Further tags

Η αγγλική λέξη control (έλεγχος), η οποία χρησιμοποιείται στα Ελληνικά αυτούσια σε πλήθος περιπτώσεων:

  1. Το τηλεκοντρόλ, ελληνιστί το (τηλε)χειριστήριο ηλεκτρονικής συσκευής (τηλεόρασης, κλιματιστικού, στερεοφωνικού κτλ.)

  2. Κίνηση που κάνει ποδοσφαιριστής για να ελέγξει την μπάλα, όταν κάποιος παίκτης του την πασάρει, ώστε να διευκολυνθεί π.χ. για να κάνει σουτ ή να περάσει αντίπαλο.

  3. Μέρος τηλεοπτικού στούντιο που δεν είναι ορατό στον τηλεθεατή, όπου βρίσκονται αρμόδιοι που επιβλέπουν την ροή ζωντανής εκπομπής και είναι σε επικοινωνία με τον παρουσιαστή για να του παρέχουν σημαντικές πληροφορίες και να βοηθάνε όποτε υπάρχει πρόβλημα.

  4. Τα πλήκτρα με την ένδειξη Ctrl στο πληκτρολόγιο. Είναι δύο, ένα αριστερά κι ένα δεξιά, κάτω από τα πλήκτρα Shift. Χρησιμοποιούνται για συντομεύσεις ή άλλες λειτουργίες σε συνδυασμό με άλλα πλήκτρα.

  5. Γενικότερα με την έννοια έλεγχος, αντί της ελληνικής λέξης.

  1. Πού έχετε βάλει το κοντρόλ της τηλεόρασης, ρε παιδιά; Δυο ώρες το ψάχνω και δεν το βρίσκω!

  2. Εξαιρετική μπαλιά από τον Κατσουράνη, αλλά ο Καραγκούνης δεν κάνει καλό κοντρόλ κι η μπάλα καταλήγει στα χέρια του Νικοπολίδη.

  3. Με ειδοποιούν απ' το κοντρόλ ότι πρέπει να περάσουμε σε έκτακτο δελτίο ειδήσεων και επανερχόμαστε αμέσως.

  4. Τι να σου πω ρε πατέρα... Ήμουν στο RPG κι είχα φουλάρει στο Mana. Και πάτησα pause να τσεκάρω το chat αν είχε έρθει το DivX και κόλλησε! Τα χασα όλα... Δοκίμασα κοντρόλ αλτ ντιλίτ (Ctrl+Alt+Delete) αλλά το Task Manager είχε παγώσει.

  5. α) Έχασε το κοντρόλ του τιμονιού και το αυτοκίνητο ντελαπάρισε μέχρι να στουκάρει στη μάντρα ενός σπιτιού.
    β) Τον κάλεσαν για ντόπινγκ κοντρόλ και βρέθηκε θετικός σε απαγορευμένες ουσίες.

(από elias-jelay, 02/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ασαφής μονάδα μέτρησης μήκους. Πιθανώς αποτελεί υποπαράγωγο του αντιδραστικού-ανεγκέφαλου-αντιπρακτικού αγγλοσαξονικού συστήματος μέτρησης, που παραδοσιακά ταλαιπωρεί το υπόλοιπο της επιστημονικής και όχι μόνο κοινότητας που χρησιμοποιεί το SI (système international) ή μετρικό σύστημα, επί το ελληνικότερον.

Το μετρικό σύστημα έχει ως ακρογωνιαίο του λίθο το δέκα και τις δυνάμεις του. Η ουσία της δεκάδας, προερχόμενης βεβαίως από τα δέκα δάκτυλά του ανθρώπου, διατυπώθηκε στους ελληνικούς αριθμούς δεκα=ι', ένδεκα=ια' και είκοσι=ζ', αλλά και έπειτα στους αραβικούς με την ίδια επανάληψη του δεύτερου ψηφίου. Αντιθέτως στης αγγλοσαξονικές μονάδες έχουμε 1ft=12in=0,33yards κλπ.

Το κλικ πρωτοεμφανίστηκε στον ελληνικό στρατό μαζί με την υπόλοιπη αμερικλανίστικη φρασεολογία του τύπου ψάρι, δηλ. newfish, αλλά και την συνοδευόμενη καψωνολογία, bunnies δηλ. λαγουδάκια (ναι, ναι, αυτά της αεροπορίας, αυτά που καταστρέφουν τα γόνατα των μαθητών της Ικάρων και μελλοντικών χειριστών και τους καθιστούν ανίκανους για πτήση στα 30). Ο ελληνικός στρατός αμερικανοποιήθηκε μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, οπότε και ήρθαν οι περιβόητοι μεγάλοι αμερικανοί εκπαιδευτές να εφαρμόσουν ό,τι ακριβώς έκαναν στους ανυπάκουους νέγρους, αλλά και γενικότερα ότι ακριβώς συμβαίνει στην αμερικανική κοινωνία - για να γίνεις ηγούμενος πρέπει να σε γαμήσει ο προηγούμενος. Και όχι μόνο με τις gay προεκτάσεις, αλλά με την γενική ερμηνεία που υπαγορεύει στον παλιό να γαμήσει τον νέο, ανεξαρτήτως αν αυτό θα καταστρέψει την συνοχή του στρατεύματος, ή θα προκαλέσει περαιτέρω ανυπακοή.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών των αλλαγών ήταν η απομάκρυνση του ελληνικού στρατού από τις γαλλικές του, ίσως πιο φλωρè, καταβολές -όμως απολύτως επιτυχημένες πλην του 1897- και η μετατροπή του σε έναν απέραντο δημοσιοϋπαλληλικό παράδεισο για τα μόνιμα (ανιστόρητα και γενικώς ανεκδιήγητα) στελέχη, αλλά και ένα θέατρο του παραλόγου για τους κληρωτούς (φωνές, βλαχιές, μαγκιές, κλανιές και κωλοφινιστρινιές). Περιττό, δε, να ειπωθεί πως, από το 1950 και έπειτα, ο απολογισμός των θερμών επεισοδίων στις οποίες ενεπλάκη η 51η πολιτεία των ΗΠΑ (δηλ. Ελλαδίτσα) έχει μόνο αποτυχίες, όπως ακριβώς και των άλλων ΗΠΑ (βιετνάμ, κόλπος, 8 χρόνια κυνηγάμε κάτι τύπους με νεροπίστολα και στρινγκοπαντόφλα που τους λένε ταλιμπάν κλπ.)

- Λόχος. Ημί---ανάς! Πουώς είστι έτσι ρε κουωλόψαρα παρατεταγμίνοι;
Όλος αυτός ο στοίχους ένα κλικ αριστερά!!
- (ψελλίζοντας στην παράταξη) ...Τι ένα κλικ ρε πουσταρά κωλόβλαχε, το ήξερες και στο χωριό σου το κλικ!

τυφέκιο (sic) Μ1- διακρίνονται τα ρυθμιστικά με τα κλικ (από dryhammer, 15/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έλεγχος ή διασταύρωση ανεπιβεβαίωτης πληροφορίας.

Προέρχεται από το αγγλικό «check» που σημαίνει, ακριβώς, «ελέγχω», «διασταυρώνω». Ο όρος διαδόθηκε στο ευρύ κοινό κατά τη δεκαετία των ογδόνταζ, μέσω των σατιρικών εκπομπών της Μαλβίνας Κάραλη («Malvina Hostess»), που αποτέλεσαν πρόδρομο παρόμοιων εκπομπών («Αλ Τσαντήρι», «Ελληνοφρένεια» κλπ).

Ενίοτε, ο όρος χρησιμοποιείται και για αναξιόπιστα πρόσωπα, π.χ. «θα σε τσεκάρω», ή «θα την καρατσεκάρω» κλπ.

  1. - Μου είπαν ότι στο σλανγκρ κυκλοφορεί λαθραία τσόντα. Δες το λήμμα «μουνί καλλιγραφίας».
    - Τι μου λες; Θα το καρατσεκάρω πάραυτα!

  2. - Η Μαίρη πήγε για δουλειά στην Αθήνα.
    - Πήγε για δουλειά ή για «δουλειά»;
    - Λες; Θα την τσεκάρω!

Malvina Hostess (από panos1962, 12/11/09)

Βλ. επίσης καρατσεκαρισμένο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

< damage (Αγγλ.)

Όρος σε ηλεκτρονικά διαδικτυακά παιχνίδια όπου οι παίκτες καταφέρουν πλήγματα στους αντιπάλους τους που αποδίδονται με αφαίρεση από τις μονάδες ζωής του κατακαημένου αντιπάλου (warcraft, starcraft, command and conquer, diablo, κλπ)

Ενδιαφέρουσα είναι η χρήση του (όχι ιδιαίτερα παραγωγικού) μορφήματος -/eli/.

Παίκτης προς αντίπαλο: - Θα φας τρελό νταματζέλι τώρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοφιλής αγγλικανική έκφραση, στο πνεύμα του «γιατί δεν αυτοκτονάς να ησυχάσουμε;». Αναφέρεται στον ορθό τρόπο κοπής των φλεβών του χεριού του δυνάμει (θα θέλαμε!) αυτόχειρα συνομιλητή μας (κατά μήκος - όχι κάθετα), ούτως ώστε να απαλλαγούμε εμείς από την ενοχλητική του παρουσία και εκείνος από τη μιζέρια του ή τα χειρότερα που θα τον βρουν αν δε το κάνει, μια ώρα αρχίτερα.

- Είδες τον Άδωνι το απόγευμα στο πάνελ; Ξεσπάθωσε! Καιρός ήταν πια!
- Μια συμβουλή φίλε... it's down the road, not across the street...

ξεστραβώσου. (από Jonas, 28/10/09)για τους μερακλήδες υπάρχει και η τεχνική "σταυροβελονιά". (από Jonas, 28/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά του ντελικατέσεν, που σημαίνει φίνα ή εκλεπτυσμένα φαγητά ή εδέσματα γενικότερα. Λέγεται κατ' ευφημισμόν για το ντερλίκωμα, το νταλάκιασμα ή τα κακής ποιότητας φαγητά, γύροι, πίτες, σουβλάκια και άλλα βρώμικα.

  • Τι λέει; Θα πάρουμε κανα ντερλικατέσεν; Πείνασα...
  • Πλακωθήκαμε στα ντερλικατέσεν. Γουρουνιάσαμε σου λέω!
  • Τι θα φάμε; Έχει εδώ κοντά κανένα ντερλικατέσεν, ή να χτυπήσουμε καμιά πίτσα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το μικρό σκυλί (το λέμε και για μεγάλα αλλά ειρωνικά). Τελείως κοροϊδευτική λέξη έχει παρόμοια σημασία με τον ποκοπίκο, όσο αφορά το μέγεθος. Είναι και αρσενικού γένους, αλλά και ουδέτερου. Προέρχεται από το αμερικάνικο goofy goober, που είναι το χαζό άτομο, ο σπασίκλας.

  1. - Και εκεί που ήμουν πάνω στο στρογγυλι, με πήρε στο κατόπι ένας γκούφη γκούπερ και ξέρεις, τι να κλάσω με το πενηντάρι... οπότε έφαγε ένα κλωτσίδι το καημένο...

  2. - Κοίτα αγάπη μου! Μας πήρα ένα σκυλάκι! Κανίς-Γκριφόν είναι!
    - ΧΑΧΑΧΑΧΑΧ!!! Τι είναι αυτό το γκούφυ γκούπερ;!;! Roflcopter!
    - ΧΩΡΙΖΟΥΜΕ!

  3. Με κάλεσε ο Πέτρος σπίτι του και είχε έναν γκούφη γκούπερ ΝΑ! Μου πήγε το σκατό στη κάλτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υπερκατσαρό μαλλί, σαν αυτό που έχουν οι νέγροι, οι αφρικανοί, εξού και το όνομα. Ο όρος προέρχεται από την αγγλική ορολογία της τρίχας (afro ή fro).

- Το άφρο μαλλί δεν είναι πια της μόδας.
- Ευτυχώς!

(από ironick, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουδεμία σχέση με το πασίγνωστο λαϊκάντζικο, τουρκαλάδικης προελεύσεως ντέρτι - dert, που σημαίνει το βάσανο, τον καημό, το μαράζι, το μεράκι και άλλα γλοιώδη που παραπέμπουν σε ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες.

Ντέρτι (dirty = βρόμικο, βρωμιά) είναι αγγλικός όρος της διεθνούς των ναρκωτικών. Είναι η δηλητηρίαση του αίματος, η πλέον συνηθισμένη αρρώστια από την ενδοφλέβια χρήση ηρωίνης, η πλέον κλασική νίλα που μπορεί να φάει κανείς από ένα βάρεμα / σουτάρισμα πρέζας.

Ο ενεσάκιας / δοσάκιας παθαίνει ντέρτι, όταν ξένα σώματα / προσμείξεις / βρομιές / μικρόβια / μύκητες παρεισφρήσουν στο ενέσιμο διάλυμα κατά το μαγείρεμα και ακολούθως περάσουν στο αίμα. Το ντέρτι είναι βέβαια όρος-ομπρέλα: ντέρτι από ντέρτι διαφέρει.

Δεν είναι εύκολο να εντοπίσεις από που προήλθε η βρομιά. Το πιο συνηθισμένο είναι να βρίσκεται ήδη στη σκόνη που ψώνισες. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, κυκλοφορεί η πλέον νοθευμένη ηρωίνη όλης της Ευρώπης (μόνο 20% κατά μ.ο. καθαρή ουσία). Ουσίες νοθείας («κοψίματος») μπορεί να είναι οτιδήποτε, από ζάχαρη και ντεπόν μέχρι κιμωλία, μαρμαρόσκονη και έτερα οικοδομικά υλικά... Βρόμικο μπορεί να είναι και το κουταλάκι επί του οποίου έλαβε χώρα το μαγείρεμα. Βρόμικο μπορεί να είναι το χρησιμοποιημένο σέο (σύριγγα-φυσούνα-γκαν) με το οποίο έγινε η ένεση. Ξένα σώματα μπορεί να είχε ακόμη και το αγνό όξινο λεμονάκι που χρησιμοποίησες ως διαλύτη.

Τα συμπτώματα του ντέρτι είναι παρόμοια με αυτά μιας γερής ίωσης: ρίγη, ζαλάδες, πυρετά, πόνοι στα κόκαλα, τάση για εμετό κλπ. Καλό είναι μόλις εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα, να πλακώσεις κανά δυό ασπιρινιές, μπας και το καταστείλεις. Αλλιώς, πάμε στα πιο χοντρά, π.χ. κάποιο φαρμάκι για τα σπασμωδικά σοκ... Το ντέρτι κρατά συνήθως αρκετές ωρίτσες, όπου πονάς ολόκληρος, ιδρώνεις και ξεϊδρώνεις, σπαρταράς σαν το ψάρι έξω απ' το νερό. Οι πρεζάκηδες παραμυθιάζονται πως σου περνάει αν ξαναπιείς στο καπάκι απ' τη βρώμικη πρέζα... Κλασικός αστικός μύθος που παίζει πολύ και για τα ξίδια.

Ως ελάχιστο μέτρο προφύλαξης από το ντέρτι, οι πρεζάκηδες ρίχνουν στο κουτάλι, αφού η σκόνη βραστεί και βρίσκεται σε υγρή μορφή, ένα κομμάτι μπαμπάκι ή ένα φίλτρο από τσιγάρο (συνήθως τα μικρούλια φιλτράκια για στριφτά). Εκεί καρφώνουν τη βελόνα και μέσω αυτού κάνουν την αναρρόφηση προς τη σύριγγα.

  1. Το απλό ντέρτι σίγουρα δεν είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να πάθει κανείς από ενδοφλέβια χρήση πρέζας. Από χρησιμοποιημένες και μη αποστειρωμένες σύριγγες κονομάς πολύ χειρότερα πράγματα: έιτζ, ηπατίτιδες, ενδοκαρδίτιδες, τέτανους.

  2. κανονίζει να προμηθεύεται τακτικά σωστά κομμένη πρέζα ώστε να μην αρωσταίνει αλλά και να μην παθαίνει ντέρτι. (Από εδώ)

  3. Συχνά οι χρήστες παθαίνουν το λεγόμενο «ντέρτι» (dirty - βρώμικο), όταν ξένα σώματα ή προσμείξεις παρεισφρύσουν στο ενέσιμο διάλυμα, με σημαντικούς κινδύνους για τη ζωή τους. (Από εδώ)

πρέζα (από johnblack, 07/08/09)Dirty: ρίγη, ζαλάδες, πυρετά, πόνοι στις δαγκάνες, ταση για εμετό κλπ.  (από Vrastaman, 07/08/09)Κίμωλος: Η "κιμωλία γη" χρησιμοποιείται για το κόψιμο της ηρωΐνης.  (από allivegp, 07/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κύριος και Κυβερνήτης (ιστιοφόρου πλοίου) αλλά κατά βάση ένας ακόμα επινοημένος τίτλος που αποδίδεται σε Γουίνστον Γουλβς, Μαγκάιβερς, ακριδάτους, και γενικά τρισδιάστατους και ανοξείδωτους καταφέρτζουλες ανθρώπους που στους φακούς των γυαλιών τους προβάλλονται διαρκώς σχετικές με την κατάσταση ενότητες του οδηγού επιβίωσης των SAS. Εάν η διάθεση είναι ειρωνική έχουμε να κάνουμε με Master Debators.

Τη δύναμη του ο τίτλος την αντλεί από το ότι απηχεί την υπακοή που εκφράζεται τόσο με την δουλοπρέπεια μπρος στην ισχύ του «Yes Master» όσο και την πειθήνια εκτέλεση εντολών του «Jawohl! Herr Kommandant».

O αιώνιος αντίπαλος του Master Commander είναι φυσικά ο Cobra Commander.

- Σε είκοσι λεπτά....; Μα πόσο master commander είσαι...
- Δε βρήκα κίνηση ρε συ...

- Δικέ μου μη μου το παίζεις master commander γιατί μου γκίζει, κοιμήθηκε ο Θεός να 'ούμε, γαμώ την κωλοφαρδία σου γαμώ...
- Ε, ξερ'ς τώρα συ, ξέρ'ς τώρα συ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified