Further tags

Ο σούπερ, ο σπέσιαλ, ο number one, ο κολοφτιαγμένος μαλάκας.
Η τελευταία λέξη της τεχνολογίας, ο high tech. Αφού απορεί και η NASA.

Ανάλυση:

1) Αρχιμάλακας
2) Διπλομάλακας (ή δυο φορές μαλάκας)
3) Τριπλομάλακας (ή τρεις φορές μαλάκας)
4) Τετραμάλακας
5) Πενταμάλακας
6) Εξαμάλακας
7) Εφταμάλακας

- Ρε αρχιμάλακα, πιάσε μια κοακόλα απ' το ψυγείο ναουμ...
- Τι λε ρε διπλομάλακα, γιατί δεν την πιάνεις μόνος σου να μου τη πιάσεις και μένα;
- Άσε ρε τριπλομάλακα, δηλάδη τι... σηκωθήκανε τ' αγγούρια να γαμήσουν τον μανάβη...; Πώς την είδες τη δουλειά;
(μπαίνει στο σπίτι κι ένας τρίτος)
- Καλώς τ' αρχίδια μας ναουμ!
- Τι έγινε ρε τετραμάλακες, τι κάνετε εδώ; -Περιμένουμε ν' ρχίσει το ματς...
- Σσσσωραίος...
- Άραξε...
(Αρχίζει το ματς)
- Δεξιάαα, δεξιά δώσε ρε πενταμάλακααααα!! Στον Γιαγκουλόφσκι ρεεε!!
- Φτου, πάει το όβερ!
- Δεν αφήνετε τα ποδόσφαιρα να ανάψουμε κάνα μπάφο;
- Ναι ρε εξαμάλακα... σωστόοοοοοςςςςς.
(Ψάχνει τις τσέπες του)
- Φτούουουουου!!
- Τι ρε;
- Ξέχασα το σακουλάκι με το μαύρο σπίτι... ΟΧΙΙΙΙ!!
(Και οι άλλοι δύο απαντούν με μια φωνή)
- ΕΦΤΑΜΑΛΑΚΑ!!!

(από prasas, 08/06/08)(από prasas, 08/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ιδιοκτήτης ενοικιαζομένων δωματίων στις τουριστικές περιοχές. Η κατ' εξοχήν μη παραγωγική απασχόληση και μία από τις βασικές αιτίες που οι διακοπές στην Ελλάδα έχουν γίνει και ακριβές και μάπα.

Εποχιακό επάγγελμα, σχεδόν εξ ορισμού, κι ένας ρεντρούμης που σέβεται τον εαυτό του δεν δουλεύει ποτέ στο διάστημα Οκτωβρίου–Απριλίου για τον ίδιο λόγο που κι ένας σκύλος γλείφει τ' αρχίδια του: γιατί μπορεί. Τόσα δωμάτια επί τόσα ευρώ την ημέρα, τόση πληρότητα επί τόσους μήνες –ο υπολογισμός είναι απλός και είναι πραγματικά παράξενο γιατί η Εφορεία δυσκολεύεται τόσο να τον κάνει.

Από το αγγλικό rooms to rent. Θηλυκό: η ρεντρούμισσα –κλίνεται κατά το χανούμισσα.

Συνώνυμο είναι ο ρουμλετάς.

— Και τι θα κάνεις, ρε μαλάκα, τώρα που θα απολύσουνε; Άρχισες να ψάχνεις για καμμιά δουλειά;
— Φίλε, τα ρολόγια και τα κορόιδα δουλεύουνε –ο Μητσάρας από δω και πέρα ποτέ ξανά... Μόλις μαγκώσω την αποζημίωση, θα φτιάξω το σπίτι που άφησε στην Λούλα στο χωριό η θειά της η Ευανθία και θα γίνω ρεντρούμης... Σωστός;

Ενοικιαζόμενα στην Αντίπαρο (από poniroskylo, 08/06/08)(από Vrastaman, 07/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ομοφυλόφιλος. Ετυμολογείται φυσικά από το αγγλικό gay.

Ενδιαφέρον είναι ότι, καθώς ο τύπος κλίνεται κατά το μπέης, δίνει και μία μάλλον πρωτότυπη εικόνα για τους ομοφυλόφιλους, μία έννοια αρχοντιάς και περηφάνιας, μάλιστα βαθύτατα ελληνικής (όπως καθετί που επιβιώνει από τουρκοκρατίας, όπως η πολίτικη κουζίνα, η ροπή προς το ραχάτι και λοιπά -ας μην επεκταθούμε). Ένας γκέης λοιπόν δύσκολα είναι σούργελο: μπορεί να την τρίζει την όπισθεν, αλλά την βάτα δεν την καίει.

Παρόλα αυτά, κόντρα στο παραδεδομένο γλωσσικό αίσθημα, η λέξη χρησιμοποιείται όσο υποτιμητικά μπορεί να την εννοεί ο ομιλητής κάθε φορά.

  1. - Όσοι άντρες δεν έχουν γίνει γκέηδες, κάνουν σαν υστερικές γκόμενες.
    - Μα ΕΙΝΑΙ υστερικές γκόμενες. [...] Τουλάχιστον οι γκέηδες έχουνε βρει διέξοδο κι εκτόνωση με το να γίνουνε οι ίδιοι υποκατάστατο της μαμάς τους. (από ιστολόγιο)

  2. Δεν είναι η πρώτη φορά που ένα τέτοιο θέμα θίγεται στο σινεμά, απλά έχω την εντύπωση ότι επειδή για το Brokeback έγινε ντόρος [...], ξεπετάχτηκε ο καθένας και άρχισε τη σταυροφορία εναντίον των «γκέηδων». (από διαδικτυακό φόρουμ)

  3. Κοίτα φάτσες γκέηδων στο Βερολίνο... Αξίζει κανείς από αυτούς να του ρίξεις δεύτερη ματιά; (από διαδικτυακό φόρουμ)

  4. - Πολύ καλό γκομενάκι αυτός ο ξανθούλης. Κρίμα που είναι άτριχος και γκέης....
    - [...] Καλά το γκέης, το άτριχος γιατί είναι πρόβλημα; Τους θες τριχωτούς; (από ιστολόγιο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πάνχοντρη γυναίκα, η γυναίκα με τεράστιο εκτόπισμα, η τοφάλα. Η λέξη αυτή αποτελεί ονομασία γνωστού τύπου φάλαινας, της φάλαινας Όρκα.

Κώστας, απευθυνόμενος σε χοντρή που τον πάτησε: Α ρε όρκα, πάτα και λίγο Ελλάδα!
Δημήτρης, φίλος του Κώστα: Γιατί σκούζεις ρε;
Κώστας: Μα την είδες την παλιοκουφάλα. Με ξενύχιασε. Και τώρα όπου φύγει φύγει.

(από rigo21, 07/09/08)(από Khan, 31/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για τους δήθεν μάγκες.

- Άσε μας ρε μαλάκα... Είσαι μόνο μαγκιά, κλανιά και κώλο φινιστρίνι!!

(από panos1962, 15/11/09)(από panos1962, 18/11/09)

Βλέπε και τακουνόμαγκας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παρτάκιας, αυτός που κοιτάει μόνο τον εαυτό του. Χρησιμοποιείται και ως πουλημένο τομάρι, όταν αναφερόμαστε σε αυτόν ο οποίος για προσωπικό, συνήθως οικονομικό όφελος, πουλάει το σύνολο στο οποίο οι άλλοι νομίζουν ότι ανήκει.

- Αυτός ο παίκτης δεν δίνει την μπάλα από το αριστερό στο δεξί του παπούτσι, πόσο μάλλον στους συμπαίκτες του.
- Τι περιμένεις από το τομάρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παχύς, νωθρός και δυσκίνητος. Η απλάδα κυριολεκτικά είναι ένας μεγάλος ανοικτός χώρος, κάτι σαν αλάνα, άρα ο απλάδας είναι αυτός που με τον όγκο του κατά κάποιο τρόπο την γεμίζει.

- Προχώρα ρε απλάδα και θα χάσουμε το καράβι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλος ένας ελληνικός ορισμός για τους ομοφυλόφιλους άντρες.

- Πολύ στο σούξουμούξου την έχει την Μαρία ο Μάκης και θα μου την φάει στο τέλος.
- Ποιος μωρέ; ο τσιριμπίμ τσιριμπόμ; Σαν φιλενάδες τα λένε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χοντρός άντρας.

Τι αβοκάντο είναι αυτό ο Τάσος αδελφάκι μου; Ανεβαίνει στη ζυγαριά και γράφει «Μην ανεβαίνετε όλοι μαζί».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που βασικά δεν σημαίνει τίποτε και ωσεκτουτού μπορεί να σημαίνει τα πάντα. Παντός καιρού.

Η κλασική χρήση του τσιριμπίμ τσιριμπόμ απαντάται στην ταινία του 1968 «Μια Ιταλίδα στην Κυψέλη», σε σενάριο - φυσικά - Τσιφόρου-Βασιλειάδη. Σε μια από τις καταπληκτικές σκηνές του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου, ο Αθηνόδωρος Προύσαλης, σε ρόλο μάγκα ανθρώπου της νύχτας, χαρακτηρίζει τσιριμπίμ τσιριμπόμ πρώτα την Μάρω Κοντού και μετά την Κατερίνα Γιουλάκη. Δεν εξηγεί τι σημαίνει ακριβώς, αλλά είναι επιδοκιμασία και από τα συμφραζόμενα συνάγουμε ότι πρόκειται για κυρίες καθως πρέπει, αλλά συγχρόνως και ξηγημένες, με κυριλέ τρόπους αλλά και μαγκίτισσες. Ίσως υπάρχει μια αμυδρή σχέση με τις τσιριμόνιες, με το σεις και με το σας, αλλά το τσιριμπίμ κάνει αντίστιξη με το τσιριμπόμ και η αναφορά αυτοαναιρείται.

Σε τρέχουσα χρήση, η έκφραση έχει πολλές και ποικίλες σημασίες, συχνά αντιφατικές. Το οποίο είναι ΟΚ γιατί νομίζω ότι και ο Τσιφόρος το ήθελε να χαρακτηρίζει αντιφατικά πράγματα. Έτσι, το τσιριμπίμ τσιριμπόμ μπορεί να σημαίνει:

  • μόρτικο, βαρύ - δες παράδειγμα 2.
  • χαζοχαρούμενο, ελαφρύ - δες παράδειγμα 3.
  • άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε, ασυναρτησίες, παλαβομάρες - δες παράδειγμα 4.
  • λελέδικο, φλωρίστικο, τσιριχτό - δες παράδειγμα 5. Ίσως με αυτή τη σημασία να χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάτι αδερφίστικο.
  • υποκρισία, συναλλαγή, ψευτοκυριλέ - δες παράδειγμα 6 όπου και η σαφέστερη αναφορά στις τσιριμόνιες.
  • παράνομος δεσμός, ερωμένη, το πονηρόν - δες παράδειγμα 7. Η χροιά αυτή υπάρχει και όταν ο Προύσαλης χαρακτηρίζει την Κοντού τσιριμπίμ τσιριμπόμ.

    Βγάλε άκρη.

  1. Μια Ιταλίδα στην Κυψέλη, απόσπασμα από τον κλασικό διάλογο.

Αθηνόδωρος Προύσαλης: Δεν βλέπω το πρόσωπο!
Κατερίνα Γιουλάκη: Ναι, αλλά ποιον θέλετε;
Αθηνόδωρος Προύσαλης: Ψηλός, όμορφος, βουτυράτος...
Κατερίνα Γιουλάκη: Βουτυράτος;
Αθηνόδωρος Προύσαλης: Με μια αψηλή, τσιριμπίμ, τσιριμπόμ...
Γιώργος Γαβριηλίδης: Τσιριμπίμ, τσιριμπόμ; Excuse me, μήπως είσαστε από τη Νότια Αφρική;
Αθηνόδωρος Προύσαλης: Όχι, από τη Νέα Σμύρνη! Κατάστημα «Το παλουκάκι».

  1. Ομιλώ περί του περικαλλούς άσματος το οποίο ηκούεται άμα τη ενάρξη της ιστοσελίδας: http://eniayton.blogspot.com/ aka λαλυμένον ύδωρ. Το άσμα αυτό είναι βαρύ σεκλέτικο, μόρτικο, ξηγημένο, καραμπαμπάμ, ντιριντραντράν, τσιριμπίμ τσιριμπόμ και πολύ μάγκικο άμα λάχ' να ούμ...(Από http://funel.blogspot.com)

  2. Για να καταλάβω, εσύ νομίζεις ότι διαθέτεις τον ίσκιο τον βαρύ; Βρε τσαρλατάνε, δεν κάθεσαι καθόλου μα καθόλου ήσυχα; Γιατί μας δουλεύεις όλους ψιλό γαζί με τα «τσιριμπίμ τσιριμπόμ» διηγηματάκια σου; (Από http://askardamikti.blogspot.com)

  3. Ναι,άμα δεν έχουμε τι να πούμε το ρίχνουμε στο τσιριμπίμ - τσιριμπόμ. Παλιό το κόλπο. Δεν πιάνει όμως. (Από forum)

  4. Περνάμε στον ΣΠΑΣΤΙΚΑ ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΟ κίτρινο λεκέ που ονομάζεται Τουίτυ... Πόσο πολύ αγαπάω τον γατούλη Συλβέστερ! Και πόσο μου ανάβουν τα λαμπάκια όταν ακούω την τσιριμπίμ-τσιριμπόμ χαζοφωνούλα του καναρινιού να λέει ψευδά: «I tink I saw a putty-cat» ΝΑΙ, ΣΙΧΑΜΕΝΟ ΠΛΑΣΜΑ!!! Γάτα είδες! (Από http://peslac.pblogs.gr)

  5. Ο αρχηγός των τσιγγάνων πέθανε και τη θέση του πήρε ένας άλλος νεότερος που είχε βαρεθεί τα τσιριμπίμ τσιριμπόμ με τους καλούς κυρίους και ένιωθε σεβασμό προς τους ομοεθνείς του και ήθελε το δίκιο της φυλής του να λάμψει, βρε αδερφέ, επιτέλους! (Από http://rodiat5.blogspot.com)

  6. Καταρχήν, ακόμα και η Μόνικα Μπελούτσι να υποκύψει στις σεξουαλικές σου ορέξεις δεν πρέπει να το μάθει κανείς (ούτε ο καλύτερός σου φίλος, όση εμπιστοσύνη και να του έχεις). Ok, κάποιος θα το μάθει, κατά έναν ανεξήγητο τρόπο, εσύ θα το καταλάβεις ότι κάποιος ξέρει για τα τσιριμπίμ τσιριμπόμ σου, αλλά δεν θα ξέρεις ούτε ποιος, ούτε πως. Τι να κάνουμε, αυτά έχει η ζωή. (Από http://www.myworld.gr)

(από MXΣ, 03/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified