Further tags

Το να βάζουμε τα γυαλιά ηλίου, όχι στα μάτια, αλλά στο πάνω μέρος του κεφαλιού μας, πάνω από μαλλιά (ή φαλάκρα), έτσι ώστε να κοιτάζουν στον ήλιο, σαν να είναι ηλιακός θερμοσίφωνας σε ταράτσα σπιτιού.

Αγαπημένη έκφραση Ανίτας Πάνια.

-Εσύ αρχηγόπουλο τι τον θες τον ηλιακό θερμοσίφωνα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αιδοίο.

1) Επειδή ρίχνεις ψήφο. 2) Επειδή κανείς δεν ξέρει τι θα βγει από την κάλπη. Το δεύτερο παίζεται στην εποχή των έξιτ poll, αλλά και των υπερηχογραφημάτων.

Με λίγη φαντασία παραπάνω και για τον κώλο για δύο παρόμοιους λόγους.

Ρίξ' την ψήφο αγόρι μου στην κάλπη! Ριξ' τη δαγκωτή, να βγάλεις αυτοδυναμία, να ολοκληρώσεις την τετραετία.

Όταν ο Σταύρος Θεοδωράκης εμπνέεται από το σλανγκρ. (από Khan, 20/05/14)Στο 0.55. (από Khan, 26/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκεκριμένη λέξη περιγράφει τα πολύ μικρά ζώα ή ζωύφια.

Μεταφορικά αποτελεί μειωτικό χαρακτηρισμό για τιποτένιους και ασήμαντους ανθρώπους, ταυτίζοντάς τους με ζωύφια, η ζωή των οποίων ουδεμία αξία έχει.

Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδος χρησιμοποιείται για την περιγραφή του αγριμιού. Ετυμολογικά κατά πάσα πιθανότητα συνδέεται με τη λέξη ζώο [αρχ. ελληνικά ζώδιον, με τροπή του ω σε ου].

  • Ποίημα από το διαδίκτυο:

Και χαιρετώ από μακριά κάθε πουλί
και κάθε ζούδι φτερωτό
που ακυβέρνητο τρυγάει τα πλήθη
Η ζήλια μου ενέχει απελπισία
Αφού με ξέρεις
τι δε μου μιλάς φθινόπωρο;

  • Φύγε από εδώ ρε ζούδι, που με απειλείς κιόλας, μην αρπάξω κανένα
    παλούκι..

  • Απόσπασμα ιστορίας εθνολογικού χαρακτήρος από το διαδίκτυο:

«Δεν είδαν όμως τίποτα και πάλι το πρωί βρήκαν 1 πρόβατο πεθαμένο. Το συζητήσαν και με άλλους και αφού δεν βρίσκανε λογική εξήγηση φωνάξαν τον αλαφροίσκιωτο. Εκείνος παραφύλαξε το βράδυ και τους είπε ότι ήταν κάποιο ζούδι που σκότωνε τα πρόβατα. Ο αλαφροίσκιωτος τους είπε ότι την επόμενη νύχτα πρέπει να μαζευτούν 4-5 άτομα, να φέρουν λίγο μπαρούτι και να κάνουν ότι θα τους πει αυτός. Τους είπε ότι πρέπει να ανάψουν μία φωτιά και να καθήσουν όλοι γύρω γύρω και να έχουν το μπαρούτι έτοιμο να το ρίξουν στη φωτιά μόλις τους πει »τώρα«. Τους είπε όμως ότι αυτό πρέπει να γίνει την στιγμή ακριβώς που θα τους έδινε εντολή και πως ότι κι αν τον δουν να παθαίνει σε καμία περίπτωση να μην ρίξουν το μπαρούτι πριν. Όντως το βράδυ έκαναν ότι τους είπε. Στις 12 η ώρα ο αλαφροίσκιωτος σηκώθηκε πάνω κι άρχισε να μιλάει σε κάποιον που δεν βλέπανε. Σε λίγο ο τόνος του είχε γίνει πιο θυμωμένος και έδειχνε σαν να δέχεται αλλά και να ρίχνει χτυπήματα στον αέρα. Οι άλλοι φοβήθηκαν πολύ. Ξαφνικά τον βλέπουν να έχει γίνει κατακόκκινος και να να βγάζει βογγητά σαν κάποιος να τον έπνιγε. Τότε τα χρειαστήκαν όλοι και δεν ξέρανε τι να κάνουνε. Και τότε με ξέπνοή φωνή τους είπε »τώρα« και ρίξαν το μπαρούτι στη φωτιά. Μετά την μικρή έκρηξη ο αλαφροίσκιωτος άρχισε να αναπνέει και να συνέρχεται. Τους είπε ότι τώρα είχε το ζούδι υπό τον έλεγχό του και ρώτησε τον πατέρα του παππού μου που θέλει να το στείλει. Τότε όλοι μαζί είπαν στο μαντρί του τάδε (ενός που δεν τον συμπαθούσαν). Από το επόμενο βράδυ αρχίσαν να πεθαίνουν τα πρόβατα του αλουνού ένα ένα!»

Άγριο ζούδι, που προκαλεί τρόμο (από krepsinis, 05/02/09)

Σχετικά: έχνος, το, ζουλάπι, το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τηλεοπτικό παράθυρο σλανγκιστί.

Μαζεύτηκαν πάλι όλοι οι μαϊντανοί στα παραθύρια κι έγινε το μάλε βράσε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O βρικόλακας σύμφωνα με τη βιβλιογραφία είναι ο νεκρός που, σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, βγαίνει τις νύχτες από τον τάφο του και γυρίζει ανάμεσα στους ζωντανούς για να τους πιει το αίμα και γενικότερα να τους βλάψει.

Η έννοια κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό, είναι η αφαίρεση αίματος από έναν ζωντανό οργανισμό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η λέξη έχει χιουμοριστική χροιά.

Ως βρικόλακα στη συγκεκριμένη περίπτωση θεωρούμε κάποιον/α νοσοκόμο/α μιας νοσοκομειακής μονάδας που ασχολείται με την αιμοληψία. Η αιμοληψία βέβαια απ' αυτόν τον βρικόλακα, είναι εθελοντική κι όχι επιβεβλημένη (κλασσική έννοια).

Σε μια εταιρεία έχει έρθει μονάδα εθελοντικής αιμοδοσίας. Οι υπάλληλοι παίρνουν 2 μέρες άδεια απ' αυτήν την υπόθεση:
Πέτρος: Γιάννη, έλα ρε, ο βρικόλακας δε θα μας περιμένει για πολύ. Σε λίγο φεύγει.
Γιάννης: Πάμε να δώσουμε το πολύτιμο αίμα μας. Δυο μέρες είναι αυτές. Θα την περάσω ζάχαρημε τη Λίλιαν.
Πέτρος: Δεν τα ξέρεις καλά τα πράγματα φίλε. Εγώ στη γνώρισα, μαζί θα πάτε; Μαζί μου θα ‘ρθει.
Γιάννης: Κάνουμε κανα πικάντικο;

Έχω και μία κάρτα αιμοδοσίας κι όποτε θέλουν αίμα οι βρικόλακες απ' το νοσοκομείο, όλο και μου γράφουν, αλλά αυτή μάλλον δεν θα χρησιμέψει.
Δες.

Σε ένα πάρτι - όργιο οι βρικόλακες γεμίζουν τα ποτήρια τους με αίμα από ζωντανούς ανθρώπους, που έχουν ανοιχτές τις φλέβες τους (όπως γίνεται με την... αιμοδοσία)!
http://www1.rizospastis.gr/story.do?id=3417914&publDate=15/6/2006

(από GATZMAN, 29/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιδιαίτερα προσφιλής, ειδικά στην κατηγορία των γυναικών-οδηγών, δραστηριότητα κατά την οποία η εκκίνηση του αυτοκινήτου γίνεται μετ' εμποδίων. Διαδεδομένη επίσης και στους κατά τόπους μπάρμπα-Μπρίλιους, είναι η μοναδική τεχνική η οποία μπορεί να προκαλέσει στομαχικές διαταραχές τόσο σε αυτούς που βρίσκονται εντός του αυτοκινήτου όσο και σε όσους το παρακολουθούν από απόσταση (δεν έχει σημασία από πόση, δεν υπάρχει «ασφαλής» απόσταση).

Το ύψιστο αυτό κατόρθωμα πετυχαίνεται με την λεπτή εναλλαγή των ποδιών στα πεντάλ του γκαζιού και του συμπλέκτη και σε ανίατες-χρήζουσες κλινικής βοήθειας περιπτώσεις και το πεντάλ του φρένου. Μόλις αισθανθεί κανείς ότι το αυτοκίνητο πρόκειται να ξεκινήσει σκέφτεται όλα τα κακά που συμβαίνουν στο δρόμο, έρχονται εικόνες τροχαίων στο μυαλό του, επεξεργάζεται την είδηση ότι η Μπεζαντάκου οδηγεί Χάμερ, νιώθει ότι στάνταρ θα έχει καμιά πορεία στο κέντρο και θα αργήσει και μετανιώνει για την εκκίνηση. Πατώντας ξανά το συμπλέκτη απότομα το αυτοκίνητο συμπεριφέρεται με άγριο τρόπο με αποτέλεσμα να τρομοκρατηθεί ο/η οδηγός και να κάνει πράγματα που δεν μπορούν να καταγραφούν αλλά ακόμη κι αν καταγραφόταν δεν θα μπορούσαν να εξηγηθούν από την απλή κοινή λογική που δεν χρειάζεται να είσαι Χάκινεν για να την διαθέτεις. Οπότε το επόμενο πράγμα είναι το αυτοκίνητο να πηγαίνει μπρος-πίσω ωσάν να έχει λόξυγγα.

Δικαιολογίες που προσπαθούν να καμουφλάρουν το γεγονός του λόξυγγα αποτελούν οι: «Προσπαθώ να βρω το φίλινγκ του αυτοκινήτου», «Πω το άτιμο, αν είναι κρύο δεν μπορώ να το ελέγξω», «Καλά προχτές το έκανα σέρβις, πάλι μαλάκωσε ο συμπλέκτης;», «Τι σκατά του κάνει το Μαράκι κάθε φορά που το παίρνει και δεν μπορώ να το οδηγήσω μετά;», «Αμόλυβδη έβαλε ή τζόνι;», «Νταξναούμ, εμένα δε με νοιάζει η εκκίνηση , αλλά το πως το ελέγχω στα 300 χουλουμού ναούμ» και άλλα πολλά το ίδιο ή και χειρότερα γλαφυρά.

- Ρε Τάνια τι θα γίνει με το λόξυγγα ρε συ; 3 χρόνια οδηγάς ακόμη δεν έμαθες να ξεκινάς σωστά; Ήμαρτον επιτέλους!
- Τι να κάνω ρε συ Τάκη, όλα τα δοκίμασα: Κι όταν ήταν στο γκαράζ μόνο του τη νύχτα πήγα να το τρομάξω, και νερό του έβαλα στο ρεζερβουάρ, και την εξάτμιση βούλωσα να μην παίρνει αέρα. Τίποτα, το έχω πάρει απόφαση πλέον.
- ...

(από knasos, 28/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μηδενιστικός και αρκετά ισοπεδωτικός χαρακτηρισμός του γυναικείου φύλου.

Η έκφραση συνδυάζει κάποια υποθετικά χαρακτηριστικά που μοιράζονται οι γυναίκες με τα φίδια όπως το ότι είναι ύπουλες και σου την φέρνουν εκεί που δεν το περιμένεις, με το γεγονός ότι διαθέτουν βυζιά.

Συνήθως χρησημοποιείται σαν αναφώνημα οργής από κάποιον παθόντα, αλλά μπορεί να είναι και επιφώνημα συμπαράστασης από τους φίλους του.

Σίγουρα ένας σκληρός και άδικος όρος.

Ενικός (φίδι με βυζιά) δεν υπάρχει.

«Μα είναι δυνατόν ύστερα απ' όλα αυτά που έχω κάνει γι' αυτήν να με κερατώσει; Πουτάνες, φίδια με βυζιά, όλες τους!»

«Χαλάρωσε ρε συ, αφού ξέρεις ότι έτσι είναι οι γυναίκες, τι περίμενες; Φίδια με βυζιά...»

(από Groucho, 30/11/08)Σχετικό άσμα του τιτανοτεράστιου (;) λαϊκού αοιδού Παντελή Παντελίδη, που μεταφέρει αυτό ακριβώς το feeling (από ThomasTheBarbarian, 18/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λίπος που μαζεύεται στην εξωτερική πλευρά των γυναικείων γοφών σε τριγωνικό σχήμα. Δεν έχει να κάνει με το αν η γκόμενα είναι χοντρή ή αδύνατη, υπάρχουν χοντρές χωρίς καθόλου ψωμάκια και πολύ αδύνατες που δεν βλέπονται. Συνήθως συνοδεύεται από πολλή κυτταρίτιδα. Η γυμναστική δεν βελτιώνει εκ των υστέρων την κατάσταση, ούτε το μασάζ ή οι κρέμες και τα συναφή, η μόνη λύση είναι η λιποαναρρόφηση, αν και πάλι, με την πάροδο των χρόνων, επανεμφανίζονται.

Λέγεται όμως και γενικά για «γεμάτη» γυναίκα στην περιφέρεια.

  1. - Καλά, δε θα σε δούμε μια φορά στην παραλία; Κρύβεσαι; Μπάνια δεν κάνεις εσύ;
    - Πού να βγω έξω ρε Στέλλα με αυτά τα ψωμάκια... Χάλια είμαι. Τουλάχιστον με τα ρούχα δεν φαίνονται τόσο.

  2. - Α, όλα κι όλα. Η Βίβιαν μου αρέσει περισσότερο από τη Λίλιαν. Μπορεί να έχει τα ψωμάκια της αλλά είναι γαμώ τις γκόμενες...
    - Ε είσαι εκτός, φίλε, τί να σου πω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψιλοπαλιό παρατσούκλι των ΠΑΣΠιτών (παλιό, γιατί με τη γενιά της vodaphone έχουμε μπερδέψει τα μπούτια μας σ' ότι αφορά την αντιστοίχηση κώμης - κουλτούρας - πολιτικής θέσης κλπ. -....θα καταλάβετε). Το «φασολάκια» προκύπτει από το ιδιόμορφο και ομοιόμορφο της εμφάνισης των ΠΑΣΠιτών, το οποίο εθύμιζε σε ορισμένους τα συμπαθή ψυχανθή (πράσινο σώμα, όρθιο κοτσάνι). Μιλάμε για τις εποχές όπου ο ζιλές ήταν υποχρεωτικός. Από γνωστό φοιτητικό σύνθημα...(βλ. παράδειγμα).

Πράσινα μπλουζάκια, και τα μαλλιά καρφάκια
δεν είναι οι ΠΑΣΠίτες, είναι φασολάκια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χασάπης στην περίπτωση αυτή είναι ο άγαρμπος τεχνικός οπτικοακουστικού υλικού (τεχνικός προβολής, μοντέρ κττ) που δεν δίνει δεκάρα για τη δουλειά του και την εκτελεί ορθά-κοφτά με την τεχνική με την οποία οι χασάπηδες δίνουν μια στη σπάλα, πχ, και την κάνουν δέκα κομμάτια. Συνώνυμο του σκιτζής.

Ως επιφώνημα, ακουγόταν τον παλιό (καλό;) καιρό στους σινεμάδες όταν ο τεχνικός προβολής ξεχνιόταν (κοιμόταν; γαμούσε;) και κοβόταν ο ήχος της ταινίας ή κόλλαγε κάποιο πλάνο. Το κοινό τότε είτε χειροκροτούσε για να διαμαρτυρηθεί, ή φώναζε «χασάπηηηη!» μπας και ξυπνήσει το παλικάρι και δει ο κόσμος την ταινία. Αυτά βέβαια προ ντιβιντί και νεότερης τεχνολογιάς.

Χασάπης είναι και ο μοντέρ ο οποίος πετσοκόβει το υλικό του, με αποτέλεσμα να «πηδάνε» τα κατ, να μπαινοβγαίνουν άτσαλα οι σκηνές γενικώς.

- Μάκη, εδώ πρέπει να προσέξεις να βάλεις τον λόγο να ξεκινάει λίγο νωρίτερα, να μην ακουστεί «ατάκα».
- Έλα ρε Αντώνη, λες και δε με ξέρεις... για καναν χασάπη με πέρασες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified