Further tags

Βλέπε λέουρας.

Έλα παλαίουρας, πάρε σκούπα, φαράσι και μόκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μόνος, μοναχούλης.

Γιατί μ' έχετε ρε στην ξωπαρεού; Μάνα δε με γέννησε κι εμένα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνδρας που καυχιέται ότι μπορεί να έχει ερωτικές συνευρέσεις αν και είναι μεγάλος στην ηλικία.

- Βρε μια χαρά είμαι! Φτύσε με! Σημασία έχει που στα 80 είμαι ακόμα μάχιμος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ή αυτή που μας τη δίνει, μας νευριάζει.

Ω ρε αδερφούλα. Τι δοστικιά που είσαι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ολοκαίνουργιος.

Το φράκο μου είναι τσίλικο.

Έφτασε; (από Hank, 14/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα η ωραία, η ναζιάρα, η παιχνιδιάρα...

Ξέρεις τη Μαρία; Τη φίλη της Γιώτας; Είναι μεγάλη μουνίτσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η αδέλφω, δηλαδή η κωλοπουστάρα του κερατά που τον παίρνει και χαίρεται...

Καθηγητής: Ξέρετε ποιοι μας κυβερνούσαν στην χούντα; Αφού ο Ιωαννίδης ήταν αρσακειάδα.
Μαθητής: Τι είναι αυτό κύριε;
Καθηγητής: Ήταν αδελφή ΡΕ...

Η αρσακειάς και το αλάνι. (από joe909, 06/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία αναφέρεται σε άτομο ή κατάσταση που είναι αβάσιμο/-η και δεν στέκει σύμφωνα με την λογική.

- Εκεί που καθόμασταν όμορφα και ωραία άρχισε να λέει τα δικά του το παλικάρι... Αλεμάο, σου λέω.

καΐλα αλέρτ (από jesus, 04/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνέχεια της λέξης κάβουρας Κάποιος που είναι κάβουρας σε υπερβολικό βαθμό με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κρύψει τις δαγκάνες του.

- Κι εκεί που μιλούσαμε ήρεμα,πετάγονται 10 δαγκανοφόροι έτοιμοι για ξύλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified