Further tags

Αυτός που βρίσκεται στην 3η, αλλά συνήθως 4η και πάνω, δεκαετία της ζωής του.

τρια-ντάρης, σαρα-ντάρης κτλ, ενώ εικοσ-άρης, εικοσιεννι-άρης κτλ...

- Πσσς, τρελλό το γκομενάκι ε;
- Τι τρελλό ρε, αυτή είναι ντάρα και βάλε!
- Η γριά κότα έχει το ζουμί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τα σπάει σε όλους δημοσιεύοντας συνέχεια απαντήσεις σε κάποιο forum, ή στέλνοντας email, χωρίς τα οποία όλοι θα μπορούσαν να ζήσουν το ίδιο καλά, αν όχι καλύτερα.

Προκύπτει από το σπαμ (spam) + σπασαρχίδας.

- Απάντα του ρε!
- Δε μπαίνω καν στο τριπάκι ν' απαντήσω στο σπαμαρχίδα! Θα με πρήξει στα PM μετά...

για να μην ξεχνάμε τις ρίζες μας (από jesus, 28/06/08)Το ορίτζιναλ σπαμ (από poniroskylo, 28/06/08)

βλ. και σπαμστικός, Spamστικός, σπαμεράς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεαρός άντρας. Προέρχεται από τα «γκαλιαρντά», τη διάλεκτο του αδερφάτου.

Τι να σου λέω μωρή, ένα τεκνό μούρλια. Μούσκεψα την κυλότα μου σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει/βγάζει γκάλοπς.

(p196.ezboard.com) Μεταξύ μας, με 5% που του δίνουν (λέει) οι γκαλοπατζήδες, ο μόνος που ζητάει εκλογές...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καρα-γκιόζης.

- Κοίτα ρε κάτι ζάντες που του φόρεσε ο γκιόζης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χαοτικός (πάνκης) ή απλά χαοτικός, έχει το ίδιο νόημα με τον κατσαπάνκη: άτομο που ζει για μπύρες, βία και σεξ (αν τύχει).

Έχει την στερεότυπη εικόνα του πάνκη (μοϊκάνα, καρφιά, κ.λπ.) για να εδραιώνει καλύτερα την συμπεριφορά του. Τον συναντάς σε πανκ συναυλίες ή σε πλατείες. Κοινωνικός προβληματισμός του είναι η αστυνομία. Γενικά είναι άτομο αδιάφορο για τα πάντα, εκτός και αν κάποιος κάνει το λάθος και κριτικάρει τα αγαπημένα του πανκ συγκροτήματα.

Πλάκωσαν χαοτικοί κι άρχισαν να σπρώχνουν τον κόσμο, να σπάνε μπουκάλια και να βρίζουν.

μετά από σένα το χάος, μετ\' από σένα το τίποτα.  από σαη indymedia trolls (από xalikoutis, 17/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που κατ'επανάληψη, ενώ βρίσκεται σε μία σχέση, την ίδια στιγμή σκέφτεται την ή τις προηγούμενες σχέσεις της.

- Αχ Τέτα μου, καλός είναι ο Δημήτρης -δεν λέω- αλλά τον Μάκη τον σκέφτομαι ακόμα.
- Εεε, είσαι ψυχοπουτάνα του ελέους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι / κάποιος που έχει ή δίνει πρεστίζ.

  1. (www.adslgr.com) ...Η διοργάνωση μετεβλήθη στην πιο γκλαμουράτη και πρεστιζάτη εκδήλωση στην οποία μία...

  2. (www.hri.org) .
    ..για να εισαχθεί το παιδί τους σε ένα όσο γίνεται πιο πρεστιζάτο και υψηλόβαθμο ΑΕΙ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λεβέντης μαλάκας -- ο άνθρωπος που συμπεριφέρεται λεβέντικα χωρίς να συνειδητοποιεί πόσο λακαμάς είναι και ταυτόχρονα.

  1. (siegmundshof.wordpress.com) - Σε λίγο ξεπροβάλλει η νύφη και από πίσω περιχαρής ο λεβεντομαλάκας!

  2. (tonisitiskalipsos.blogspot.com) Αποτυχημένος επαναστάτης, εραστής, επιστήμονας, ένας λεβεντομαλάκας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται απο τις ηλικιωμένες ανύπαντρες γυναίκες. Μεταφορικά, οι οπαδοί του Ηρακλή Θεσσαλονίκης, αφού είναι ο παλιότερος ποδοσφαιρικός σύλλογος στην Ελλάδα. Εξού και «γηραιός».

- Το φανταστήκαμε πως θα μας περιμένουν οι γεροντοκόρες στο σταθμό, γι' αυτό και είχαμε κρύψει τα κασκόλ και τις σημαίες. Ούτε που μας πήρανε χαμπάρι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified