Further tags

Ημέρα που βγαίνουν όλες οι άσχημες γκόμενες (βλ. σαύρα).

Πάλι Σάββρατο βγήκαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το παρτάλι (< τουρκικό partal), που σημαίνει το φθαρμένο κουρελιασμένο ύφασμα και το -γκόμενα, σημαίνει τη γυναίκα που είναι εντελώς τελείως τελευταία, δεν βλέπεται, είναι χαμηλότατης κοινωνικής και πχοιοτικής υποστάθμης, που είναι μπάζο, σαβούρα, σκουπίδω, αλλά κυρίως που βγάζει μια κοινωνικο-πολιτισμική υπανάπτυξη. Που τέσπα για να πας μαζί της πρέπει να πιεις τόσο που τελικά δεν μπορείς να πας μαζί της ή με οποιαδήποτε άλλη φορ δατ μάτερ (το double-bind της παρταλογκόμενας).

  1. Ρε παπάρα που δεν σε χωράνε τα ρούχα απο το πάχος, που έχεις να γαμήσεις από την εποχή που ο Νώε μάζευε τα μαϊμούδια για να διασώσει το είδος σου, πας να το παίξεις γαμιάς και πλούσιος ρε ρετάλι από τελευταίο ύφασμα μαγαζιού σε εκποίηση στα παιδάκια εδώ μέσα και να αποδείξεις ότι αν έχει κάποιος λεφτά πηδάει κάθε παρταλογκόμενα ξεκωλοδευτεράντζα, σαν αυτές που συναναστρέφεσαι και βαπτίζεις "μουνάρα" στα βαθιά σου όνειρα μετά από χρήση των ψυχοφαρμάκων που ρουφάς; Ζώο!. Ούτε αυτές δεν σου κάθονται, που είναι οι φώτο ρε ταμτάκο που έταζες; (Από βρις-οφ στο μπου).
  2. Είναι μια παρταλογκόμενα που μόνο αν ήσουν 10 χρόνια ναυαγός σε νησί του Ειρηνικού θα σκεφτόσουν να την πηδήξεις. (Από βρισ-οφ σε σόσιαλ μήδεια).
  3. Η καθε παρταλογκόμενα που την κάνει από την Φλώρινα και πάει Ξεσσαλονίκη ειτε για Σ/Κ είτε για να σπουδάσει και μας σπάει τον πούτσο με Check Ins και φωτογραφίες από το πόσο γαμάτα περνάει και πόσο χαίρεται που είναι στην γαμώπολη, ας της πει κάποιος ότι πρώτον είναι σαν να την έκλασε δεινόσαυρος όταν κάνει ντάκφεϊς και γράφει από πάνω "με τα φρεντουλίνιαζ μου" (καλά μακράν χειρότερο είναι όταν βγάζει φωτό με φόντο τον Λευκό Πύργο και γράφει "Εμένα αγάπη μου, δεν θα με κάνεις ποτέ να κλάψω") και δεύτερον, να μην δείχνει πόσο αγάμητη παρθένα είναι και ήρθε στη Θεσσαλονίκη να γαμηθεί από το χωριό της το αρμενο-αμμοχώρι και κάθε φορά που βλέπει γκόμενο που δεν βρωμάει σαν στάβλος, στάζει το μουνί της μέλι. Γκόμενα της πούτσας που νομίζεις ότι έγινες κάποια, τράβα μωρή να πλύνεις κάνα πιάτο μωρή αρκουδιάρα. (Από κράξιμο στο Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμοί:

  1. Το γνωστό ψάρι (δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση).

  2. Το υπόλοιπο του τελειωμένου τσιγάρου. Εξ ου και γόπινγκ (παράδειγμα 1).

  3. Η ανάξια λόγου γυναίκα. Συνήθως πολύ κοντή (έως 145 cm), άσχημη (βλ. σπάω καθρέφτες) και προκαλεί σεξουαλική αποστροφή (ντεκαβλέ), (παράδειγμα 2).

  4. Για όσους θυμούνται τον απίστευτο χαβαλέ στα συνοικιακά τσοντάδικα της νιότης μας: γόπες ονομάζαμε τους θεατές της πλατείας. Κι αυτό γιατί κατά τη διάρκεια της παράστασης συνηθίζαμε να ρίχνουμε αλεύρι από τον εξώστη στην πλατεία, με αποτέλεσμα όταν άναβαν τα φώτα να είναι οι από κάτω σαν αλευρωμένα ψάρια, έτοιμα για τηγάνι.

  1. Ρε μαλάκες, μην πετάτε τις γόπες κάτω. Γι αυτό μας έχουν σκίσει στο γόπινγκ.

  2. Ρε Βαγγέλη, πώς ήταν έτσι η φίλη της Λουκίας; Εντελώς γόπα δικέ μου.

  3. Στο τσοντάδικο (αφού τελείωσε η παράσταση):
    Από την πλατεία: - Ρε κωλόπαιδα, πάλι αλεύρι πετάγατε; Θα σας γαμήσω.
    Από τον εξώστη: - Θα μας κλάσεις τα αρχίδια μωρή γόπα !!!! ΜΟΥΑΧΑΧΑΧΑ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Όπως λέει ο άλλος ορισμός, μουστάκι είναι «η γκόμενα που δεν βλέπεται με τίποτα». Θα προσέθετα ότι αυτό ενίοτε συμβαίνει, επειδή η γκόμενα όντως έχει μουστάκι, γιατί δεν της μίλησε κανείς για την αποτρίχωση. Αυτή η αξούριστη έντονη τριχοφυία μπορεί να συναντηθεί σε κυρα-περμαθούλες, θεούσες, ταγάρια, λεσβόγκες- αντρούτσους και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Η τοιαύτη γκόμενα (ο θεός να την κάνει) μπορεί να αποκληθεί και Salvador Dali, κατ΄ αντιστοιχία προς την Φρίντα Κάλο.

  2. Μουστάκι ή κάτω μουστάκι (πρβλ. κάτω κεφάλι ) αποκαλείται και το τριχωτό της ηβικής περιοχής στους άντρες καθώς και στις γυναίκες που τυχόν δεν το έχουν ξυρίσει αλλά αφήσει ως Full Bush. Ενδιαφέρουσα έκφραση είναι και το μουστάκι του Χίτλερ που αναφέρεται στην συνήθεια γυναικών να ξυρίζουν μεν το εφηβαίο τους, αλλά να αφήνουν αξύριστη μία λεπτή κάθετη γραμμή κεντρικά πάνω από το μνι τους, θυμίζοντας τον μύστακα του στυγερού ομώνυμου δικτάτορα -μακριά από μας, ιδίως αν κάποιος τους κάνει γλειφομούνι. Το τοιούτο χιτλέριασμα είναι μάλλον παρώ, ενώ ως χαριτωμενιά είχε συνδεθεί με τα επιδειξιομανή παιδιά του σωλήνα, εξ ου και αμερικλανιστί ονομάζεται stripper stripe (αλλά και extended Hitler).

  1. - Τι κάνει ο Σάββας;
    - Αρραβωνιάστηκαν τελικά με την Αφροξυλάνθη...
    - Ποιαν; Τον μουστακαλή;
    - Τι να γίνει; Πάντα ήταν φιλότεχνος. Τώρα θα έχει Σαλβαντόρ Νταλί και Φρίντα Κάλο, δύο σε ένα!

  2. Η Λιανα ειναι αυτη που μου κανει αποτριχωση στο μουστακι (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λύση στο πρόβλημα της αγαμίας, όταν η μόνη διαθέσιμη είναι γκόμενα-γαρίδα: βάζει τσουβάλι στη μάπα ο μάγκας και κάνει τη δουλειά του.

- Εντάξει σώμα ρε φίλε, αλλά δε βλέπεται!
- Τσουβάλι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά αργκό, στα πρόθυρα της εξαφάνισης.

Αντιγράφω τον ορισμό από Το Λεξικό της Πιάτσας του Βρασίδα Καπετανάκη, πρώτη έκδοση 1950.

Βακέττα, ἡ = Τὀ έκ μὀσχου δέρμα. Μ.τ.φ.ρ. Ἡ ὑπερὠριμος γυνἠ. Ἠ δι' αλοιφὢν καί ψιμμυθἰων προσπαθοὓσα νά παρουσιάσῃ φρέσκον, τό γεγηρασμένον καί ρυτιδωμένον πρόσωπόν της.

Κάπως μου κάνει εμένα ότι ο Καπετανάκης έχει στο νου του ειδικά κάποιες αδύνατες που το πετσί τους, στα μπράτσα ας πούμε, έχει κρεμάσει και έχει ζάρες - ειδικά κι αν είναι στον ήλιο, μαυρισμένες και να γυαλίζουν από τις κρέμες, βακέττα είναι η σωστή λέξη και μακάρι να μη χαθεί.

Και το παράδειγμα είναι του Καπετανάκη.

«... Τὴν εἶδες νύχτα καί σοὒ φἀνηκε νἐα· ἄμα θὰ τὴν δῂς μἐρα, τὀτε θὰ καταλἀβῃς τὶ βακἐττα εἶναι...»

Σκίτσο από το Λεξικό της Πιάτσας (από poniroskylo, 12/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο θεσμός (διαγωνισμός) των Καλλιστείων που με τα χρόνια όμως παράκμασε και έτσι κατάντησε σε Χαλιστεία. Χρονολογείται αρκετές δεκαετίες και λαμβάνει χώρα σε όλο τον κόσμο με εξαιρετικά μεγάλη συχνότητα.

Εφεύρεση των αντρών με συμμετοχή ημίγυμνων (ενίοτε και γυμνών) γυναικών. Όπως και το striptease.

Κατά έναν περίεργο τρόπο τα Χαλιστεία χαίρουν καλλιτεχνικής εκτίμησης εν αντιθέσει με το striptease που θεωρείται πρόστυχο. Τώρα, πώς θεωρείται περισσότερο τέχνη και ηθικότερο να στέκεσαι (σαν το άλογο) γυμνή ενώ τουλάχιστον το striptease περιλαμβάνει και χορό, αυτό είναι άγνωστο ζήτημα (ε, βίτσια είναι αυτά).

Απαραίτητο προσόν για δήλωση συμμετοχής είναι μόνο η εξωτερική εμφάνιση.
Αυτό καθιστά τα Χαλιστεία ως το τελευταίο προπύργιο πάσης φύσεως ξούρλου, πυρίξανθης, ξέκωλου και οποιουδήποτε άλλου θηλυκού γένους ζαρζαβατικό. Στο χώρο αυτό έχουν πάσης φύσεως ασυλία και μπορούν να επιδοθούν με άνεση στην μοναδική ικανότητα που διαθέτουν: να στέκονται χαμογελαστές (ιγνοράνοι) χωρίς να κάνουν τίποτα. Έπεται επεξηγηματική εικόνα.

χαλιστεία

Η προετοιμασία διαρκεί αρκετό χρόνο, γιατί οι «σαδιστές» διοργανωτές επιθυμούν στην αρχή να τις δουν ντυμένες και να βαδίζουν. Οπότε ειδικοί επαγγελματίες τις εκγυμνάζουν σε εντατικούς ρυθμούς, αλλιώς θα έβγαιναν στην τελική βραδιά των Χαλιστείων γυμνές μπουσουλώντας.

Όλες σχεδόν οι διαγωνιζόμενες σπουδάζουν μπίζνες αντμινιστρέσιον στην αλλοδαπή και κυρίως στην Αγγλία, πράγμα το οποίο καθιστά τις αγαθές μητέρες τους ευτυχέστατες («η κόρη μου θα γενεί επηστοίμονας!»).

Επίσης, όλες μάχονται σθεναρά για την παγκόσμια ειρήνη, αλλά αν τις ρωτήσεις τι είναι η «Παλαιστίνη», μάλλον θα απαντήσουν δίνοντας σου τον ορισμό της «πλαστελίνης». Έπεται επεξηγηματική εικόνα.

χαλιστεία

Τη βραδιά που διαδραματίζεται η τελευταία πράξη των Χαλιστείων για την επιλογή της νικήτριας, οι διαγωνιζόμενες δείχνουν εγκεφαλική δραστηριότητα (ναι, συμβαίνει και αυτό), προσπαθώντας η μία να «θάψει» την άλλη. Μαχαίρια, πριόνια, δίκαννα, οπλοπολυβόλα επιτρέπονται και είναι θέμα κατινάζ για τις μεσημεριανές εκπομπές της επόμενης μέρας. Γενικότερα ο θεσμός διαπνέεται από άμιλλα και ευγένεια. Έπεται επεξηγηματική εικόνα.

χαλιστεία

Στην Ελλάδα λαμβάνει χώρα άπαξ κάθε έτος. Οργανώνεται από το αφάν γκατέ της κοινωνίας (κάτι απολιθωμένοι καναλάρχες με συνεργασία κάποιων άφυλων πουθενάδων) και παρουσιάζεται από θηλυκές tv-περσόνες που η ευφυΐα τους αγγίζει το απόλυτο μηδέν (η κατάσταση εκείνη στην οποία ένα υλικό δεν έχει καμία ενέργεια: -273,15° C) οπότε και υπάρχει ομοιογένεια καθότι δε διαφέρουν από τις διαγωνιζόμενες. Έπονται επεξηγηματικές εικόνες.

χαλιστείαχαλιστεία

Το βραβείο για τη μεγάλη νικήτρια είναι 15 λεπτά τηλεοπτικής δόξας (με μια μικρή παράταση στα μεσημεριανάδικα της επόμενης μέρας) και μια θλιβερή φωτογράφηση σε κάποιο περιοδικό που το αναγνωστικό κοινό του απαρτίζεται από κάγκουρες (τύπου «Βαβούρα», οι παλιότεροι γνωρίζουν περί τίνος μιλάμε). Για τις πιο τυχερές δε, υπάρχει η δυνατότητα μιας λαμπρής καριέρας ως γλάστρες σε πρωινές εκπομπές που τις σπονσοράρει ο Λουμίδης, σχολιάστριες σε μεσημεριανές τύπου «τα λερωμένα, τ’ άπλυτα» και βωβές συμπαρουσιάστριες του χοντρούλη Θέμου ενδεδυμένες με την τελευταία λέξη της μόδας των εσωρούχων.

Οι μόνοι ικανοποιημένοι είναι: τα χαζοχαρούμενα στελέχη-οργανωτές που προαναφέραμε, η παρουσιάστρια που έχει να γράψει στο βιογραφικό της «άλλη μια σελίδα δόξας(!)» και κάτι γερόντια που πήραν μάτι μέσω της tv (μιας και δεν έχουν πια κουράγιο να πάνε σε ένα striptease της προκοπής όπως ο υπόλοιπος υγιής ανδρικός πληθυσμός).

χαλιστεία

ΑΞΙΑ νικήτρια Χαλιστείων! (Miss Hali 21st Century)

Digital χαλιστεια (από Vrastaman, 23/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που έχει κορμάρα που φουσκώνει παντελόνια αλλά μούρη που εκτροχιάζει τρένα από την ασχήμια της .... και ωσεκτουτού η χρησιμότητά της είναι αυτή της γαρίδας: τρως το σώμα και φτύνεις το κεφάλι ...

- Κολλητέ τσέκαρε κώλο το μωρό...!!
- Το είδα αλλά η τύπισσα είναι γαριδογκόμενα, άμα γυρίσει πρόσωπο θα πάθεις εγκεφαλικό!....

βλ. επίσης γαρίδα, γκόμενα-γαρίδα, γυναίκα-γαρίδα και πεσκανδρίτσα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή τα μάτια του ροφού είναι χαρακτηριστικά μεγάλα, συνηθίζεται κατά δημώδη έκφραση ως ροφοί να χαρακτηρίζονται ομοίως άτομα με σακουλιασμένα, μεγάλα μάτια και γουρλωτά. Άτομα με αίσθηση μοσχαρίσιας απλανησιάς βλέμματος.

Παράδειγμα: Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, «το μετέωρο βλέμμα του ροφού».

Clopy paste Wikipedia, Mes, Hank, GATZMAN.

- Πώς να δεις το φως, όταν κυβερνά ροφός... (για την περίοδο 90-93, ο λόγος)

(από Dirty Talking, 10/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φωτοσοπιά, δηλαδή η επεξεργασία φωτογραφίας με photoshop, που λειτουργεί ως σουπιά, δηλαδή πονηρά, ύπουλα και «θολώνοντας τα νερά» και καλλιεργώντας ψεύδη.

Μεγάλη φωτοσουπιά η Πάμελα Άντερσον!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified