Further tags

Εντελώς (παραλλαγή: ντιπ-για-ντιπ.)

Είσαι ντιπ-για-ντιπ μαλάκας;

Βλ. και μπίτι, μπήτι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εντελώς-παντελώς ηλίθιος! Ο απόλυτα εγκεφαλικά νεκρός.

- Την κάνουμε;
- Καλά, είσαι ντιπ στόκος μιλάμε! Τώρα που γεμίζει το μαγαζί ρε;

Βλ. και... παράγωγα: ελ στοκαδόρ, στοκαμπίλιτι, Στόκεμον, καθώς και μπετόβεργα, γκασμάς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σχεδόν-παντελώς ηλίθιος, αυτός που δεν παίρνει από λόγια.

- Καλά, είσαι εντελώς βλήμα ναουμ'...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάκας, αλλά το λέμε πιο χαϊδευτικά, όταν δεν θέλουμε να προσβάλουμε τον άλλον ευθέως.

- Δεν κατάλαβα, μπορείς να μου το εξηγήσεις πάλι;
- Τρίτη φορά; Είσαι λίγο βλακάκος τελικά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τεράστιος ο παιχταράς, ο πολύ μα πολύ μάγκας.

- Στο τέλος του πήρα και τα φράγκα και τη γυναίκα...
- Υπερδιπλάσιε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τρόμπας. Προκύπτει από τα τρόμπας + Ρόμπαξ (Flintheart Glomgold, Ducktales).

Λάκης: - Και μου είπε να βγούμε...
Σάκης: - Και τι της είπες;
Λάκης: - Ε, ότι είχα δουλειά...

Ο Λάκης είναι τρόμπαξ.

Ρόμπαξ (από panos1962, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έλληνας πρωταγωνιστής ταινιών πορνό. Τον έλεγαν Τέλη, αλλά η φάτσα του έφερνε λίγο σε Σιλβέστερ Σταλόνε.

Τέλης Σταλόνε: - Γλύψε την κεντρική αρτηρία!»
Γυναίκα πορνοστάρ: - Σλουρπ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που αντέχει σε δύσκολες συνθήκες ή την κακομεταχείριση ή χωρίς φροντίδα / συντήρηση ή όλα μαζί.

Καλά, μιλάμε το μηχανάκι το 'χω λιώσει και δε βγάζει άχνα, ούτε συνεργεία ούτε τίποτα. Σκυλί μαύρο σε λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βρωμιάρης, που μυρίζει τυρίλες.

- Βρωμάς, ρε τυροβρωμίκουλα. Κάνε κάνα μπάνιο επιτέλους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φλώρος, ο μαλθακός, ο καλομαθημένος, που δεν αντέχει σε δύσκολες συνθήκες.

- Είπα και στον Τάκη να 'ρθει στο camping.
- Πφφ, σιγά μην έρθει, αυτός είναι τρυφερό πόδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified