Further tags

Αγοράκι των βορείων ως επί το πλείστον προαστίων με λεπτά χαρακτηριστικά, προσεγμένο μαλλί, λεπτεπίλεπτη συμπεριφορά και καμιά φορά διακριτικό μακιγιάζ. Ξεχωρίζει για τη γλυκύτητά του και τις χαριτωμένες κινήσεις του. Τον όρο πρώτος χρησιμοποίησε ο άρχοντας Κωστόπουλος στο περιοδικό NITRO.

- Κοίτα τον Γιαννάκη, πολύ γλυκό αγορίτσι...
- Τσάμπα τα λεφτά που έδωσε ο πατέρας του στο μαιευτήριο όταν έμαθε ότι έκανε αγόρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιεκτικός χαρακτηρισμός για γυναίκα ανόητη και σπαστικιά. Έχει γνώμη για όλα και γνώση για ελάχιστα και συνδυάζει την πολυλογία με την ενοχλητική φωνή. Συνήθως άνω των 40.

Είναι σύνθετη λέξη από το κόρακας (με μετατροπή του -ο σε ) + αηδόνι. Η καρακαηδόνα νομίζει ότι είναι αηδόνι και επιβάλλεται να κελαηδήσει, όλοι οι άλλοι την βλέπουν ως κοράκι και παρακαλούν από μέσα τους να βγάλει τον σκασμό.

  1. - Το ίντερνετ διαφθείρει τη νεολαία ... Αν διαβάσετε αυτά τα βλογκς, θα φρίξετε...
    - Ε, εντάξει... δεν είναι και τόσο δραματικά τα πράγματα κυρία Χατζηκωλάρα μου... Μην ανησυχείτε και τόσο πολύ... (ουστ, μωρή καρακαηδόνα πού 'μαθες και τα μπλογκς κι έχεις κι άποψη ...)

  2. Η καλύτερη δυνατή επιλογή γι' αυτό το show. Eίναι χαριτωμένη, είναι γλυκιά, είναι κεφάτη κι όχι καμιά σιτεμένη καρακαηδόνα κι ας την αφήσουμε κι εμείς να κάνει το κέφι της όσο καλύτερα μπορεί. (Από σχόλιο σε forum μετά την επιλογή της Καλομοίρας για τη Γιουροβίζιον)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι νέες, «ελαστικές» εργασιακές σχέσεις στον δημόσιο τομέα δημιουργούν την ανάγκη ενός σαφέστερου προσδιορισμού της σχέσεως εργασίας των εργαζομένων προς την επιχείρηση. Το να πει κανείς π.χ. «δουλεύω στην ΕΡΤ» δεν λέει πλέον τίποτα για τον μισθό του ή για την διάρκεια της υπηρεσίας του. Αυτή η ασάφεια λύνεται με τη χρήση διπλού επιθετικού προσδιορισμού, συνδυάζοντας τα επίθετα μόνιμος και έκτακτος. Έχουμε και λέμε λοιπόν:

α) Μόνιμος-μόνιμος: είναι ο μισθωτός εργαζόμενος, είτε είναι πραγματικά μόνιμος, είτε με σύμβαση αορίστου χρόνου.
β) Μόνιμος-έκτακτος: είναι ο εργαζόμενος που, αν και καλύπτει οργανική θέση, πληρώνεται ως ελεύθερος επαγγελματίας και είναι μονίμως ξεκρέμαστος. Κάνει την ίδια δουλειά με τους μόνιμους-μόνιμους, αλλά πληρώνεται λιγότερα, και βέβαια το επίδομα αδείας (όπως και κάθε επίδομα) είναι γι' αυτόν άγνωστη λέξη.
γ) Έκτακτος-έκτακτος: ο εργαζόμενος που καλείται να καλύψει έκτακτες ανάγκες. Πληρώνεται όπως και ο μόνιμος-έκτακτος.

- Δουλεύεις πουθενά;
- Ναι, στην ΕΡΤ...
- Άαα, δημόσιος υπάλληλος έεε; Τα ξύνεις και σε πληρώνουμε!
- Τι δημόσιος υπάλληλος μωρέ, μόνιμος-έκτακτος είμαι... Τέσσερις μήνες έχουν να με πληρώσουνε οι πούστηδες!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο αλήτης. Χρησιμοποιήθηκε πάρα πολύ στις δεκαετίες '50-'60. Γνωστή λέξη και από ταινίες της εποχής (βλ. «Νόμος 4000», «Αναστασία», «Το κάθαρμα» κ.λ.π.)

Συνώνυμα: μπονιόνιος, χαραμοφάης, Κ.Π.Ε (κατασπατάληση πατρικού εισοδήματος), πρεζοκλεφτρόνι κ.α.

- Τί έγινε ρε συ;
- Τίποτις, ένας Τέντυ-μπόης γιαούρτωσε τον καθηγητή Σκορδομπούτσογλου...

Βλ. και τεντιμπόις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζεται αυτός που κάνει πολύ φασαρία και δημιουργεί οχλαγωγία.

- Αυτή η παρέα στο διπλανό τραπέζι κάνει πολύ φασαρία. Είναι τελείως αρουραίοι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζεται αυτός που ντύνεται εντελώς πρόχειρα ή αυτός που δεν έχει καλούς τρόπους συμπεριφοράς.

  1. Κοίτα πώς είναι ντυμένος ο Νίκος. Σαν γύφτος! Εντελώς κατσαπλιάς!

  2. Αυτός ο άνθρωπος όλο βρίζει και φωνάζει! Δεν έχει καθόλου καλούς τρόπους συμπεριφοράς. Σκέτος κατσαπλιάς είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι χαρακτηρίζεται αυτός που είναι τσαπατσούλης ή αυτός που κάνει προχειροδουλειές.

- Είπα στο Γιώργο να μου φτιάξει ένα ντουλάπι και αυτός τα έκανε θάλασσα. Στραβό, αλουστράριστο κλπ, κλπ...
- Τι περιμένεις από τον Γιώργο. Αφού είναι γνωστό τοις πάσι ότι είναι αρναούτης!

Ο υπασπιστής του τέως Μ. Αρναούτης (από Vrastaman, 16/12/09)

Δες και αρβανίτικο κεφάλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο γλοιώδης τύπος που διεκδικεί την κοινωνική του ανέλιξη με κάθε μέσο. Βασικότερο χαρακτηριστικό του είναι η συνεχής αυτοπροβολή της μίζερης κενότητάς του.

Ο συγκεκριμένος άνθρωπος είναι εντελώς κενός, ένας σαραϊδάρης, τίποτε περισσότερο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλασική σημασία του όρου προέρχεται από τον όρο Video projector (βιντεοπροβολέας).
Το λήμμα όμως αυτό έχει τη σημασία του ανθρώπου που ασχολείται με πολλά έργα (projects) ταυτοχρόνως ή με κάποιον που είναι υπεύθυνος για αυτά. Μπορεί να λεχθεί με στόχο να επιβεβαιώσουμε ότι κάποιος ή εμείς πνιγόμαστε από τις πολλές παράλληλες ενασχολήσεις σε επαγγελματικά projects, αλλά και με στόχο να ειρωνευτούμε κάποιον που το παίζει πολυπράγμων χωρίς πραγματικά να είναι ή για κάποιον project manager (σε πολλά projects) που έχει όμως φορτώσει με πολλά μπαλάκια τους συνεργάτες του.

- Ρε εσύ, την άλλη φορά που θα πάμε για ούζα να πούμε και στον Κώστα.
- Πού να προλάβει; Θες η αντίληψή του, θες το φιλότιμό του, ό,τι project υπάρχει και δεν υπάρχει του τό 'χουν φορτώσει στο κεφάλι. Έχει καταντήσει προτζέκτορας.

Κουβαλάει τον πρώτο λέκτορα μπας και τον κάνουν προτζέκτορα (από GATZMAN, 16/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πρότυπο ζωής που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που δεν θέλει ευθύνες και γουστάρει μόνιμη χαλαρότητα.
Η μια λέξη κλειδί του προτύπου είναι η λούφα, με την έννοια της αποφυγής της εργασίας που, προκειμένου να επιτευχθεί, επιλέγονται τεχνικές που ακούν στο όνομα: μπαλάκι, αναρμοδιότητα, υποτιθέμενο πνίξιμο στη δουλειά, κλπ και η άλλη είναι η τούφα (ο ύπνος). Αρκετοί νεοέλληνες επιθυμούν έναν τέτοιο τρόπο ζωής, ενώ στο δημοσιοϋπαλληλικό βίο θεωρείται standard. Όσοι δημόσιοι υπάλληλοι προέρχονται από ιδιωτικό τομέα είναι συνήθως ασύμβατοι με το πρότυπο και πήζουν μέχρι να έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να γίνουν λούφεν τούφεν compatible.

- Μού 'λεγε ο Δημήτρης πως θέλει να συμμετάσχει στις προσεχείς εξετάσεις του ΑΣΕΠ για να διοριστεί στο δημόσιο γιατί γίνονται λέει στην εταιρεία που δουλεύετε μειώσεις προσωπικού. - Πίπες. Συνάδελφοι είμαστε. Ξέρω την κατάσταση από μέσα. Δεν γίνονται μειώσεις προσωπικού. Απλά ο Δημήτρης είναι γνωστός λούφεν τούφεν και με τις βλακείες που κάνει κινδυνεύει να απολυθεί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified