορυφή λέμετε

Παράδειγμα 4
[Forum- συζήτηση κοριτσιών για τον Λεωνάιντα]: - Γάμησέ τα, τα παιδιά μου τα θέλω μαζί του. Και όσο για τον κοιλιακό πάρε να δεις που είναι δικός του λέμετε!

Παράδειγμα 5
[Forum]: Έλα κάτω λέμετε..!!!!!!!!!! Έλα και'χω φοντανάκια!!!

Παράδειγμα 6
[Forum] Ξεκαμπούρα. Είσαι πιασμένος. Αν σ' ελευθερώσουν, τα λέμετε.

Παράδειγμα 7
[Forum]: Το ακριβώς αντίθετο θέλει η Γερμανία, να δέσει στο άρμα της Ευρώπης όσο το δυνατόν περισσότερα κράτη για αντίβαρο στις ΗΠΑ, θεωρώντας βέβαια ότι εντός της ΕΕ θα κάνει πολύ περισσότερο κουμάντο από αυτές. Τι λέμετε τώρα ρε παιδιά;

Τα παιδιά μου τα θέλω μαζί του λέμετε. (από Galadriel, 07/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μινιμαλιστική έκφραση χωρίς ρήμα, αντικείμενο ή επίθετο. Σημαίνει κάτι σαν «δεν είχα/ήμουν/νιώσει πιο καλά/πολύ» ανάλογα με τα συμφραζόμενα.

Καμιά φορα χρησιμοποιείται ειρωνικά.

- Πώς είσαι αυτό το καιρό φιλαράκι; Μήνες έχω να σε δω!
- Μια χαρά. Ποτέ δεν ήμουν καλύτερα. Δεν έχω πιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified