Selected tags

Further tags

Όρος της punk και metal κοινότητας που βρίσκεται όμως ακόμα σε μικρή ηλικία ή που αποτελείται από κατσαπάνκηδες και ποζέρια. Βασικά είναι το mosh. Θρυλικό στις χοροσπερίδες και στις συναυλίες, ειδικά με fear of the dark και αντίδραση.

-Πωπω ρε μαν! Πώς έγινες έτσι; Στην πέσανε τίποτα μουνοπανάδες για φέρμα;
-Όχι ρε μαλάκα. Είχα πάει που λες χτες στην χοροσπερίδα του σχολείου της έτσι μου, κι εκεί που την μπαλαμουτιάζω χαλαρά βάζει fear of the dark και με παρασέρνουν τα φρίκουλα μες στη σχιζοφρένεια! Γάμησέ τα....

Ακόμη: πόγκο, κολυμπηθρόξυλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικός και λιγάκι απαρχαιωμένος όρος που προέρχεται ή έστω διαδόθηκε από την ιδιόλεκτο των χάπατων στα 90's και που περιγράφει την ευφοριογόνο (αγαπογόνο ίσως) ψυχοτρόπο δράση διάφορων ουσιών (με πατριάρχη το eψιλον), σε αντιδιαστολή προς την παραισθησιογόνο (που εξασφαλίζεται από τη συνομοταξία των τριπακίων).

Συντάσσεται με το «δίνω», «βγάζω», σπανιώτατα «σκάω φήλινγκ». Πιο ιδιότροπη και τώρα πιο διαδεδομένη η χρήση ως περιγραφή του γενικού κλίματος και συναισθήματος που αποπνέει ένας μέρος και μια κατάσταση.

Ακόμα πιο ιδιότροπη η χρήση του ως περιγραφή της «αύρας» ενός ατόμου (βλ. παράδειγμα).

- Τι λέει ο καινούργιος συνάδελφος; - Καλά με τον καΐλα δε βγάζεις άκρη... Τον έχωσα λίγο να βοηθήσει στο πατάρι και άρχισε και μου λέγε «Αδερφέ, το φήλινγκ σου, την αλήθεια σου να μη χάσεις, αυτό έχει σημασία». Τα πιάσαμε τα λεφτά μας λέω....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ κουρασμένος και πεσμένος, είτε σωματικά είτε ψυχολογικά.

- Άσε, δεν έχω κουράγιο για τίποτα, μετά τον πρόσφατο χωρισμό είμαι συνέχεια ράκος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κολλημένος με κάποιο συγκεκριμένο σήριαλ. Ελαφριά μορφή της ασθένειας η οποία μπορεί με τον καιρό να εξελιχτεί σε χρόνια και βαριά (έως θανατηφόρα για τον εγκέφαλο).

Η γυναίκα μου είναι τηλετζάνκι. Όταν παίζει τις «Νοικοκυρές σε απόγνωση» μπορώ να πηδάω άφοβα την μπέιμπι-σίττερ στο διπλανό δωμάτιο.

Το μπουγαδοκόφινο δεν βλέπω πουθενά (από Marco De Sade, 25/03/09)Πάντα υπάρχουν και χειρότερα... (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πασίγνωστη λαϊκή έκφραση σχετικά με την στάση ζωής, απόρροια αβυσσαλέας φιλοσοφίας και μακροχρόνιας εμπειρίας βάσει του τριγώνου γεύση-όσφρηση-κώλος.

Η μεγαλύτερη συχνότητα παπαγαλισμού της έκφρασης παρατηρείται από σταρχιδιστές και βετεράνους συνταξιούχους σε καφενεία, ουζερί και τσιπουράδικα μετά την πόση του τρίτου ποτηριού από το εκάστοτε οινοπνευματώδες ποτό -τελετουργικό με ρίζες απ'την Πυθία- οπότε και περιέρχονται σε φιλοσοφικό οίστρο και έκσταση. Κατ' αυτόν τον τρόπο καταπιάνονται από τα αρχέγονα μυστήρια της ζωής και του σύμπαντος μέχρι και το μυστήριο της απόλυτης γεύσης του ελληνικού καφέ στην χόβολη.

Επίσης άξιο αναφοράς είναι πως αν ειπωθεί και στο τέλος συνοδευτεί από πονηρό σεξουλιάρικο χαμόγελο, 99% το άτομο αυτό είναι πισωγλεντζές.

Σαν κύριο σκοπό και στόχο η ρήση της έκφρασης έχει την άρση αρχών και την υποβίβαση και ασημαντότητα οποιουδήποτε προβλήματος, κυρίως λόγω του εφήμερου της ανθρώπινης ζωής, καθιστώντας το αυτόματα πρόβλημα του κώλου.

Φυσικά η έκφραση του πάνσοφου ελληνικού λαού είναι αλληγορική. Το τρίτο σημείο αναφοράς όπου και εξελίσσεται κλιμακωτά η κορύφωση -ο κώλος για τους αδαείς, συμβολίζει το βαθύ τούνελ της ζωής, όπου οποιαδήποτε ευκαιρία πρέπει να την αρπάζουμε, όπως αρπάζει ο κώλος τα συναφή του.

Μπάμπη, τόσο κεράτωμα που σου έριξε η πρώην σου, αν ύψωνες το κεφάλι στον δρόμο θα έκανες το τρόλεϊ. Έπρεπε να χωρίσεις. Εξάλλου τίποτα δεν κρατάει για πάντα σε αυτή την ζωή, ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε και ό,τι αρπάξει ο κώλος μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βικτίμια ή βικτιμάδες αποκαλούνται τα εκούσια θύματα των τάσεων της μοδός, της ποπ κουλτούρας, της τρέντι πολιτικής, γουατέβα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ορδές σούργελων με Juicy Cuture γιομάτα τρουκς και γελοίες μπότες Ugg (το ένα χέρι στο iPhone και το άλλο στις «50 αποχρώσεις του γκρι») που παρελαύνουν έφιππες σε επινοημένα αλόγατα με υπόκρουση το ώπα γκάγκναμ στάιλ (φωτογραφία από τις αρχές του´13).

Οι γιαλόμες θεωρούν ότι κραδαίνοντας επώνυμα αγαθά (ή μαϊμούδες αυτών), το βικτίμι ελπίζει ότι θα αποσπάσει θαυμασμό και ρισπέκ ανάλογο προς τη πραγματική (ή φαινομενική) αξία τους, και καταντά έτσι θύμα της κενόδοξης ανασφάλειας του. Αλλά ποιος τις χέζει τις γιαλόμες, είναι οι χειρότερες βικτιμούδες όλων.

Εκ του fashion victim (λεξιπλασία του Oscar de la Renta).

1. Το παλιό συνυπάρχει με το καινούριο, το καλόγουστο με το κιτς, οι αντίκες με τα παλιατζίδικα, οι πλανόδιοι πωλητές (κερασι τραγανοοοοοοοοοοοοό) με τα επώνυμα καταστήματα, οι φλώροι με τους ντιζαϊνάτους, οι ψαγμένοι με τα βικτίμια

2. Εκεί όλοι ανήκαν σε κάποια φυλή, υπήρχαν χίπιδες, βικτίμια, ροκαμπιλάδες, μέταλα, αναρχικοί και φυσικά γότθοι, οι οποίοι ήταν πιο κομψοί απ’ όλους

3. Το γαλλικο νυχακι κι εγω για ασπρο το'χω, αλλα μπορει να εχει προχωρησει η επιστημη, δεν ξερω. Μια βικτιμού στη δουλειά, μου ειχε στειλει μαιλ για το νεο μανικιούρ Loubouten (δεν ξερω αν γραφεται ετσι, χεστηκα). Απεξω κοκκινο και απο μεσα μαυρο. Αστα, μην ρωτησεις καν......

4. επισκέφτηκα το γνωστό «σκακιστικό» βιβλιοπωλείο στα Εξάρχεια, πέφτω πάνω σε κάτι πιτσιρικάδες και «να’σου το Γκρέιχοκ» και «έτσι ο Γκρέιχοκ» και μόνο τη λέξη Γκρέιχοκ άκουγα. Ααα, λέω (σαν κλασικός μάρκετινγκ βικτιμάς) νά λοιπόν το νέο μου φαρμακερό βέλος που θα προστεθεί στην ποικιλώνυμη σκακιστική μου φαρέτρα… πάω σε μια κοπέλα υπεύθυνη και ζητάω λοιπόν το «άνοιγμα Γκρέιχοκ» ή τον σκακιστικό συγγραφέα Γκρέιχοκ… « Το Γκρέιχοκ είναι ρόουλ πλέινγκ γκέιμ, κύριε!» με κατακεραύνωσε. Για τα σκακιστικά, στο ραφάκι στο βάθος.»…έφυγα σα βρεγμένη γκρίζα γάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Παρηγορητικό: η αισιόδοξη βερσιόν της λέξης έχει να κάνει με το γαμήσι-παρηγοριά, τ. φιλικό, ή απλώς το γαμήσι που μας κάνει ο/η σύντροφός μας δώρο όταν έχουμε νεύρα ή στεναχώριες, μπας και ξελαμπικάρουμε λίγο (αν βέβαια είμαστε σε θέση να γαμηθούμε και δεν μας έχει φάει η κατάθλα).

  2. Παρηγορητική: η απαισιόδοξη βερσιόν υπονοεί «παρηγορητική ιατρική / θεραπεία / χημιοθεραπεία» και είναι αυτή που θα σου δώσουν όταν δεν την βγάζεις άλλο, αλλά τεσπα μπορείς να ζήσεις, με τη βοήθεια της χημείας, λίγο παραπάνω -και να πεθάνεις κάπως πιο ανώδυνα.

  1. Μωρό μου δεν σε βλέπω στο τσακίρ, μήπως να σου ρίξω κανα παρηγορητικό να χαρεί το ματάκι σου;

  2. Η μετάπτωση στην παρηγορητική πρέπει να συνοδεύεται με την διαβεβαίωση ότι η διακοπή της ενεργού θεραπείας δεν σημαίνει εγκατάλειψη. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψυχίατρος, ο ψυ, ο σρίνκης, η γιαλόμα, στα καλιαρντά, εκ του ανεμοβίβα = ψυχή, εκ του άνεμος και βίβα= ζωή (< ιταλικό viva= ζήτω ή vita= ζωή).

Καλέ, αφού άβελε γύρες με τα αγλαροπουρά στα αγλαρόκεντρα και άβελε διακόνα στο μπερντέ, τι περίμενες; Που παραλίγο να αβέλει τη γκόντα της στο αδικοκούτι με τις κουρούνες που του βούελε. Αχαλοσύνη την έπιασε την καραμποντού και έτρεχε στους ανεμοβιβάρηδες, γιατί ένας κουρσικεμές φίλος του, του κουσκούσευε ότι η ηρακλοβιρτζίνω του τον απατούσε με ένα κουμουνότεκνο και αβέλει το κάρο η καραμποντού και τους έπιασε στον καραφλότοπο, την ώρα που εκείνη έκανε έκτρωση. Μου τα είπε εμένα ο ίδιος, που πέρασε από το μαγαζί να πιεί καημοζούμι και τα κατόλια να πέφτουν σύννεφο. (Αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που στο κεφάλι του έχει σκατά αντί για μυαλό, ο σκατόμυαλος. Η έμφαση είναι περισσότερο στο ότι έχει χαλάσει το μυαλό του, επειδή είναι και σκατόψυχος, είναι ένας κακός άνθρωπος, και λιγότερο σε μια σκατά εμφάνιση, όπως έχει ο σκατομούρης σκατομούτσουνος με σκατόφατσα. Σε σχέση με το σκατόψυχος, όμως, σημαίνει και ότι ως συνέπεια της σκατοψυχίας του, έχει χαλάσει το μυαλό του, έχει χάσει την πνευματική του διαύγεια, ας πούμε. Δεν είναι δηλαδή μόνο θέμα ψυχικής διάθεσης, το έχει κάψει το μυαλό του. Στον γούγλη διαπιστώνω ότι λέγεται συχνά για ανθρώπους που έχουν σκατά πολιτική τοποθέτηση, και λόγω αυτής γίνονται σκατόψυχοι, είτε είναι ναζίδια,

είτε έχουν κάποια άλλη πολιτική τοποθέτηση, όποια, με την οποία διαφωνούμε. Αγγλιστί λέγεται shithead και είναι πολύ διαδεδομένη βρισιά.

Υπάρχει επίσης ένα παιχνίδι με τράπουλα με το ίδιο όνομα, το οποίο έχει έρθει και στην Ελλάδα (δες).

  1. Ο αναρχοάπλυτος σκατοκέφαλος Σακελλαρίδης φώναζε "μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι". (Εδώ).
  2. Εντελώς ωμά και με αδιάσειστα πλέον στοιχεία, ο Αντώνης Σαμαράς είναι ένας σκατοκέφαλος. (Εδώ).
  3. Αυτός ο ματσωμένος σκατοκέφαλος που έθεσε σε κίνδυνο το μισό αυτοκινητόδρομο για να κάνει φιγούρα στη γκόμενα είναι ακόμα ελεύθερος; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρα-γιαλομίζουσα έκφραση που προειδοποιεί τους πέριξ πως ο εν λόγω χρήζει ειδικού χειρισμού λόγω πιθανότατης απρόβλεπτης αντίδρασης σε είδος και ένταση σε οποιοδήποτε ερέθισμα δοθεί από το περιβάλλον.

Χρησιμοποιείται με αισθητά αυξημένη συχνότητα, έως αποκλειστικότητα, από τα δυο επόμενα του πρώτου φύλα, ίσως διότι οι δικαιολογίες περί ανάδρομου Ερμή, απότομων καιρικών μεταβολών και απροσδιόριστων σωματικών ενοχλήσεων δεν κρύβουν τίποτε παραπάνω από νευράκια, αγαμησιές «κι όλα τ’ άλλα δύσκολα που έχουν τα κορίτσια»♬♬ ενίοτε και σε συνδυασμό.

Σαφέστατα το ρίξιμο ενός κρύου, η πικρή σοκολάτα και το ..ξεμάτιασμα (κατά φθίνοντα βαθμό) βοηθούν μέχρι την επόμενη Κρίση.

1ο

Στο ίδιο στάτους βρισκόμεθα. Καλά κι εγώ γενικά, αυτή τη στιγμή είμαι στα περίεργα μου. Βασικά έχω προσβληθεί από μια χάρντκορ ίωση που τριγυρίζει, πονάνε κόκαλα και τέτοια. Κούμπωσα ντεπόν να την παλέψω στη δουλειά (ορθοστασία γαρ), αλλά τώρα με ξανάπιασε. Κι έχουμε κι εξεταστική, να μη ξεχνιόμαστε. Τα δικά σας.

2ο

Αν υπάρχει κάτι που μου αρέσει... είναι που πιάσατε το νόημα της εγγραφής (πλάκα κάνω). Καλημέρα παιδιά! Λογικά από εδώ και πέρα θα βάζω τις εγγραφές στην αυτόματη δημοσίευση όπως ήταν και αυτή χτες... Είπαμε είμαι στα περίεργά μου.

3ο

Τώρα θυμήθηκα το "χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια, μόνο τρόπο να κοιτάνε". Συγχωρήστε μου την πολυγραφία μου. Είμαι στα περίεργά μου :)

4ο

H Nτόρα Mπακογιάννη είναι στα... περίεργά της. Βρίσκεται ανάμεσα σε μια κατάσταση αγάπης και μίσους, στο «ζευγάρι» Ευρωπαϊκή Ένωση-Τουρκία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified